"…"

Τα ρολόγια σημαίνουν

τις χαμένες ώρες

όμως κανείς δεν τα πιστεύει.

Στα ατελείωτα σήματα κινδύνου που έστειλα

και δεν μου έχει κανείς ανταποκριθεί.

Όμως μία μέρα

θα καταλάβω

πως έφτασα μέχρι εδώ.

Έγιναν όλα πολύ γρήγορα.

Οι φίλοι μου σκόρπισαν,

άλλοι χάθηκαν στον πόλεμο.

Οι παντρεμένοι

γερνάνε πλάι σε ανθρώπους ξένους.

Καμιά φορά τα απογεύματα

σηκώνεται αγέρας.

Χτυπούν σαν τύψεις

τα παραθυρόφυλλά.

Για ποιο ωραίο σφάλμα άραγε;

Και η παιδικότητα

ένα ουράνιο σχόλιο

στο αίνιγμα να υπάρχουμε

 

Τ. Λειβαδίτης

“…”

Τα ρολόγια σημαίνουν

τις χαμένες ώρες

όμως κανείς δεν τα πιστεύει.

Στα ατελείωτα σήματα κινδύνου που έστειλα

και δεν μου έχει κανείς ανταποκριθεί.

Όμως μία μέρα

θα καταλάβω

πως έφτασα μέχρι εδώ.

Έγιναν όλα πολύ γρήγορα.

Οι φίλοι μου σκόρπισαν,

άλλοι χάθηκαν στον πόλεμο.

Οι παντρεμένοι

γερνάνε πλάι σε ανθρώπους ξένους.

Καμιά φορά τα απογεύματα

σηκώνεται αγέρας.

Χτυπούν σαν τύψεις

τα παραθυρόφυλλά.

Για ποιο ωραίο σφάλμα άραγε;

Και η παιδικότητα

ένα ουράνιο σχόλιο

στο αίνιγμα να υπάρχουμε

 

Τ. Λειβαδίτης

ΕΡΓΑΣΙΑ/ΑΝΕΡΓΙΑ

Η ανεργία δεν είναι ντροπή. Αλλά ούτε και η τεμπελιά…

Αυτό που έχουμε παρατηρήσει στο ΟΑΕΔ και είναι αρκετά έντονο, είναι πως μέσα στο χώρο αυτό οι κοινωνικές συμπεριφορές είναι συγκεκριμένες. Κατ΄ αρχήν πλανιέται μια έντονη νευρικότητά. Επίσης τα άτομα διακατέχονται από μία απροσδιόριστη αντικοινωνικότητα. Και αυτό το λέμε διότι αν στο χώρο αυτό συναντηθούν παλιοί γνώριμοι κατά περίεργο τρόπο τα βλέμματα δε θα διασταυρωθούν  και ο ένας απλά θα αγνοήσει μεθοδικά την ύπαρξη του άλλου. Και αν τελικά δεν μπορεί να αποφευχθεί η συνάντηση οι χαιρετισμοί θα είναι αμήχανοι και οι κουβέντες , αν υπάρξουν, θα είναι φειδωλές.

Γιατί άραγε;

Η απάντηση είναι μία: Ντροπή.

Υπάρχει η ντροπή της ανεργίας.

Ωστόσο για να επέλθει η ντροπή θα πρέπει πρώτα να προηγηθεί κάτι άλλο: Ταπείνωση και υποβιβασμός.

Γιατί ο άνεργος κατηγορείται αλλεπάλληλα πως ο ίδιος φταίει  για την ανεργία του.  Ότι ο ίδιος είναι υπεύθυνος για την κατάσταση του και ότι του συμβεί του αξίζει.

Τελικά είναι άχρηστος και δε προσφέρει τίποτα στον εαυτό του και τους γύρω του. Ντροπή …

Δηλαδή με συνοπτικές  διαδικασίες , συντελείται αυτό που λέμε « ποινικοποίηση της ανεργίας»

Και μαζί με τη ανεργία κατακρίνονται εκείνες οι δραστηριότητες  που την συνοδεύουν και που γεμίζουν τον «ελεύθερο» χρόνο του ανέργου. Όταν δηλαδή ο άνεργος ασχολείται με οτιδήποτε άλλο έκτος από τη  ανεύρεση εργασίας, το σχόλιο του τύπου « αντί να  πας βρεις καμιά δουλειά κάθεσαι και ασχολείσαι με μαλακίες» είναι χαρακτηριστικό στοιχείο της  αντιμετώπισης του από την κυριλέ εργαζόμενη κοινωνία. Άγχος …

Εξάλλου ο ελεύθερος χρόνος του ανέργου (αλλά και του εργαζόμενου) καταχρηστικά ονομάζεται ελεύθερος γιατί είναι ταγμένος να ξεχρεώσει τις επιταγές του εμπορευματικού κόσμου που τα συμφέροντα των αγαπημένων μας αφεντικών έχουν φτιάξει.

Τελικά ο άνεργος ντρεπόμενος για την έλλειψη της μισθωτής του σκλαβιάς δεν έχει καμία διάθεση να επινοήσει, να δημιουργήσει, έστω να ονειρευτεί. Όταν ο χρόνος σταματά να χαρακτηρίζεται με οικονομικούς όρους και νόρμες, θεωρείται χρόνος νεκρός, χρόνος καταπίεση. Μιζέρια…

Δηλαδή η εργασία και η ηθική της καταδυναστεύει και την ελεύθερο χρόνο που προέρχεται  από την ανεργία.

Ο άνεργος είναι ένα μηδενικό, ένα καμένο χαρτί. Και παρόλο που δεν ανήκει στον εαυτό του, συνεχίζει να ανήκει στην εργασία. Αυτό που του ρημάζει τη ζωή, ρίχνοντάς τον στη αλλοτρίωση του εργοστασίου, της οικοδομής, του γραφείου ή οποιοδήποτε άλλου χώρου που του απομυζά την σωματική ή τη πνευματική του ενέργεια , συνεχίζει να τον ροκανίζει εξωτερικά και ο άνεργος, όπως και ο εργαζόμενος, τρομοκρατείται στην ιδέα να δοθεί και να αφιερωθεί ανεπιφύλακτα στην ευχαρίστηση μιας  ξεκούραστης και χωρίς δουλειά περιόδου.

Πάντως εμείς δε θα βγούμε να φωνάξουμε «δουλείες για όλους», ούτε θέλουμε να διεκδικήσουμε έναν υψηλότερο κατώτατο μισθό. Έχει αποδειχθεί πως αυτές οι τακτικές δεν αλλάζουν ούτε κατά ένα χιλιοστό τις ζωές μας και αφήνουν στο απυρόβλητο τις πραγματικές αιτίες  που δημιουργούν την καταπίεση και την εκμετάλλευση. Δεν έχουν καταφέρει να μας πείσουν – και ούτε πρόκειται- ότι είμαστε ένα μικρό γρανάζι στην μηχανή του καπιταλισμό και για αυτό δεν θα διαμαρτυρηθούμε  χαζοδιαδηλώνοντας  για την μείωση της αγοραστικής μας δύναμης.

 

Με ή χωρίς δουλειά, η ανατροπή της μισθωτής αποκτήνωσης και η απελευθέρωση της καθημερινής μας ζωής θα παραμείνει η κύρια ασχολία μας.

κειμενο Ανάπλους

Δεν είναι αρκετό να κρατάς τον κόσμο αιχμάλωτο με αλυσίδες και όπλα.

Είναι πιο εύκολο να του τσακίζεις το μυαλό

χαρίζοντάς του ψεύτικους βηματισμούς

ψεύτικες αναπνοές

ψεύτικη ζωή.

Σε μια καθημερινότητα  που είναι σχεδιασμένη να μας ελέγχει και να μας επιβάλει κάθε κίνηση, οπλισμένη με καταναγκασμούς και θεσμικούς εκβιασμούς, επιβάλλοντας τους δικούς της ρυθμούς, αναγκάζοντας τους ανθρώπους να επαναλαμβάνουν με κλειστά τα μάτια την ίδια κοινοτυπία. Σε αυτή τη καθημερινότητα που μας κλέβει τον ελεύθερο χρόνο, εγκλωβίζει την επιλογή, τσακίζει κάθε αυτόνομη κίνηση του ανθρώπου και τον μετατρέπει σε ένα απρόσωπο εξάρτημα του καπιταλισμού.

Να αντιτάξουμε τους δικούς μας όρους για ζωή, χωρίς ιεραρχία και εξουσία, χωρίς διαμεσολαβητές και ειδικούς, ενάντια σε κάθε είδους ρόλων.

Να δημιουργήσουμε  εμείς τις συνθήκες και όχι οι συνθήκες την συμπεριφορά μας. Να δημιουργήσουμε χώρους όπου οι ανάγκες μας και οι επιλογές της δράσης μας θα συναντούν τις επιθυμίες μας. Χώρους επικοινωνίας, έκφρασης, αλληλεγγύης και συντροφικότητας. Μακριά από το πάγωμα της καθημερινότητας. Ανάβοντας μικρές εστίες φωτιάς ως τη μεγάλη πυρκαγιά της ελευθερίας.

Μέσα στην καθημερινότητα, η ανάγκη να ξεφύγουμε από την απάθεια έφερε σε επαφή ανθρώπους οι οποίοι κουβαλούσαν την επιθυμία για δημιουργία ενός αυτοδιαχειριζόμενου χώρου με κύρια τα χαρακτηριστικά της αντιεξουσίας, αντιεραρχίας ενάντια στη λογική του κέρδους και της ιδιοτέλειας. Ένας χώρος που θα στεγάζει τις ιδέες και τις  δράσεις μας στα πλαίσια της συνολικότερης δυναμικής για την αυτονομία και την καθολική ανατροπή αυτού του συστήματος.

Η ΠΥΡΑΜΙΔΑ

Στις 20/08/07  πραγματοποιήθηκε εκδήλωση  στον Ανάπλους με προβολή της ταινία μικρού μήκους «Πυραμίδα». Η ταινία, αποτελεί ένα φιλμικό ψυχογραφικό δοκίμια στη βία και τη καταπίεση της πατριαρχικής ελληνικής οικογένειας. Η ταινία παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο χρονικό στιγμιότυπο από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η πρώτη είναι του αυταρχικού πατέρα –αφέντη, ο οποίος εκτελεί χρέη μπάτσου, η δεύτερη είναι της καταπιεσμένης και νευρωτικής μητέρας και η τρίτη του αλλοπρόσαλλου και τοχικοεξαρτημένου γιου, ο οποίος λειτουργεί και καθοδηγητικά ως πρότυπο για το μικρό του αδελφό. Το κοινότυπο μεσημεριανό αυτής της μικροαστικής οικογένειας ολοκληρώνεται με ένα πυροβολισμό….

Μετά το τέλος της ταινίας έγινε τοποθέτηση- εισήγηση ενός από τους δημιουργούς της ταινίας (σκηνοθεσία) και ακολούθησε συζήτηση. Λόγω του κλίματος οι πιο πολλοί από τους 60 περίπου ανθρώπους που συμμετείχαν στη εκδήλωση, τοποθετήθηκαν και πήραν μέρος στη συζήτηση. Η συζήτηση κέντραρε περισσότερο στο θεσμό της οικογένειας άλλα και σε ζητήματα περί τέχνης. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε πως η οικογένεια λειτουργεί ως μόνιμος συντελεστής καταπίεσης και δυστυχίας των ατόμων, πως απότελεί επιτακτικά τη φυσική εξέλιξη των επίλογών (παραβλέποντας το συνολικότερο καταναγκασμό), ότι η «οικογενειακή θαλπωρή» στην ουσία είναι ένα πεδίο μάχης που αναπαράγει ρόλους και πρότυπα και τελικά αφού λειτουργεί βάση συγκεκριμένων δομών, παγιώνει και την επικυριαρχία και των υπόλοιπων θεσμών πάνω στη ζωή των ατόμων.

Όσο αφορά την  τέχνή αναφέρθηκέ πως η τέχνη δεν θα έπρεπε να είναι κάτι αποκομμένο από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, πως το δίπολο «δημιουργός» – «θεατής» και γενικά οι κυρίαρχες θέσεις περί «ειδικών», «ταλέντων» και «αυθεντιών»  περιορίζουν την ελεύθερη  δημιουργική έκφραση και ότι έχει μείνει από αυτήν, την μετατρέπουν σε είδος προς πώληση.

Στη συνέχεια και μετά το πέρας της συζήτησης προβλήθηκε  το Βίντεο συντρόφων «Η Πόλη», το οποίο απότελει μία σημειολογική ανάλυση της κίνησης των ανθρώπων στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο της πόλης.

Οι συντελεστές της «Πυραμίδας» επέλεξαν να συμμετάσχει το φιλμ τους στα διάφορα φεστιβάλ μικρού μήκους που διοργανώνονται από δήμους και άλλούς φορείς σε διάφορες πόλεις (Δράμα, Πάτρα, Αθήνα). Αν και η ταινία απέσπασε αρκετά βραβεία και διακρίσεις, εμείς από την πλευρά μας δεν αναγνωρίζουμε απολύτως τίποτα θετικό σε αυτού του είδους τα φεστιβάλ. Πιστεύουμε πως το μόνο που προσφέρουν είναι διαχωρισμούς, οπισθοδρομήσεις και φυσικά εμπορευματοποίηση. Αναγνωρίζουμε όμως την πρωτοφανής θέληση των συντελεστών να γίνει η πρώτη δημόσια προβολή της ταινίας σε έναν αυτοοργανωμένο χώρο και να μοιραστούμε όλοι μαζί την χαρά της δημιουργίας.

ΜΠΙΛΙ ΕΛΙΟΤ

Η ανάγνωση ενός Φιλμ: Μπίλι Έλιοτ


Η ταινία διαδραματίζεται στο επαρχιακό βρετανικό προάστιο των μέσων της δεκαετίας του 80. Ο Μπίλι Έλιοτ ζει με τον αδελφό του ,τον πατέρα του, που είναι ανθρακωρύχοι και με την γιαγιά του. Ο πατέρας στέλνει το Μπίλι σε μαθήματα μποξ , αλλά αυτός προτιμά το μπαλέτο, φέρνοντας σε ένα εικονικό ρινγκ τους δύο αιώνιους αντιπάλους: την προκατάληψη και την επιθυμία. Παράλληλα μία άγρια απεργία  ανθρακωρύχων  φουντώνει όλο και πολύ. Τελικά παρά τις αρχικές αντιδράσεις του πατέρα και του αδελφού του και με την βοήθεια μίας καθηγήτριας χορού, ο Μπιλι θα καταφέρει τελικά να κάνει πραγματικότητα το μεγάλο του όνειρό και να γίνει χορευτής.


Οι περισσότεροι που βλέπουν τη συγκεκριμένη ταινία συλλήβδην τρέχουν να την εκθειάσουν και να αναγνωρίσουν σε αυτή μόνο το κυρίαρχο στοιχείο της: αυτό της ανυποχώρητης θέλησης για αγώνα. Όμως κάποια βασικά στοιχεία παραβλέπονται:


Α) Οι περισσότερες ταινίες του ξεπουλημένου κινηματογράφου ασχολούνται πολύ συχνά με τους «δύσκολους αγώνες». Οι κοινοτυπία είναι πως πάντα αυτοί οι αγώνες δικαιώνονται. Θα θεωρούσαμε  αληθοφανή αυτόν τον Μπίλι Έλιοτ που δε θα μπορούσε να ξεπεράσει τις δυσκολίες, που τα νεύρα του θα τσακιζόταν, που τελικά ο αγώνας του θα συντρίβονταν στο οδόφραγμα της κοινωνικής νομιμότητας. Εκεί, στην αποτυχία, θα μπορούσαμε να δούμε πόσο δυνατός θα μπορούσε να είναι ο ήρωας της ταινίας. Αντ΄ αυτού τον είδαμε να κατακλύζει τα πάλκό, να εξέχει στους καλλιτεχνικούς κύκλούς, να θριαμβεύει… Ότι συμβαίνει πάντα, δηλαδή, σε όλα τα ωραία παραμύθια.


Β) Ο Μπίλι Έλιοτ δεν ξεχωρίζει σε τίποτα από τους υπόλοιπους νέους που αδιαφορούν για το τι συμβαίνει γύρω τους. Κοιτάει μόνο προς τα μέσα του. Ενώ δίπλα του μαίνεται μία άγρια απεργία, ένας πόλεμος κανονικός, ο Μπίλι είναι απορροφημένος στο κόσμο του και το χορό. Αδιαφορεί, όχι επειδή δεν καταλαβαίνει, αλλά επειδή δεν νοιάζεται. Ο μικρόκοσμος του κυριαρχεί και οι ατομικές του ανάγκες επισκιάζουν τα πάντα


Γ) Στην ταινία ο αδερφός του Μπίλι παρουσιάζεται ως τραμπούκος επειδή είναι ταξικά συνειδητοποιημένος και συμμετέχει δυναμικά σε όλες τις διαδικασίες της απεργίας και του αγώνα, νόμιμες ή μη. Στην ταινία ο αδερφός αποτελεί το κακό στοιχείο, τον χαρακτήρα που διακατέχεται από μία απροσδιόριστη αρνητικότητα.


Δ) Ο πατέρας του Μπίλι, αρχικά παρουσιάζεται ως αντιπαθητική φιγούρα, επειδή δεν καταλαβαίνει  τα καλλιτεχνικά φετίχ του γιου του. Ακολούθως γίνεται συμπαθής όταν εγκαταλείπει την απεργία και επιστρέφει στην δουλεία για να καταφέρει να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του γιου του. Ο θεσμός δηλαδή της οικογένειας προέχει και οι ανάγκες της σηματοδοτούν όλα τα άλλα…


Ε) Ο φίλος του Μπίλι, που κρυφά είναι ερωτευμένος μαζί του, παρουσιάζεται ως αστεία καρικατούρα. Ο Μπίλι, δείχνει πως  απλά τον ανέχεται και όταν του δίνει κάποια σημασία, αυτή είναι  φευγαλέα και απαξιωτική. Με το τέλος της ταινίας η γελοιοποίηση του φίλου του ολοκληρώνεται, ενώ αποτυπώνεται παράλληλα ένα διακριτικό ρατσιστικό σχόλιο.

Η ταινία «Μπίλι Έλιοτ» είναι ένα αναμάσημα από την ανάποδη, ένα ηθικοπλαστικό θέαμα με ελευθεριάζον  περιτύλιγμα. Ο Μπιλι Έλιοτ, ως άτομο,  είναι θλιβερό και κατάπτυστο.

Όπως και όλοι οι καλλιτέχνες….

Η ΕΜΠΟΡΟΠΑΝΗΓΥΡΙΣ ΤΟΥ ΣΕΞ

 

Μία βόλτα στους δρόμους μιας πόλης μας δίνει πιο πολύ την εντύπωση αποχαλινωμένης σεξουαλικότητάς παρά σεξουαλικής καταπίεσης. Κινηματογραφικές αφίσες, διαφημίσεις, προκλητικά ρούχα, εξώφυλλα περιοδικών…. Η σεξουαλικότητα φωλιάζει παντού. Γιατί; Έπαψε μήπως να υπάρχει σεξουαλική καταπίεση; Γιατί ονειρεύεται ο πεινασμένος καρβέλια; Γιατί ο φτωχός θέλει λεφτά; Επειδή δε τους φτάνει αυτό που έχουν. Γιατί ανάβει και ξελογιάζεται τόσο εύκολά ο άνθρωπος του καπιταλισμού; Επειδή ο σεξουαλισμός του είναι πολύ λίγος. Ο φαινομενικός σεξουαλικός πληθωρισμός σκεπάζει μία κατάσταση σεξουαλικής ασιτίας.

Αυτό το βλέπουμε καθαρά από το παράδειγμα της διαφήμισης: Η έκκληση στις συνειδητές και ασυνείδητές σεξουαλικές ανάγκες δεν θα μπορούσε να έχει καμία απήχηση αν οι ανάγκες αυτές ικανοποιούνταν. Το ξελόγιασμά που κάνει η διαφήμιση είναι πάντα ένα σεξουαλικό ξελόγιασμά. Το σπορ αμάξι που το κοσμούν γυναικεία πόδια απευθύνεται πιο πολύ στις αντρικές επιθυμίες για σεξουαλική ικανότητα, παρά στις ανάγκες του για ένα μεταφορικό μέσο. Τι θα γεννούσε τέτοιες επιθυμίες σεξουαλικής ικανοποίησης , αν η ικανοποίηση ήταν κάτι το αυτονόητο;

...

Η διαφήμιση μας αποκαλύπτει ένα σπουδαίο ρόλο που παίζει στην καπιταλιστική κοινωνία η φαινομενική σεξουαλική απελευθέρωση: Η σεξουαλικότητα πρέπει να απελευθερωθεί λιγουλάκι από τα δεσμά της, για να μπορέσει η βιομηχανία να την εκμεταλλευθεί. Αν είχαμε ολοκληρωτική απώθηση και απαγόρευση, κάθε ιδέα σεξουαλικής υφής θα είχε σαν αποτέλεσμα μόνο μία εσωτερική άμυνα εναντίον του. Η σεξουαλικότητα, λοιπόν, πρέπει να επιτρέπεται για να είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί  σαν εμπόρευμα. Πρέπει να επιτρέπεται τόσο, μόνο που να φτάνει για να ασχολούνται οι άνθρωποι μαζί της  και να τρέχουν από το ένα υποκατάστατο στο άλλο. Η εξουσία πάνω στους ανθρώπου μπαίνει και με τη σεξουαλική χειραγώγηση στην ιδιωτική τους ζωή, εξωθώντας τους στο να ασχολούνται συνέχεια με τι καινούργιο θα αγοράσουν και πως θα καλλωπισθούν.

Οι εταιρείες που εμπορεύονται το σεξ βοηθάνε στο να «ελευθερωθεί» η σεξουαλικότητα με τέτοιο τρόπο, που να μπορεί να κάνει κανείς μαζί της μπίζνες.  Με τη ν φαινομενική αυτή απελευθέρωση προσφέρουν στον καπιταλισμό τριπλή υπηρεσία: α) επεκτείνουν την καταναλωτική ικανότητα των ανθρώπων β) συγκαλύπτουν την καταπίεση και γ) διαδίδουν την αυταπάτη μιας ευτυχίας που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πουθενά.

Παράλληλα με αυτή την ολοφάνερη υπομόνευση του έρωτα , το μοντέρνο κύμα του σεξ εξακολουθεί να εμπεριέχει ακόμα απροκάλυπτα στοιχεία της παλιάς καταπίεσης. Ανέπαφα μένουν  ακόμα τόσο ο γάμος και η οικογένεια όσο και η αστική έννοια να μένει κανείς πιστός στο ταίρι του, από τυπολατρία και μόνο.

....

Οι κανόνες ζωής που βάζει αυτό το νέο κύμα σεξουαλικότητάς είναι καταπιεστικοί και αυταρχικοί. Καταπιεστικοί είναι γιατί υπαγορεύουν στο καθένα πως πρέπει να είναι. Οι ιδανικές τους εικόνες μας αναγκάζουν να τις συγκρίνουμε με την ζωής μας. Αυταρχικοί είναι γιατί πίσω τους κρύβεται η κανονιστική δύναμη μιας μοντέρνας αιμοβόρας κοινωνικής οργάνωσης .Όποιος δεν υποτάσσεται , θεωρείται οπισθοδρομικός και ανόητος ή απλά σεμνότυφος.

Η μαζική χειραγώγηση, που παρουσιάζεται με το μανδύα της σεξουαλικής απελευθέρωσης, είναι στην πραγματικότητα απάνθρωπή: Διεγείρει τον άνθρωπό, παραμερίζοντας επιφανειακά μερικά απαγορεύω, για να του αφαιρέσει την ελπίδα προβάλλοντας του άφραστες αναπαραστάσεις, ρόλους και στερεότυπά. Από τότε που υπάρχουν περιοδικά πορνό υπάρχουν τα ψεύτικά στήθη αλλά και τα ανυπόφορα αισθήματα κατωτερότητας. Ακόμα και εκεί δηλαδή, όπου το σύστημα μας προσποιείται το φιλελεύθερο, η μοίρα του κάθε ατόμου δεν παίζει κανένα ρόλο. Η λεγόμενη «απελευθέρωση» δεν είναι τίποτε άλλο από τη γενική κατακρεούργηση της ανθρώπινης ζωής μέσα στη κοινωνία του εμπορεύματος και της αποδοτικότητας. «Ελευθερία» σημαίνει μονάχα ότι οι παλιές μορφές εξουσίας, αντικαταστάθηκαν από νέες πιο εκλεπτυσμένες…

Ντήτερ Ντουμ-1972 (παραλλαγμένο)

ΑΠΕΛΠΙΖΟΜΑΙ…

….απελπίζομαι, μα δε γονατίζω/ όμως, να, μερικές φορές λυγίζω.

Συνταράσσεται το είναι μου/ πάλλεται η καρδιά μου

και ξέρω πως ακόμα είμαι στην αρχή.

Δε με νοιάζει αν θ’ αντέξω/ ξέρω όμως, όπως και να’ χει,

ως το τέλος θα παλέψω.

Για μια ζωή που πίστεψα/ κ’ αγάπησα παράφορα

και για κάμποσα που σ’ εσάς φαινοντ’ αδιάφορα.

Μονάχος μου ή μ’ αλλουνούς/ θα φτερουγίσω για μακριά

γνωρίζοντας πως το πρωί/ θα είναι όλα σκοτεινά.

Μα πάντα θα νυχτώνει και θα χαράζει/ μες των ανθρώπων τις ψυχές /

θα σβήνουν και θ’ ανάβουν οι φωτιές.

Έτσι κάθε μέρα θα κουβαλάει μέσα της την προηγούμενη

και κάθε νύχτα δε θα’ χει τίποτα ν’ αφήσει πίσω της .

Θ’ αλλάξει μόνον ο καιρός, τα πρόσωπα κ’ οι τόποι

πάντα θα ψάχνουμε για νέους τρόπους και για κατάλληλους ανθρώπους.

Φορτωμένα θα έχουμε στις πλάτες μας /ανάγκες, ελπίδες κ’ όνειρα/ μα το καράβι θα κυλά/ αφήνοντας απόνερα.

Μέσα μας θα’ ναι ερημιά μαζί και κοσμοχαλασιά

σε μια ζωή που σφυρίζει/ και πίσω δε γυρίζει.

Μεσισσολοϊ αχολογά μέσα στης πόλης τα στενά/ τα οσφρήζομαι βαδίζοντας στα σκοτεινά.

Θέλω να λύσω τη θηλιά/ που’ χω μέσ’ το μυαλό μου/ μήπως και μάθω τελικά τι είναι δικό μου. Σκέφτομαι πως το μόνο που θα’ θελα τώρα είναι να σταματήσω να σκέφτομαι

όχι για να πάψω να πονάω, άλλα για να μπορέσω

να ξαναγαπήσω κάτι που ν’ αξίζει

και όχι να γυαλίζει

Για τι ότι γυαλίζει σε τυφλώνει και αδρανή σε καθηλώνει.

Γ.

ΚΕΝΤΡΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ-ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

Ο κατατρεγμός των μεταναστών και η εξαθλίωση της ζωής τους από τους σύγχρονους δουλεμπόρους και τη «δίωξη λαθρομεταναστών», προκειμένου να περάσουν τα σύνορα της Ευρώπης – Φρούριο, συνεχίζει με ανοδική πορεία… Κάποιοι από αυτούς τα καταφέρνουν (για να αντιμετωπίσουν στη συνεχεία την εκμετάλλευση των αφεντικών), αλλά αρκετοί χάνουν την ζωή τους στη θάλασσα ή τα ναρκοπέδια του Έβρου.


Τα κυκλώματα – πρακτορεία αναλαμβάνουν την διεκπεραίωση της διακίνησης τους και προσφέρουν πακέτα προώθησης με διαφορετικά τιμολόγια στους ενδιαφερομένους. Στην περιοχή του Έβρου, για παράδειγμα, γίνεται άνετη διακίνηση με τροχόσπιτα, αλλά και με νταλίκες έναντι ληστρικής αμοιβής.


Άλλη βασική μέθοδος των οργανωμένων κυκλωμάτων διακίνησης είναι η πρόκληση τεχνιτών ναυαγίων και η ενεργοποίηση του μηχανισμού έρευνας διάσωσης. Έτσι τα σκάφη του λιμενικού αναγκάζονται να περισυλλέγουν μετανάστες τους οποίους οι διακινητές έχουν μετατρέψει σε ναυαγούς, έναντι αμοιβής φυσικά. Κάτι που φυσικά δεν πετυχαίνει πάντα…


Για την αντιμετώπιση του «προβλήματος της λαθρομετανάστευσης» το Ελληνικό Κράτος ίδρυσε και νέα τμήματα δίωξης στα νησιά του Αιγαίου και στην Εύβοια. Επίσης λειτουργούν ήδη 5 χώροι παραμονής με δυνατότητα «φιλοξενίας» 1.300 ατόμων, αλλά πάντα κρατούνται στοιβαγμένοι πολύ περισσότεροι.. Παράλληλα λειτουργούν 7 κέντρα κράτησης μεταναστών με τη δυνατότητα κράτησης 800 ατόμων. Ένα από αυτά είχε σύντομη μοίρα…

.....

Η μοίρα των στρατοπέδων
Fati i kampeve

συγκέντρωσης μεταναστών
perqendrimi per emigrantet

Πρέπει να είναι σύντομη
Duhet te jete i shkurter

Επίθεση στο κέντρο
Sulm ndaj qendres

κράτησης μεταναστών
e paraburgimit per emigrantet

Βόλος , 6.10.07
Vollos , 6.10.07

…..

«Αχ, μικρέ μου, ποτέ δε θα απαλλαγείς από αυτή την αίσθηση. Είσαι ένοχος! Κάθε φορά που θα βγαίνεις από το σπίτι σου, θα αισθάνεσαί πίσω σου ένα επικριτικό βλέμμα που θα σου φωνάζει να γυρίσεις! Θα τριγυρνάς στο κόσμο σαν σκύλος δεμένος μ’ ένα μακρύ λουρί! Κι ακόμα κι όταν θα’ σαι μακριά, θα αισθάνεσαι πάντα το κολάρο της οικογένειας στο λαιμό σου! ( Σαρλ Μπωντλαίρ, θα έχεις φτάσει σαράντα χρονών κι ακόμα θα φοβάσαι τη μητέρα σου!)»

Μίλαν  Κούντερα, Η ζωή είναι Αλλού, 1973


«Αλλά αν ποτέ μπορέσω να ξαναβρώ το σθένος και τη ζέση που είχα ορισμένες φορές, θα εκτονώσω το θυμό μου με βιβλία τρομακτικά. Θα’ θελα να ξεσηκώσω εναντίων μου όλο το ανθρώπινο γένος.»

Σαρλ Μπωντλαίρ, Επιστολή στη μητέρα του,1867

ΦΥΣΙΚΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ…

Φυσικά μπορούμε και μόνοι μας:

Το χρονικό μιας εκδήλωσης

Στις 9 Αυγούστου  άτομα απο τον Ανάπλους και οι Parasound διοργανώνουν στη νέα πλατεία Ταχυδρομείου αυτόνομο πολιτιστικό φεστιβάλ με skate, graffiti  και Συναυλία.  Κάποιοι άνθρωποι έχουμε επιλέξει να μην ζητάνε άδεια σε δημόσιους χώρους όπου διοργανώνουν  εκδηλώσεις τους. Θεωρούμε ότι οι δημόσιοι χώροι ανήκουν σε όλους μας και το να ζητηθεί άδεια για ένα τέτοιο χώρο σε μια πόλη που κινείσαι, ζεις και δουλεύεις  μόνο προσβολή θα μπορούσε να θεωρηθεί . Άρα δεν ανεχόμαστε να παρακαλέσουμε κανέναν δημόσιο φορέα για κάποιο χώρο που θα χρησιμοποιήσουμε και που ούτως ή άλλως μας ανήκει.

Ένα πρωί πριν την εκδήλωση επισκεφτήκαμε το πνευματικό κέντρο με σκοπό να βρούμε κάποιον υπεύθυνο ο οποίος θα μας βοηθούσε ώστε να πάρουμε από κάπου ρεύμα. Όταν είπαμε για τον λόγο τον οποίο θέλαμε το ρεύμα, η υπάλληλος του δήμου μας κοίταξε με απορία λέγοντας μας αν και από πού πήραμε άδεια. H απάντηση πολύ απλή: από κανέναν…Αμέσως άρχισαν τα τηλέφωνα στην υπεύθυνη για τους δημόσιους χώρους, η οποία εκείνη τη στιγμή βρίσκονταν σε διακοπές. Η συνομιλία τους ήταν πολύ σύντομη και η απάντηση τι άλλο; Αρνητική. Δεν δώσαμε καν σημασία απαντώντας στην υπάλληλο ότι εμείς αυτό που είναι να κάνουμε θα το κάνουμε. Η υπάλληλος του δήμου βλέποντας ότι είμαστε αποφασισμένοι και διαφυλάσσοντας την θέση της, ξαναπαίρνει την υπεύθυνη και της εξηγεί.. Η υπεύθυνη για τους δημόσιους χώρος, καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται και ρίχνει αμέσως το μπαλάκι στον αντιδήμαρχο. Το τηλέφωνο σηκώνεται, ο αριθμός πληκτρολογείται γρήγορα ,όπως γρήγορα έρχεται και η απάντηση από την άλλη άκρη:΄΄είμαι εκτός Αγρινίου ΄΄.Δηλαδή ο κύριος αντιδήμαρχος πήγαινε για τις βουτιές του. Η τελευταία κουβέντα από την υπάλληλο του δήμου είναι ότι πρέπει να το ξεχάσουμε αυτό που θέλουμε και να έρθουμε μετά από μέρες, όπου θα γυρίσει και από τις διακοπές η υπεύθυνη. «Εδώ» μας λέει, «την πλατεία την ζήτησε ολόκληρο κ.κ.ε. και δεν του δόθηκε άδεια». Μόνο που εμείς της απαντήσαμε ούτε κ.κ.ε. είμαστε, ούτε κάποιο κόμμα και κυρίως δεν ήρθαμε να ζητήσουμε άδεια. Είμαστε ένα κομμάτι  της κοινωνίας αυτής της πόλης που θέλει να εκφραστεί με τον δικό της τρόπο και έχουμε όλο το δικαίωμα.Φύγαμε, όχι  απογοητευμένοι, αλλά προβληματισμένοι για το από πού θα πάρουμε ρεύμα, αν και κάποιες λύσεις υπήρχαν.

festival.elta (27)

Δώσαμε ραντεβού την άλλη μέρα κάτω από το δημαρχείο. Ούτε για να ζητήσουμε άδειες, ούτε  τίποτα (μιας και το ρεύμα το είχαμε εξασφαλίσει τελικά).  Ο λόγος της επίσκεψης μας ήταν να τα χώσουμε λιγάκι και να τους δώσουμε να καταλάβουν μερικά πράγματα.  Μπήκαμε στο γραφείο του αντιδημάρχου συστηθήκαμε ως πολιτιστική ομάδα. Για το θέμα είχε ενημερωθεί από την προηγούμενη μέρα και ήταν κάθετος στο να μην γίνει τίποτα. Η δικαιολογία έτοιμη. Η πλατεία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί γιατί δεν έχουν γίνει ακόμα εγκαίνια. ‘Έλα όμως που ήμασταν καλά διαβασμένοι και ξέραμε ότι τα εγκαίνια έχουν γίνει πριν ακόμη στρωθούν οι πλάκες στην πλατεία. Βλέπετε ο προηγούμενος δήμαρχος θα γίνονταν νομάρχης και έπρεπε να βάλει το δικό του όνομα σε κάτι που άρχισε όταν ήταν αυτός στην δημαρχεία.  Έτσι ο κυρ-δήμαρχος έκανε τα εγκαίνια του και πίσω του κάποιοι εργάτες κουβαλούσαν λάσπη και άλλοι τοποθετούσαν πλάκες… Ότι φάμε ότι πιούμε δηλαδή…   Πίσω στο γραφείο του αντιδημάρχου τώρα, γιατί το κλίμα έχει ζεσταθεί.  Ο αντιδήμαρχος προσπαθεί να αμυνθεί στην επίθεση που δέχεται με αστείες δικαιολογίες του στυλ «δεν έχουν γίνει εγκαίνια» ή «το δημοτικό συμβούλιο έχει αποφασίσει να μη δοθεί η πλατεία σε κανέναν» ή ότι «αυτό που πάτε να κάνετε είναι παράνομο». Βλέποντας ότι δεν κάνουμε βήμα πίσω, άρχισε να χρησιμοποιεί μια άλλη μέθοδο. Τη μέθοδο της φοβέρας..  Δηλαδή απείλησε ότι θα έφερνε τους μπάτσους. Γρήγορα μετάνιωσε για ότι είπε, καταλαβαίνοντας τον λάθος τρόπο που μας αντιμετώπισε,  αφού η απάντηση μας ήταν άμεση και η εξής «ότι και να φέρετε, ότι και να κάνετε,  η εκδήλωση θα γίνει». Θα είχε ξεχάσει φαίνεται ο  αντιδήμαρχος το γιουχάισμα και το κυνηγητό  ενός πρώην αντιδημάρχου όταν λυκοφιλικά μας προσέγγισε για να μας  ζητήσει το λόγο που πήραμε τον εγκαταλελειμμένο κτήριο της παλαιάς λαχαναγοράς χωρίς άδεια. Όπως το μετάνιωσαν και οι ασφαλίτες που μας επισκέφτηκαν και φύγανε με όπισθεν και ανοιχτές τις πόρτες, αφού δέχονταν βροχή από πέτρες, μπουκάλια και ξύλα. Αφού είπαμε την τελευταία μας κουβέντα, σηκωθήκαμε να φύγουμε. Τότε άρχισαν τα καλοπιάσματα του στυλ «να το ξανασυζητήσουμε».

Στη συνέχεια, κυρίως τηλεφωνικά, μας αντιπρότειναν άλλους χώρους για να κάνουμε την εκδήλωση, όπως το πάρκο και το δημοτικό σινεμά Ελληνίς. Εμείς αρνηθήκαμε, αφού θέλαμε την πλατεία. Τους είπαμε πως η υπόθεση έληξε, ρεύμα βρήκαμε και ότι θα κάνουμε αυτό που είχαμε προαποφασίσει.  Έφτασαν σε σημείο να μας υπόσχονται πως θα μας βάλουν τα μηχανήματα και πως θα μας καλύψουν οικονομικά, αρκεί να πάμε σε οποιαδήποτε άλλο χώρο εκτός της νέας πλατείας. Εμείς ούτε βήμα πίσω. Θέλαμε την νέα πλατειά και αυτοοργάνωση.

Τα τηλέφωνα σταμάτησαν, η μέρα πέρασε, το απόγευμα της εκδηλώσεις ήρθε. Από νωρίς άρχισε να κινείται κόσμος στην πλατεία, κουβαλώντας μηχανήματα, στήνοντας ράμπες και ανακουνώντας τα χρωματιστά σπρέι. Ο ήχος των skate δεν άργησε να ακουστεί. Τα graffiti έδωσαν το δικό τους χρώμα και λόγο στο μίζερο γκρίζο της πλατείας και της πόλης.

H εκδήλωση είχε γύρω στα 300 άτομα και υπολογίζεται να πέρασαν πάνω από 500. Αντιδήμαρχο ή κάποιον άλλο δημοτικό φορέα δεν είδαμε . Μπάτσους επίσης δεν είδαμε (πλην κάποιων ρουφιάνων , αλλά τίποτα το ιδιαίτερο)

Κάναμε τα εγκαίνια της πλατείας με μια  εκδήλωση με πρόσταγμα την επαναοικειοποίηση των  δημόσιων  χώρων της πόλης. Οι πλατείες, οι δρόμοι, τα πάρκα δεν είναι ούτε για τραπεζοκαθίσματα, ούτε για πάρκινκ, ούτε για κόμματα.

Οι δημόσιοι χώροι ανήκουν σε όλους μας.

3 σημεία ενός θεαματικού χωροχρόνου

 

Κάθε σημείο του χωροχρόνου είναι ένα πραγματικό γεγονός.

Κάθε σημείο ενός θεαματικού χωροχρόνου είναι ένα καταγεγραμμένο ψέμα.

Αυτό που κατακλύζει με ψέματα το κόσμο δεν είναι η οθόνη της τηλεόρασης, ούτε και οι εικόνες. Αυτά αποτελούν μόνο μερικά από τα μέσα. Τα ψέματα συντηρούνται και αναπαράγονται μέσα από μια οργανωμένη κοινωνική σχέση μεσολάβημένη από εικόνες. Μια σχέση μεσολάβημένη από ρόλους και στερεότυπα. Τα στερεότυπα είναι οι κυρίαρχες εικόνες της εκάστοτε εποχής, οι εικόνες της εκάστοτε κυριαρχίας. Στερεότυπο είναι το υπόδειγμα ενός ρόλου. Ρόλος είναι μια υποδειγματική συμπεριφορά. Η ικανότητα να κρατάς και να χειρίζεσαι τους ρόλους, καθορίζει και την ικανότητα για επιβίωση.

Κι όμως κάθε μέρα, όλη μέρα, κάτω από το βάρος του ψεύτικού κανείς δεν παραπονιέται…

Συνεπώς οι εικόνες συνεχίζουν να ρέουν…

 

Παρακάτω παραθέτουμε 3 σημεία ενός θεαματικού χωροχρόνου, όπως τα εντοπίσαμε μέσα από τα αντιθεαματικά μας ματοκιάλια.

 

1.Ο κακός μπάτσος και το «Βίντεο της Ντροπής»

 

Η επανάσταση στη μαζική επικοινωνία έχει ξεκινήσει. Τα τεχνικά μέσα δομούν πλέον της αμφίδρομή ενημέρωση, καταργώντας τη διπολική αγκύλωση πομπού – δέκτη. Ο καθένας πια μπορεί με την κάμερα του κινητού του να μεταδώσει σε χρόνο μηδέν την είδηση. Καταρρέει η αυθεντία του δημοσιογράφου και ανατέλλει η νέα εποχή της «δημοσιογραφίας από τα κάτω». Έτσι μας λένε οι διανοούμενοι και οι αριστεροί…Ξεχνούν όμως, όπως πάντα, κάτι.  Όσοι υμνούν τη διαδραστική επίδραση των μέσων, αγνοούν την υπερδραστική μετάλλαξη που υφίσταται ο ίδιος ο χρήστης.

 

Χωρίς την κάμερα τα σωφρονιστικά «παιχνίδια» του μπάτσου θα ήταν απλώς υπηρεσιακή ρουτίνα, βάρδια σαν όλες τις άλλες. Η δυνατότητα όμως της βιντεοσκόπησης υπαγόρευσε στον μπάτσο την ανάγκη μιας σκηνοθεσίας: οι σφαλιάρες σκηνοθετήθηκάν σαν σαδιστικό ριάλιτι, με προορισμό τη διανομή τους στους συναδέλφους. Με λίγα λόγια, η κάμερα δεν αποθανάτισε το γεγονός, αλλά το προκάλεσε. Ο τηλεοπτικός ναρκισσιστικός παροξυσμός έχει εμπεδωθεί πια. Τα «τίποτα» καταφεύγουν στη κάμερα για να γίνουν «κάτι». Όσο για να την ανάγκη σκηνοθεσίας ενός βασανισμού, καθόλου δεν μας εκπλήσσει: ο άνθρωπός πάντα είχε τα ίδια ένστικτα με τα ζώα, με τη διαφορά ότι ο άνθρωπος του καπιταλισμού είναι καλλιτέχνης στη θηριωδία του.

 

2.Ο Δράκος της Νίκαιας

 

Τα ρεπορτάζ για το Δράκο της Νίκαιας είχε αρκετά αποσιωπητικά. Το «Τέρας»  ανακρίθηκε από φιλόνομους δημοκρατικούς ασφαλίτες με πολλές λέξεις που άρχιζαν από Π και Γ, οι οποίες φυσικά στα ρεπορτάζ των εφημερίδών λογοκρίθηκάν. Ολόκληρές θα σκανδάλιζαν αυτούς που έφτασαν μέχρι τις εσωτερικές σελίδες για να διαβάσουν το σκάνδαλο. Όμως δεν είναι οξύμωρο το σχήμα: οι θεματοφύλακες της ηθικολογίας είναι πάντα πρόθυμοι να σκανδαλιστούν. Οι σεμνοί νοικοκύρηδες είναι αυτοί που διψούν για λεπτομέρειες με πολλά αποσιωπητικά… Έτσι αρκούνται στο «βαζελίνη και στιλέτο», παραλείποντας τα ευκόλως εννοούμενα.

 

Η ιδέα των ταμπλόιντ δεν είναι ούτε εγχώρια ούτε καινούρια. Στη χώρα γέννησης τους, την Αγγλία, πωλούν εκατομμύρια φύλλα κάθε πρωί. Εκεί, όπως και παντού, τις διαβάζουν όλοι. Είτε φευγαλέα, είτε σχολαστικά, μα πάντα μισοένοχα. Η υποκρισία έγκειται στο γεγονός πως οι περισσότεροι δεν ομολογούν τη ευχαρίστηση που τους δίνουν αυτά τα φύλλα. Δεν ομολογούν ούτε στο εαυτό τους ότι το μάτι τους ευφραίνεται από τους πηχυαίους τίτλους και τις  μισοαποκαλυπτικές φωτογραφίες με τα πολλά τετραγωνάκια…

 

Όλα αυτά όμως μας φαίνονται περίεργα, μα όχι ασυνήθιστα. Άλλωστε οι εφημερίδες και τα ταμπλόιντ τους δεν απευθύνονται σε αναγνώστες, ούτε σε σκεπτόμενους. Απευθύνονται σε θεατές πανέτοιμους να φοβηθούν. Ανθρώπους που έχουν εκπαιδευτεί να βιώνουν ενοχικά όλοι το ίδιο πράγμα, αλλά ο καθένας μόνος του.

 

 

3. Ο 11χρονος κουκουλοφόρος

 

Τον 11χρονο κουκουλοφόρο, τον φώτισαν τα φώτα της δημοσιότητάς μέχρι να τον κάψουν.

 

Τι κάνει άραγε αυτό το παιδί που πριν κανά χρόνο συμμετείχε με άλλα άτομα σε συμπλοκές και συγκρούσεις με την αστυνομία στο χώρο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκής; Τότε κάποιός πανέξυπνος από την διμοιρία των ματ τον είχε χαρακτηρίσει «νάνο» («τι τον θέλουν μαζί τους τον νάνο;» είχε ρωτήσει). Κάποιοι άλλοι, από ριζοσπαστικούς κύκλους, τον χαρακτήρισαν συλλήβδην «εξεγερμένο» και «επαναστάτη», άλλοι, πιο θεσμικοί, απλά εξέφράσαν ότι είναι  «προβληματική περίπτωση» και χρειάζεται μέριμνα, οι κύκλοι των εκπαιδευτικών μίλησαν για παιδί με μαθησιακή δυσκολία (ίσως Υπερκινητικότητα ) και το Υπουργείο πρέπει να προσλάβει παιδοψυχολόγους…Και όταν όλοι είπαν την άποψη τους το θέμα ξεχάστηκε.

 

Ο 11χρονος όμως ίσως συνεχίζει να ζει στο διαμέρισμά των 30 τ.μ. στο δεύτερο υπόγειο παλιάς πολυκατοικίας, μαζί με την 12μελή οικογένεια του. Ίσως πάλι, η υπόσχεση που είχε δώσει ο υφυπουργός Υγείας Κωνσταντόπουλος όταν επισκέφτηκε το σπίτι της οικογένειας να τηρήθηκε, και τελικά να τους παραχωρήθηκε ένα καλύτερο και μεγαλύτερο σπίτι με τα πρώτα νοίκια πληρωμένα. Ίσως, επίσης, η πολιτεία να αγκάλιασε  «το φοβισμένο αγρίμι που χρειάζεται μια ζεστή αγκαλιά» όπως σαν καλός λόγιος είπε τότε ο υφυπουργός.

 

Όπως και να’ χει το δράμα του 11χρονου κουκουλοφόρου δεν έληξε όταν έπεσε η αυλαία. Και ούτε πρόκειται. Όπως  και άλλα δράματα 11χρόνων με  ή χωρίς κουκούλα, αλλά πάντα απρόσωπων, που συνεχίζονται ή ξεκινούν τώρα. Γιατί η κοινωνία, αυτή η περιφραγμένη άγρια ζούγκλα, πάντα θα ψάχνει για το θανάσιμο και επικίνδυνο Άλλο. Ο Μπαμπούλας δεν κρύβεται πια πίσω από τις σκιές και τα κομοδίνο των παιδικών δωματίων. Αλλά  έχει βρει πια την υλική του αναπαράσταση, προς μεγάλη ευχαρίστηση των γονέων αυτής της κοινωνίας. Και η μεγάλη σιδερόφρακτη σφραγίδα του καθωσπρεπισμού είναι έτοιμη να σφραγίσει λιώνοντας  κάθε παρεκκλίνουσα μπαμπουλοειδείς προσωπικότητα…