Συνέντευξη με την Κ. Ράπτη: Η Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών και το Σπίτι Γυναικών στα Γιάννενα, οι έμφυλες διακρίσεις από το χθες στο σήμερα.

 

Η παρακάτω συζήτηση έγινε τον Φεβρουάριο του 2012στην Κέρκυρα και παρουσιάστηκε στις σελίδες του 13ου τεύχους του Παροξυσμού (άνοιξη 2012). Περίπου τρία χρόνια μετά, επιλέγουμε να την δημοσιοποιήσουμε για πρώτη φόρα στο διαδίκτυο, διότι αφενός με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν περισσότεροι και περισσότερες να διαβάσουν την εν λόγω συζήτηση και αφετέρου η ίδια η συζήτηση δεν έχει χάσει καθόλου από την αξία της. Πράγματι, το λεγόμενο «γυναίκειο ζήτημα» (έμφυλες διακρίσεις, υποτίμηση της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών, άμισθη γυναικεία εργασία, σεξισμός κ.α.) ακόμα και τώρα, 30 χρόνια μετά από τα πρώτα Σπίτια Γυναικών (στην Αθήνα, τα Γιάννενα και αλλού), τις πρώτες ομάδες αυτοάμυνας γυναικών και τις πρώτες φεμινιστικές ομάδες, δεν αποτέλεσε πότε με συνέπεια και διάρκεια πυρηνικό στοιχείο του λόγου και των δράσεων του ευρύτερου ανταγωνιστικού κινήματος. Είτε ως «μερικό», είτε ως «υπερβολικό», το ίδιο το «γυναικείο ζήτημα» αντιμετωπίζεται με υποτίμηση και απαξίωση από την πλειοψηφία του ανταγωνιστικού κινήματος.

 

Μπορούμε να πούμε πως στην Ελλάδα, ο φεμινισμός των «από τα κάτω», έφτασε σε αξιοσημείωτο σημείο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Μέτα ήρθε η «σκούπα του ΠΑ.ΣΟ.Κ». Στην σημερινή κοινωνική και πολιτική συγκυρία, όπου η λογική των αναθέσεων και τον διαμεσολαβήσεων κυριαρχεί, οφείλουμε να  δυναμώσουμε και να πολλαπλασιάσουμε τις φωνές ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις, το σεξισμό, την πατριαρχία και την ομοφοβία, με στόχο να κυκλοφορήσουν στο κοινωνικό πεδίο και να συνδεθούν με σημερινά προτάγματα του ανταγωνιστικού κινήματος και τους τωρινούς κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες. Για ένα κόσμο ισότητας, ελευθερίας και αλληλεγγύης.

 

1

 

Συνέντευξη με την Κ. Ράπτη.

Η Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών και το Σπίτι Γυναικών στα Γιάννενα,

οι έμφυλες διακρίσεις από το χθες στο σήμερα.

 

 

Σύντομη  αυτοπαρουσίαση της συνεντευξιαζόμενης:

 

Είμαι η Κ. Ράπτη, ετών 52, εκπαιδευτικός εν ενεργεία, τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής μου. Και τώρα που το βλέπω γραμμένο αντιλαμβάνομαι ότι έχω περάσει τη μισή ζωή μου στα σχολεία. Δεν το φέρω βαρέως, μπορούσαν να ήταν χειρότερα τα πράγματα…

 

Θα ήθελα να καταστήσω, εξαρχής, σαφές ότι ξαφνιάστηκα και περιέπεσα σε αμηχανία όταν μου ζητήθηκε η συνέντευξη που ακολουθεί. Δεν θεωρώ ότι η προσωπική μου πορεία έχει ιδιαίτερη σημασία διότι όταν έκανα ό,τι έκανα, αυτά τα ελάχιστα που θα διαβάσετε, απλώς ζούσα τη ζωή μου δεν οικοδομούσα το μέλλον! Εξ ου και βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να μη βρίσκω πουθενά τις «αποδείξεις» των όσων διηγούμαι! Μπορείτε να τις εκλάβετε ως αναμνήσεις μιας αμετανόητης που δεν έχει αντιληφθεί ακόμα τον μηχανισμό που σπρώχνει τα πράγματα εκεί που τα σπρώχνει.

 

-Και φεύγεις από το χωριό σου το Νιοχώρι και πάς φοιτήτρια στα Γιάννενα. Εκεί ασχολήθηκες με το φεμινιστικό κίνημα. Για πες για αυτή την περίοδο.

-Έχει σημασία, όμως, να πούμε πότε ασχολήθηκα. Δεν έχει; Ασχολήθηκα το 1979 από την πρώτη μέρα της κατάληψης για τον νόμο 815. Δηλαδή διαχωρίσαμε την θέση μας, πάραυτα, μια μεγάλη ομάδα γυναικών, όταν είδαμε πώς λειτουργεί το κλίμα στις Γενικές Συνελεύσεις της κατάληψης. Ήταν η πρώτη χρονιά που προσπάθησαν να επιβάλουν τον ν. 815 -το νόμο πλαίσιο για τα παν/μια. Στην πρώτη Γ.Σ. της κατάληψης όλου του πανεπιστημίου, αντιληφθήκαμε πως δεν υπήρχε  χώρος για να εκφραστούν οι γυναίκες. Δεν γινόταν, δεν υπήρχε, δηλαδή, βήμα να μιλήσουμε. Μια κοπέλα μόνο τόλμησε να πάρει το μικρόφωνο (ανήκε στην ΠΠΣΠ, Προοδευτική Πανσπουδαστική Συνδικαλιστική Παράταξη, τη νεολαία του ΚΚΕ μ-λ) και λοιδορήθηκε τόσο πολύ με αποτέλεσμα να κατέβει από το βήμα. Οι υπόλοιπες δε διανοηθήκαμε να μιλήσουμε. Εγώ, μολονότι ήμουν  πρωτοετής, πίστευα ότι είχα το θάρρος ή το θράσος της γνώμης μου (!). Όταν ήρθα αντιμέτωπη με αυτό το καθεστώς οπισθοχώρησα, αισθάνθηκα ανήμπορη να παρέμβω. Υπήρχε απαξίωση. Σκέψου ότι δεν ήταν συνέλευση τμήματος, ήταν γενική συνέλευση όλου του πανεπιστημίου, για να αποφασιστεί κατάληψη και να οργανωθεί η περαιτέρω πορεία. Ο ρόλος μας ήταν στα «μετόπισθεν». Εννοείται ότι δεν διεκδικούσαμε  πρωταγωνιστικό ρόλο, να πούμε  την άποψή μας θέλαμε. Έτσι φύγαμε από το χώρο της συνέλευσης και κάναμε μια πρώτη συγκέντρωση μόνες μας, αλλού.

 

-Πόσες γυναίκες;

-Πάρα πολλές…Ίσως και εκατό, από όλα τα τμήματα.

 

-Και πώς συνεννοηθήκατε για να μαζευτείτε;

-Δια του βλέμματος! Τα πράγματα τότε ήταν οξυμένα. Δεν θυμάμαι τι έκλαμψη είχα στο κεφάλι μου, γιατί εγώ πήγα για τον αντιεξουσιαστικό χώρο, έχοντας τον φεμινισμό στο κεφάλι μου …  

 

-Και στην πρώτη συνέλευση τι ειπώθηκε;

-Εκφράσαμε τους λόγους για τους οποίους αισθανθήκαμε την ανάγκη να μαζευτούμε, τι ήταν αυτό που μας ώθησε… Μερικές ήρθαν εμβόλιμα -κυρίως αυτές που  ήταν οργανωμένες στις αριστερίστικες ομάδες… Σιγά-σιγά ξεκαθαρίστηκε το τοπίο και μείναμε αυτές που ήμασταν στον αντιεξουσιαστικό χώρο και αρκετές κοπέλες που ήταν στο κκε εσωτερικού (γιατί το κκε εσωτερικού ήταν πιο ριζοσπαστικό και πιο ανοιχτό σε συνεργασίες με άλλες πολιτικές δυνάμεις). Οπότε και από αυτές τις γυναίκες που μαζευτήκαμε, πάλι διαχωριστήκαμε ως αντιεξουσιαστική τάση.

 

– Και μετά τι κάνατε;

– Εμείς, μετά όταν τελείωσαν οι κινητοποιήσεις με τις καταλήψεις, αποφασίσαμε να κάνουμε μια Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών, ενώ είχαμε ήδη συγκροτήσει την Αντιεξουσιαστική Ομάδα Φιλοσοφικής, που ήταν μεικτή (αγόρια και κορίτσια…).  Θέλαμε να δουλέψουμε και μόνες μας, γιατί πιστεύαμε πως είχαμε πράγματα να διεκδικήσουμε.

 

– Πόσες ήσασταν στην Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών;

– Δεν ήμασταν πολλές στην αρχή. Ο πυρήνας μάλλον δεν ξεπερνούσε τα 10 άτομα. Η παρέα μας, ας πούμε… Και ξεκινήσαμε με ένα ταμπλό για να κάνουμε αισθητή την παρουσία μας. Γράφαμε και κείμενα. Στις συνελεύσεις του τμήματος κατεβαίναμε με την Αντιεξουσιαστική Ομάδα Φιλοσοφικής. Διακινούσαμε και έντυπα που έρχονταν από την Αθήνα, γιατί συνδεθήκαμε και με άλλες ομάδες γυναικών που δραστηριοποιούνταν εκεί καθώς και με το Βιβλιοπωλείο Γυναικών. Επίσης βγάζαμε αφίσες και ανακοινώσεις, κάναμε παρεμβάσεις, προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε τις πρωτοκλασάτες φεμινίστριες, όπως πχ την Φραγκουδάκη που ήταν και καθηγήτρια μας στο πανεπιστήμιο, αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση από αυτή… Μάλλον τις φαινόμασταν παιδάκια… Εμείς όμως συνεχίσαμε, για τουλάχιστον τρία χρόνια και με το Σπίτι Γυναικών.

 

-Για πες λίγο για το Σπίτι Γυναικών στα Γιάννενα.

-Το Σπίτι το ανοίξαμε από μια ανάγκη να μαζευόμαστε, να δημιουργηθεί ένας πυρήνας και να έχουμε ένα σημείο αναφοράς που να είναι επίσημο και να μπορεί η καθεμία να μας βρει. Αρχικά βρήκαμε ένα μικρό σπίτι, παλιό και μίζερο, μου διαφεύγει ο δρόμος τώρα, και αρχίσαμε εκεί τις συγκεντρώσεις μας. Δεν είχε ιδιαίτερη προσέλευση και το αποδώσαμε στο γεγονός ότι δεν ήταν ιδιαίτερα προσβάσιμο επειδή απείχε από το κέντρο της πόλης και λοιπά… Επιλέξαμε να μεταφερθούμε σε κεντρικό σημείο στην πόλη, στην οδό Χαριλάου Τρικούπη, με την προσδοκία ότι θα ήταν πιο εύκολο να μας προσεγγίσουν και άλλες γυναίκες εργαζόμενες ή μη, προκειμένου να διευρυνθεί η ομάδα. Το σπίτι αυτό ήταν στην Χαρ. Τρικούπη (ο δρόμος που τώρα είναι τα Ζαρα, Μαρα κτλ). Αυτό το σπίτι ήταν πολύ ωραίο. Ξεκινήσαμε με ενθουσιασμό, κάναμε τις συγκεντρώσεις μας και οργανώσαμε τη λειτουργία, με τεράστια αμηχανία οφείλω να ομολογήσω, της ομάδας αυτοεξέτασης κατά τα αμερικάνικα πρότυπα που μαθαίναμε από τα βιβλία που διαβάζαμε…

 

-Πώς λειτουργούσε γενικά το Σπίτι;

-Το ανοίγαμε δυο ή τρεις φορές την εβδομάδα και επειδή ήταν στο κέντρο θεωρούσαμε ότι θα ήταν πιο εύκολο να έρθουν και άλλες γυναίκες. Αρχικά τέθηκε το ζήτημα για το αν θα επιτρέπαμε τη συμμετοχή ανδρών στην ομάδα ή θα επιτρέπαμε επισκέψεις από άντρες σε συγκεκριμένες εκδηλώσεις. Υπήρξε μια διαμάχη η οποία κατέληξε με το να μην επιτρέπουμε την παρουσία των ανδρών. Μια άλλη πρόταση, που τέθηκε με πνεύμα «εκδικητικό» ήταν να τους επιτραπεί η είσοδος, αλλά να τους υποχρεώνουμε να βγάζουνε τα παπούτσια, διότι, σύμφωνα με τον Φρόιντ, τα παπούτσια συμβολίζουν τα αντρικά γεννητικά όργανα! Οπότε, αν υποχρεώναμε τον άλλον σε ένα κλειστό χώρο που βρισκόταν αποκλειστικά γυναίκες να βγάλει τα παπούτσια του, θα ήταν σα να συγκατάνευε στην άρνηση-ακύρωση του ανδρισμού του!!! Όποιος το δεχόταν θα ήταν καλοδεχούμενος. Μου φαίνονται αστειότητες τώρα που τα ανακαλώ στη μνήμη μου, αλλά τότε τα συζητούσαμε πολύ σοβαρά. Εγώ, εξαρχής, τάχθηκα με την άποψη της μη συμμετοχής ή της παρουσίας των ανδρών στο Σπίτι. Προσπαθούσαμε να κάνουμε να λειτουργήσει ένα Σπίτι Γυναικών και έπρεπε πρώτα εμείς να δούμε γιατί ήμασταν εκεί, τι θέλουμε να κάνουμε και ποιός ήταν ο στόχος. Ο στόχος, προφανώς, δεν ήταν να προσελκύσουμε άντρες, ο στόχος ήταν να έρθουν και άλλες κοπέλες να δουν τι κάνουμε εμείς, να βρουν ένα χώρο έκφρασης… Στη συνέχεια το Σπίτι μεγάλωσε και από 8-10 γίναμε 20. Εκεί κάναμε τις συνελεύσεις και κάποια στιγμή βγάλαμε και ένα περιοδικό, το «Μωβ». Γενικά υπήρχε ενθουσιασμός. Στο Σπίτι κάναμε τα πρώτα μας βήματα στο γυναικείο κίνημα. Μαθαίναμε τι γινόταν στην Ευρώπη ή την Αμερική πολύ πριν από μας και σπρώχναμε τα πράγματα και τους εαυτούς μας να φτάσουμε εκεί, όμως, αρκετές από μας είχαν (είχαμε) μια σύγχυση, συμμετείχαν (συμμετείχαμε) ενστικτωδώς  και στην ουσία αγνοούσαν (αγνοούσαμε) τα στοιχειώδη για το γυναικείο κίνημα. Διαβάζαμε μανιωδώς βιβλία, εκ των υστέρων, μου μοιάζει με πρόγραμμα κατήχησης! Τα βιβλία που ήταν το «ευαγγέλιο» εκείνη την εποχή ήταν «Η μικρή διαφορά και οι μεγάλες συνέπειες» της Αλις Σβαρτσερ, ο «Μύθος του κολπικού οργασμού», «Η γυναίκα ευνούχος», κ.ά.

 

-Τώρα πια τι μπορείς να πεις ότι κερδίσατε με το Σπίτι Γυναικών;

-Προσωπικά μου ενίσχυσε πιο πολύ την πεποίθησή μου ότι σε ένα τέτοιο σχήμα θα μπορούσα να δημιουργήσω πραγματικά. Εκεί μπορούσα να μιλήσω. Μη φανταστείς καμιά ειδυλλιακή εικόνα, όπου γυναίκες συζητούν σε πλήρη αρμονία και με καλές προθέσεις, ανταποδίδοντας χαμόγελα. Υπήρχαν οι αντιπαλότητες όπως υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλους τους χώρους, είναι θεμιτό.

 

-Στην τοπική κοινωνία είχε απήχηση;

-Εμείς βλέπαμε όταν κολλούσαμε αφίσες τον κόσμο να τις κοιτάζει αλλά… δεν μπορώ να πω ότι είχε ιδιαίτερη απήχηση. Θυμάμαι, όμως, πολύ καλά το  βράδυ της πρώτης αφισοκόλλησης! Μας την έπεσε κάποιος, λεκτικά ευτυχώς, χυδαία όμως.

 

-Τι αφίσες βγάζατε;

-Θυμάμαι δυο. Η πρώτη βγήκε με αφορμή την 8 Μάρτη. Είχε μια φωτογραφία από μια διαδήλωση μαύρων γυναικών στην Αμερική και το κείμενο ήταν κάπως έτσι: 8 Μάρτη, μέρα της γυναίκας ή Στρατηγέ τι γύρευες στη Λάρισα εσύ ένας Υδραίος; Ωραιότατη, μαυρόασπρη και πολύ σοφιστικέ για να γίνει αντιληπτό το μήνυμά της! Μια άλλη μωβ εντυπωσιακή αφίσα την είχαμε τυπώσει στην Πόλη των Γυναικών,  δεν θυμάμαι το κείμενο.

 

-Τι προτάγματα είχατε;

-«Γυναίκες μην καθρεφτίζεστε στα μάτια των ανδρών». Ήταν κάτι που προσωπικά με εξόργιζε! Η προσπάθεια, δηλαδή, ακόμα και των κοριτσιών «του χώρου» να ενδύονται, κυριολεκτικά και μεταφορικά τους ρόλους που υποτίθεται ότι αποποιούμαστε!!! Δεν αρνούμουν τη σεξουαλικότητα αλλά η ασυνείδητη (;) υιοθέτηση των προτύπων από την ανάποδη ήταν η σιωπηλή συγκατάβαση στο παιχνίδι της εξουσίας του ανδρικού βλέμματος… Δεν μου άρεσαν ποτέ οι γάτες, οι πραγματικές, φαντάσου οι μασκαρεμένες…

 

-Οι κοπέλες από το Σπίτι Γυναικών, τι αμφίεση είχαν;

-Την κλασική!

 

-Δηλαδή ταγάρια;

-Ε, ναι! Φούστες χειροποίητες, αξύριστα ποδάρια… Το κλισέ που έγινε περίγελος!

 

-Με τις άλλες ομάδες πως ήταν οι σχέση σας;

-Εγώ είχα την τύχη, να είμαι με τον Θωμά, ο οποίος είχε δημιουργήσει ομάδα αντρών υπέρ του γυναικείου κινήματος. Φοβερή κατάσταση. Είχαν δώσει μάλιστα και συνέντευξη στην Πόλη των Γυναικών. Είχαν γράψει και ένα κείμενο που πρότεινε αντί να αναλαμβάνουν οι γυναίκες την αποκλειστική ευθύνη της αντισύλληψης με τα χάπια ή να κάνουν εκτρώσεις (πολλές γυναίκες εκείνη την εποχή είχαν υποστεί φρικαλεότητες επειδή οι εκτρώσεις ήταν παράνομες  -εγώ έχασα την μια μου σάλπιγγα¬- μιλάμε για σφαγείο), να διαδοθεί, ως λύση και ως κίνηση αναγνώρισης εκ μέρους των ανδρών, η απολίνωση, η αδρανοποίηση, δηλαδή,  περιστασιακά των σπερματικών πόρων, ούτως ώστε μα μην μπορεί να γονιμοποιηθεί η γυναίκα από το αντρικό σπέρμα.

 

-Με αυτή του την θέση ο Θωμάς, δήλωνε αμέριστη αλληλεγγύη, από την άποψη της ενίσχυσης, στον φεμινιστικό αγώνα! Οι υπόλοιποι άντρες, πως τον αντιμετώπιζαν;

-Μπορείς να το φανταστείς. Τον έλεγαν χαλβά! Επειδή, όμως, ήταν «ηγετική»  φυσιογνωμία, ήταν αυτός που έμπαινε μπροστά σε όλα, χωρίς να είναι καθόλου επιθετικός, το αντίθετο, ήταν μειλίχιος και προσηνής, κατάφερε να έχει (ελάχιστους)  συμπαραστάτες σ’ αυτή του την πρόταση!

 

-Σχέσεις με ομάδες ομοφυλόφιλων είχατε;

Στα Γιάννενα δεν υπήρχε τέτοια ομάδα. Δεν τέθηκε ποτέ τέτοιο ζήτημα, διότι δεν προέκυψε. Πάντως, πολλές φορές, τις γυναίκειες ομάδες τις ταύτιζαν με τις λεσβιακές ομάδες, κάτι που φυσικά δεν ίσχυε. Μεταξύ ημών υπήρχε επιθυμία να διερευνήσουμε την σεξουαλικότητά μας, μήπως, δηλαδή, ήταν επιβεβλημένη αυτή η έλξη στο αντίθετο φύλο. Κάποια κορίτσια δοκιμάσανε να κάνουν σχέση. Μάλιστα, δυο κοπέλες από την ομάδα μας έγιναν ζευγάρι περιστασιακά διατηρώντας, όμως, τις σχέσεις τους με τους συντρόφους τους.

 

-Οπότε το Σπίτι δημιουργούσε και ως ένα πεδίο πειραματισμών για την διερεύνηση της σεξουαλικότητας. Τι κέρδισες και τι έχασες από τη συμμετοχή σου στο Σπίτι Γυναικών;

-Δεν έχασα τίποτα, μόνο τις φλοκάτες της μάνας μου.

 

-Και τι κέρδισες;

-Θες να κάνω μια βαθειά αυτοκριτική; Εκ των υστέρων και αφού πέρασαν πολλά χρόνια, αντελήφθην ότι υπήρξα υπέρ του δέοντος σκληροπυρηνική… μου έδωσε, όμως, αυτοπεποίθηση, μου στερέωσε τις αντιλήψεις μου, που τις είχα εν σπερμάτι  χωρίς να το ξέρω από τότε που ήμουν 12 χρονών. Δεν διανοήθηκα ποτέ  ότι θα με σύρει κανένας να κάνω πράγματα που δεν ήθελα (σε σχέση με την αντρική εξουσία εννοώ, γιατί τον πατέρα μου τον είχα ήδη αμφισβητήσει). Εκ των υστέρων, όταν κατανόησα και αποδέχτηκα τους λόγους που με ωθούσαν σε αυτή την πολύ αυστηρή, σχεδόν, άκαμπτη στάση μέμφθηκα τον εαυτό μου. Ακόμα τώρα αναρωτιέμαι, είναι δυνατόν τέτοια αδιαλλαξία; Υπήρξα πολύ επιθετική, για κάποιους εκδικητική, διότι είχα τους δικούς μου σκελετούς στην ντουλάπα. Όπως  κι άλλες κι άλλοι, υποθέτω.

 

Περπατούσα πχ στο πανεπιστήμιο και πολλές φορές ένιωθα τέτοια έχθρα στα βλέμματα ορισμένων που αν δεν ήμουν τόσο κέρατο θα έπρεπε να το είχα βάλει στα πόδια, θα έπρεπε να εξαφανιστώ. Επέμεινα, μη φανταστείς ότι άλλαξα άρδην σήμερα! Απλώς καταφέρνω να μας βλέπω από μακριά, πότε-πότε…

 

Οφείλω, επίσης, να ομολογήσω, ότι η στάση μου αυτή με έκανε να τσαλαπατήσω το σώμα μου εκείνη την εποχή. Παρόλο που υποτίθεται ότι το διερευνούσα και το αποδεχόμουν, στην πραγματικότητα το είχα βάλει στην άκρη. Δεν ήθελα να το κάνω φετίχ όπως στις διαφημίσεις, αλλά εγώ το εκμηδένισα. Είχα μεν σεξουαλική ζωή και μπορούσα να είχα το γκόμενο που ήθελα, αλλά δεν νομίζω ότι απήλαυσα αυτό το πράγμα. Γιατί έβαλα το σώμα μου σε ένα πλαίσιο. Πχ δεν φορούσα μίνι ή ξωπλατα γιατί θεωρούσα ότι αυτό είναι εξευτελιστικό. Ένοιωθα ότι ζούσα σε μια περίφραξη. Μπορεί να είχα δυο εραστές ταυτοχρόνως, αλλά στην ουσία ήμουν πολύ περιχαρακωμένη,

 

-Ναι, αλλά αυτό, δεν μπορεί να θεωρηθεί αυταπάρνηση, δηλαδή να θες να ξεπεράσεις τον εαυτό σου;

-Νομίζεις! Δεν ήταν καλό αυτό. Γιατί, μετά, έφτασα στα 40 και είπα «Φτου, ξελευτερία!». Θα έπρεπε να ζω την απελευθέρωση μου, χωρίς περιορισμούς και να την χαίρομαι κιόλας.

 

-Είχες ενοχές, δηλαδή…

-Φρικαλέο αυτομαστίγωμα! Δεν άλλαζα τα μαλλιά μου μην γίνω τάχα άλλος άνθρωπος! Μέμφομαι τον εαυτό μου! Εξηγούνται όλα αυτά ψυχαναλυτικά…

 

-Οι χειραφετημένες γυναίκες εκείνης της εποχής, συνέχισαν την ζωή τους με βάση τις αρχές που οι ίδιες είχαν θέσει ή αναγκάστηκαν να τα ξεχάσουν όλα;

-Αυτό, εξαρτάται από το πόσο μέσα ήταν στο κίνημα. Εγώ, που θεωρούσα ότι ήμουν μέσα πολύ, έπεσα σε μια παγίδα που την έστησα η ίδια στον εαυτό μου. Δεν έγινα, βέβαια, ποτέ η κλασσική νοικοκυρά και μητέρα, δεν ήταν ποτέ το όνειρό μου αυτό, εννοείται. Ωστόσο, παντρεύτηκα, τα έκανα σαλάτα, έκανα παιδί, χώρισα και το μεγάλωσα, σχεδόν, μόνη. Έζησα σε ένα χωριό στην Κέρκυρα κάποια χρόνια και δεν ασχολήθηκα ξανά ενεργά με το γυναικείο κίνημα, το οποίο εξέλιπεν άλλωστε με τα χρόνια. Το απορρόφησε, όπως τόσα άλλα, η σκούπα του πασοκ. Ασχολήθηκα με τα εκπαιδευτικά, κυρίως. Δεν εγκατέλειψα, να το διευκρινίσω, δε χάνω ευκαιρία να θέτω το ζήτημα όπου δραστηριοποιούμαι.

 

-Δηλαδή, σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους;

-Δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου! Φαίνεται από χίλια μίλια μακριά! Θεωρώ ότι εξακολουθεί να υφίσταται το πρόβλημα και δεν έχω κάτσει στα αυγά μου. Το προσωπικό είναι κοινωνικό. Εγώ δεν φυτρώνω, δεν είμαι αυτοφυής, σαν τις λαψάνες.  Η όποια επιλογή καθορίζεται -και- κοινωνικά.

 

-8 Μάρτη, γιορτή γυναικών;

-Διαφωνώ πλήρως! Οι αστές φεμινίστριες, έλεγαν πως η γυναίκα πρέπει να γιορτάζει 365 μέρες το χρόνο. Αυτό είναι γελοίο, ως επιχείρημα! Δεν χρειαζόμαστε μια μέρα γιορτής, θα μπορούσαμε να είχαμε μια μέρα υπενθύμισης, να υπενθυμίζουμε τη βαρβαρότητα που υφίστανται ακόμα σήμερα οι γυναίκες ανά τον κόσμο, όχι να διασκεδάζουμε ή να μας χαρίζουν λουλούδια.

 

-Η Mariarosa Dalla Costa (φεμινίστρια στην Ιταλία του ’70) σε ένα κείμενο της, που μεταφράστηκε στα ελληνικά από το περιοδικό black out, αναφέρει πως μέσα στο φεμινιστικό κίνημα δεν είχε ούτε μια μοναδική στιγμή χαράς. Ένοιωθε μόνο μια τεράστια συνεχή κούραση.

-Δεν το κρίνω. Δε διανοούμαι να κρίνω το συναίσθημά της. Όπως θα ’λέγε κι ο φίλος μου ο Θωμάς «είναι αυτόνομο, το ακολουθούμε, δεν το κρίνουμε γιατί το παραβιάζουμε». Λογικό μου φαίνεται γιατί  στην Ιταλία ήταν σκληρά τα πράγματα τότε. Δε μπορώ να πω το ίδιο για μένα γιατί, προφανώς, δεν έχω διανύσει την ίδια πορεία, σε χρόνο και ποιότητα, εννοώ. Αν αθροίσεις, όμως, τις αντιδράσεις της κοινωνίας και τις αγκυλώσεις των «συντρόφων» εκείνη την εποχή η κούραση σε καταβάλλει και μόνο στη σκέψη! Η πιο ήπια «κριτική»  που ακούγαμε ήταν το κλασσικό «κακογαμημένες» και «τι είναι αυτά που κάνετε, διασπάτε το κίνημα». Ήταν πολύ σκληρό το καθεστώς.

 

-Για πάμε λίγο και στο σήμερα. Γιατί σήμερα δεν τίθεται ως κεντρικό το γυναικείο ζήτημα;

-Θα απαντήσω με τον τίτλο ενός βιβλίου του ιταλού συγγραφέα Ραφαέλο Σιμόνε που λέγεται το «Μειλίχιο Τέρας». Το μειλίχιο τέρας είναι αυτό που έχει κατακτήσει όλο το δυτικό κόσμο. Ξεκίνησε από το life-style που έχει φτιάξει τον κόσμο να μοιάζει σαν μια παιδική χαρά, όπου όλοι μπορούν να βρουν την θέση τους. Ακόμα και οι κάποτε ξεσαλωμένες φεμινίστριες υποτίθεται ότι έχουν δικαιωθεί. Ο κόσμος το έχαψε αυτό, ότι οι φεμινίστριες «δικαιώθηκαν», αφού το μεγάλο μέρος των γυναικών μπορεί να εκτίθεται ή να καταλαμβάνει θέσεις εξουσίας και θεωρεί ότι επετεύχθη ο στόχος. Με τον ίδιο τρόπο λειτούργησε και η αριστερά.

 

-Το φεμινιστικό κίνημα διεκδικούσε δικαίωμα στην εργασία, έλεγχο γονιμότητας και αναπαραγωγής, μισθό για την οικιακή εργασία. Σήμερα, αν υπήρχε, τι θα μπορούσε να διεκδικήσει.

-Εγώ, θα έλεγα κάτι το οποίο μπορεί να μοιάζει ηθικοπλαστικό έως χριστιανικό: Καταρχήν αξιοπρέπεια! Να μην εμπορευματοποιείται το σώμα και όλα τα υπόλοιπα. Γιατί έχει φτάσει στον πάτο της εξαθλίωσης η κατάσταση.

 

-Σήμερα υπάρχει γλωσσικός σεξισμός ακόμα και στις πορείες.

-Προφανώς! Και είναι φρικτό. Πέρυσι σε μια πορεία διαπληκτίστηκα με αριστερό συνάδελφο γιατί επινοούσε και φώναζε συνθήματα για τη Διαμαντοπούλου σεξουαλικού περιεχομένου. Τα γνωστά «αγάμητη» ή «κακογαμημένη» κτλ. Τα πήρα στο κρανίο! Δεν ήθελα να συμπορεύομαι με όσους επαναλαμβάνουν τα προαιώνια κλισέ που έτσι κι αλλιώς απέχουν παρασάγγες από το να είναι πολιτικά επιχειρήματα και προσβάλλουν και όλες τις γυναίκες αδιακρίτως. Αυτό είναι το πρόβλημα μας; Το πρόβλημα δεν είναι ότι η Διαμαντοπούλου είναι γυναίκα, αλλά η θέση εξουσίας που κατέχει. Γι’ αυτό και πριν μίλησα για αξιοπρέπεια. Αφορά και αυτόν που εκφέρει αυτό το λόγο, αλλά και εμένα που τον υφίσταμαι και δεν βγάζω άχνα.

 

-Ελευθερία και Ισότητα, σήμερα, τι σημαίνει για μια γυναίκα;

-Αυτό που σήμαινε πάντα! Τι ερώτηση είναι αυτή; Πρώτον να έχεις το αυτεξούσιο που ισχύει για άντρες και γυναίκες, δηλαδή να ορίζεις τον εαυτό σου. Η ισότητα είναι κάτι που είναι ζητούμενο έτσι κι αλλιώς.

 

-Υπάρχει η έννοια της αναπαραγωγικής εργασίας, που αναφέρεται στην αναπαραγωγή της ίδιας εργατικής δύναμης του εργάτη (προετοιμασία φαγητού, πλύσιμο, καθάρισμα και συντήρηση σπιτιού, συναισθηματική και ηθική στήριξη). Αυτή η εργασία αποτελεί δομικό κι λειτουργικό ρόλο στον καπιταλισμό. Παλιότερα υπήρχε αίτημα για μισθό σε αυτήν την εργασία.

-Εγώ δεν αποδέχτηκα ποτέ αυτήν την άποψη, αν και υπήρξε μέρος του κινήματος που την προωθούσε. Η διεκδίκηση της αμοιβής σαν ιδέα δεν μου άρεσε. Υποστηρίζω τον ίσο καταμερισμό της εργασίας. Όταν κάποιοι συμβιώνουν, θα πρέπει να μοιράζονται τις δουλειές.

 

-Απλά, τότε το έλεγαν μάλλον επειδή τότε οι γυναίκες δεν μπορούσαν εύκολα να βρουν δουλειές.

-Ναι, αλλά μετά πέσαμε στην παγίδα να είμαστε και εργαζόμενες, και μητέρες, και νοικοκυρές και απ’ όλα!

 

-Δηλαδή, την πατήσατε!

-Ε, ναι! Γι’ αυτό, στην Αμερική δημιουργήθηκε η τάση που λέγεται «Επιστροφή στο Σπίτι»

 

-Έχεις δει στο ναό του Αγ. Δημητρίου στο χωρίο Καινούργιο Αγρινίου την αναπαράσταση σε βιτρό τον εν λόγω άγιο να καρφώνει με το ακόντιο του πισώπλατα μια γυναίκα που είναι σωριασμένη στο έδαφος; (Η αναρτηση εδώ).

-Είναι σαν το έχω δει, γιατί το διάβασα στο site σας.

 

-Στην χριστιανική μυθολογία υποτίθεται πως αυτός άγιος σκοτώνει έναν άντρα, αλλά στην αναπαράσταση φαίνεται ξεκάθαρα πως δολοφονεί μια γυναίκα. Και αυτό θέλει να περάσει.

-Σε πολλές λαϊκές δοξασίες και κυρίως, στη θρησκεία, πάντα η γυναίκα ήταν κάτι το μιαρό. Για παράδειγμα, παλιά όταν η γυναίκα είχε περίοδο απαγορευόταν να πάει εκκλησία, να κοινωνήσει, να εξομολογηθεί κτλ. Υποθέτω πως αυτοί έχουν μείνει ακόμα εκεί, σε αυτό το παρελθόν.

 

-Υπάρχει έμφυτη λαχτάρα για μητρότητα ή είναι κοινωνικό κατασκεύασμα;

-Ακόμα και το φύλο είναι κοινωνική κατασκευή. Εγώ δεν είχα έμφυτη λαχτάρα ποτέ. Μάλιστα από ένα σημείο και μετά, είπα πως δεν θέλω να κάνω παιδιά. Έβλεπα τον κόσμο σκοτεινό, μπούγιο που λέγαμε και στο χωριό μας, και έλεγα σε αυτές τις συνθήκες εγώ δεν μπορώ να κάνω παιδιά. Το βιολογικό μου ρολόι «χτύπησε» στα 32 μου, όταν έβλεπα αρκετές συνομήλικες μου να προσπαθούν και να μην καταφέρνουν να κάνουν παιδί. Αυτές πάλευαν λυσσαλέα, γιατί ο κόσμος τους έλεγε «κάν’τε παιδί, περνάνε τα χρόνια κτλ». Άρχισα, λοιπόν, κι εγώ  να σκέφτομαι την προοπτική ενός παιδιού. Δεν το είχα μέσα στο κεφάλι μου να κάνω ένα παιδί, σώνει και καλά! Και επιτάθηκε αυτό το άγχος, όταν ανακάλυψα ότι δεν μπορώ να κάνω εύκολα παιδί πια, γιατί είχα ήδη μια σάλπιγγα μόνο. Έτσι μου προέκυψε η επιθυμία να κάνω παιδί. Άρα, τι μας λέει αυτή η ιστοριούλα; Ότι ήταν εμβόλιμο αυτό το πράγμα. Δεν φανταζόμουν πότε τον εαυτό μου με το σύζυγο, τα παιδιά και την οικογένεια στο κυριακάτικο τραπέζι. Ίσα-ίσα φανταζόμουν το εαυτό μου να γυρνάω όλο τον κόσμο, με ή χωρίς σύντροφο. Αλλά την οικογένεια σαν σχήμα, δεν την φαντάστηκα. Μας μεγαλώνουν με αυτήν την κατεύθυνση. Ευτυχώς, είχα μια μάνα πολύ πουριτανή από άγνοια όχι από πεποίθηση, η οποία δεν μίλησε ποτέ για αυτό το θέμα. Ούτε τη λέξη «γάμος» δεν ανέφερε μες το σπίτι. Γιατί της θύμιζε το «γαμήσι»; Δεν ξέρω… Όμως δεν είναι μόνο το άγχος για το παιδί… Είναι η συσσωρευμένη πίεση αιώνων, που είναι εγγεγραμμένη παντού, ακόμα και στους τοίχους του σπιτιού. Εγώ, είδα την  αδελφή  μου να την πηγαίνουν σαν το σφαχτάρι από  σε προξενιό σε προξενιό για  να την βλέπει ο εκάστοτε υποψήφιος  γαμπρός και να την …απορρίπτει! Ήταν φρίκη!

 

 – Ισχυρίζεσαι πως ευθύνονται και οι γυναίκες αν βρίσκονται ακόμα ένα βήμα πίσω από τους άντρες και πως δεν σε εκπλήσσει το γεγονός ότι έννοιες όπως οι «ίσες αποδοχές» παραμένει κάτι το ασαφές στον ορίζοντα για πολλές γυναίκες απανταχού της γης.

– Ξέρεις πόσες γυναίκες δηλώνουν φεμινίστριες στην Αγγλία, για παράδειγμα, σήμερα; Το 42%!!!

 

Στην Ελλάδα πολύ λιγότερες. Αναρωτιέμαι τι σκέφτεται η τεράστια σιωπηρή πλειοψηφία. Αναρωτιέμαι πώς μπορούν να είναι γυναίκες και να λένε: «Δεν είμαι φεμινίστρια» ή το άλλο ανεκδιήγητο «εγώ τους αγαπώ τους άντρες»…

 

Μπορώ να κατανοήσω (για λόγους …ευγένειας) ότι αποποιούνται τον χαρακτηρισμό γιατί έγινε κακή χρήση ή κατάχρηση του όρου, έγινε εσκεμμένα καρικατούρα, με αποτέλεσμα να λάβει συνδηλώσεις που απείχαν παρασάγγες από το πραγματικό νόημά του. Επίσης, καταλαβαίνω (;)όσες ντρέπονται να αποδειχθούν κατώτερες των περιστάσεων, αν δηλαδή, δεν εκπληρώνουν στην εντέλεια όλα τα συνήθη καθήκοντά τους.

 

Τους διαφεύγει, ωστόσο, ότι από αιώνες βρισκόμαστε περικυκλωμένες από την κοινωνική, οικονομική και πολιτική μισογυνία και το να είσαι φεμινίστρια σήμερα σημαίνει να αποδέχεσαι την ύπαρξή σου, να αρνείσαι να ετεροκαθορίζεσαι και να μην αναπαράγεις αυτό το καθεστώς. Είναι το ελάχιστο. Σε μερικούς μοιάζει «μερικό». Για μένα είναι το πρώτο βήμα.

 

-Στην βιβλιογραφία της Silvia Fenderici, οι γυναίκες που οδηγήθηκαν στην πυρά κατηγορούμενες σαν μάγισσες, ήταν αυτές που είχαν γνώσεις πάνω σε θεραπείες και είχαν έλεγχο πάνω στην γονιμότητα. Σήμερα ποιες γυναίκες θα οδηγούνταν στην «πυρά»;

-Θα μπορούσα να σκεφτώ μια γυναίκα ομοφυλόφιλη που είναι δημόσιο πρόσωπο να δηλώσει ευθαρσώς την ταυτότητα της. Θα μπορούσε να γίνει στόχος από το πλήθος. Όπως μια ομοφυλόφιλη βουλευτής στην Ιταλία, που παντρεύτηκε δημοσίως, βγήκε στο δρόμο και λοιδορήθηκε αγρίως! Ή μια καθηγήτρια στην επαρχία να δηλώσει ότι είναι ομοφυλόφιλη. Την επόμενη μέρα θα σταλεί στο πυρ το εξώτερον.

 

-Ο Ντήτερ Ντουμ στην δεκαετία του ’70 στο βιβλίο του «Το Άγχος στον Καπιταλισμό» είχε γράψει: «Μία βόλτα στους δρόμους μιας πόλης μας δίνει πιο πολύ την εντύπωση αποχαλινωμένης σεξουαλικότητάς παρά σεξουαλικής καταπίεσης. Κινηματογραφικές αφίσες, διαφημίσεις, προκλητικά ρούχα, εξώφυλλα περιοδικών… Η διαφήμιση μας αποκαλύπτει ένα σπουδαίο ρόλο που παίζει στην καπιταλιστική κοινωνία η φαινομενική σεξουαλική απελευθέρωση. Η σεξουαλικότητα πρέπει να απελευθερωθεί λίγο από τα δεσμά της, για να μπορέσει η βιομηχανία να την εκμεταλλευθεί.» Έπαψε μήπως να υπάρχει σεξουαλική καταπίεση;

-Πρέπει να απαντήσω; Αφού τα λέει ο ίδιος. Η ερώτηση είναι ρητορική! Η εμπορευματοποίηση μια χαρά κρατεί! Σιγά την απελευθέρωση! Είναι απελευθέρωση το κοριτσάκι να κουνιέται στο μπαρ επειδή δεν έχει άλλο τρόπο να επιβιώσει; Είναι η μόνη οδός που της υποδεικνύεται, για να μπορέσει να υπάρξει! 

 

-Η Έμα Γκόλνμαν είχε θέσει το ερώτημα: «Γυναίκες-Άντρες: Αγεφύρωτη σχέση ή μήπως πρέπει να ξεπεράσουμε αυτή την ιδέα;

-Φυσικά και μπορούμε να πορευτούμε μαζί. Αρκεί να καταλάβουν οι άντρες…

 

2

 

Κρίση: “Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;”

 

Εν όψει προεκλογικής περιόδου δημοσιεύουμε διαδικτυακά το κείμενο «Κρίση: Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;» από το 14ο τεύχος του έντυπου Παροξυσμός (άνοιξή 2014). Στο κείμενο αυτό επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπου οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε αυτήν. Ωστόσο, θεωρείται κομβικής σημασίας η ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς επίσης η ανυποταγή και η συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Στο πρώτο μέρος του κειμένου γίνεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή από τις απαρχές του καπιταλισμού έως και σήμερα, κάνοντας μια στάση στην περίοδο πριν και μετά του Δεύτερου Παγκοσμίου Πόλεμου. Ακολούθως τεκμηριώνεται η παγκόσμια φύση της κρίσης και γίνεται μια απόπειρα ερμηνείας με βάση την «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους». Καλή ανάγνωση!

 

crisis

 

Κρίση. “What care our great incroachers!”

Crisis. «Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;»

 

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή: από τις απαρχές του καπιταλισμού έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

Από τις αρχές το 20ου αιώνα, τα καμπανάκια χαιρετούν καθημερινά το άνοιγμα και το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, τιμώντας την εργασία και την αυτοθυσία των «εργατικών» κερδοσκόπων που ποντάρουν τον πλανήτη, αποφασίζουν για την αξία των εμπορευμάτων, επιλέγουν ποιοί πρέπει να πλουτίσουν και ποιοί να ζήσουν στην ανέχεια. Τα καμπανάκια χαιρετούν αυτούς που είναι ικανοί να σκοτώσουν περισσότερους απ΄ ό,τι ο πόλεμος, η πανούκλα ή οι σεισμοί. Μια μέρα του Οκτωβρίου του 1929, το Χρηματιστήριο κατέρρευσε: η ανεργία ανέβηκε στα ύψη, οι μισθοί κατρακύλησαν, η ύφεση χαρακτήρισε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του ΄30, ολόκληρος ο κόσμος πλήρωσε τα σπασμένα… Και ο κόσμος μη έχοντας άλλες εναλλακτικές, μιας και ήταν πλήρως εξαρτημένος από το κεφάλαιο, γονάτισε από την ανέχεια. Τι ήταν όμως αυτό που τον οδήγησε σε πλήρη εξάρτηση από το κεφάλαιο;  Από τον 16ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, το κεφάλαιο άρχισε να εμφανίζεται και να εδραιώνεται σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης (κυρίως στην Αγγλία) με την διαδικασία των περιφράξεων: Οι αγρότες εκδιώχθηκαν από την γη, που ζούσαν και καλλιεργούσαν, η συλλογική ιδιοκτησία έγινε ιδιωτική, φυτευτήκαν φράχτες, σκάφτηκαν χαντάκια, ο δημόσιος χώρος χάθηκε, η κοινοτική ζωή διαλύθηκε. Οι αγρότες απομακρύνθηκαν από την γη και τα μέσα παραγωγής και ακολούθως μετατράπηκαν σε εργάτες, μισθωτούς ή άμισθους. Αυτό αποτέλεσε την λεγόμενη «πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου» και έτσι ξεκίνησε ο καπιταλισμός.

 

Ας σταθούμε εντούτοις στην πρωταρχική συσσώρευση και να τονίσουμε πως πέρα από την εκδίωξη της αγροτιάς από την γη, την περίφραξη της συλλογικής ιδιοκτησίας (κοινές γαίες) και τη διάλυση της κοινωνικής ζωής, στις διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης ανήκει και η απαξίωση της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών και η κοινωνική υποβάθμιση της, που ήταν θεμελιώδης για τη συσσώρευση του κεφαλαίου και που διαρκεί μέχρι σήμερα. Η πρωταρχική συσσώρευση εστιάζει στη διάλυση της αρχικής ενότητας μεταξύ εργάτη και μέσων παραγωγής -και αυτό αποτελεί μια ιστορική προϋπόθεση του καπιταλισμού. Ωστόσο αποτελεί και το περιεχόμενο του κεφαλαίου. Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός παίρνει σάρκα και οστά, δεν διατηρεί μόνο το διαχωρισμό μεταξύ εργάτη και των μέσων παραγωγής, αλλά τον αναπαράγει σε μια διαρκώς αυξανόμενη κλίμακα. Με λίγα λόγια, αυτό που στη χαραυγή του καπιταλισμού, εμφανίζεται ως διακριτή ιστορική διαδικασία ανάδυσης του κεφαλαίου (πρωταρχική συσσώρευση), στη μετέπειτα καπιταλιστική συσσώρευση παρουσιάζεται ως μια «φυσιολογική» διαρκής διαδικασία. Δηλαδή, ό,τι εφαρμόστηκε κατά το ξεκίνημα του καπιταλισμού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, μετασχηματίζοντας τα μέσα παράγωγης και αναπαραγωγής μας σε κεφάλαιο, κάνοντας μας να είμαστε πλήρως εξαρτημένοι από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η σημερινή κρίση αποτελεί μέθοδο της «πρωταρχικής συσσώρευσης», με τον καπιταλισμό να αρπάζει και να διαλύει, έτσι ώστε να ανοίξει το δρόμο για έναν νέο κύκλο συσσώρευσης του κεφαλαίου, ώστε να επιβιώσει και ν’ αναπαραχθεί.

 

Συνεχίζοντας την ιστορική αναδρομή σε πιο πρόσφατες περιόδους, να σημειώσουμε πως η κρίση, μπορεί να παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα «ανεύθυνων κερδοσκόπων», αλλά στην πραγματικότητα είναι μια κρυφή κρίση των ταξικών και κοινωνικών σχέσεων. Μετά το Ά Παγκόσμιο Πόλεμο έχουμε σε μαζική κλίμακα την εφαρμογή του Τεϋλορισμού-Φορντισμού, όπου η βιομηχανική παραγωγή μεγιστοποιήθηκε, με τους εργάτες να λειτουργούν σαν απλά εξαρτήματα των μηχανών και το ανθρώπινο χέρι να μην ξεχωρίζει από τα εργαλεία. Παράλληλα, τα επαναστατικά κινήματα βρίσκονται σε ακμή, αποτέλεσμα επαναστατικών διαδικασιών που ξεκίνησαν από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Άγγλος οικονομολόγος Τζών Κέυνς, αναγνωρίζει τη δύναμη της εργατικής τάξης και υποστηρίζει πως με την κατάλληλη κρατική παρέμβαση μπορεί να φέρει αύξηση  της παραγωγικότητας, της κατανάλωσης και της ευμάρειας. Πριν το Κραχ του ΄29, μέρος του κεφαλαίου βάλτωνε στο Χρηματιστήριο, στοιχηματίζοντας κέρδη από μελλοντική εργασία. Μετά το Κραχ και συγκεκριμένα από το 1933 έως το 1936 θεσπίζονται μια σειρά από οικονομικά προγράμματα στις ΗΠΑ, όπως είναι η κοινωνική ασφάλιση και η αναγνώριση του συνδικαλισμού. Αυτή η σειρά των οικονομικών προγραμμάτων περιγράφτηκαν με τον όρο New Deal και ήταν η απάντηση στο Κραχ του ΄29. Το New Deal ουσιαστικά ήταν η εφαρμογή του λεγόμενου Κεϋνσιανισμού, όπου αφεντικά και εργάτες έδωσαν τα χέρια. Το πρόγραμμα του Κεϋνσιανισμού ολοκληρώθηκε με την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λύνοντας και το πρόβλημα της πλεονάζουσας εργασίας. Πως; Με τη σφαγή εκατομμυρίων ανθρώπων στα πεδία μάχης…

 

Από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα…

 

Λίγο πριν την λήξη του Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ιδρύονται η Παγκόσμια Τράπεζα και το Δ.Ν.Τ. σε μια Διεθνή Συνδιάσκεψη που συνήλθε στο Bretton Woods των ΗΠΑ και αναλαμβάνουν το ρόλο των εγγυητών για την ομαλή αναπαραγωγή της παγκόσμιας κυριαρχίας του κεφαλαίου. Μετά το αιματοκύλισμα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων τα αφεντικά «μαλακώνουν» και εφαρμόζουν το λεγόμενο κράτος πρόνοιας. Αυτό οδηγεί στην ενσωμάτωση της εργατικής τάξης και σε συνδυασμό με τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής, αυξάνεται η παραγωγικότητα και η κατανάλωση. Η δεκαετία του ’60 φέρνει στην επιφάνεια ισχυρά κινήματα αμφισβήτησης και το κράτος απαντά με περισσότερες κοινωνικές παροχές. Όμως τα πνεύματα δεν καταλαγιάζουν… Τα κινήματα δυναμώνουν, επιχειρώντας την «έφοδο στον ουρανό», σπάζοντας  τα όρια του New Deal. Οι αγώνες αυτοί κυκλοφόρησαν από τα εργοστάσια στα σχολεία, τις κουζίνες και τις κρεβατοκάμαρες, την ύπαιθρο των μητροπόλεων και των αποικιών. Οι μαχητικές διαδηλώσεις και η ένοπλη πάλη, οι φεμινίστριες και οι μαύροι, οι χίπηδες και οι ομοφυλόφιλοι, το LSD και η ψυχεδέλεια, αναγκάζουν το αντιπρόεδρο της Ford το 1969 να αποφανθεί πως «η παραδοσιακή εργασιακή ηθική των ΗΠΑ -η σκληρή δουλεία ως αρετή και καθήκον- έχει διαβρωθεί σε σημαντικό βαθμό». Αυτή η γενικευμένη ανυποταγή, αυτή η κρίση στην πειθάρχηση της εργατικής τάξης, οδηγεί σε μια νέα κρίση κερδοφορίας που εμφανίστηκε στη δεκαετία του ΄70. Αυτή η κρίση παρουσιάστηκε σαν μια μυστικοποιημένη οικονομική κρίση αλλά στην πραγματικότητα ήταν μια κρίση από την συσσώρευση δυσαρέσκειας και αρνήσεων από την πλευρά των εκμεταλλευομένων. Η απάντηση σε αυτήν την κρίση από την πλευρά του κράτους και του κεφαλαίου ήταν από τη μια η επίθεση στα κατεκτημένα των κοινωνικών και ταξικών αγώνων και από την άλλη η αποφυγή της υποκατανάλωσης και η διασφάλιση της μελλοντικής εκμετάλλευσης μέσω της διεύρυνσης του δανεισμού. Νεοφιλελευθερισμός λοιπόν… Και κάθε εργασιακή «συμφωνία»σπάει. Από τότε η κρίση έπαιρνε συνεχώς αναβολές, αλλά πάντα αιωρούνταν ως ενδεχόμενο, μέχρι που το 2008 έκανε πάλι την εμφάνισή της…

 

Η παγκόσμια φύση της κρίσης.

 

Την ίδια χρονιά που η σφαίρα του μπάτσου Κορκονέα, διαπερνά το σώμα του νεαρού Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η κρίση, που ενδημούσε από την δεκαετία του ΄70, κάνει την εμφάνισή της σε παγκόσμια κλίμακα και εκδηλώνεται με άγρια μορφή και στην Ελλάδα. Ντόπιοι οικονομολόγοι και πολιτικοί, αρχικά έριξαν το φταίξιμο στην «τεμπελιά» των ελλήνων, στον «διογκωμένο» δημόσιο τομέα κτλ. Πατριώτες, εθνικιστές και φασίστες έριξαν το φταίξιμο στους μετανάστες και στα «ξένα κέντρα». Κάνεις δεν απέδωσε καμία ευθύνη στον καπιταλισμό. Αργότερα η κρίση εμφανίστηκε και σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης: η ανεργία στην Ισπανία και την Ιταλία έκανε κοινώς αποδεκτό πως η κρίση δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Το επόμενο διάστημα τα νούμερα της ανεργίας δείχνουν ότι και στην υπόλοιπη Ευρώπη τα προβλήματα δεν είναι λίγα. Στην Γαλλία, τη Σουηδία, το Βέλγιο ακόμα και στη Γερμανία  οι μισθοί πέφτουν, παρουσιάζονται ελλείμματα στα ταμεία, παγώνουν οι συντάξεις. Δεν βρίσκεται μόνο η Νότια Ευρώπη σε εποχή κρίσης, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη νοσεί. Και πάλι δε σταματάμε εδώ, διότι τα ίδια συμβαίνουν και στις ΗΠΑ –εξάλλου από εκεί έκανε επανεκκίνηση με την φούσκα των στεγαστικών δανείων και την κατάρρευση του οικονομικού κολοσσού Lehman Brothers. Τα στοιχεία που δίνουν ο ΟΗΕ και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, ως προς την ανεργία και το μέσο εισόδημα ανά κάτοικο, δείχνουν ότι η κρίση βαθαίνει, διευρύνεται. Από όλα αυτά μπορούμε να συμπεράνουμε πως η κρίση είναι παγκοσμίου βεληνεκούς, είναι δηλαδή μια παγκόσμια κρίση.

 

Τα αφεντικά αυτού του κόσμου, όσο και θέλουν να το αποκρύψουν, πλέον δεν μπορούν να αρνηθούν την παγκόσμια φύση της κρίσης. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να δεχτούν πως η κρίση προκύπτει από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλισμού. Άλλωστε με αυτόν τον τρόπο πιστεύουν πως θα διασώσουν το σύστημα από το οποίο τρέφονται.

 

Μια απόπειρα ερμηνείας της κρίσης. Ο νόμος της αξίας.

 

Τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ως γνήσια φερέφωνα του κεφαλαίου και της εξουσίας, αν και έχουν άποψη επί παντός επιστητού, για την κρίση αρνούνται μετά από τόσο καιρό να δώσουν μια σαφής απάντηση, αποκρύπτοντας την ουσία του προβλήματος. «Κρίση Χρέους», «Χρηματοπιστωτική Κρίση», «Κρίση Καζίνο» κτλ είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που οδηγούν την κοινή συνείδηση σε ένα μυστικοποίημενο κόσμο χρηματοπιστωτικών κυκλωμάτων, μετοχικών εταιριών, διαφθαρμένων πολιτικών, που κανένας και  καμία από εμάς δεν καταλαβαίνει τι γίνεται. Και σίγουρα αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι…

 

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ερμηνεύσει κανείς την κρίση και να την ονοματίσει. Εδώ επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από το ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε κρίση. Σε αυτή την ανάλυση θεωρούμε κομβικής σημασίας την ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς και την ανυποταγή και τη συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Όπως αναφέρει ο Caffentzis (1980) «Ο νόμος της αξίας είναι η αντίληψη σύμφωνα με την οποία, οι τιμές, τα κέρδη, τα κόστη και τα λοιπά μεγέθη των λογιστικών βιβλίων καθορίζονται -και εξηγούνται- από τον χρόνο εργασίας που αναλώνεται για την παραγωγή των εμπορευμάτων και την αναπαραγωγή των εργατών» (σελ.69). Από την πλευρά τους τα αφεντικά κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να αποκομίσουν όσο δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος από την εκμετάλλευση της εργασία των εργατών. Αυτό που ενδιαφέρει τα αφεντικά είναι η ανάπτυξη αυτών των συνθηκών, όχι για να εξυπηρετηθούν οι ανθρώπινες ανάγκες ή για να βελτιωθεί η ζωή μας, αλλά για να αυξηθεί το κέρδος τους. Εκείνο που πρωτίστως τους ενδιαφέρει, είναι το ποσοστό κέρδους, δηλαδή πόσο κέρδος θα αποκομίσουν σε σχέση με κεφάλαιο που θα δαπανήσουν σε μισθούς, νοίκια, εγκαταστάσεις, πρώτες ύλες κτλ. (Και για να είμαστε ακριβείς, το ποσοστό κέρδους είναι ο λόγος της αποσπώμενης υπεραξίας προς το άθροισμα του μεταβλητού και σταθερού κεφαλαίου).

 

Όταν η νεκρή εργασία τρώει τους ζωντανούς.

 

Το κεφάλαιο έχει την τάση να βάζει όλο και περισσότερες μηχανές στην παραγωγή. Δυο σημαντικοί λόγοι, που καταφεύγει σε αυτήν την επιλογή, είναι οι εξής: Πρώτον, αυξάνεται η παραγωγικότητα και δεύτερον, οι μηχανές κάνουν ακριβώς ότι τους λένε, δεν φέρνουν αντιρρήσεις, ούτε κάνουν απεργίες όπως οι εργάτες. Μακροπρόθεσμα όμως αυτό έχει σαν συνέπεια να μειώνεται το κέρδος των αφεντικών. Μπορούμε να πούμε, πως στην παραγωγή όσο περισσότερο κεφάλαιο ξοδεύεται για μηχανήματα σε σχέση με τα κεφάλαιο που ξοδεύεται στους μισθούς των εργατών που δουλεύουν, τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό κέρδους. Το πιο σημαντικό είναι πως ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να δώσει κέρδος στα αφεντικά είναι η εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας. Γιατί η εργατική δύναμη είναι η μοναδική γενεσιουργός πηγή της αξίας. Και αν θέλουμε να πάμε και στα πεδία της φιλοσοφίας, η κρίσιμη ικανότητα που προικίζει την ανθρώπινη εργασία να παράγει αξία, δεν είναι η αδυναμία να κατασκευαστούν μηχανές-ρομπότ που θα την αντικαταστήσουν, αλλά η ικανότητα της ανθρώπινης εργασίας να στερήσει τον αφέντη από τις υπηρεσίες της. Η ικανότητα να αρνηθεί τον ίδιο της τον εαυτό. Η ικανότητα μας να πούμε «όχι» στην εκμετάλλευση.

 

Το κεφάλαιο, λοιπόν, θέλει να ξεμπερδέψει μια και καλή με τους εργάτες. Θέλει να τους κάνει στην άκρη. Να απαλλαγεί από την ανυποταγή, τις διεκδικήσεις και το «ατίθασο χέρι της εργασίας». Το κεφάλαιο απαντά στην απειθαρχία της εργασίας με την αντικατάσταση του ανυπάκουου εργάτη από την υπάκουη μηχανή. Διώχνει την ζωντανή εργασία (τους εργάτες) και στη θέση της βάζει τη νεκρή εργασία (τις μηχανές). Αλλά από την άλλη, ο μοναδικός παράγοντας που του φέρνει κέρδη είναι η ίδια εκμετάλλευση της εργασίας. Μόνο η εργασία μπορεί να παράξει κέρδος για τα αφεντικά. Αυτή η αντίφαση, έχει συνέπειες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου που θα εκδηλωθούν ως μείωση του ποσοστού κέρδους.

 

Σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται μια αύξηση της μισθωτής εργασίας με μια παράλληλη μείωση του αριθμού των αγροτών και των ελεύθερων επαγγελματιών. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι είναι αποκομμένοι από την γη και τα μέσα παραγωγής και εξαρτώνται ακόμα πιο πολύ από το κεφάλαιο, με ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων να είναι άνεργοι ή σε καθεστώς υποαπασχόλησης. Ταυτόχρονα, ενώ έχουμε μια υπερσυσσώρευση μηχανών, το μέσο ποσοστό κέρδους μειώνεται και μαζί μειώνεται και η ζήτηση των μισθωτών, που το μονό που μπορούν να κάνουν για να επιβιώσουν είναι να πουλήσουν σε κάποιο αφεντικό την χειρονακτική ή διανοητική τους ικανότητα ή ακόμα και το τελευταίο οχυρό της αξιοπρέπειά τους, δηλαδή το ίδιο τους το κορμί…

 

Από την φούσκα του χρηματιστηρίου στη σφαίρα της παραγωγής.

 

Επίσης, ένα τμήμα του κεφαλαίου που δεν μπορεί να αξιοποιηθεί, στρέφεται στο χρηματιστήριο με την προοπτική μέσα από απάτες και χρηματοπιστωτικές αγυρτείες να βγάλει κέρδη εκ του μηδενός. Το χρήμα να γεννήσει χρήμα δηλαδή, χωρίς την μεσολάβηση του εργάτη. Έτσι φεύγουμε από το πραγματικό κόσμο της παραγωγής και πάμε στο μυστικιστικό κόσμο του χρηματιστηρίου. Όπως περιγράφηκε πιο πάνω, η αιτία της κρίσης εντοπίζεται στην ίδια την σφαίρα της παραγωγής και επειδή σε αυτήν την σφαίρα δεν έβγαζαν αρκετά κέρδη τα αφεντικά, μεταφέρανε τα κεφάλαια στις σάλες του χρηματιστηρίου. Εκεί όμως που τα κέρδη δεν έχουν πραγματικό αντίκρισμα και αντιστοιχούσαν μόνο σε ψευτοαξίες σε χαρτιά και μετοχές, η κρίση έσκασε σαν φούσκα.  Έσκασε σαν φούσκα και επέστρεψε στον πραγματικό κόσμο, δηλαδή στο κόσμο της παραγωγής. Μπορούμε να πούμε ότι η κρίση είναι η βίαιη αποκατάσταση της χαμένης ενότητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Και η βία παράγει βία…

 

 Στο βάθος πόλεμος.

 

Αυτή η «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους», μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση κάθε φορά και για τον καπιταλισμό και για την κοινωνία. Η έκβαση αυτή εξαρτάται από διάφορες μεταβλητές, από αγώνες με αβέβαιη κατάληξη, από κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Το κεφάλαιο από την μεριά του, προσπαθεί να αντισταθμίσει αυτήν την «πτωτική τάση» με διάφορα μέτρα, που σε πολλούς και πολλές από εμάς θα φανούν αρκετά οικεία, με πιο βασικά τα εξής: κοινωνικοποίηση της χασούρας των  τραπεζών, εντατικοποίηση της εργασίας, αύξηση των ωρών εργασίας -χωρίς αύξηση του μισθού-, συμπίεση μισθών και κοινωνικών παροχών σε υγεία, ασφάλεια, συντάξεις κτλ, χρησιμοποίηση μαύρης και φθηνής εργασίας μεταναστών και ντόπιων. Με την ανεργία να αποτελεί έναν άσο στο μανίκι των αφεντικών, ως μια στρατηγική για την αύξηση του εφεδρικού στρατού φτηνών εργατών. Και όλα αυτά εφαρμόζονται –συνήθως- κλιμακωτά μέχρι όσο τους παίρνει.. Και αν όλα αυτά τα μέτρα δεν φανούν αρκετά, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι πάντα στο βάθος του τούνελ της κρίσης σιγοφέγγει η λάμψη του πολέμου…

 

Εν κατακλείδι;

 

Η βία της κρίσης, πριν απ΄όλα, είναι η κοινωνική βία εναντίον των οικογενειών που πετιούνται στο δρόμο, είναι οι μαζικές απολύσεις, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι μετεγκαταστάσεις τους, οι ουρές στα φιλανθρωπικά συσσίτια, οι άστεγοι, τα σκοτεινά σπίτια, ο ακρωτηριασμός των κοινωνικών δαπανών. Είναι η ποινικοποίηση των κοινωνικών αντιστάσεων και αγώνων, η ενίσχυση του κατασταλτικού κράτους, η επιβολή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, για να συνηθίσουν οι εργάτες και οι εργάτριες την καπιταλιστική πειθαρχία.  Είναι, τέλος, ο πόλεμος για την μοιρασιά των ζωνών επιρροής, την πρόσβαση στις πηγές ενέργειας, τη λεηλασία πρώτων υλών, την αγορά εξοπλιστικών συστημάτων.

 

Τελικά η ανυποταγή, η απειθαρχία των εργατών και των εργατριών, οι αγώνες και οι διεκδικήσεις, τα κινήματα αμφισβήτησης, αναγκάζουν τα αφεντικά να αντικαταστήσουν με μηχανές το μοναδικό παράγοντα που μπορεί να παράξει αξία, δηλαδή τον άνθρωπο… Και αυτή η αντίφαση, μειώνει τα κέρδη τους, ρίχνει τα ποσοστά τους, τους οδηγεί στον τζόγο του χρηματιστηρίου, οδηγεί σε κρίση… Πάραυτα, οι κρίσεις μπορούν να ξεπεραστούν. Το ζήτημα είναι με ποιο τίμημα ξεπερνιούνται και ποιος πληρώνει. Η συγκυρία της κρίσης θα αξιοποιηθεί από τα κινήματα ως μια ευκαιρία για επανάσταση ή θα οδηγήσει σε μια νέα μορφή καπιταλιστικής βαρβαρότητας; Την απάντηση δεν την δίνει η θεωρία. Την απάντηση μπορούν να την δώσουν οι ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες που διεξάγονται παντού.

 

 

Βιβλιογραφία

– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. Ά. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. ΄Γ (σελ.267-328). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

– Ρούσης, Γ. (2012). Από την κρίση στην επανάσταση. Αθήνα: Γκοβόστη.

– Φάμπρικα Υφανέτ. (2010). Η μονιμότητα της κρίσης του καπιταλισμού. Factory, (1), 8-13.

– Caffentzis, G. (2012). Η εργασία, η ενέργεια, η κρίση και το τέλος του κόσμου. Αθήνα: Αρχείο 71.

– Bonefeld, W. (2002). Ιστορία και κοινωνική σύσταση: Η πρωταρχική συσσώρευση δεν είναι πρωταρχική. Ανάκληση από Rebelnet.gr.

– Federici, S. (2011). Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.

– Federici, S., Caffentzis, G., Jappe, A. & κ.α. (2012). Σημειώσεις της στέπας, (2). Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.

– Holloway, J. (2006). Ας αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία. Αθήνα: Σαββάλας.

-Midnight Notes & Friends. (2009). Υποσχετικές Επιστολές – Από την Κρίση στα Κοινά. Ανάκληση από Rebelnet.gr.

 

image0323

Λίγα λόγια για το φοιτητικό κίνημα…

 

Μεγάλες νύχτες, Μικρά πρωινά (Μάης '68)

 

Από τις σελίδες του Παροξυσμού (Φθινόπωρο 2007).

 

Μερικές φορές οι φοιτητές μάχονται ενάντια στην εξουσία. Αυτός όμως ο αγώνας έχει τον χαρακτήρα ενός αγώνα για μια αστική ή πιο «σοσιαλίζουσα» δημοκρατία, δηλαδή του αγώνα για μια σύγχρονη αστική δημοκρατία. Ο αγώνας τους είναι ο αγώνας όλων των πρωτοποριακών αστικών τάξεων. Κατάντησε άλλωστε κοινοτυπία να λέμε πως οι νεαροί αστοί, μέλλοντες δικηγόροι, δικαστές, γιατροί, εγκεκριμένοι έμποροι της κουλτούρας και της επιστήμης, καθάρματα της οικονομίας και της βιομηχανίας, ιερείς-φιλόσοφοι της ιδεολογίας, μπάτσοι-ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι της εξουσίας, νομάρχες, ανώτεροι αστυνομικοί, αρχιτέκτονες των μελλοντικών Σαρσελλων (η λίστα κάθε άλλο παρά είναι εξονυχιστική) δεν μπορούν στο σύνολό τους να συμμαχήσουν με το προλεταριάτο εν όψει της απελευθέρωσης του. Αυτή η απελευθέρωση σημαίνει για δαύτους το χαμό μιας προνομιακής ταξικής κατάστασης. Ο μέσος φοιτητής, μόλις περάσει η ιλαρά  του η ή νεανική του εξέγερση της περιόδου της συνδικαλιστικής του παρθενιάς, θα βιαστεί να τελειώσει τις σπουδές του για να προσχωρήσει ψυχή τε και σώματι στο στρατόπεδο της εξουσίας. Είναι αυτός που θα παγιδευτεί μέσα στα κομφόρ των αντικειμένων και που θα ταμπουρωθεί πίσω απ’ τα διπλώματα και την κουλτούρα της εξουσίας: ο παραδοσιακός μαζικός φοιτητικός συνδικαλισμός, εξ ορισμού, δεν αποβλέπει παρά στην καλυτέρευση της τύχης του φοιτητή, και κατά συνέπεια, στο να του επιτρέψει να φτάσει γρηγορότερα και καλύτερα στην κατάσταση ή στην καριέρα που επιδιώκει λίγο-πολύ ακόμα και στη διάρκεια των «τρελών» χρόνων του.

 

Όπως και να ΄χει το πράγμα, πρέπει να κάνουμε μια οριστική διάκριση μεταξύ των φοιτητών που θα ήταν αναγκαία εκμεταλλευμένοι και αυτών που θα γίνονταν μικροί ή μεγάλοι αστοί, μικροστελέχοι, καλύτερα πληρωμένα από τους εργάτες, αλλά χολωμένα που δεν μπόρεσαν να ανέβουν ψηλότερα στην ιεραρχική κλίμακα. Αυτή η κακοτυχία των μετρίων πλουσίων, αυτό το ολοφάνερο γεγονός ότι η πλειοψηφία των φοιτητών (των αληθινών φοιτητών) δεν θα κατορθώσει να φτάσει την πολυπόθητη αστική κοινωνική θέση, θα μπορούσε να αποδεικνύει ότι ο φοιτητής θα γίνει πραγματικά προλετάριος πασαλειμμένος με ένα μικροαστικό βερνίκι, ν΄ αποδεικνύει ότι είναι από τώρα ένας αισχρά εκμεταλλευμένος προλετάριος εξ αιτίας της ασυνέπειας του καπιταλισμού. Όλα αυτά θα μπορούσαν να μας πείσουν πως ο φοιτητής είναι τώρα και ήταν πάντα ένας ιστορικός σύμμαχος της εργατικής τάξης. Αυτή η αποδεικτική λογική καταλήγει φυσικά στην αναγκαιότητα της καλυτέρευσης της μοίρας του φοιτητή και της τωρινής υπεράσπισης του μελλοντικού επαγγέλματός του. Έτσι βλέπουμε να οργανώνεται, για παράδειγμα, σε μερικά μέρη, μια υπεράσπιση του επαγγέλματος του ψυχολόγου που χρησιμεύει συγχρόνως για δεσμοφύλακας των παραβατών του νόμου, για συμφιλιωτής του εργαζομένου και των συνθηκών εργασίας στη σύγχρονη επιχείρηση, για ευνουχιστής των προδιαθέσεων αμφισβήτησης στους ενδεχόμενους επαναστάτες, για νέος καθοδηγητής της συνείδησης κλπ. Η  μικρή αντίφαση που κάνει την αστική τάξη να διστάζει να επενδύει περισσότερα στο πανεπιστήμιο της, έχει σαν συνέπεια μια επιφανειακή αντίθεση μεταξύ των φοιτητικών συμφερόντων και των συμφερόντων της εξουσίας. Η κατεργαριά των ηλίθιων συνδικαλιστών είναι να εξηγήσουν στην αστική τάξη ποια είναι τα αληθινά της συμφέροντα, τι πρέπει να κάνει για να επιλύσει της αντιφάσεις της. Δεν έχει καμιά σημασία αν αυτοί οι συνδικαλιστές κάνουν μερικές μαλακισμένες αναλύσεις πάνω στα συμφέροντα της μπουρζουαζίας εκείνο που μετράει είναι η έννοια της πρακτικής τους, η συνείδησή τους ότι πρέπει να ανταποκριθούν στις «αληθινές επιθυμίες» της αστικής τάξης. Εάν επιφανειακά τα συμφέροντα των φοιτητών και της εξουσίας αντιφάσκουν, οι συνδικαλιστές αυτοί κάνουν το πάν για να μας αποδείξουν ότι δεν υπάρχει ούτε καν φαινομενική αντίθεση.

 

Πρέπει να έχουμε  περισσότερες φιλοδοξίες, να μην αρκούμαστε σε μερικές αντιδράσεις ούτε στα ψυχία  της υπεράσπισης μιας κατηγορίας φοιτητών. Πρέπει να διαπιστώσουμε ότι το πανεπιστήμιο πέρα από το ρόλο του στον κοινωνικό και τεχνικό καταμερισμό της εργασίας, έχει την αποστολή να διοχετεύει τη σκέψη της εξουσίας. Το περιεχόμενο της ταξικής εκπαίδευσης είναι η κουλτούρα αυτής της τάξης ή όταν είναι «ουδέτερη», η κουλτούρα προς όφελος αυτής της τάξης. Για τον αληθινό φοιτητή το πανεπιστήμιο είναι ο τόπος όπου μυείται στις φόρμουλες και στις ιερές επιστήμες που θα του επιτρέψουν να κυριαρχήσει στην κοινωνία, μαζί με τους ομοίους του, μέσα στα πλαίσια της αστικής τάξης. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι μια μύηση στην κυριαρχία. Η σκέψη της εξουσίας που διδάσκεται στο πανεπιστήμιο και στα κολέγια παίζει αναμφισβήτητα ένα σημαντικό ρόλο στην κοινωνία που αμφισβητούμε.

 

Την ξαναβρίσκουμε να κατευθύνει την καθημερινή ζωή, με τους νόμους και την κάθε είδους ηθική, να οργανώνει και να διαιωνίζει την οικονομική κυριαρχία της αστικής τάξης….

 

Απόσπασμα της πλατφόρμας των επαναστατών «φοιτητών» της Νάντης στην Γαλλία αρχές του 1968, που τιτλοφορήθηκε ειρωνικά: ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΙΑΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΚΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΣΤΗΝ U.N.E.F (Εθνική Φοιτητική Ένωση Γαλλίας).

Αλέξης Γρηγορόπουλος – Σαχτζάτ Λουκμάν – Παύλος Φύσσας.

hki

 

Αλέξης Γρηγορόπουλος. Η σφαίρα της ελληνικής αστυνομίας που διαπέρασε την νεανική του καρδία, σηματοδότησε το πέρασμα από την μία εποχή στην άλλη. Από τότε τίποτε δεν είναι πια το ίδιο.

 

Σαχτζάτ Λουκμάν. Οι επανωτές μαχαιριές που δέχτηκε πισώπλατα μέχρι θανάτου από φασίστες, αποκάλυψαν την ύπαρξη εκατοντάδων μεταναστών με δύσκολα ονόματα και άγνωστες ιστορίες που δολοφονούνται στα σύνορα, στα τμήματα, στους δρόμους, τα χωράφια, τα κάτεργα.

 

Παύλος Φύσσας. Υψώνοντας το ανάστημα του, κατέδειξε πως το μαχαίρι που χώθηκε απευθείας στην καρδιά του, το κρατούσαν χιλιάδες «ανυποψίαστοι» έλληνες πολίτες που  τόσα χρόνια εκτρέφουν το φασισμό.

 

Αλέξης, Σαχτζάτ, Παύλος: σύμβολα της εποχής που ζούμε, σύμβολα της εποχής που έρχεται. 

 

[ Σκίτσο του Okso81 από το εξώφυλλο του 14ου τεύχους του Παροξυσμού.]

 

Το facebook, ο ναρκισσισμός, η αποξένωση και η αόρατη εργασία.

 

paros14fin

 

[από τις σελίδες του 14ου τεύχους του εντύπου “Παροξυσμός”]

 

Αυτήν την στιγμή το «facebook» σημειώνει ρεκόρ επισκεψιμότητας με τον αριθμό των χρηστών να ξεπερνά επίσημα το ένα δισεκατομμύριο. Η αρχική ιδέα της δημιουργίας αυτού του πανίσχυρου δικτύου βασίστηκε στην δυνατότητα μετατροπής μιας διαδικτυακής σχέσης σε άμεση ή έμμεση ερωτική/σεξουαλική σχέση. Δυο άγνωστοι άνθρωποι, μεταφέρονται από τον «πραγματικό» κόσμο στο εικονικό κόσμο του διαδικτύου, γνωρίζονται εκεί με την προσδοκία να επιστρέψουν στον «πραγματικό» κόσμο και να σμίξουν … Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η επιστροφή αυτή σπανίως συντελείται και ο χρήστης μένει εγκλωβισμένος στο αχανές χωροχρόνο του διαδικτύου, καρφωμένος στην οθόνη του υπολογιστή, νομίζοντας πως κοινωνικοποιείται, ταξιδεύει, συμμετέχει, δρα πολιτικά… Όλα αυτά συντελούνται στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον, όπου οι άνθρωποι απομονώνονται και διαφέρουν όλο και περισσότερο ο ένας απ’τον άλλον και ταυτόχρονα μετατρέπονται σε ουδέτερα ομοιογενή στοιχεία. Ο καθένας και η καθεμία έχει την δυνατότητα να διαλέξει στυλ και άποψη μέσα από μια γκάμα επιλόγων προχωρώντας παράλληλα και στην κατάλληλη κατανάλωση εμπορευμάτων. Το αποτέλεσμα είναι οι έννοιες της ύπαρξης, του νοήματος και της ταυτότητας να γίνονται αντιληπτές μόνο μέσα από τη σκοπιά του εμπορεύματος.

 

Το facebook, ως μέσο, εμπεριέχει διάφορες μορφές επικοινωνίας, διαμεσολαβημένης πάντα, μιας και ανάμεσα των χρηστών υπάρχει ως επικοινωνιακό μέσο ο υπολογιστής και οι λειτουργίες του facebook. Αν θέλαμε με δυο λέξεις να περιγράψουμε την συμπεριφορά του μέσου χρήστη του facebook, θα επιλέγαμε τις λέξεις «ναρκισσισμός» και «εγωισμός». Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός ανατροφοδοτούνται από διάφορες επιλογές του facebook. Παράδειγμα ο «Τοίχος» (wall) προσκαλεί τον χρήστη να γράψει τί σκέφτεται ("Τι σκέφτεστε;") και τους φίλους του να γράψουν κάτι στον χρήστη ("Γράψτε κάτι …"). Από την πλευρά του χρήστη το μήνυμα που θα γράψει είναι αυτοαναφορικό, μια έκκληση προς παρατήρηση και κοινωνική σχέση. Οι φίλοι του μπορούν να του κάνουν «like», επιβραβεύοντας τον, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι ο χρήστης αποκτά ένα ρόλο και μια σημασία στην κοινωνία. Από ένα σημείο και μετά ο χρήστης ανεβάζει μηνύματα, τραγούδια, βίντεο και φωτογραφίες τα οποία επιδιώκει να είναι τα πλέον αποδεκτά στους ψηφιακούς του φίλους. Πολλά από αυτά ίσως να μην τον εκφράζουν ή να μην έχουν ιδιαίτερη σημασία για αυτόν, αλλά προωθούνται λόγω της αποδοχής που μπορεί να έχουν σε μια μερίδα των φίλων του, φτιάχνοντας ένα προφίλ που απέχει από την πραγματικότητα του χρήστη. Έτσι, το προφίλ του facebook αποτελεί συνήθως ένα ασυνάρτητο μωσαϊκό στο οποίο ο Μπακούνιν βρίσκεται δίπλα στο Game of Throne, διάσημοι ποδοσφαιριστές δίπλα στους Ζαπατίστας, ένα ανέκδοτο να διαδέχεται τη φωτογραφία μιας δολοφονίας και ο σπάιντερ-μαν να παίρνει την θέση ενός αστέγου… Το ασυνάρτητο αυτό ψηφιακό μωσαϊκό φυσικά αντικατοπτρίζει και τη σημερινή κατάσταση κοινωνικής αφασίας και εγωπάθειας που κυριαρχεί.

 

Τελικά, ο χρήστης μετατρέπεται σε ηθοποιό επί σκηνής, ενώ οι υπόλοιποι χρήστες στο κοινό του. Ο χρήστης καθορίζει την δραστηριότητά του στο facebook σε σχέση με το τί θέλει το υποτιθέμενο κοινό του. Πλέον, ο χρήστης διακατέχεται από μια αγωνία να παίξει τον ρόλο του, να φτιάξει το προφίλ του, να προωθήσει τις ιδέες του, να πει την γνώμη του επί παντός επιστητού, να επιβάλει την αισθητική και την άποψη του, να δώσει την παράστασή του, να γίνει κάποιος. Και όλα αυτά καρφωμένος πάντα στην οθόνη του pc του ή του tablet του.

 

Εδώ, μπορούμε να πούμε, πως ο χρήστης μπορεί να μην είναι ικανοποιημένος από την ίδια την καθημερινότητά του και το facebook να λειτουργεί ως υποκατάστατο το οποίο αναστέλλει κάθε κίνηση για αλλαγή, μιας και η «άλλη» επιθυμητή καθημερινότητα εκπληρώνεται μέσα από αυτό.

 

Τελικά ο χρήστης αποξενώνεται, με το «φαίνεσθαι» να απέχει πολύ από το «είναι». Από τη μια αισθάνεται ψεύτικος -λόγω της εικόνας που προωθεί- και από την άλλη θεωρεί τον πραγματικό εαυτό σαν κάτι μικρό και ασήμαντο. Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός εντείνουν τον φόβο της απόρριψης και η κοινωνία και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων προβάλλουν εχθρικά και απειλητικά προς τον χρήστη.

 

Κάνοντας την παραπάνω μικρή αναφορά για το πως οι λειτουργίες του facebook επηρεάζουν τον ίδιο τον χρήστη, δεν μπορούμε έτσι απλά να καταλήξουμε σε μια δαιμονοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των τεχνολογιών επικοινωνίας. Ούτε πιστεύουμε πως όποιος διαβάσει αυτό το κείμενο, θα εγκαταλείψει την αγαπημένη του διαδικτυακή ασχολία. Ας συνειδητοποιήσουμε, όμως, την αποξένωση και το χάσιμο που προκαλεί αυτό το μέσο, αλλά και την εκμετάλλευση που κρύβει.  Και ένα μέσο με ένα δις χρήστες και τόσες δυνατότητες, δεν είναι δυνατόν να μην βασίζεται στην εκμετάλλευση. Όλη αυτή την παραγωγική δύναμη του facebook, σίγουρα δεν την δημιουργεί ο Zuckerberg. Εμείς, οι εργάτες και οι εργάτριες αυτού του κόσμου την δημιουργούμε. Και μάλιστα, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, εργαζόμαστε άμισθα καθημερινά για το facebook καθώς και για άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συγκεκριμένα, το facebook εγκολπώνει κάθε μέρα περιεχόμενα, γνώσεις, συναισθήματα ακόμα και σχέσεις από όλους τους χρήστες. Τούτος ο πλούτος του facebook δεν παράγεται από τον Zuckerberg, αλλά από όλους τους χρήστες του. Κάθε μέρα ο Zuckerberg, πουλά αυτήν την εργασία των χρηστών -την οποία ποτέ δεν αμείβει-, μετατρέποντας την σε κέρδος για τον ίδιο. Κοντολογίς, η ψηφιακή κοινότητα του facebook παράγει πληροφορία (γούστα, καταναλωτικές συνήθειες, τάσεις αγοραστικές) που πακετάρονται με την μορφή στατιστικών στοιχείων και πωλούνται σε άλλους, όπως επίσης χρησιμοποιούνται σε διαφημίσεις και προσφορές όλων των ειδών.

 

Ένα δις και κάτι ψιλά εκατομμύρια άνθρωποι που χρησιμοποιούν αυτήν την στιγμή το facebook,  το κάνουν λόγω της ανάγκης για επικοινωνία στον πραγματικό κόσμο και για τον αντίστοιχο μετασχηματισμό του. Το πρόβλημα είναι ότι οι δυνατότητες των χρηστών εγκλωβίζονται στο ψηφιακό κόσμο και τείνουν να υποκαταστήσουν τις αδιαμεσολάβητες μορφές επικοινωνίας. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών πιστεύει ότι του παρέχουν μια δωρεάν δυνατότητα, ενώ στην πραγματικότητα είναι αντικείμενο κοροϊδίας και εκμετάλλευσης. Συνεπώς, ας συνειδητοποιήσουμε πως το facebook μας αποξενώνει και ενσωματώνει εκμετάλλευση. Είναι ένα φαραωνικό ψηφιακό έργο που κάθε μέρα οικοδομείται από την δικιά μας αόρατη εργασία. Ας αποκτήσουμε την επίγνωση και ας δούμε πως οι αγαπημένες ψηφιακές ασχολίες, αποτελούν πηγές πλουτισμού κάποιων που εκμεταλλεύονται ανθρώπους, που πατούν επί πτωμάτων, για να αποκτούν δύναμη και να μετασχηματίζουν τον κόσμο προς όφελός τους… Πάντα υπάρχουν μηχανισμοί υποδούλωσης και εκμετάλλευσης. Ωστόσο, πάντα υπάρχουν και αυτοί και αυτές που αντιστέκονται και επιχειρούν να τους φέρουν σε κρίση.

 

Πηγές:

 

faceboo 

 

ΣΚΟΝΙΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ.

 

Η πόλη είναι κίτρινη. Μια πόλη φτιαγμένη από άμμο. Άμμος καυτή παντού. Ο αέρας πηχτός, ζεστός. Ράγες από τρένα, ξεχασμένα, που κάποτε κυλούσαν. Μέσα στις ράγες κείτονται ψόφια περιστέρια. Μια γρια που σέρνει ένα γαϊδούρι κουτσό. Η εικόνα της τρέμει από την καυτή ατμόσφαιρα. Μια γυναίκα έγκυος, πάνω σε μια βεράντα. Η κοιλιά της είναι διάφανη και φαίνεται το έμβρυο. Έχει δόντια, και παρακολουθεί τα πάντα με μάτια άγρια. Η γυναίκα κρατάει μια πετονιά και ψαρεύει. Κάτω από την βεράντα είναι ένας βούρκος, ένα έλος πρασινοκίτρινο. Από κει βγάζει ψάρια μεγάλα,   ίσα μ’αυτην, έχουν χέρια και πόδια και ουρλιάζουν με ανθρώπινη φωνή. Τα πετάει με δύναμη και σκάνε με πάταγο το ένα πάνω στο άλλο, στο μάρμαρο της βεράντας. Σπαρταράνε εκεί για ώρα, ώσπου δεν κινούνται πια. Το έμβρυο μέσα της, γελάει χαιρέκακα. Μια παιδική χαρά μουσείο. Ένα λούνα πάρκ μισοθαμμένο στην άμμο.

 

Ο κυβερνήτης της πόλης βγαίνει να μιλήσει. Ανεβαίνει σε μια εξέδρα που έγινε γι’αυτό το σκοπό. Ξανθά, θαμπά, μακριά, μαλλιά, επιβλητική φωνή, μάτια σκληρά. Στο χέρι του κρατάει ένα μαστίγιο, μακρύ, χιλιόμετρα. Με μια κίνηση του, μπορεί να πάρει το κεφάλι κάποιου, στην άλλη άκρη της πόλης. Εκθειάζει τα καλά αυτής της πόλης και φτύνει υποσχέσεις στα σκονισμένα πρόσωπα των ανθρώπων, μα κανείς δεν τολμά να φέρει αντίρρηση. Δεν τολμά να σκεφτεί καν. Διαβάζει τη σκέψη κι αλίμονο σ’ αυτόν που δεν τον συμπαθεί. Κινδυνεύουν οι πάντες από το μαστίγιο του. Ακόμα και εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να νιώσεις το μαστίγιο στο λαιμό σου.

 

Οι άνθρωποι σκύβουν το κεφάλι και θάβουν σε βαθιές σήραγγες της ψυχής τους κάθε αντιδραστική σκέψη κι αρνητικό συναίσθημα.

 

Όταν μετά από καιρό, θελήσουν να τα βρουν, δεν θα υπάρχουν πια. Έχουν χαθεί. Μαζί κι η ψυχή τους. Όμως τους αρκεί, που το κεφάλι στέκεται ακόμα στους ωμούς τους.   

A.

Marvel (7)

 

Τελικά κερδίθηκαν και τα δυο.

 

12

 

Οι παρακάτω σκέψεις είναι από κείμενο από τις σελίδες του Παροξυσμού (φθινόπωρο 2006). Τότε η Ελλάδα ήταν στα καλύτερά της: Το Γιούρο, η Γιουροβίζιον, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν απογειώσει την ζωή των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Τουλάχιστον έτσι πίστευαν. Φυσικά και αγνοούσαν αυτό που  επρόκειτο να έρθει. Η ματιά τους ήταν πολύ θολή για να κατανοήσουν ότι η εξαθλίωση που βίωναν οι μετανάστες και οι μετανάστριες θα ερχόταν και για αυτούς. Τελικά το ερώτημα που τίθεται στο τέλος του κειμένου έχει ξεκάθαρη απάντηση. Κερδήθηκαν και τα δυο.

 

Τετάρτη βράδυ. H πόλη έρημη από νωρίς, μιας και τα μαγαζιά είναι κλειστά, αφού η ζωή εδώ εξαρτάται από το αν τα εμπορικά καταστήματα είναι ανοιχτά ή κλειστά. Μάλλον για αυτό θέλουν και το ελεύθερο ωράριο… Καλό πάνε να κάνουν δηλαδή οι άνθρωποι. Θέλουν να δώσουν ζωή στις πόλεις αφού οι άνθρωποι ζούνε για να καταναλώνουν εμπορεύματα. Τέλος πάντων πάει αλλού το θέμα τώρα ενώ εγώ θέλω να γράψω κάτι άλλο…

 

Πριν πάω σπίτι είπα να κάνω μια βόλτα από το κέντρο της πόλης χαζεύοντας τους άδειους δρόμους και τα κλειστά μαγαζιά. Περπατούσα στη Παπαστράτου και καθώς οι σκέψεις μου μπερδεύονταν με τις ματιές που έπεφταν στις μισοσκότεινες βιτρίνες με τον trendy «εξοπλισμό» και τις «προσιτές» τιμές, το βλέμμα μου έπεσε σε ένα διαφημιστικό πλακάτ μιας βιτρίνας bsb. Και τότε ξαφνικά σταμάτησαν οι σκέψεις μου και εγώ, πλησίασα για να δω καλύτερα αυτό που διάβασα στα πεταχτά:

 

ΑΜΟΛΗΣΤΕ ΤΗ ΣΚΥΛΑ ΠΟΥ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΨΩΝΙΑ ΣΤΑ BSB ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΣΤΕ!  

 

Για λίγα δευτερόλεπτα έμεινα. Το διάβασα το ξαναδιάβασα. Όχι δεν έκανα λάθος. Που μπορεί να φτάσει το μυαλό ενός διαφημιστή… Πως το life style ξεφτιλίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, πως το life style μοιράζει χειροπέδες στους ανθρώπους ξεφτιλίζοντας σχέσεις, καταστάσεις, ζωές. Αυτό που μόλις είδα σκέφτηκα ότι μπορεί να μην είναι τίποτα, να είναι κάτι απλό, σε σχέση με άλλα παρόμοια και πιο ακραία. Κι όμως αυτό πουλάει. Αυτό πουλάει και ο κόσμος αυτό αγοράζει. Το αγοράζει και γουστάρει. Έστριψα και την έκανα αμέσως από εκεί. Ξενέρωσα με όλη την life style ξεφτίλα που μας πλασάρουν όμορφα και ωραία και εμείς τη δεχόμαστε όμορφα και ωραία. Αλλά τι γκρινιάζω; Τι περίμενα να δω στις βιτρίνες; Εκτός από σκουπίδια; Περπατούσα με τα μάτια μου να αποφεύγουν τις βιτρίνες. Δεν ήθελα να δω άλλα διαφημιστικά παραληρήματα γεμίζοντας το μυαλό μου με βλακείες. Σκεφτόμουν την ατάκα που έλεγε στο τέλος… «και κερδίστε!» και έμεινα με την απορία.

 

Δηλαδή, τι θα κερδίσουν, αν αμολήσουν τη σκύλα που κρύβουν μέσα τους; Κανά φίμωτρο ή κανά λουρί;  

 

ΚΑΛΑ ΨΩΝΙΑ…….ΨΩΝΙΑ!!!

 

Για τους αγώνες αθλητών που δε βραβεύτηκαν.

 

paros14fin

 

Οι Ρωμαίοι έτρεφαν μεγάλη αγάπη για το απάνθρωπο και αιματοβαμμένο άθλημα των μονομαχιών στις αρένες της αρχαίας Ρώμης. Εκεί πραγματοποιούνταν μονομαχίες μεταξύ ζώων και μονομάχων ή μόνο μεταξύ μονομάχων. Οι μονομάχοι ήταν αιχμάλωτοι ή σκλάβοι. Ο Σπάρτακος δεν γεννήθηκε σε καθεστώς δουλείας: ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος από τη Θράκη, λιποτάκτης από τον ρωμαϊκό στρατό. Πουλήθηκε ως σκλάβος και έγινε ένας αθλητής που διέπρεψε στις ρωμαϊκές αρένες. Κατάφερε όμως να συνωμοτήσει με άλλους 70-80 μονομάχους που τελικά έγιναν αρκετές χιλιάδες. Κάποιο πρωί οι ρωμαίοι είδαν τους μονομάχους να τους κοιτούν με υψωμένες τις λόγχες. Εκείνες τις μέρες οι σκλάβοι αντιμετώπισαν τις ρωμαϊκές λεγεώνες, επιστρέφοντας ένα μέρος από την βία που δέχονταν μετά από τόσα χρόνια υποδούλωσης. Οι εξεγερμένοι μονομάχοι μετά από αρκετό καιρό σφαγιάστηκαν. Κατάφεραν όμως να ζήσουν δύο χιλιετίες, ως σύμβολο των ανθρώπων που δεν σκύβουν το κεφάλι σε καμιά εξουσία και υποδούλωση.

 

spartacus-representative-of-proletariat-3

 

Η Μίλντρεντ Ντίντρικσον («Μπέιμπ») γεννήθηκε το 1911 στο Τέξας και διέπρεψε σε αναρίθμητα αθλήματα. Στίβος, γκολφ, τένις, μπάσκετ, κολύμπι, μπιλιάρδο, μπόουλινγκ… Ένας δημοσιογράφος της εποχής την είχε ρωτήσει αν υπάρχει κάποιο παιχνίδι που να μην είχε παίξει. «Οι κούκλες» ήταν η απάντηση, δηλωτική του πνεύματος της. Η καθημερινότητά της Μπέιμπ ήταν μια μόνιμη σύγκρουση με τα κοινωνικά στερεότυπα περί θηλυκότητας. Μια σύγκρουση με τις έμφυλες διακρίσεις. Μια πρόταση για την γυναικεία χειραφέτηση. Το παρατσούκλι της δεν ήταν παρά ένα οξύμωρο σχήμα.

 

Babedidr3

 

Ο Τζέιμς Όουενς γεννήθηκε το 1913 και ήταν το έβδομο από τα έντεκα αδέρφια της οικογένειάς του. Ήταν ένας μαύρος, γεννημένος στην Αλαμπάμα των ΗΠΑ και οι παππούδες του ήταν σκλάβοι. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1936, κέρδισε 4 χρυσά ολυμπιακά μετάλλια στο τρέξιμο και στο άλμα εις μήκος, προκαλώντας την οργή του Χίτλερ. Έμπρακτα ακύρωσε τις φυλετικές θεωρίες του Γ' Ράιχ. Πολλοί γιόρτασαν με αυτήν την νίκη. Όταν ο Όουενς επέστρεψε στην χώρα του, δεν δέχτηκε καμία τιμητική διάκριση. Επέστρεψε στην προηγούμενη ζωή του: έμπαινε στα λεωφορεία από την πίσω πόρτα, έτρωγε σε εστιατόρια για μαύρους, χρησιμοποιούσε τουαλέτες για μαύρους, έμενε σε ξενοδοχεία για μαύρους.

 

jesseowens02

 

Ο γίγαντας του Μποξ δεν πάλεψε λυσσαλέα μόνο μέσα στο ρινγκ. Ο Μοχάμεντ Άλι έδωσε μάχες και έξω από αυτό, μεταφέροντας τους αγώνες μέσα στην κοινωνία. Αγάπησε από μικρός το μποξ. Ο ρατσισμός και οι φυλετικές διακρίσεις στον αμερικανικό νότο που γεννήθηκε τον οδήγησαν στην πυγμαχία για να καταφέρει να επιβιώσει απέναντι στην  βία του δρόμου. Βιώνοντας τον ρατσισμό και την προκατάληψη, αρνήθηκε να πάρει μέρος στον Πόλεμο του Βιετνάμ. «Κανένας Βιετκόνγκ δεν με έχει αποκαλέσει αράπη» θα πει εμφατικά στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης το 1967. Έτσι τον αποκάλεσαν προδότη της παρτίδας, του αφαίρεσαν τον τίτλο του παγκόσμιο πρωταθλητή. Του απαγόρευσαν να συνεχίσει το μποξ. Όσο το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ τον έσερνε σε δίκη για την άρνηση στράτευσης, κάποιοι νέοι που τον συμπαραστέκονταν του ζήτησαν να απαγγείλει κάτι.  «Me, we». Εγώ, εμείς.

 

ALI

 

1968. Η χρονιά των εξεγέρσεων και των κινημάτων αμφισβήτησης. Στο ολυμπιακό στάδιο της Πόλης του Μεξικό στο βάθρο ανεβαίνουν ξυπόλυτοι, δυο αμερικανοί μαύροι αθλητές, ο Τομι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, στην πρώτη και τρίτη θέση αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια ανάκρουσης του εθνικού αμερικανικού ύμνου, οι δυο αθλητές σκύβουν το κεφάλι και υψώνουν τη σφιγμένη γροθιά τους, μέσα σε μαύρα γάντια. Είναι ο χαιρετισμός του επαναστατικού κινήματος των Μαύρων Πανθήρων… Καταγγέλλουν σε ολόκληρο τον κόσμο τον ρατσισμό των Η.Π.Α. Η Αμερική στιγματίζεται. Τους διώχνουν αμέσως από το ολυμπιακό χωρίο. Τους απαγορεύεται να λάβουν ξανά μέρος σε αθλητική συνάντηση. Επιστρέφοντας στην χώρα τους δεν τους δίνει κανείς δουλεία. Η γροθιά τους, όμως,  παραμένει υψωμένη.

 

Tommy_Smith_and_John_Carlos

ΚΑΠΟΙΑ ΜΕΡΑ…

 
Κάποια μέρα θα γίνω χαμαιλέοντας.
 
Κάποια μέρα τα χρώματα των ρούχων μου
θα δίνουν τη χροιά των αισθημάτων μου.
 
Λευκό, όταν η αγνότητα μου με γυμνώνει.
Κίτρινο, όταν το μίσος μου φτάνει στα όρια του.
Κόκκινο, όταν το αίμα μου είναι πιο ορμητικό από τις επιθυμίες μου.
Μαύρο, όταν η μοναξιά μου είναι πιο κρύα από το θάνατο.
 
Και άλλες μέρες, με μωβ, πράσινο, μπορντό, μπλε, το καθένα στη μοναξιά του και το καθένα σε συνδυασμό με τα άλλα, σαν ένα τεράστιο παγώνι, σαν ένας κλόουν για να διασκεδάζουν οι περαστικοί.
 
Κάποια μέρα θα γίνω αηδόνι.
 
Κάποια μέρα θα γίνω κοράκι.
 
Κάποια μέρα θα εκφράζω τα αισθήματα μου με νότες.
 
Κάποια μέρα θα εκφράζω τα αισθήματα μου κραυγές.
 
Ντο αγνότητας, λα μίσους, φα ορμής, μι μοναξιάς.
 
Και άλλες μέρες, με ρε, σολ, σι με υφέσεις και διέσεις,
η κάθε μέρα στη μοναξιά της και η κάθε μια σε συνδυασμό με τις άλλες, 
σαν ένα τεράστιο πεντάγραμμο, στο οποίο οι νότες τις έχει τοποθετήσει ένα μικρό παιδί,
σαν ένα ζητιάνο με ακορντεόν που χλευάζουν οι περαστικοί για την ασυνέχεια της μουσικής του.
 

Κραχ

Οι ψυχοκόρες και το σιδέρωμα της Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.

pdy1

 

Ψυχοκόρη, δούλα, παραδουλεύτρα, σκλάβα, δουλικό, οικιακή βοηθός, παραπαίδα ή πόσους άλλους τρόπους θα βρουν για να ονοματίσουν την υποτιμημένη οικιακή εργασία;

 

Η οικιακή εργασία αποτέλεσε στην Ελλάδα του 19ου και 20ου  αιώνα μια από τις κυριότερες μορφές υποτιμημένης εργασίας. Την εποχή εκείνη , η φτώχια ή ακόμα και πολλές φορές το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οδηγεί κοπέλες από την επαρχία  στη συνθήκη της εσωτερικής μετανάστευσης. Τότε κυρίως κορίτσια επαρχιώτισσες, φτωχές έρχονται να εργαστούν στα σπίτια μικροαστών ή αστών σε αστικά κέντρα ως παραδουλεύτρες ή υπηρέτριες ή δούλες ή παστρικοδούλες ή όπως αλλιώς της έρχονταν της βαθιάς πατριαρχικής κοινωνίας να τις αποκαλεί. Η δουλειά τους σήμαινε συγκέντρωση της απαραίτητης προίκας ή πληρωμή χρεών στον εργοδότη ή ένα λιγότερο στόμα για τους γονείς στη  επαρχία αλλά στην ουσία εργάζονταν ακατάπαυστα με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους και μόνο. Αντίθετα στην οικογένεια που υπηρετούσαν συνέβαλαν στην κοινωνικά άνοδο και καταξίωση της αστής γυναίκας.

 

Εκείνη την εποχή άρχισε να εμφανίζεται και ο θεσμός της ψυχοκόρης, που επρόκειτο κυρίως για προφορικό θεσμό υιοθεσίας. Συγκεκριμένα, οικογένειες που ζούσαν κάτω από συνθήκες φτώχιας και ανέχειας  «παραχωρούσαν» μία ή περισσότερες κόρες, πολλές φορές και γιους, σε πλούσιες οικογένειες. Κυρίως οι ψυχοκόρες ήταν κορίτσια μικρής ηλικίας που μέσω αυτού του θεσμού αναγκάζονταν να προσφέρουν εργασία στον ψυχοπατέρα, ο οποίος έναντι της παρεχόμενης εργασίας είχε την υποχρέωση να τις προικίσει, όταν φθάσουν σε ηλικία γάμου. Ο θεσμός αυτός στην ουσία ήταν μια μορφή άμισθης  οικιακής εργασίας. Οι ψυχοκόρες, ανεξάρτητα από την ηλικία και τη σωματική διάπλαση, έπρεπε να καθαρίζουν το σπίτι, να μαγειρεύουν, να σκουπίζουν, να σιδερώνουν,  να εργάζονται στα χωράφια και όλα αυτά χωρίς μισθό μιας και πλέον ήταν μέλος της οικογένειας. Ενώ, δεν είναι και λίγες οι φορές, που η απόλυτη κυριαρχία των ψυχοπατέρων  οδηγούσε σε σεξουαλική εκμετάλλευση της ψυχοκόρης. Γενικά, ο θεσμός της ψυχοκόρης «ηθικοποιήθηκε» πολλές φορές κοινωνικά και κατάφερε σε πολλές περιπτώσει να συσκοτιστεί η εκμεταλλευτική του φύση.

 

Βία, φτώχεια, εκμετάλλευση, καταπίεση βιώνονταν από όλες αυτές τις γυναίκες που παρόλο που συμβιβάζονταν με τη σκληρή πραγματικότητα για επιβίωση, πολλές φορές δε έπαυαν να ονειρεύονται το σπάσιμο των δεσμών.  Είτε πρόκειται για το «κοινωνικά αποδεκτό»  ψυχοκόρη,  είτε για το «υποτιμητικό» δούλα, η κοινωνική πραγματικότητα είναι πολύ σκληρότερη από αυτή που φανταζόμαστε. Είναι η ίδια απόλυτα σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν στο πετσί τους οι σημερινές μετανάστριες εργάτριες που δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί. Συνήθως προσλαμβάνονται για να διευκολύνουν τις εργοδότριές τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγελματικού τους στίβου, ωστόσο οι ίδιες οι μετανάστριες εργάτριες βιώνουν καθημερινά τις άθλιες εργασιακές συνθήκες, τον αποκλεισμό  και την υποτίμηση.

 

Ένα πράγμα στην οικιακή εργασία θεωρείται δεδομένο. Είτε δε πληρώνεται και γίνεται από τη νοικοκυρά, είτε πληρώνεται και γίνεται από τις δούλες και οικιακές βοηθούς, αποτελεί μια αόρατη και κατά βάση γυναικεία εργασία, απαραίτητη για τη συντήρηση και αναπαραγωγή του άνδρα εργάτη. Δηλαδή η βρώμικη φόρμα εργασίας να γίνει καθαρή, το ωμό κρέας να σερβιριστεί μαγειρεμένο, να σπίτι να είναι καθαρό, το κρεβάτι στρωμένο, τα παιδιά να κοιμούνται, να τρώνε και να περιθάλπονται. Το κεφάλαιο, μέσω της πατριαρχική του εκπροσώπησης, όσο αγνοεί τις απαιτήσεις των εργατριών στα οικιακά, όσο στρέφει με τους έμφυλους διαχωρισμούς το ένα φύλο εναντίων του άλλου, έχει την πολυτέλεια να μην πληρώνει την οικιακή εργασία. Όπως αναφέρει η Σίλβια Φεντερίτσι

 

«η οικιακή εργασία δεν έχει απλά επιβληθεί στις γυναίκες, αλλά έχει μετατραπεί σε φυσικό χαρακτηριστικό της γυναικείας ανατομίας, της γυναικείας προσωπικότητας – σε εσωτερική ανάγκη, σε φιλοδοξία που υποτίθεται πως πηγάζει από τα βάθη της γυναικείας μας φύση. Αντί να αναγνωριστεί ως όψη του κοινωνικού συμβολαίου η οικιακή εργασία έπρεπε να μεταβληθεί σε φυσικό χαρακτηριστικό, γιατί ήδη από τον καιρό των πρώτων σχεδίων του κεφαλαίου για τις γυναίκες, αυτή η εργασία ήταν άμισθη».

 

Πότε το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει και να πληρώσει αυτήν την εργασία; Μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αρνούνται να την κάνουν, μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αγωνίζονται εναντίον της. Τα παραδείγματα των φεμινιστικών αγώνων δεν είναι λίγα.

 

 

psy

 

Το σιδέρωμα της  Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.​

 

«Είμαι από την Ματαράγκα του Αγρινίου. Οι γονείς μου έχουν ακόμα άλλα επτά παιδιά. Ήρθε η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στη Ματαράγκα και ζητούσε να πάρει ένα μικρό κοριτσάκι για να προσέχει το μωρό της και να την βοηθάει λίγο στο σπίτι. Δήλωνε ότι το κοριτσάκι που θα την ακολουθήσει θα κάνει την τύχη του και δεν θα το ξεχωρίζει από το δικό της παιδί. Οι γονείς μου είναι φτωχοί άνθρωποι και έτσι ξεγελάσθηκαν και με έδωσαν. Έμεινα μαζί τους δύο χρόνια. Φρόντιζα το παιδί, καθάριζα, σφουγγάριζα, έπλενα, κουβάλαγα τα ψώνια του σπιτιού (…). Έκανα υπομονή και δε μιλούσα. Το αφεντικό μου, ο Γιώργος Βεϊζαδές δούλευε σε μπαρ. Περνούσαν καλά στο σπίτι (…)».

(εφημερίδα «Ακρόπολις» – Κυριακή 7 Αυγούστου 1955)

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η πονεμένη ιστορία της Σπυριδούλας, μιας κοπέλας από τη Ματαράγκα έφερε στην επιφάνεια την εκμετάλλευση που βίωναν καθημερινά κορίτσια και γυναίκες που πάλευαν για την επιβίωσή τους. Η μικρή Σπυριδούλα έπεσε θύμα της μανίας των αφεντικών της, Γιώργου και Αντιγόνης Βεϊζαδέ, που επί δύο μέρες την έκαιγαν διαδοχικά με το καυτό σίδερο σε όλο της το σώμα, επειδή θεωρήθηκε ύποπτη για την απώλεια 50 δολαρίων.

 

Η Σπυριδούλα από τα 12 της εργαζόταν ως υπηρέτρια στην Αθήνα στο σπίτι του ζεύγους Βεϊζαδέ, που μαζί με το μικρό παιδί τους έμεναν σε ένα πολυτελές σπίτι στον Πειραιά.  Οι Βεϊζαδέ είχαν επιχειρήσεις και πολλά χρήματα βρίσκοντας πάντα τρόπο να επιβιώσουν, ενώ στην κατοχή είχαν εργασθεί για τα φασιστικά SS. Η μικρή Σπυριδούλα είχε αναλάβει όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το αντάλλαγμα ήταν η επιβίωση της δίνοντας της απλά ένα πιάτο φαγητό.

 

 Την 31 Ιουλίου 1955 ο Γιώργος Βεϊζαδέ επέστρεψε στο σπίτι από το καμπαρέ που είχε στην ιδιοκτησία του και διαπίστωσε πως λείπει ένα χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων από το ντουλάπι του. Άμεση ύποπτη για την απώλεια θεωρήθηκε η Σπυριδούλα. Ο Γ. Βεϊζαδέ  αμέσως ρώτησε την Σπυριδούλα αν γνώριζε κάτι. Η ίδια είπε ότι δεν έχει ιδέα για το χαρτονόμισμα και τότε το ζευγάρι ξεκίνησε τα βασανιστήρια χτυπώντας την. Την επόμενη μέρα ο βασανισμός συνεχίστηκε. Με το ίδιο σίδερο, που ανάγκαζαν την Σπυριδούλα να σιδερώνει τα πολυτελή τους ρούχα, την βασάνισαν καίγοντας το κορμί της. Επί 36 συνεχόμενες ώρες η Σπυριδούλα δεμένη γυμνή πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, ήταν παραδομένη στη λύσσα των Βεϊζαδέ, που για να μην υποψιαστούν κάτι οι γείτονες της είχαν βάλει ένα πανί στο στόμα. Μετά το τέλος του βασανισμού την έλυσαν και την κλείδωσαν στο δωμάτιο της χωρίς φαΐ και νερό. Για τις επόμενες δυο μέρες η Σπυριδούλα υπέφερε από τους πόνους. Ήταν αναγκασμένοι να την πάνε στο νοσοκομείο καθώς φοβόνταν τι θα συνέβαινε αν πέθαινε μέσα στο σπίτι. Έτσι ισχυριζόμενοι ότι χύθηκε κατά λάθος πάνω της καυτό νερό την μετέφεραν στο νοσοκομείο, ενώ την απειλούσαν πως αν μαρτυρήσει θα την κάψουν ζωντανή με βενζίνη.

 

Η Σπυριδούλα όμως δε φοβήθηκε να μιλήσει. Αποκάλυψε στους γιατρούς τι ακριβώς συνέβη. Η αστυνομία συνέλαβε το ζεύγος Βεϊζαδέ. Στο δικαστήριο πρώτη μάρτυρας ήταν η ίδια η Σπυριδούλα, η οποία στην κατάθεσή της εξιστόρησε τη ζωή της με το ζεύγος και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο την έκαψαν με το πυρακτωμένο σίδερο την 1η και 2η Αυγούστου 1955. Στην κατάθεση της η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στην αρχή επέμειναν πως επρόκειτο για καυτό νερό. Στην συνέχεια παραδέχτηκαν πως τα εγκαύματα είναι από σίδερο αλλά υποστήριξαν πως ήταν ατύχημα. Ο ιατροδικαστής ωστόσο μπόρεσε να δει καθαρά πως τα εγκαύματα δημιουργήθηκαν από δυο αλληλοβοηθούμενα πρόσωπα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Η Σπυριδούλα έφερε εγκαύματα πρώτου έως τρίτου βαθμού στο πρόσωπο, τον τράχηλο, το θώρακα, την κοιλιά και τα άνω και κάτω άκρα, καθώς και εκχυμώσεις στο μέτωπο, τα βλέφαρα, τους μηρούς και τις κνήμες. Το δικαστήριο έκρινε ένοχο το ζεύγος για πρόκληση βαρειών σωματικών βλαβών σε βαθμό κακουργήματος.

Η απειλή ακόμα αιωρείται. Μετά από τόσα χρόνια μανάδες προστάζουν τα παιδιά τους να κάνουν ησυχία γιατί αλλιώς θα τα κάψουν σαν τη Σπυριδούλα… Η Σπυριδούλα δεν αποτελεί μια εξόφθαλμη εξαίρεση. Η ιστορία της υπογραμμίζει την απαξίωση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας, τονίζει το βίαιο περιεχόμενο της υποτιμημένης γυναικείας εργασίας. Πόσες Σπυριδουλες έχουν υπάρξει και πόσες θα υπάρξουν; Πόσες ιστορίες μένουν κλειδωμένες πίσω από πόρτες κρεβατοκάμαρων, γκαρσονιερών και υπογείων; 

 

Για την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης.

 

occypy 2

 

[ από το 14ο τεύχος του Παροξυσμού ]

Occupy Wall Street και το κίνημα των «Αγανακτισμένων».

Μετά τη λεγόμενη «φούσκα των ακινήτων» και την κατάρρευση μεγάλων τραπεζικών ομίλων, εκατομμύρια πολίτες στις ΗΠΑ είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει κατακόρυφα, έχασαν τα σπίτια και τις δουλειές τους και στερήθηκαν την πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Έτσι αρχές φθινοπώρου του 2011 χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωναν καθημερινά με ειρηνικό τρόπο ενάντια στην φτώχεια, την ανεργία και τα μέτρα λιτότητας. Εκεί, λοιπόν, ξεκίνησε το κίνημα Occupy Wall Street. Το κεντρικό τους σύνθημα «Είμαστε το 99 τοις εκατό», αποτελεί αναφορά στο 1% των πλουσιότερων Αμερικανών που κατέχει το 40% του εθνικού πλούτου των ΗΠΑ. Το κίνημα Occupy Wall Street μοιάζει με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» στον ελλαδικό χώρο, όπου χιλιάδες άνθρωποι άρχισαν να βγαίνουν στις πλατείες τον Μάιο του 2011, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και σημεία αναφοράς.

 

Η αποδοχή του καπιταλισμού ως μοναδικού τρόπου οργάνωσης από κομμάτι της εργατικής τάξης.

 

«Είμαστε το 99%». Είναι το κεντρικό και ίσως το πιο «πιασάρικο» σύνθημα του κινήματος του Occupy Wall Street. Κατά πόσο, όμως, αυτό το «99%» έχει κοινές επιδιώξεις; Σίγουρα έχει πολύ λιγότερες από το υπόλοιπο «1%» που ξέρει ακριβώς τι θέλει και πως να το πάρει, δηλαδή να αντλήσει -με την βία- όσο δυνατόν περισσότερο κέρδος μέσα από την εκμετάλλευση της εργασίας μας. Όμως, η πλειοψηφία του Occupy, όπως και το κίνημα των «Αγανακτισμένων» διαδήλωναν ειρηνικά κατά της κρίσης. Ωστόσο αυτό αρκεί; Και κατά πόσο αυτό είναι «πιασάρικο» για την οργάνωση και την όξυνση των κοινωνικών –ταξικών αγώνων;

 

Κάθε επίκληση στην δημοκρατία είναι παντελώς ανώφελη γιατί αυτές τις μέρες το κεφάλαιο δεν έχει την πολυτέλεια να μοιράζει ψίχουλα στις «λαϊκές μάζες». Από αυτήν την άποψη, δεν είχε άδικο η Μάργκαρετ Θάτσερ όταν δήλωνε ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική», φυσικά για τον καπιταλισμό. Για εμάς τους «από τα κάτω», η «εναλλακτική» ή πιο απλά η ελπίδα, βρίσκεται μέσα στις σχέσεις που προκύπτουν ανάμεσά μας, όταν αυτές δε διαποτίζονται από την εξουσία και δεν διαμεσαλαβούνται από το χρήμα.  Οι σχέσεις, λοιπόν, είναι το ζητούμενο. Οι σχέσεις, οι ιδέες που τις προτάσσουν και οι δομές που τις στηρίζουν.  Θα μας έφτανε να φύγει το «1%» που απαιτεί το κίνημα Occupy, ή τα «λαμόγια οι πολιτικοί» που σιχτιρίζουν οι αγανακτισμένοι; Και αν έφευγαν μετά τί; Θα ήμασταν ευτυχισμένοι; Αν αύριο, για κάποιο λόγο, κατέρρεε ο καπιταλισμός μήπως τότε θα επικρατούσε μια αγριότητα διαφορετικής μορφής; Η διαδικτυακή κομμουνιστική επιθεώρηση InsurgentNotes.com αναφέρει για το Occupy:  

 

«Έτσι ανάμεσα στους μυριάδες στόχους που προσέλκυσαν τα πυρά του κινήματος, ο “καπιταλισμός” ήταν σαν ένα ακόμη αντικείμενο στη λίστα με τα ψώνια του σούπερ-μάρκετ. Η ελάχιστη κατανόηση του τι είναι καπιταλισμός (και τι θα σήμαινε η πραγματική κατάργησή του) οδήγησε σε μια πληθώρα λαϊκίστικων συνθημάτων από το “καταργήστε το κρατικό τραπεζικό σύστημα” μέχρι το “φορολογήστε τους πλούσιους”».

 

Το ζήτημα λοιπόν είναι: ποιοί και ποιές είμαστε, τι θέλουμε και τι δεν θέλουμε.

 

* [ Παρακάτω, όταν αναφερόμαστε στην «εργατική τάξη» εννοούμε τους διανοητικούς και χειρονακτικούς εργάτες, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, τους ανέργους, τους πρώην εργάτες (συνταξιούχους), τις άμισθες εργάτριες (νοικοκυρές), τους μελλοντικούς εργάτες (μαθητές, φοιτητές) και τους εργάτες της γης.]

 

Πόσοι και πόσες από το σύνολο της εργατικής τάξης δεν κάθονται κάθε μέρα με τις ώρες μπροστά στον υπολογιστή ή την τηλεόραση, δεν κατηγορούν τους ρομά ότι υποβαθμίζουν τον τόπο, δεν βρίζουν τους μετανάστες και τους προτρέπουν να γυρίσουν «από κει που ήρθαν», δεν πάνε εκκλησία κάθε Κυριακή με τα καλά τους, δεν δίνουν αποβολές στους μαθητές τους, δεν εκμεταλλεύονται τους συναδέλφους τους, δεν ξυλοφορτώνουν την γυναίκα τους, δεν είναι θαμώνες σε κωλόμπαρα και μπουρδέλα;    

 

Δεν αρκεί μόνο να ξεσηκωθεί ο κόσμος, να διαμαρτυρηθεί αλλά να ανοίξει τα μάτια του και να δει κατάματα την πραγματικότητα του, να εξεγερθεί και να ανυψωθεί η συνειδητότητά του. Ο κόσμος πάντα αντιδρά. Ωστόσο, σημασία έχει ο δρόμος που επιλέγει ο καθένας και η καθεμία να διαβεί. Θα γίνει μέλος κάποιας επιτροπής κατοίκων που θα διώχνει τους μετανάστες από την γειτονία του; Θα πουλάει πρέζα και θα εκπορνεύει την κόρη του; Θα γίνει μέλος κάποιου κόμματος και θα εναποθέσει εκεί όλες του τις ελπίδες; Θα συμμετέχει σε λαϊκιστικά και φασιστικά κινήματα; Ή μήπως περιμένουμε πως όλοι θα συνεισφέρουμε στην οικοδόμηση μιας ειρηνικής και ελεύθερης κοινωνίας;

 

Η βάση των  κοινωνικών σχέσεων μέσα στον καπιταλισμό είναι τέτοια που κλείνει τα ματιά στους ανθρώπους μπροστά στην ίδια την πραγματικότητα. Όσο και αν το ψάξει κανείς θεωρητικά, αυτή η αποδοχή του καπιταλισμού από μεγάλο κομμάτι του κόσμου της εργασίας, δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε μεγάλο μέρος στην δύναμη της συνήθειας. Μια συνήθεια που ωθεί μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, όχι μόνο να υποτάσσεται στον υπάρχον σύστημα. αλλά και να το αναπαράγει. Μία συνήθεια, ένας σιωπηλός καταναγκασμός, που προκύπτει από την αποξένωση, το φετιχισμό του εμπορεύματος και το διαμεσολαβητικό ρόλο του κράτους. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά.

 

Αποξένωση και φετιχισμός του εμπορεύματος.

 

Η αποξένωση (ή αλλιώς αλλοτρίωση) έχει στον πυρήνα της έννοιας της την λέξη «απομάκρυνση». Όταν γίνεται λόγος για αποξένωση, αυτό σημαίνει πως κάτι που μας ανήκει μετατρέπεται σε κάτι ξένο, αλλότριο και εχθρικό προς εμάς. Για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε κάτι ξένο και εχθρικό προς εμάς, σημαίνει πως πάνω στην πράξη της παραγωγής είμαστε αποξενωμένοι από τον ίδιο μας τον εαυτό.  Με λίγα λόγια ως εργάτες, χειρονακτικοί ή διανοητικοί, είμαστε αποξενωμένοι από τα μέσα παραγωγής, από τα προϊόντα που παράγουμε ή τις υπηρεσίες που παρέχουμε, από την εργασία την ίδια. Η αποξένωση μας από την ίδια μας την δραστηριότητα, είναι αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό: οι ίδιοι παράγουμε ενεργά την αποξένωση από τον εαυτό μας. Τελικά η αποξένωση είναι η παραγωγή του σακατέματός μας, η στέρηση από τον εαυτό μας της ίδια μας της ανθρωπιάς: ο καθένας μας αποξενώνεται από τους άλλους και όλοι είμαστε αποξενωμένοι από την ίδια την ανθρώπινη ουσία.

 

Την παραπάνω έννοια της αποξένωσης μπορούμε να την συναντήσουμε σε όλες τις ανελεύθερες περιόδους της ανθρωπότητας. Στον καπιταλισμό, με την εμπορευματική παραγωγή, η έννοια της αποξένωσης διευρύνεται: εδώ τα εμπορεύματα επισκιάζουν τις σχέσεις μας, κυριαρχούν σε αυτές και τελικά τα εμπορεύματα (τα πράγματα) κυριαρχούν πάνω μας και εμείς υποτασσόμαστε σε αυτά. Αποτέλεσμα; Αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη μας από τη σκοπιά του εμπορεύματος (πραγμοποίηση). Κάποια στιγμή τα εμπορεύματα αποκτούν την δική τους ζωή, αποκτούν χαρακτηριστικά που δεν οφείλονται σε αυτά τα ίδια, κάτι που μας κάνει να τα λατρεύουμε. Και αυτό ισχύει για το σύνολο των πραγμάτων από την στιγμή που αποκτούν την ιδιότητα του εμπορεύματος. Μόλις κάποιο αντικείμενο προσλάβει τον χαρακτήρα του εμπορεύματος «γεννοβόλα φαντασιοπληξίες, πιο θαυμαστές ακόμα και αν άρχιζε να χορεύει στα καλά καθούμενα». Αυτή η ιδιότητα, εκφράζει τον φετιχισμό των εμπορευμάτων, δηλαδή να αντιμετωπίζουμε αυτό που «φαίνεται» και όχι την «ουσία». Ο φετιχισμός δεν περιορίζεται μόνο στην παραγωγή αλλά επεκτείνεται ίσως ακόμα με μεγαλύτερη ένταση και στο πεδίο της κατανάλωσης με την μορφή της λατρείας στα καταναλωτικά αγαθά. Άλλωστε, αυτή η κυριαρχία του «Φαίνεσθαι» απέναντι στο «Είναι», που χαρακτηρίζει της καπιταλιστικές κοινωνίες, αποτελεί συνέπεια αυτής τη λατρείας.

 

Όλα τα παραπάνω σηματοδοτούν την στρέβλωση της πραγματικότητας, την απόκρυψη του πραγματικού της χαρακτήρα και οδηγούν στην απανθρωποποίηση το σύνολο της κοινωνίας, πλήττοντας και το 1% και το 99%, με την εργατική τάξη να βρίσκεται στην –ας πούμε- «προνομιούχα» θέση να μπορεί να αντιληφτεί αυτού του είδους την αποξένωση σαν καθημερινή δυστυχία ή μιζέρια, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι συλλαμβάνει άμεσα και αυθόρμητα την αποξένωση. Η πώληση της εργατικής δύναμης σαν εμπόρευμα, η καταναγκαστική εργασία, η άμισθη εργασία, η σύγχρονη δουλεία, η ένταξη στο αυστηρό καταμερισμό εργασίας, γενικότερα η σπατάλη της ζωής για την επιβίωση, και όλες οι λειτουργίες της καθημερινής ζωής που εντάσσονται στο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, βιώνονται σαν φυσικά φαινόμενα, σαν λογικά γεγονότα, δίχως να γίνεται αισθητή η απουσία της «ουσίας του ανθρώπου».

 

Παράλληλα, όλες οι ψευδαισθήσεις και τα «θαύματα» των ειδώλων των εμπορευμάτων, οδηγεί τους εκμεταλλευόμενους να απομαγευτούν από μαγεία του φυσικού και ζωικού βασιλείου και στη συνέχεια να μαγευτούν από τον φανταχτερό κόσμο των εμπορευμάτων. Ας δούμε, για παράδειγμα, πως τα tablets και οι λειτουργίες τους μαγεύουν τους χρήστες τους και πως τους αποκόβουν από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται. Η απόδοση στα εμπορεύματα μιας αυθύπαρκτης αξίας που δεν συνδέεται με την ανθρώπινη εργασία (πχ που, πως και ποιοι έφτιαξαν τα tablets), έχει ως συνέπεια να κρύβεται ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των καπιταλιστικών σχέσεων και συνεπώς να μην διαφαίνεται ως λύση η προοπτική της ανατροπής τους. Έτσι λοιπόν είμαστε εδώ, ο καθένας χώρια και απομακρυσμένος από τον ίδιο του τον εαυτό, με τα εμπορεύματα να μεσολαβούν ανάμεσα μας και τον καπιταλισμό να μας κάνει κουμάντο.

 

Ο διαμεσολαβητικός ρόλος του κράτους.

 

Οι κοινωνικές σχέσεις μεσολαβούνται από το κράτος, που έρχεται να επικυρώσει την κυριαρχία του κεφαλαίου στις ζωές μας. Μέσα στη στρέβλωση και τον κατακερματισμό που επικρατεί στην κοινωνία, το κράτος παρουσιάζεται σαν ένα ενοποιητικό στοιχείο απέναντι σε μια κοινωνία απομονωμένων ατόμων, μοναδικού εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης. Στη συνείδηση της κοινωνίας μόνο το κράτος μπορεί να ασκήσει ορισμένες λειτουργίες αναγκαίες για την ύπαρξη της κοινωνικής ζωής. Το κράτος είναι ταξικό όργανο, άλλα παρουσιάζεται σαν δήθεν ουδέτερο στοιχείο, αποκρύπτοντας την πραγματική του υπηρεσία: την διασφάλιση της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των εκφραστών του πάνω στις ζωές μας. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα σε περιόδους κρίσης, σαν κι αυτή που διανύουμε. Όταν το κεφάλαιο κινδυνεύει το κράτος, αποσύρεται από τις κοινωνικές του λειτουργίες, συρρικνώνει τις κοινωνικές παροχές και το κενό που ανοίγεται έρχεται να το καλύψει το κεφάλαιο με τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Όσο για το εκλογικό δικαίωμα, διαμορφώνει μια ψευδαίσθηση ισότητας και ελευθερίας, που συσκοτίζει τον ταξικό του χαρακτήρα.

 

Το Κράτος λοιπόν, δεν βρίσκεται κάπου μακριά και αόριστα, δεν είναι ένας σκοτεινός καλά φυλασσόμενος πύργος σε ένα βουνό, που μια Μεγάλη Νύχτα μπορούμε εύκολα να το γκρεμίσουμε. Όχι, το Κράτος βρίσκεται συνέχεια δίπλα μας, μας ακολουθεί σε κάθε δραστηριότητα, μεσολαβεί στις κοινωνικές σχέσεις. Από την στιγμή που γεννιόμαστε, δηλωνόμαστε στο Ληξιαρχείο και εκεί μπαίνει η σφραγίδα του κράτους πάνω μας. Για να αναγνωριστεί η σχέση δυο ανθρώπων θα πρέπει να μπει η σφραγίδα του κράτους μέσω της διαδικασίας του γάμου. Μεταξύ εργαζόμενου και αφεντικού, μπαίνει η σφραγίδα του κράτους όπου και επισημοποιεί την εκμετάλλευση. Μεταξύ εμπόρου και αγοραστή υπάρχει η σφραγίδα του κράτους. Το ίδιο και μεταξύ δασκάλου και μαθητή, γονέα και παιδιού, αγρότη και γης, οδηγού και αυτοκίνητου, υπαλλήλου και μισθού, γείτονα και γειτόνισσας, κατοίκου και σπιτιού…. Και όμως αυτό που προσδιορίζει τις κοινωνικές σχέσεις κρύβεται πίσω από το κράτος: είναι η υποταγή της κάθε μας δραστηριότητας στις επιταγές των εμπορευμάτων και ότι σε ότι συσχετίζεται με αυτά (άξια, χρήμα, κέρδος, εκμετάλλευση). Και έτσι το θέμα ξαναπάει στις σχέσεις…

 

Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας και η αλληλεγγύη ως βάση της επανάστασης.

 

Στην αρχή του κειμένου φέραμε ως παράδειγμα το κίνημα Occupy, το οποίο πάρα τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του που αναφέραμε, ανέδειξε και κάτι άλλο: μια δημιουργικότητα σε σχέση με την οικοδόμηση νέων κοινωνικών σχέσεων και νέων περιεχομένων. Σε αντιστοιχία στον ελλαδικό χώρο, μετά το κίνημα των πλατειών, κάποιοι αγώνες άνοιξαν κοινωνικά με τις συνελεύσεις γειτονιών και τις πρωτοβουλίες κατοίκων σε πολλές πόλεις, δίνοντας δυνατότητες νέων ανοιχτών τρόπων οργάνωσης και την ύφανση νέων κοινωνικών σχέσεων.  Και πόσα ακόμα θα μπορούσαν να ειπωθούν διεθνώς για την Αραβική Άνοιξη, τους σκληρούς εργατικούς αγώνες στην Ασία, τα φοιτητικά κινήματα στη Χιλή, τον Καναδά, τις ταραχές στην Ισπανία και τη Μ. Βρετανία.

 

Η ζωή πέρα (ή ενάντια) από τον καπιταλισμό φυτρώνει όταν το χρήμα, αυτό το απόλυτο εμπόρευμα των εμπορευμάτων, παραμερίζεται για να μιλήσει η κοινότητα. Και όχι κάπου ξεκομμένα, αλλά μέσα από την εμπειρία του κοινού αγώνα, στην ανάπτυξη ανθρώπινων σχέσεων που διαφέρουν ποιοτικά από τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στο καπιταλισμό. Καθημερινά υπάρχουν ενδείξεις, ότι για όσους και όσες συμμετέχουν σε κοινωνικούς αγώνες, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα του αγώνα δεν είναι η ικανοποίηση των άμεσων αιτημάτων, αλλά η ανάπτυξη μιας κοινότητας που χαρακτηρίζεται από την αντίθεσή της στις καθημερινές καπιταλιστικές μορφές κοινωνικών σχέσεων.

 

Ο καπιταλισμός δεν επιφέρει μόνο φυσική εξαθλίωση στους ανθρώπους, αλλά, επιπλέον   βάζει τα εμπορεύματα –τα πράγματα- πιο ψηλά από τον άνθρωπο, διαλύοντας τις κοινωνικές σχέσεις και ενσωματώνοντας την εργατική τάξη. Αν αυτό όμως το κατάφερνε ολοκληρωτικά δεν θα βρίσκονταν τώρα σε κρίση. Συνεπώς κάτι ενυπάρχει μέσα στην καπιταλιστική μηχανή που την μπλοκάρει. Υπάρχει και μια βάση για μια διαφορετική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, η οποία δεν στηρίζεται στον καπιταλισμό, αλλά στη κοινωνική συνεργασία, την κοινοκτημοσύνη, την αλληλεγγύη, την αλληλοβοήθεια… Αυτή η βάση ακολουθεί την ανθρωπότητα σε όλα τα στάδια της εξέλιξης της. Είναι πανταχού παρούσα -άλλοτε ισχυρή και άλλοτε αδύναμη- και είναι αυτή που έρχεται σε αντίθεση με την καπιταλιστική μορφή οργάνωσης. Είναι αυτές οι κρυμμένες, αφανείς υλικές συνθήκες μέσα από τις οποίες μπορούμε να σπάσουμε τις καπιταλιστικές σχέσεις και να πάρει σάρκα και οστά η αταξική κοινωνία, χωρίς να στηριζόμαστε στην κατάληψη κανενός κράτους ή καμίας εξουσίας. Διότι

 

«αν στην κοινωνία έτσι όπως είναι σήμερα δεν βρίσκαμε κρυμμένους τους υλικούς όρους παραγωγής και τις αντίστοιχες ανταλλακτικές σχέσεις που αποτελούν την προϋπόθεση για μια αταξική κοινωνία, τότε όλες οι απόπειρες για ανατροπή θα ήταν δονκιχωτισμός» (Μαρξ, Κ. 1858. Grundrisse. Στοχαστής. T.  Ά.Σελ.111).

 

Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας, οι δομές αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης που αυτές παράγουν, μεταφέρουν την επανάσταση από ένα απροσδιόριστο μέλλον στο εδώ και τώρα. Η σημερινή συγκύρια της κρίσης αποτελεί μια πρόκληση για την κοινωνική χειραφέτηση και μια καλή ευκαιρία για να αναδυθούν κοινωνικές σχέσεις σε μια διαφορετική βάση χωρίς εξουσία και χρήμα. Με τις ενεργές και αποφασιστικές κοινότητες αγώνα να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση.

 

Μέσα στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που επεκτείνεται και βαθαίνει να ανοίξουμε τον δρόμο για μια αταξική κοινωνία ελευθερίας, ισότητας, αλληλοβοήθειας και κοινοκτημοσύνης.

 

Να ανοίξουμε τον δρόμο μέχρι τον κομμουνισμό και την αναρχία.

 

image0323

14ο τεύχος του έντυπου “Παροξυσμός” σε pdf.

 

Διαβάστε το 14ο τεύχος του Παροξυσμού σε ψηφιακή μορφή (pdf) ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο:

 

 

Στην έντυπη μορφή του  μπορείτε να το βρείτε στο Αγρίνιο στο χώρο της Κατάληψης Apertus (Καλυβίων 70) και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο σε αυτοδιαχειριζόμενα στέκια και καταλήψεις.

 

eksofilo2