Κατοχή Αιτ/νίας: Η κρυμμένη εκμετάλλευση και κάποιοι που ξαναπέφτουν από τα σύννεφα

 

IMG_2082

 

«Τα τελευταία τρία χρόνια μετανάστες και μετανάστριες από την Βουλγαρία καταφθάνουν στον εύφορο κάμπο των εκβολών του Αχελώου προκειμένου με την εργασία τους (συλλογή της παραγωγής πορτοκαλιών της περιοχής) να καταφέρουν να επιβιώσουν στο τραχύ έδαφος των εκεί αγροτικών περιοχών. Πιο συγκεκριμένα διαμένουν σε έναν οικισμό που βρίσκεται στην περιοχή του δήμου Οινιάδων και ειδικότερα μερικές εκατοντάδες μέτρα από την Κατοχή.

 

Στους οικισμούς που διαμένουν φυσικά δεν υπάρχει ίχνος υποδομής (συνθήκες υγιεινής, νερό, ηλεκτρικό…). Ζουν σε εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα, σε αντίσκηνα, ενώ αρκετοί μένουν σε έναν πρόχειρο καταυλισμό που έχουν δημιουργήσει σε ερειπωμένο παλιό εργοτάξιο. Συχνά παρουσιάζονται προβλήματα υγείας (που τα αντιμετωπίζουν κυρίως τα παιδιά που υποσιτίζονται) κατά βάση λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος λόγω της αυξημένης υγρασίας, αλλά κυρίως λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης. Αυτοί οι μετανάστες αποτελούν το φτηνό εργατικό δυναμικό της περιοχής, που πραγματικά δουλεύει για ένα κομμάτι ψωμί.(…)»

 

Το απόσπασα προέρχεται από κείμενο «Προς Θεού, δεν είμαστε και ρατσισταί!» που κυκλοφόρησε μαζί με φωτογραφικό υλικό το Γενάρη του 2010 από τον «Ιό Αταξίας» στο Αγρίνιο. Παράλληλα σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Παναιτωλική» (Γενάρης 2010) οι κατοχιανοί καταγγέλλουν σε άρθρο της εφημερίδας: «Δυστυχώς μια έκταση περίπου δέκα στρεμμάτων έχει μετατραπεί σε εστία μόλυνσης, όπου δεν νοείται να ζουν άνθρωποι. Λίγα μέτρα από το σημείο, βρίσκεται και το κεντρικό υδραγωγείο της Κατοχής και ο γύρω χώρος έχει γίνει υπαίθριο αποχωρητήριο.»

 

Μετά από τρία περίπου χρόνια κάποιοι πέφτουν ακόμα από τα σύννεφα και παθαίνουν «ΣΟΚ» από τις εικόνες εξαθλίωσης και τις συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών από Ρουμανία και Βουλγαρία στην περιοχή της Κατοχής  Αιτωλοκαρνανίας.

 

Η εκμετάλλευση της εργασίας των μεταναστών είναι ο μεγάλος άγνωστος Χ των καπιταλιστικών κοινωνιών, η περιοχή της εργασίας που παραμένει πεισματικά σε όρους σκλαβιάς, συστηματικά απούσα από τις εθνικές στατιστικές. Ο καπιταλιστικός «κάτω κόσμος» συνεχίζει να συσσωρεύει την καταναγκαστική εργασία της «μετά τη σκλαβιά» εποχής. Και σε αυτόν τον «κάτω κόσμο» θα βρούμε την καταναγκαστική πορνεία, το δουλεμπόριο, την παιδική εργασία, τις διάφορες μορφές δουλείας ορισμένου χρόνου, την εργασία που διεξάγεται στο εσωτερικό των φυλακών, τις διάφορες μορφές στρατιωτικής εργασίας…

 

Αυτή η εργασία βρίσκεται μέσα στα όρια της σκλαβιάς, περιέχοντας όλα τα χαρακτηριστικά της: αφαιρεί την ανθρώπινη υπόσταση του ατόμου και το υποβιβάζει σε αντικείμενο προς ιδιοκτησία και χρήση μέσα σε ένα καθεστώς εκβιασμού, ανασφάλειας, καθολικής ανελευθερίας, ακραίων συνθηκών, απάνθρωπης ρουτίνας και σκληρότητας. Συνθήκες που παραμένουν ποιοτικά οι ίδιες σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη: από τους κάμπους της  παραχελωίτηδας, τα φραουλοχώραφα στη Μανωλάδας, τα κωλόμπαρα και τα μπουρδέλα της ελληνική επικρατείας, μέχρι τα χιλιάδες φασονάδικα στη Β. Αμερική και την Ασία.

 

Αυτή η εργασία, που παράγει τεράστιες ποσότητες υπεράξιας που καταλήγουν στις τσέπες των αφεντικών, είναι που παραμένει αναγκαία για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να σταθεί χωρίς περιοχές σκλαβιάς, άμισθης εργασίας και πρωταρχικής εκμετάλλευσης.

 

Και κάποιοι θα ξαναπέσουν από τα σύννεφα… Και θα ξαναπούν: «Προς Θεού, τι είναι αυτά που συμβαίνουν!»… Λες και δεν θυμούνται τι γινόταν στα καπνοχώραφα του Αγρινίου επί 15 χρόνια από τις αρχές του ΄90 μέχρι τα μέσα του 2000 με τους αλβανούς μετανάστες να βρίσκονται στο κέντρο της εκμετάλλευσης, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

 

Και αν κάποιοι πρωτοκοσμικοί κάτοικοι της Ν. Ευρώπης νομίζουμε πως αυτά είναι μακριά από το μονοπάτι της δικιάς μας ζωής και τα πράγματα θα φτιάξουν, τότε καλύτερα ας ξυπνήσουμε πριν ο βούρκος φτάσει πάνω από τα κεφάλια μας. Ας ρίξουμε μια ματιά στα κτήρια με τα εγκατεστημένα αντι-αυτοκτονικά δίκτυα των κάτεργων της FoxConn (της εταιρίας που παράγει τα iPad, τα iPhones και τα iPods) ή στις αποθήκες της Amazon.

 

Αλλά αν κουραζόμαστε να πάμε τόσο μακριά και θέλουμε, να πάρουμε μια ιδέα για το τι μπορεί συμβεί σε μας τους ίδιους τα επόμενα χρόνια, μπορούμε να ρωτήσουμε τους μετανάστες τι έζησαν οι ίδιοι πριν έρθουν εδώ και τι είναι αυτό που ζουν τώρα…

 

Έντυπο δρόμου «Παροξυσμός»

Δεκέμβριος 2013, Αγρίνιο

Εφημερίδα τοίχου από την κατάληψη Apertus

 

ef4_fix

 

Για να την ανοίξετε σε μορφή pdf καντε κλικ στο παρακάτω συνδεσμο:

εφημερίδα τοίχου#4 pdf

 

Για να διαβάσετε μόνο τα κείμενα καντε κλικ στο παρακάτω σύνδεσμο: 

κείμενα_εφημερίδας τοίχου#4

 

Θέματα:

– Πάλαιρος όπως Λαμπεντούζα: πόσα άψυχα σώματα μεταναστών είναι ο δρόμος;

– Αλληλεγγύη στον αναρχικό Θοδωρή Σίψα 

– Ο αγώνας για το Πάρκο είναι υπόθεση όλων μας

– ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ στους αγώνες των εκπαιδευτικών, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ όλων των αγωνιζόμενων

– Το ανέκδοτο του κρατικού «αντιφασισμού»

– Μαρία, η ξανθιά τσιγγάνα και οι «κακοί» Ρομά

 

Καιρός να εφεύρουμε νέα «χαγιάτια»…

 

 

 

 

«…Αχ! Αυτό το πατόφυλλο!

Πόσο σκύψιμο, πόσο γδάρσιμο απ’ το χώμα!

Κι ύστερα το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο χέρι. Είχε μια έντονη μυρωδιά το πρωί με τη δροσιά αυτό το πικρό λουλούδι του καπνού, που έφερνε ναυτία σε εμάς τα παιδιά.»

(Απόσπασμα από εργασία μαθητών του Γενικού Λυκείου της Κατούνας Αγρινίου, δημοσιευμένη στο βιβλίο «Καπνός, Πηγή πλούτου και πόνου για την Αιτωλοακαρνανία»)

 

Και αφού μάζευαν τον καπνό από τα καπνοχώραφα, τον έβαζαν στα τσόλια ή τις καλάθες, τον κουβαλούσαν στις πλάτες τους ή με καρότσι και τον άδειαζαν στο χαγιάτι. Τα χαγιάτια, ως ημιυπαίθριοι χώροι με σκέπαστρο,  ήταν οι κύριοι χώροι αρμαθιάσματος του καπνού. Στην μέση, υπήρχε ο σωρός με τα καπνόφυλλα και γύρω-γύρω και καθισμένοι κάτω βρίσκονταν ο κόσμος που τον αρμάθιαζε με τις βελόνες φύλλο-φύλλο. Στη συνέχεια, έπαιρναν τις αρμάθες και μία-μία τις άπλωναν στις λιάστρες. Με απλωμένα πανιά προστάτευαν τις αρμάθες από την βροχή και με τα νάιλον μετέτρεπαν τις λιάστρες σε φούρνους για να ξεραθεί συντομότερα ο καπνός. Μετά από μέρες και νωρίς το πρωί, όπου ο καπνός θα ’ταν μαλακός από την δροσιά και δεν θα τρίβονταν, φτιάχναν τα βαντάκια, τα κρεμούσαν γύρω-γύρω στο σπίτι για να τα φτιάξουν αργότερα δέματα.

 

Όλη η οικογένεια καθόταν από το πρωί έως το βράδυ και αρμάθιαζε. Έρχονταν όμως και άλλοι. Φίλοι, συγγενείς, γείτονες… Έστω και για λίγη ώρα, να αρμαθιάσουν καμία αρμάθα, να παροτρύνουν για κανένα διαλειμματάκι («κατσό»), να μάθουν κανά κουτσομπολιό. Υπήρχε σίγουρα και ένα τρανζίστοράκι που έπαιζε αδιαλείπτως τις τελευταίες 80s ή 90s κυκλοφορίες (φρενογκάζ η μουσική), με διακοπές για χρονογραφήματα, ειδήσεις και αφιερώσεις για «τα παιδία που αρμαθιάζουν». Γύρω απ’ το χαγιάτι, τα μικρά παιδιά έκαναν σχέδια στο πάτωμα με τα κοτσάνια, τα λίγο μεγαλύτερα ψευτοβοηθούσαν. Μερικά άλλα χασομέραγαν ή κυνήγαγαν κότες…

 

Στο χαγιάτι κανένας δεν μπορούσε να κρυφτεί και τίποτα δεν έμενε κρυφό. Ο καθένας έλεγε τα προβλήματα του, εξομολογούταν τα πάθη του, καλαμπούριζε, σχολίαζε, ζητούσε υποστήριξη… Και όλα αυτά με καταβρώμικα χέρια από την κόλλα των καπνόφυλλων, με δάκτυλα γεμάτα κοψίματα απ’ τις βελόνες αρμαθιάσματος, με πατούσες σκληρές από το ξυπόλυτο περπάτημα. Δύσκολη δουλειά η παραγωγή καπνού. Δύσκολη και ανθυγιεινή.

 

Τα χαγιάτια, όμως, έχουν μείνει στην θύμηση ως χώροι συνάντησης και επικοινωνίας για την τοπική κοινωνία του Αγρινίου. Ως κοινοί τόποι επαφής. Τα αγροτόσπιτα μπορεί να είχαν μικρή ή και μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, το εσωτερικό τους όμως δεν έμοιαζε με τον σημερινό «ιερό» ιδιωτικό χώρο.

 

 

Σαφώς και τότε ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Και φαγωμάρα υπήρχε και ρουφιανιά και πατριαρχική δομή και φυλετικός καταμερισμός της εργασίας και όλες οι μορφές κοινωνικής παθογένειας που υπάρχουν και σήμερα. Εντούτοις, τότε η κοινωνία είχε περισσότερα κοινά, υπήρχε περισσότερη ζεστασιά, περισσότερο πάθος. Και πολύ περισσότερα λερωμένα χέρια από την χειρονακτική δουλειά. Το τελευταίο είναι και το πιο σημαντικό. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 τα λερωμένα ντόπια χέρια όλο και πιο πολύ λιγόστευαν. Όλο κι περισσότεροι αλβανοί εργάτες δούλευαν στα καπνά, όλο και περισσότεροι ντόπιοι κάθονταν κάτω από τον ίσκιο και επέβλεπαν. Σε λίγα χρόνια, εγγράφτηκε στην μνήμη όλων ότι τελειώσαμε με την βρώμα του καπνού.


Και ενώ κάθε καλοκαίρι το κέντρο το Αγρινίου ήταν σκέτη έρημος (οι δημόσιοι υπάλληλοι έφευγαν για διακοπές, οι αγρότες δούλευαν), σιγά-σιγά τα ουζερί, τα καφενεία και οι καφετέριες άρχισαν να δουλεύουν και κατά την θερινή περίοδο. Λογικό, αφού οι αλβανοί δούλευαν στα χωράφια των ντόπιων. Οι αγρότες, όμως, χαλάρωσαν πολύ. Ξεχάσανε τους αγώνες των αγροτών και των καπνεργατών ενάντια στην εκμετάλλευση που γινόταν εις βάρος τους από τους καπνέμπορους και καπνοβιομηχάνους. Ξέχασαν την εξέγερση των καπνοπαραγωγών Ξηρομέρου και Βάλτου το ’62, τις απεργίες και τον αιματηρό Αύγουστο του ’26. Ξέχασαν και τους νεκρούς τους από αυτές τις μάχες. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, άφησαν να φύγει η παραγωγή από την πόλη, με αντάλλαγμα ένα ποσοστό επιδοτήσεων για κάποια χρόνια. Ξεπούλημα δηλαδή. Όσοι θέλησαν να αντισταθούν σε αυτή την απόφαση, τραμπουκίστηκαν από την πλειοψηφία.

 

Τα χωράφια παρατήθηκαν στην μοίρα τους, οι νέοι έφυγαν για πολυετείς σπουδές και οι δρόμοι του κέντρου παρέμειναν γεμάτοι με κόσμο και το καλοκαίρι. Κυρίως, όμως, τα χέρια έμειναν καθαρά και οι σκληρές πατούσες μαλάκωσαν. Άτυχη συγκυρία! Αυτήν την περίοδο, τελειώνουν οι αγροτικές επιδοτήσεις. Τώρα τα χέρια πρέπει να ξαναλερωθούν. Και όχι απαραίτητα σε αγρινιώτικα χωράφια. Μπορεί και κάπου έξω από τα σύνορα.

 

Όσο για τους αλβανούς εργάτες «που τα κονόμησαν και κάνανε περιουσίες» όπως ξεστομίζουν με τόση χαιρεκακία μερικοί, να πούμε ότι φρόντισαν να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά. Υποθέτουμε, πως η κρίση στην Ελλάδα για κάποιους από αυτούς, φαινόταν αναμενόμενη. Σίγουρα, θα ξέρουν κάτι περισσότερο όλοι αυτοί που πέρασαν νύχτα τα σύνορα με τις σφαίρες να σφυρίζουν γύρω τους…

 

…και τότε ρίξανε τον κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί…«για να ξεβρωμίσει ο τόπος»

 

Aναδημοσίευση από το blog της ομάδας  cladestina


Μια προσπάθεια ερμηνείας ενός στημένου παιχνιδιού

με περισσευάμενους, αναλώσιμους, μετανάστες και φασίστες

 

Στις 26 Μαρτίου ο υπουργός «προστασίας του πολίτη» Χρυσοχοΐδης ανακοινώνει την ίδρυση 30 κέντρων κράτησης μεταναστών, συνολικής χωρητικότητας 30.000 κρατουμένων (αριθμός υπερδιπλάσιος των φυλακισμένων στο ήδη υπερκορεσμένο «σωφρονιστικό» σύστημα στην Ελλάδα).

Στις 31 Μαρτίου ο υπουργός υγείας Λοβέρδος αναφέρεται σε υγειονομική βόμβα (η ίδια έκφραση που είχε χρησιμοποιήσει και στην απεργία πείνας των 300 μεταναστών εργατών) και ανακοινώνει την κράτηση επ’ αόριστον των μεταναστών που αποτελούν «δημόσιο κίνδυνο».



Τα επιχειρήματα τα γνωστά:


·        Η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη λόγω «απουσίας μεταναστευτικής πολιτικής».

·        Η Ελλάδα δεν χωράει τόσους μετανάστες.

·        Οι μετανάστες αποτελούν απειλή για τη δημόσια υγεία.

·        Οι μετανάστες αυξάνουν την εγκληματικότητα, καθώς προέρχονται από χώρες όπου «η ανθρώπινη ζωή δεν έχει τόση αξία όσο στην πολιτισμένη Δύση».

·        Οι μετανάστες καταστρέφουν το κέντρο της Αθήνας.

 

 Για κάποιες μέρες η δημόσια συζήτηση μονοπωλείται από τις εξαγγελίες των δύο υπουργών και τις αντιδράσεις των κατοίκων των περιοχών για τις οποίες εξαγγέλθηκε η κατασκευή των κέντρων κράτησης, αφού «δεν θέλουν οι περιοχές τους να γίνουν χωματερές για τα σκουπίδια της Αθήνας


Tο κλίμα άλλαξε για λίγο με την αυτοκτονία του 77χρονου συνταξιούχου Δημήτρη Χριστούλα μπροστά στο ελληνικό κοινοβούλιο και τον βαρύ τραυματισμό του Μάριου Λώλου, προέδρου της ένωσης φωτορεπόρτερ, από επίθεση των ΜΑΤ κατά τη διάρκεια κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας που καταστάλθηκαν βίαια. Ωστόσο το θέμα επανέρχεται, καθώς η (νεοναζιστική) ακροδεξιά πλασσάρεται επίμονα στο δημόσιο λόγο ως «λύση στην οποία καταφεύγουν οι κάτοικοι γειτονιών της Αθήνας» οι οποίοι «αντιμετωπίζουν αξεπέραστα προβλήματα εξαιτίας της παρουσίας των μεταναστών» και «δεν έχουν σε ποιον άλλο να στραφούν» αφού «η αστυνομία απουσιάζει» και η μόνη διέξοδος είναι οι περιπολίες των νεοναζί. Τελικά η δημόσια συζήτηση μετατοπίζεται προς την ακροδεξιά «αφού πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα για να αποτραπεί η άνοδος της ακροδεξιάς».

Οι αιτιάσεις περί «υγειονομικής βόμβας» απαντήθηκαν άμεσα από το (κρατικό) ΚΕΕΛΠΝΟ, ενώ το ανεφάρμοστο και αναποτελεσματικό (ως προς τους διακηρυγμένους στόχους του) του μεγαλόπνοου σχεδίου Χρυσοχοΐδη-Λοβέρδου καταδείχθηκε από ανακοινώσεις της Διεθνούς Αμνηστίας, μελών της Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ακόμα και από αξιωματούχους της Ε.Ε.

 

Πολλοί μίλησαν για ένα προεκλογικό τρυκ. Στο κείμενο που ακολουθεί θα καταδείξουμε ότι όχι απλά δεν έχουμε να κάνουμε με «απουσία μεταναστευτικής πολιτικής» αλλά αντιθέτως πρόκειται για μια στοχευμένη πολιτική επιλογή, στο πλαίσιο της «δημιουργικής καταστροφής» και της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης.

Συγκεκριμένα, θα επιχειρηματολογήσουμε για το ότι αυτή η κρατική επιλογή:

·        αχρηστεύει εργατικό δυναμικό

·        θέτει τους μετανάστες σε καθεστώς ομηρίας από τις μαφίες

·        παράγει απόγνωση σε γειτονιές της Αθήνας

·        διοχετεύει συνολικά στη χώρα τη δυσαρέσκεια από την οικονομική κατάσταση σε ιδεολογίες μισαλλοδοξίας

·        γεννάει φασιστικές πολιτοφυλακές με κοινωνική υποστήριξη

·        τελικά διαμορφώνει μια μόνιμη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, στο πλαίσιο της οποίας οι Έλληνες έχουν να χάσουν πολύ περισσότερα από ό,τι οι μετανάστες.

 

Επίσης θα επιχειρήσουμε μια απάντηση στα (παρα)κρατικά επιχειρήματα («δεν χωράνε», «είναι εκατομμύρια», «Δουβλίνο ΙΙ», «έλλειψη ευρωπαΐκής αλληλεγγύης», «παρεμπόριο», «εγκληματικότητα») και θα διατυπώσουμε παρατηρήσεις για τις στάσεις όσων βρίσκονται από την πλευρά της κοινωνικής δικαιοσύνης και απελευθέρωσης.

 

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

 

Για αρκετές ημέρες βομβαρδιστήκαμε με μια αληθοφανή επιχειρηματολογία διανθισμένη με χονδροειδέστατα ψέματα. Ο δημόσιος λόγος δεν έθεσε κανένα από τα ερωτήματα που είναι απαραίτητα για να αναλυθεί το «πρόβλημα»: Γιατί στοιβάζονται τόσοι άνθρωποι στην Αθήνα; Ποιοι είναι υπεύθυνοι; Ποιοι επωφελούνται; Ποιές πολιτικές επιλογές εξυπηρετεί αυτή η συσσώρευση; Ποιες κοινωνικές μεταβολές προωθούνται; Η προπαγάνδα πάντα απευθύνεται στο θυμικό και όχι στη λογική, πρέπει να φαντάζει ως η μόνη αλήθεια και όσοι αντιπαρατίθενται σε αυτή να παρουσιάζονται ως μη ρεαλιστές.

 

Το λεγόμενο μεταναστευτικό πρόβλημα προβλήθηκε με τον ίδιο παράλογο τρόπο με τον οποίο όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα παρουσιάστηκαν όχι ως αποτέλεσμα της δομικής αναδιάρθρωσης που επιβάλεται στην Ελλάδα-πειραματόζωο, αλλά επειδή οι Έλληνες είναι τεμπέληδες, έχουμε 1.500.000 δημόσιους υπάλληλους, οι πολιτικοί είναι κλέφτες, το σύστημα υγείας ξοδεύει πολλά για να περιθάλπτει τους μετανάστες κλπ.Έτσι, όπως ένας εκπρόσωπος του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου επελέγη ως πρωθυπουργός για να μας σώσει από τις επιθέσεις του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, μια παρακρατική οργάνωση με κυπατζίδικο παρελθόν και συμμετοχή σε μαφιόζικες συμμορίες και «δουλειές της νύχτας» παρουσιάζεται ως σωτήρας από τις μαφιόζικες συμμορίες και την εγκληματικότητα.

 

Το γεγονός ότι συνταξιούχοι ωθούνται στην αυτοκτονία και η ευκολία με την οποία τα ΜΑΤ ανοίγουν κεφάλια φωτορεπόρτερ έχει άμεση σχέση με τη δημαγωγία για το μεταναστευτικό, την οποία διαδέχθηκε η δημαγωγία για την «εντυπωσιακή αύξηση της δημόσιας απεύθυνσης των νεοναζί».Εμπροσθοφυλακή αυτής της λαθροχειρίας ήταν τα ΜΜΕ, τα οποία επιδόθηκαν σε μια κλασική ρητορική κατασκευής εξιλαστήριων θυμάτων.


Οι μετανάστες, τα «καθάρματα»…

 

Στην Αρχαία Αθήνα, κατά τον εορτασμό των Θαργηλίων εκδίωχναν από την πόλη μετά από δημόσια διαπόμπευση τους «φαρμακούς» ή αλλιώς τα «καθάρματα», δύο άντρες (ο ένας μεταμφιεσμένος σε γυναίκα) που χρησίμευαν ως συμπυκνωμένη αναπαράσταση του κακού. Η τελετουργική εκδίωξη των «καθαρμάτων» θα επέφερε τη θεραπεία της πόλης, την «κάθαρση» (ή το «ξεβρώμισμα», όπως το λένε σήμερα). Σε μια κοινωνία που ρυθμιζόταν μέσω θεατρικών συμβολισμών, αυτή ήταν μια αναίμακτη τελετή, η οποία όμως έφερε τις μνήμες πραγματικών ανθρωποθυσιών του παρελθόντος. Στον ιουδαϊκό κόσμο είχαμε τους αποδιοπομπαίους τράγους, στη Ρώμη τον «homo sacer», η χριστιανική Ευρώπη μεταχειρίστηκε τους διωγμούς των αιρετικών ενώ στις απαρχές του καπιταλισμού το κυνήγι των μαγισσών ήταν επίσημη κρατική πολιτική. Τα αντισημιτικά πογκρόμ των ναζί είναι η πιο πρόσφατη έκφραση μιας αρχέγονης αιματηρής τελετουργίας η οποία συνενώνει την κοινωνία θυσιάζοντας τα «καθάρματα».


Ως σύγχρονοι φαρμακοί, γιατρειά για την ελληνική κοινωνία που βρίσκεται σε κρίση, καταδεικνύονται οι μετανάστες και ποιος θα ήταν καταλληλότερος για το ρόλο της θεραπαινίδας του υπουργού προστασίας του πολίτη από τον υπουργό υγείας; Στο πλευρό τους οι θιασώτες των εκκαθαρίσεων και της «τελικής λύσης» που παρατάσσουν τους αγκυλωτούς σταυρούς μαζί με τα μικρόφωνα των δημοσιογράφων.Το πάντρεμα της «προστασίας» και της «υγείας» δημιουργεί το πλαίσιο όπου ανθεί το αίτημα «να ξεβρωμίσει ο τόπος», να καθαρθεί, να ξεφορτωθούμε τους υπανθρώπους, τα «καθάρματα».


Το πολιτικό κατεστημένο παίρνει το ρίσκο να δημιουργήσει φασιστικό κίνημα προκειμένου να εξασφαλίσει τον κοινωνικό έλεγχο και τη διασφάλιση της τάξης εν όψει των ακόμη χειρότερων ημερών που έρχονται. Ο φασισμός μπορεί να έχει χαρακτηριστικά κινήματος (ενίοτε ανεξέλεγκτου) τελικά όμως κάνει τη δουλειά των αφεντικών. Του καπιταλισμού.


Για τη συνέχεια του κειμένου πατήστε εδώ