Το χρονικό του δουλεμπορίου στη Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας.

 

DSC00060

 

IMG_2082

(Φωτογραφίες απο τον καταυλισμό, Γενάρης 2010)

 

Στις 2 και 3 Φεβρουαρίου, εκδικάστηκε στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αγρινίου η υπόθεση του δουλεμπορίου στην περιοχή της παραχελωΐτιδας (Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας), με βασικούς κατηγορούμενους επτά άτομα (δυο ρουμάνικης καταγωγής και πέντε ελληνικής καταγωγής). Η έκβαση της δίκης, όπως αναφέρεται στην Εφημερίδα Γεγονός (2015, Φεβρουαρίου 7) ήταν η καταδίκη σε πολυετή κάθειρξη ενός άτομου ρουμανικής καταγωγής, ενώ σε δυο ελληνικής καταγωγής επιβλήθηκαν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης και αφέθηκαν ελεύθεροι. Δεν περιμένουμε τίποτα από την αστική δικαιοσύνη. Ούτε πιστεύουμε πως το δουλεμπόριο στην εν λόγω περιοχή έχει πάψει να υφίσταται. Παράλληλα, μπορούμε να πούμε με σιγουριά, πως μερικές ποινές δεν θα σταματήσουν αυτά τα φαινόμενα που αποτελούν μια τεράστια, αλλά αόρατη, περιοχή του καπιταλισμού. Μιλάμε για τον καπιταλιστικό «κάτω κόσμο», όπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση της εργασίας των μεταναστών και μεταναστριών. Μια περιοχή που παραμένει πεισματικά σε όρους σκλαβιάς, συστηματικά απούσα από τις εθνικές στατιστικές.

 

Ωστόσο, κάποιοι άνθρωποι θέλουν να σταθούν εμπόδιο στην επέλαση του κεφαλαίου. Για αυτό το 2010, αλληλέγγυοι και αλληλεγγύες από το Αγρίνιο (μέσω πρωτοβουλίας που αναπτύχτηκε εκείνη την περίοδο για το συγκεκριμένο ζήτημα), επισκεφτήκαν την περιοχή Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας αρκετές φορές, παρέχοντας υλική στήριξη στους μετανάστες και τις μετανάστριες, με τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης. Εκεί, από πρώτο χέρι, είδαμε τις συνθήκες διαβίωσης τους, αναλογιστήκαμε τις όρους εργασία τους, ήρθαμε αντιμέτωποι με την ιεραρχική δομή του καταυλισμού τους, κοινοποιήσαμε και θέσαμε το ζήτημα στην δημόσια σφαίρα, δείξαμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας –αντιλαμβανόμενοι πάντα πως η ζωή των μεταναστών αποτελεί μελλοντική εκδοχή της δική μας ζωής. Η πρωτοβουλία αυτή έληξε αφενός διότι έφτασε στα όρια των δυνατοτήτων της και αφετέρου η ιεραρχική δομή του καταυλισμού δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω κινήσεις. Ήδη από τις πρώτες επισκέψεις μας στον καταυλισμό, εντοπίσαμε τα «κεφάλια» του καταυλισμού, αξιολογήσαμε τις σχέσεις τους με τους «ντόπιους παράγοντες», ακούσαμε κάποιες σιγανές φωνές άλλων μεταναστών που μιλούσαν για «κουμάντα» και «αρχηγούς».

 

Η είδηση που ήρθε κάποιο καιρό αργότερα ότι άτομα ελληνικής και ρουμανικής καταγωγής κάνουν εμπορία ανθρώπων «κατά εξακολούθηση, κατά συρροή και κατ΄ επάγγελμα», έχοντας ως βασική τροφοδοσία τους μετανάστες και τις μετανάστριες στον εν λόγω καταυλισμό, δε θα μπορούσε να προκαλέσει έκπληξη. Αυτές οι δεκάδες μεταναστών στην Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας, δεν είναι μια «ατυχής εξαίρεση». Αποτελούν κρίκο της μακριάς αλυσίδας της σύγχρονης εργασίας. Μια αλυσίδα που ξεκινάει από τους σύγχρονους σκλάβους, την παιδική εργασία, την καταναγκαστική πορνεία, την εργασία των φυλακισμένων και φτάνει έως τις συνθήκες της σύγχρονης «τυπικής» μισθωτής εργασίας. Αυτές οι περιοχές της σκλαβιάς, σαν αυτής της Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας, αποτελούν σημαντικό δομικό στοιχείο της βάσης που πατάει ο καπιταλισμός. Η δημιουργία στρατιών σύγχρονων σκλάβων είναι καίριο σημείο την καπιταλιστικής στρατηγικής. Για να δημιουργηθούν αυτοί οι εργάτες που θα δουλέψουν σε αυτά τα κάτεργα, όπως αναφέρει ο Caffentzis (2012), «γιγάντιες νέες περιφράξεις χαράσσονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής» (και η κρίση στην Ευρώπη σηματοδοτεί πως αυτές οι νέες περιφράξεις χαράσσονται και στις δικές της περιοχές). Το ίδιο κεφάλαιο που έχει στην ιδιοκτησία του τις υπερσύγχρονες δομές παραγωγής και υπηρεσιών, περιφράσσει κομμάτια γης σε ολόκληρο τον πλανήτη προκαλώντας λιμούς, επιδημίες, πολέμους χαμηλής έντασης, φτωχοποίηση και μαζική εξαθλίωση, απαραίτητα συστατικά για την δημιουργία στρατιών σύγχρονων σκλάβων. Και επειδή ο λεγόμενος «Τρίτος Κόσμος» δεν αρκεί, η κατασκευή ενός νέου «Τρίτου Κόσμου» στο εσωτερικό του «Πρώτου Κόσμου» έχει προ πολλού ξεκινήσει. Περιλαμβάνει έκτος από μετανάστες (σαν αυτούς της Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας) και πολλούς πρωτοκοσμικούς εργάτες (άνεργους, επισφαλείς, «μαύρους», ανασφάλιστους, ελαστικούς).

 

Το κεφάλαιο των εταιριών υψηλής τεχνολογίας (υψηλής οργανικής σύνθεσης), δεν αφήνει το βλέμμα του ούτε μια στιγμή από τα κάτεργα και τα σκλαβοπάζαρα. Εκεί που η νόμιμη και «τυπική» εργασία τελειώνει, αρχίζει η σκλαβιά που παράγει τεράστιες ποσότητες υπεραξίας για το κεφάλαιο, απαραίτητη προϋπόθεση για την εξάπλωσή του.

 

Με λίγα λόγια:  Καπιταλισμός χωρίς σκλαβοπάζαρα δεν γίνεται.

 

Είτε σε περιόδους «κρίσης», είτε σε περιόδους «ανάπτυξης», από τους κάμπους παραχελωΐτιδας, μέχρι τις συνθήκες εκμετάλλευσης την «τυπικής» μισθωτής σκλαβιάς των αστικών κέντρων, η εξαθλίωση και η εκμετάλλευση για την παραγωγή κέρδους, είναι το κύριο μέλημα του κεφαλαίου. Συνεπώς, η πτώση μας στο απύθμενο βαρέλι της εκμετάλλευσης συνεχίζεται. Δική μας δουλεία είναι να ανακόψουμε αυτήν την πτώση. Μακριά από τις μεσολαβήσεις και τις αναθέσεις των καιρών μας.

 

Περιοδικό «Παροξυσμός»

23/02/1015

Αγρίνιο

 

Αναφορές:

  • Ζαρκαβέλη, Μ. (2015, Φεβρουάριος 7). Ποινές κάθειρξης για το εμπόριο εργατών γης στην Κατοχή. Εφημερίδα Γεγονός, σελ. 4.
  • Caffentzis, G. (2012). Η εργασία, η ενέργεια, η κρίση και το τέλος του κόσμου. Σκέψεις για την εργασία, την τεχνολογία και την καπιταλιστική κρίση (1980-2000). Αθήνα: Αρχείο 71.

Κρίση: “Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;”

 

Εν όψει προεκλογικής περιόδου δημοσιεύουμε διαδικτυακά το κείμενο «Κρίση: Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;» από το 14ο τεύχος του έντυπου Παροξυσμός (άνοιξή 2014). Στο κείμενο αυτό επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπου οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε αυτήν. Ωστόσο, θεωρείται κομβικής σημασίας η ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς επίσης η ανυποταγή και η συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Στο πρώτο μέρος του κειμένου γίνεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή από τις απαρχές του καπιταλισμού έως και σήμερα, κάνοντας μια στάση στην περίοδο πριν και μετά του Δεύτερου Παγκοσμίου Πόλεμου. Ακολούθως τεκμηριώνεται η παγκόσμια φύση της κρίσης και γίνεται μια απόπειρα ερμηνείας με βάση την «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους». Καλή ανάγνωση!

 

crisis

 

Κρίση. “What care our great incroachers!”

Crisis. «Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;»

 

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή: από τις απαρχές του καπιταλισμού έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

Από τις αρχές το 20ου αιώνα, τα καμπανάκια χαιρετούν καθημερινά το άνοιγμα και το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, τιμώντας την εργασία και την αυτοθυσία των «εργατικών» κερδοσκόπων που ποντάρουν τον πλανήτη, αποφασίζουν για την αξία των εμπορευμάτων, επιλέγουν ποιοί πρέπει να πλουτίσουν και ποιοί να ζήσουν στην ανέχεια. Τα καμπανάκια χαιρετούν αυτούς που είναι ικανοί να σκοτώσουν περισσότερους απ΄ ό,τι ο πόλεμος, η πανούκλα ή οι σεισμοί. Μια μέρα του Οκτωβρίου του 1929, το Χρηματιστήριο κατέρρευσε: η ανεργία ανέβηκε στα ύψη, οι μισθοί κατρακύλησαν, η ύφεση χαρακτήρισε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του ΄30, ολόκληρος ο κόσμος πλήρωσε τα σπασμένα… Και ο κόσμος μη έχοντας άλλες εναλλακτικές, μιας και ήταν πλήρως εξαρτημένος από το κεφάλαιο, γονάτισε από την ανέχεια. Τι ήταν όμως αυτό που τον οδήγησε σε πλήρη εξάρτηση από το κεφάλαιο;  Από τον 16ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, το κεφάλαιο άρχισε να εμφανίζεται και να εδραιώνεται σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης (κυρίως στην Αγγλία) με την διαδικασία των περιφράξεων: Οι αγρότες εκδιώχθηκαν από την γη, που ζούσαν και καλλιεργούσαν, η συλλογική ιδιοκτησία έγινε ιδιωτική, φυτευτήκαν φράχτες, σκάφτηκαν χαντάκια, ο δημόσιος χώρος χάθηκε, η κοινοτική ζωή διαλύθηκε. Οι αγρότες απομακρύνθηκαν από την γη και τα μέσα παραγωγής και ακολούθως μετατράπηκαν σε εργάτες, μισθωτούς ή άμισθους. Αυτό αποτέλεσε την λεγόμενη «πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου» και έτσι ξεκίνησε ο καπιταλισμός.

 

Ας σταθούμε εντούτοις στην πρωταρχική συσσώρευση και να τονίσουμε πως πέρα από την εκδίωξη της αγροτιάς από την γη, την περίφραξη της συλλογικής ιδιοκτησίας (κοινές γαίες) και τη διάλυση της κοινωνικής ζωής, στις διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης ανήκει και η απαξίωση της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών και η κοινωνική υποβάθμιση της, που ήταν θεμελιώδης για τη συσσώρευση του κεφαλαίου και που διαρκεί μέχρι σήμερα. Η πρωταρχική συσσώρευση εστιάζει στη διάλυση της αρχικής ενότητας μεταξύ εργάτη και μέσων παραγωγής -και αυτό αποτελεί μια ιστορική προϋπόθεση του καπιταλισμού. Ωστόσο αποτελεί και το περιεχόμενο του κεφαλαίου. Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός παίρνει σάρκα και οστά, δεν διατηρεί μόνο το διαχωρισμό μεταξύ εργάτη και των μέσων παραγωγής, αλλά τον αναπαράγει σε μια διαρκώς αυξανόμενη κλίμακα. Με λίγα λόγια, αυτό που στη χαραυγή του καπιταλισμού, εμφανίζεται ως διακριτή ιστορική διαδικασία ανάδυσης του κεφαλαίου (πρωταρχική συσσώρευση), στη μετέπειτα καπιταλιστική συσσώρευση παρουσιάζεται ως μια «φυσιολογική» διαρκής διαδικασία. Δηλαδή, ό,τι εφαρμόστηκε κατά το ξεκίνημα του καπιταλισμού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, μετασχηματίζοντας τα μέσα παράγωγης και αναπαραγωγής μας σε κεφάλαιο, κάνοντας μας να είμαστε πλήρως εξαρτημένοι από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η σημερινή κρίση αποτελεί μέθοδο της «πρωταρχικής συσσώρευσης», με τον καπιταλισμό να αρπάζει και να διαλύει, έτσι ώστε να ανοίξει το δρόμο για έναν νέο κύκλο συσσώρευσης του κεφαλαίου, ώστε να επιβιώσει και ν’ αναπαραχθεί.

 

Συνεχίζοντας την ιστορική αναδρομή σε πιο πρόσφατες περιόδους, να σημειώσουμε πως η κρίση, μπορεί να παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα «ανεύθυνων κερδοσκόπων», αλλά στην πραγματικότητα είναι μια κρυφή κρίση των ταξικών και κοινωνικών σχέσεων. Μετά το Ά Παγκόσμιο Πόλεμο έχουμε σε μαζική κλίμακα την εφαρμογή του Τεϋλορισμού-Φορντισμού, όπου η βιομηχανική παραγωγή μεγιστοποιήθηκε, με τους εργάτες να λειτουργούν σαν απλά εξαρτήματα των μηχανών και το ανθρώπινο χέρι να μην ξεχωρίζει από τα εργαλεία. Παράλληλα, τα επαναστατικά κινήματα βρίσκονται σε ακμή, αποτέλεσμα επαναστατικών διαδικασιών που ξεκίνησαν από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Άγγλος οικονομολόγος Τζών Κέυνς, αναγνωρίζει τη δύναμη της εργατικής τάξης και υποστηρίζει πως με την κατάλληλη κρατική παρέμβαση μπορεί να φέρει αύξηση  της παραγωγικότητας, της κατανάλωσης και της ευμάρειας. Πριν το Κραχ του ΄29, μέρος του κεφαλαίου βάλτωνε στο Χρηματιστήριο, στοιχηματίζοντας κέρδη από μελλοντική εργασία. Μετά το Κραχ και συγκεκριμένα από το 1933 έως το 1936 θεσπίζονται μια σειρά από οικονομικά προγράμματα στις ΗΠΑ, όπως είναι η κοινωνική ασφάλιση και η αναγνώριση του συνδικαλισμού. Αυτή η σειρά των οικονομικών προγραμμάτων περιγράφτηκαν με τον όρο New Deal και ήταν η απάντηση στο Κραχ του ΄29. Το New Deal ουσιαστικά ήταν η εφαρμογή του λεγόμενου Κεϋνσιανισμού, όπου αφεντικά και εργάτες έδωσαν τα χέρια. Το πρόγραμμα του Κεϋνσιανισμού ολοκληρώθηκε με την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λύνοντας και το πρόβλημα της πλεονάζουσας εργασίας. Πως; Με τη σφαγή εκατομμυρίων ανθρώπων στα πεδία μάχης…

 

Από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα…

 

Λίγο πριν την λήξη του Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ιδρύονται η Παγκόσμια Τράπεζα και το Δ.Ν.Τ. σε μια Διεθνή Συνδιάσκεψη που συνήλθε στο Bretton Woods των ΗΠΑ και αναλαμβάνουν το ρόλο των εγγυητών για την ομαλή αναπαραγωγή της παγκόσμιας κυριαρχίας του κεφαλαίου. Μετά το αιματοκύλισμα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων τα αφεντικά «μαλακώνουν» και εφαρμόζουν το λεγόμενο κράτος πρόνοιας. Αυτό οδηγεί στην ενσωμάτωση της εργατικής τάξης και σε συνδυασμό με τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής, αυξάνεται η παραγωγικότητα και η κατανάλωση. Η δεκαετία του ’60 φέρνει στην επιφάνεια ισχυρά κινήματα αμφισβήτησης και το κράτος απαντά με περισσότερες κοινωνικές παροχές. Όμως τα πνεύματα δεν καταλαγιάζουν… Τα κινήματα δυναμώνουν, επιχειρώντας την «έφοδο στον ουρανό», σπάζοντας  τα όρια του New Deal. Οι αγώνες αυτοί κυκλοφόρησαν από τα εργοστάσια στα σχολεία, τις κουζίνες και τις κρεβατοκάμαρες, την ύπαιθρο των μητροπόλεων και των αποικιών. Οι μαχητικές διαδηλώσεις και η ένοπλη πάλη, οι φεμινίστριες και οι μαύροι, οι χίπηδες και οι ομοφυλόφιλοι, το LSD και η ψυχεδέλεια, αναγκάζουν το αντιπρόεδρο της Ford το 1969 να αποφανθεί πως «η παραδοσιακή εργασιακή ηθική των ΗΠΑ -η σκληρή δουλεία ως αρετή και καθήκον- έχει διαβρωθεί σε σημαντικό βαθμό». Αυτή η γενικευμένη ανυποταγή, αυτή η κρίση στην πειθάρχηση της εργατικής τάξης, οδηγεί σε μια νέα κρίση κερδοφορίας που εμφανίστηκε στη δεκαετία του ΄70. Αυτή η κρίση παρουσιάστηκε σαν μια μυστικοποιημένη οικονομική κρίση αλλά στην πραγματικότητα ήταν μια κρίση από την συσσώρευση δυσαρέσκειας και αρνήσεων από την πλευρά των εκμεταλλευομένων. Η απάντηση σε αυτήν την κρίση από την πλευρά του κράτους και του κεφαλαίου ήταν από τη μια η επίθεση στα κατεκτημένα των κοινωνικών και ταξικών αγώνων και από την άλλη η αποφυγή της υποκατανάλωσης και η διασφάλιση της μελλοντικής εκμετάλλευσης μέσω της διεύρυνσης του δανεισμού. Νεοφιλελευθερισμός λοιπόν… Και κάθε εργασιακή «συμφωνία»σπάει. Από τότε η κρίση έπαιρνε συνεχώς αναβολές, αλλά πάντα αιωρούνταν ως ενδεχόμενο, μέχρι που το 2008 έκανε πάλι την εμφάνισή της…

 

Η παγκόσμια φύση της κρίσης.

 

Την ίδια χρονιά που η σφαίρα του μπάτσου Κορκονέα, διαπερνά το σώμα του νεαρού Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η κρίση, που ενδημούσε από την δεκαετία του ΄70, κάνει την εμφάνισή της σε παγκόσμια κλίμακα και εκδηλώνεται με άγρια μορφή και στην Ελλάδα. Ντόπιοι οικονομολόγοι και πολιτικοί, αρχικά έριξαν το φταίξιμο στην «τεμπελιά» των ελλήνων, στον «διογκωμένο» δημόσιο τομέα κτλ. Πατριώτες, εθνικιστές και φασίστες έριξαν το φταίξιμο στους μετανάστες και στα «ξένα κέντρα». Κάνεις δεν απέδωσε καμία ευθύνη στον καπιταλισμό. Αργότερα η κρίση εμφανίστηκε και σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης: η ανεργία στην Ισπανία και την Ιταλία έκανε κοινώς αποδεκτό πως η κρίση δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Το επόμενο διάστημα τα νούμερα της ανεργίας δείχνουν ότι και στην υπόλοιπη Ευρώπη τα προβλήματα δεν είναι λίγα. Στην Γαλλία, τη Σουηδία, το Βέλγιο ακόμα και στη Γερμανία  οι μισθοί πέφτουν, παρουσιάζονται ελλείμματα στα ταμεία, παγώνουν οι συντάξεις. Δεν βρίσκεται μόνο η Νότια Ευρώπη σε εποχή κρίσης, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη νοσεί. Και πάλι δε σταματάμε εδώ, διότι τα ίδια συμβαίνουν και στις ΗΠΑ –εξάλλου από εκεί έκανε επανεκκίνηση με την φούσκα των στεγαστικών δανείων και την κατάρρευση του οικονομικού κολοσσού Lehman Brothers. Τα στοιχεία που δίνουν ο ΟΗΕ και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, ως προς την ανεργία και το μέσο εισόδημα ανά κάτοικο, δείχνουν ότι η κρίση βαθαίνει, διευρύνεται. Από όλα αυτά μπορούμε να συμπεράνουμε πως η κρίση είναι παγκοσμίου βεληνεκούς, είναι δηλαδή μια παγκόσμια κρίση.

 

Τα αφεντικά αυτού του κόσμου, όσο και θέλουν να το αποκρύψουν, πλέον δεν μπορούν να αρνηθούν την παγκόσμια φύση της κρίσης. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να δεχτούν πως η κρίση προκύπτει από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλισμού. Άλλωστε με αυτόν τον τρόπο πιστεύουν πως θα διασώσουν το σύστημα από το οποίο τρέφονται.

 

Μια απόπειρα ερμηνείας της κρίσης. Ο νόμος της αξίας.

 

Τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ως γνήσια φερέφωνα του κεφαλαίου και της εξουσίας, αν και έχουν άποψη επί παντός επιστητού, για την κρίση αρνούνται μετά από τόσο καιρό να δώσουν μια σαφής απάντηση, αποκρύπτοντας την ουσία του προβλήματος. «Κρίση Χρέους», «Χρηματοπιστωτική Κρίση», «Κρίση Καζίνο» κτλ είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που οδηγούν την κοινή συνείδηση σε ένα μυστικοποίημενο κόσμο χρηματοπιστωτικών κυκλωμάτων, μετοχικών εταιριών, διαφθαρμένων πολιτικών, που κανένας και  καμία από εμάς δεν καταλαβαίνει τι γίνεται. Και σίγουρα αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι…

 

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ερμηνεύσει κανείς την κρίση και να την ονοματίσει. Εδώ επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από το ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε κρίση. Σε αυτή την ανάλυση θεωρούμε κομβικής σημασίας την ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς και την ανυποταγή και τη συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Όπως αναφέρει ο Caffentzis (1980) «Ο νόμος της αξίας είναι η αντίληψη σύμφωνα με την οποία, οι τιμές, τα κέρδη, τα κόστη και τα λοιπά μεγέθη των λογιστικών βιβλίων καθορίζονται -και εξηγούνται- από τον χρόνο εργασίας που αναλώνεται για την παραγωγή των εμπορευμάτων και την αναπαραγωγή των εργατών» (σελ.69). Από την πλευρά τους τα αφεντικά κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να αποκομίσουν όσο δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος από την εκμετάλλευση της εργασία των εργατών. Αυτό που ενδιαφέρει τα αφεντικά είναι η ανάπτυξη αυτών των συνθηκών, όχι για να εξυπηρετηθούν οι ανθρώπινες ανάγκες ή για να βελτιωθεί η ζωή μας, αλλά για να αυξηθεί το κέρδος τους. Εκείνο που πρωτίστως τους ενδιαφέρει, είναι το ποσοστό κέρδους, δηλαδή πόσο κέρδος θα αποκομίσουν σε σχέση με κεφάλαιο που θα δαπανήσουν σε μισθούς, νοίκια, εγκαταστάσεις, πρώτες ύλες κτλ. (Και για να είμαστε ακριβείς, το ποσοστό κέρδους είναι ο λόγος της αποσπώμενης υπεραξίας προς το άθροισμα του μεταβλητού και σταθερού κεφαλαίου).

 

Όταν η νεκρή εργασία τρώει τους ζωντανούς.

 

Το κεφάλαιο έχει την τάση να βάζει όλο και περισσότερες μηχανές στην παραγωγή. Δυο σημαντικοί λόγοι, που καταφεύγει σε αυτήν την επιλογή, είναι οι εξής: Πρώτον, αυξάνεται η παραγωγικότητα και δεύτερον, οι μηχανές κάνουν ακριβώς ότι τους λένε, δεν φέρνουν αντιρρήσεις, ούτε κάνουν απεργίες όπως οι εργάτες. Μακροπρόθεσμα όμως αυτό έχει σαν συνέπεια να μειώνεται το κέρδος των αφεντικών. Μπορούμε να πούμε, πως στην παραγωγή όσο περισσότερο κεφάλαιο ξοδεύεται για μηχανήματα σε σχέση με τα κεφάλαιο που ξοδεύεται στους μισθούς των εργατών που δουλεύουν, τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό κέρδους. Το πιο σημαντικό είναι πως ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να δώσει κέρδος στα αφεντικά είναι η εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας. Γιατί η εργατική δύναμη είναι η μοναδική γενεσιουργός πηγή της αξίας. Και αν θέλουμε να πάμε και στα πεδία της φιλοσοφίας, η κρίσιμη ικανότητα που προικίζει την ανθρώπινη εργασία να παράγει αξία, δεν είναι η αδυναμία να κατασκευαστούν μηχανές-ρομπότ που θα την αντικαταστήσουν, αλλά η ικανότητα της ανθρώπινης εργασίας να στερήσει τον αφέντη από τις υπηρεσίες της. Η ικανότητα να αρνηθεί τον ίδιο της τον εαυτό. Η ικανότητα μας να πούμε «όχι» στην εκμετάλλευση.

 

Το κεφάλαιο, λοιπόν, θέλει να ξεμπερδέψει μια και καλή με τους εργάτες. Θέλει να τους κάνει στην άκρη. Να απαλλαγεί από την ανυποταγή, τις διεκδικήσεις και το «ατίθασο χέρι της εργασίας». Το κεφάλαιο απαντά στην απειθαρχία της εργασίας με την αντικατάσταση του ανυπάκουου εργάτη από την υπάκουη μηχανή. Διώχνει την ζωντανή εργασία (τους εργάτες) και στη θέση της βάζει τη νεκρή εργασία (τις μηχανές). Αλλά από την άλλη, ο μοναδικός παράγοντας που του φέρνει κέρδη είναι η ίδια εκμετάλλευση της εργασίας. Μόνο η εργασία μπορεί να παράξει κέρδος για τα αφεντικά. Αυτή η αντίφαση, έχει συνέπειες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου που θα εκδηλωθούν ως μείωση του ποσοστού κέρδους.

 

Σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται μια αύξηση της μισθωτής εργασίας με μια παράλληλη μείωση του αριθμού των αγροτών και των ελεύθερων επαγγελματιών. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι είναι αποκομμένοι από την γη και τα μέσα παραγωγής και εξαρτώνται ακόμα πιο πολύ από το κεφάλαιο, με ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων να είναι άνεργοι ή σε καθεστώς υποαπασχόλησης. Ταυτόχρονα, ενώ έχουμε μια υπερσυσσώρευση μηχανών, το μέσο ποσοστό κέρδους μειώνεται και μαζί μειώνεται και η ζήτηση των μισθωτών, που το μονό που μπορούν να κάνουν για να επιβιώσουν είναι να πουλήσουν σε κάποιο αφεντικό την χειρονακτική ή διανοητική τους ικανότητα ή ακόμα και το τελευταίο οχυρό της αξιοπρέπειά τους, δηλαδή το ίδιο τους το κορμί…

 

Από την φούσκα του χρηματιστηρίου στη σφαίρα της παραγωγής.

 

Επίσης, ένα τμήμα του κεφαλαίου που δεν μπορεί να αξιοποιηθεί, στρέφεται στο χρηματιστήριο με την προοπτική μέσα από απάτες και χρηματοπιστωτικές αγυρτείες να βγάλει κέρδη εκ του μηδενός. Το χρήμα να γεννήσει χρήμα δηλαδή, χωρίς την μεσολάβηση του εργάτη. Έτσι φεύγουμε από το πραγματικό κόσμο της παραγωγής και πάμε στο μυστικιστικό κόσμο του χρηματιστηρίου. Όπως περιγράφηκε πιο πάνω, η αιτία της κρίσης εντοπίζεται στην ίδια την σφαίρα της παραγωγής και επειδή σε αυτήν την σφαίρα δεν έβγαζαν αρκετά κέρδη τα αφεντικά, μεταφέρανε τα κεφάλαια στις σάλες του χρηματιστηρίου. Εκεί όμως που τα κέρδη δεν έχουν πραγματικό αντίκρισμα και αντιστοιχούσαν μόνο σε ψευτοαξίες σε χαρτιά και μετοχές, η κρίση έσκασε σαν φούσκα.  Έσκασε σαν φούσκα και επέστρεψε στον πραγματικό κόσμο, δηλαδή στο κόσμο της παραγωγής. Μπορούμε να πούμε ότι η κρίση είναι η βίαιη αποκατάσταση της χαμένης ενότητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Και η βία παράγει βία…

 

 Στο βάθος πόλεμος.

 

Αυτή η «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους», μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση κάθε φορά και για τον καπιταλισμό και για την κοινωνία. Η έκβαση αυτή εξαρτάται από διάφορες μεταβλητές, από αγώνες με αβέβαιη κατάληξη, από κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Το κεφάλαιο από την μεριά του, προσπαθεί να αντισταθμίσει αυτήν την «πτωτική τάση» με διάφορα μέτρα, που σε πολλούς και πολλές από εμάς θα φανούν αρκετά οικεία, με πιο βασικά τα εξής: κοινωνικοποίηση της χασούρας των  τραπεζών, εντατικοποίηση της εργασίας, αύξηση των ωρών εργασίας -χωρίς αύξηση του μισθού-, συμπίεση μισθών και κοινωνικών παροχών σε υγεία, ασφάλεια, συντάξεις κτλ, χρησιμοποίηση μαύρης και φθηνής εργασίας μεταναστών και ντόπιων. Με την ανεργία να αποτελεί έναν άσο στο μανίκι των αφεντικών, ως μια στρατηγική για την αύξηση του εφεδρικού στρατού φτηνών εργατών. Και όλα αυτά εφαρμόζονται –συνήθως- κλιμακωτά μέχρι όσο τους παίρνει.. Και αν όλα αυτά τα μέτρα δεν φανούν αρκετά, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι πάντα στο βάθος του τούνελ της κρίσης σιγοφέγγει η λάμψη του πολέμου…

 

Εν κατακλείδι;

 

Η βία της κρίσης, πριν απ΄όλα, είναι η κοινωνική βία εναντίον των οικογενειών που πετιούνται στο δρόμο, είναι οι μαζικές απολύσεις, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι μετεγκαταστάσεις τους, οι ουρές στα φιλανθρωπικά συσσίτια, οι άστεγοι, τα σκοτεινά σπίτια, ο ακρωτηριασμός των κοινωνικών δαπανών. Είναι η ποινικοποίηση των κοινωνικών αντιστάσεων και αγώνων, η ενίσχυση του κατασταλτικού κράτους, η επιβολή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, για να συνηθίσουν οι εργάτες και οι εργάτριες την καπιταλιστική πειθαρχία.  Είναι, τέλος, ο πόλεμος για την μοιρασιά των ζωνών επιρροής, την πρόσβαση στις πηγές ενέργειας, τη λεηλασία πρώτων υλών, την αγορά εξοπλιστικών συστημάτων.

 

Τελικά η ανυποταγή, η απειθαρχία των εργατών και των εργατριών, οι αγώνες και οι διεκδικήσεις, τα κινήματα αμφισβήτησης, αναγκάζουν τα αφεντικά να αντικαταστήσουν με μηχανές το μοναδικό παράγοντα που μπορεί να παράξει αξία, δηλαδή τον άνθρωπο… Και αυτή η αντίφαση, μειώνει τα κέρδη τους, ρίχνει τα ποσοστά τους, τους οδηγεί στον τζόγο του χρηματιστηρίου, οδηγεί σε κρίση… Πάραυτα, οι κρίσεις μπορούν να ξεπεραστούν. Το ζήτημα είναι με ποιο τίμημα ξεπερνιούνται και ποιος πληρώνει. Η συγκυρία της κρίσης θα αξιοποιηθεί από τα κινήματα ως μια ευκαιρία για επανάσταση ή θα οδηγήσει σε μια νέα μορφή καπιταλιστικής βαρβαρότητας; Την απάντηση δεν την δίνει η θεωρία. Την απάντηση μπορούν να την δώσουν οι ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες που διεξάγονται παντού.

 

 

Βιβλιογραφία

– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. Ά. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. ΄Γ (σελ.267-328). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

– Ρούσης, Γ. (2012). Από την κρίση στην επανάσταση. Αθήνα: Γκοβόστη.

– Φάμπρικα Υφανέτ. (2010). Η μονιμότητα της κρίσης του καπιταλισμού. Factory, (1), 8-13.

– Caffentzis, G. (2012). Η εργασία, η ενέργεια, η κρίση και το τέλος του κόσμου. Αθήνα: Αρχείο 71.

– Bonefeld, W. (2002). Ιστορία και κοινωνική σύσταση: Η πρωταρχική συσσώρευση δεν είναι πρωταρχική. Ανάκληση από Rebelnet.gr.

– Federici, S. (2011). Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.

– Federici, S., Caffentzis, G., Jappe, A. & κ.α. (2012). Σημειώσεις της στέπας, (2). Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.

– Holloway, J. (2006). Ας αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία. Αθήνα: Σαββάλας.

-Midnight Notes & Friends. (2009). Υποσχετικές Επιστολές – Από την Κρίση στα Κοινά. Ανάκληση από Rebelnet.gr.

 

image0323

Το facebook, ο ναρκισσισμός, η αποξένωση και η αόρατη εργασία.

 

paros14fin

 

[από τις σελίδες του 14ου τεύχους του εντύπου “Παροξυσμός”]

 

Αυτήν την στιγμή το «facebook» σημειώνει ρεκόρ επισκεψιμότητας με τον αριθμό των χρηστών να ξεπερνά επίσημα το ένα δισεκατομμύριο. Η αρχική ιδέα της δημιουργίας αυτού του πανίσχυρου δικτύου βασίστηκε στην δυνατότητα μετατροπής μιας διαδικτυακής σχέσης σε άμεση ή έμμεση ερωτική/σεξουαλική σχέση. Δυο άγνωστοι άνθρωποι, μεταφέρονται από τον «πραγματικό» κόσμο στο εικονικό κόσμο του διαδικτύου, γνωρίζονται εκεί με την προσδοκία να επιστρέψουν στον «πραγματικό» κόσμο και να σμίξουν … Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η επιστροφή αυτή σπανίως συντελείται και ο χρήστης μένει εγκλωβισμένος στο αχανές χωροχρόνο του διαδικτύου, καρφωμένος στην οθόνη του υπολογιστή, νομίζοντας πως κοινωνικοποιείται, ταξιδεύει, συμμετέχει, δρα πολιτικά… Όλα αυτά συντελούνται στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον, όπου οι άνθρωποι απομονώνονται και διαφέρουν όλο και περισσότερο ο ένας απ’τον άλλον και ταυτόχρονα μετατρέπονται σε ουδέτερα ομοιογενή στοιχεία. Ο καθένας και η καθεμία έχει την δυνατότητα να διαλέξει στυλ και άποψη μέσα από μια γκάμα επιλόγων προχωρώντας παράλληλα και στην κατάλληλη κατανάλωση εμπορευμάτων. Το αποτέλεσμα είναι οι έννοιες της ύπαρξης, του νοήματος και της ταυτότητας να γίνονται αντιληπτές μόνο μέσα από τη σκοπιά του εμπορεύματος.

 

Το facebook, ως μέσο, εμπεριέχει διάφορες μορφές επικοινωνίας, διαμεσολαβημένης πάντα, μιας και ανάμεσα των χρηστών υπάρχει ως επικοινωνιακό μέσο ο υπολογιστής και οι λειτουργίες του facebook. Αν θέλαμε με δυο λέξεις να περιγράψουμε την συμπεριφορά του μέσου χρήστη του facebook, θα επιλέγαμε τις λέξεις «ναρκισσισμός» και «εγωισμός». Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός ανατροφοδοτούνται από διάφορες επιλογές του facebook. Παράδειγμα ο «Τοίχος» (wall) προσκαλεί τον χρήστη να γράψει τί σκέφτεται ("Τι σκέφτεστε;") και τους φίλους του να γράψουν κάτι στον χρήστη ("Γράψτε κάτι …"). Από την πλευρά του χρήστη το μήνυμα που θα γράψει είναι αυτοαναφορικό, μια έκκληση προς παρατήρηση και κοινωνική σχέση. Οι φίλοι του μπορούν να του κάνουν «like», επιβραβεύοντας τον, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι ο χρήστης αποκτά ένα ρόλο και μια σημασία στην κοινωνία. Από ένα σημείο και μετά ο χρήστης ανεβάζει μηνύματα, τραγούδια, βίντεο και φωτογραφίες τα οποία επιδιώκει να είναι τα πλέον αποδεκτά στους ψηφιακούς του φίλους. Πολλά από αυτά ίσως να μην τον εκφράζουν ή να μην έχουν ιδιαίτερη σημασία για αυτόν, αλλά προωθούνται λόγω της αποδοχής που μπορεί να έχουν σε μια μερίδα των φίλων του, φτιάχνοντας ένα προφίλ που απέχει από την πραγματικότητα του χρήστη. Έτσι, το προφίλ του facebook αποτελεί συνήθως ένα ασυνάρτητο μωσαϊκό στο οποίο ο Μπακούνιν βρίσκεται δίπλα στο Game of Throne, διάσημοι ποδοσφαιριστές δίπλα στους Ζαπατίστας, ένα ανέκδοτο να διαδέχεται τη φωτογραφία μιας δολοφονίας και ο σπάιντερ-μαν να παίρνει την θέση ενός αστέγου… Το ασυνάρτητο αυτό ψηφιακό μωσαϊκό φυσικά αντικατοπτρίζει και τη σημερινή κατάσταση κοινωνικής αφασίας και εγωπάθειας που κυριαρχεί.

 

Τελικά, ο χρήστης μετατρέπεται σε ηθοποιό επί σκηνής, ενώ οι υπόλοιποι χρήστες στο κοινό του. Ο χρήστης καθορίζει την δραστηριότητά του στο facebook σε σχέση με το τί θέλει το υποτιθέμενο κοινό του. Πλέον, ο χρήστης διακατέχεται από μια αγωνία να παίξει τον ρόλο του, να φτιάξει το προφίλ του, να προωθήσει τις ιδέες του, να πει την γνώμη του επί παντός επιστητού, να επιβάλει την αισθητική και την άποψη του, να δώσει την παράστασή του, να γίνει κάποιος. Και όλα αυτά καρφωμένος πάντα στην οθόνη του pc του ή του tablet του.

 

Εδώ, μπορούμε να πούμε, πως ο χρήστης μπορεί να μην είναι ικανοποιημένος από την ίδια την καθημερινότητά του και το facebook να λειτουργεί ως υποκατάστατο το οποίο αναστέλλει κάθε κίνηση για αλλαγή, μιας και η «άλλη» επιθυμητή καθημερινότητα εκπληρώνεται μέσα από αυτό.

 

Τελικά ο χρήστης αποξενώνεται, με το «φαίνεσθαι» να απέχει πολύ από το «είναι». Από τη μια αισθάνεται ψεύτικος -λόγω της εικόνας που προωθεί- και από την άλλη θεωρεί τον πραγματικό εαυτό σαν κάτι μικρό και ασήμαντο. Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός εντείνουν τον φόβο της απόρριψης και η κοινωνία και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων προβάλλουν εχθρικά και απειλητικά προς τον χρήστη.

 

Κάνοντας την παραπάνω μικρή αναφορά για το πως οι λειτουργίες του facebook επηρεάζουν τον ίδιο τον χρήστη, δεν μπορούμε έτσι απλά να καταλήξουμε σε μια δαιμονοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των τεχνολογιών επικοινωνίας. Ούτε πιστεύουμε πως όποιος διαβάσει αυτό το κείμενο, θα εγκαταλείψει την αγαπημένη του διαδικτυακή ασχολία. Ας συνειδητοποιήσουμε, όμως, την αποξένωση και το χάσιμο που προκαλεί αυτό το μέσο, αλλά και την εκμετάλλευση που κρύβει.  Και ένα μέσο με ένα δις χρήστες και τόσες δυνατότητες, δεν είναι δυνατόν να μην βασίζεται στην εκμετάλλευση. Όλη αυτή την παραγωγική δύναμη του facebook, σίγουρα δεν την δημιουργεί ο Zuckerberg. Εμείς, οι εργάτες και οι εργάτριες αυτού του κόσμου την δημιουργούμε. Και μάλιστα, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, εργαζόμαστε άμισθα καθημερινά για το facebook καθώς και για άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συγκεκριμένα, το facebook εγκολπώνει κάθε μέρα περιεχόμενα, γνώσεις, συναισθήματα ακόμα και σχέσεις από όλους τους χρήστες. Τούτος ο πλούτος του facebook δεν παράγεται από τον Zuckerberg, αλλά από όλους τους χρήστες του. Κάθε μέρα ο Zuckerberg, πουλά αυτήν την εργασία των χρηστών -την οποία ποτέ δεν αμείβει-, μετατρέποντας την σε κέρδος για τον ίδιο. Κοντολογίς, η ψηφιακή κοινότητα του facebook παράγει πληροφορία (γούστα, καταναλωτικές συνήθειες, τάσεις αγοραστικές) που πακετάρονται με την μορφή στατιστικών στοιχείων και πωλούνται σε άλλους, όπως επίσης χρησιμοποιούνται σε διαφημίσεις και προσφορές όλων των ειδών.

 

Ένα δις και κάτι ψιλά εκατομμύρια άνθρωποι που χρησιμοποιούν αυτήν την στιγμή το facebook,  το κάνουν λόγω της ανάγκης για επικοινωνία στον πραγματικό κόσμο και για τον αντίστοιχο μετασχηματισμό του. Το πρόβλημα είναι ότι οι δυνατότητες των χρηστών εγκλωβίζονται στο ψηφιακό κόσμο και τείνουν να υποκαταστήσουν τις αδιαμεσολάβητες μορφές επικοινωνίας. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών πιστεύει ότι του παρέχουν μια δωρεάν δυνατότητα, ενώ στην πραγματικότητα είναι αντικείμενο κοροϊδίας και εκμετάλλευσης. Συνεπώς, ας συνειδητοποιήσουμε πως το facebook μας αποξενώνει και ενσωματώνει εκμετάλλευση. Είναι ένα φαραωνικό ψηφιακό έργο που κάθε μέρα οικοδομείται από την δικιά μας αόρατη εργασία. Ας αποκτήσουμε την επίγνωση και ας δούμε πως οι αγαπημένες ψηφιακές ασχολίες, αποτελούν πηγές πλουτισμού κάποιων που εκμεταλλεύονται ανθρώπους, που πατούν επί πτωμάτων, για να αποκτούν δύναμη και να μετασχηματίζουν τον κόσμο προς όφελός τους… Πάντα υπάρχουν μηχανισμοί υποδούλωσης και εκμετάλλευσης. Ωστόσο, πάντα υπάρχουν και αυτοί και αυτές που αντιστέκονται και επιχειρούν να τους φέρουν σε κρίση.

 

Πηγές:

 

faceboo 

 

Οι ψυχοκόρες και το σιδέρωμα της Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.

pdy1

 

Ψυχοκόρη, δούλα, παραδουλεύτρα, σκλάβα, δουλικό, οικιακή βοηθός, παραπαίδα ή πόσους άλλους τρόπους θα βρουν για να ονοματίσουν την υποτιμημένη οικιακή εργασία;

 

Η οικιακή εργασία αποτέλεσε στην Ελλάδα του 19ου και 20ου  αιώνα μια από τις κυριότερες μορφές υποτιμημένης εργασίας. Την εποχή εκείνη , η φτώχια ή ακόμα και πολλές φορές το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οδηγεί κοπέλες από την επαρχία  στη συνθήκη της εσωτερικής μετανάστευσης. Τότε κυρίως κορίτσια επαρχιώτισσες, φτωχές έρχονται να εργαστούν στα σπίτια μικροαστών ή αστών σε αστικά κέντρα ως παραδουλεύτρες ή υπηρέτριες ή δούλες ή παστρικοδούλες ή όπως αλλιώς της έρχονταν της βαθιάς πατριαρχικής κοινωνίας να τις αποκαλεί. Η δουλειά τους σήμαινε συγκέντρωση της απαραίτητης προίκας ή πληρωμή χρεών στον εργοδότη ή ένα λιγότερο στόμα για τους γονείς στη  επαρχία αλλά στην ουσία εργάζονταν ακατάπαυστα με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους και μόνο. Αντίθετα στην οικογένεια που υπηρετούσαν συνέβαλαν στην κοινωνικά άνοδο και καταξίωση της αστής γυναίκας.

 

Εκείνη την εποχή άρχισε να εμφανίζεται και ο θεσμός της ψυχοκόρης, που επρόκειτο κυρίως για προφορικό θεσμό υιοθεσίας. Συγκεκριμένα, οικογένειες που ζούσαν κάτω από συνθήκες φτώχιας και ανέχειας  «παραχωρούσαν» μία ή περισσότερες κόρες, πολλές φορές και γιους, σε πλούσιες οικογένειες. Κυρίως οι ψυχοκόρες ήταν κορίτσια μικρής ηλικίας που μέσω αυτού του θεσμού αναγκάζονταν να προσφέρουν εργασία στον ψυχοπατέρα, ο οποίος έναντι της παρεχόμενης εργασίας είχε την υποχρέωση να τις προικίσει, όταν φθάσουν σε ηλικία γάμου. Ο θεσμός αυτός στην ουσία ήταν μια μορφή άμισθης  οικιακής εργασίας. Οι ψυχοκόρες, ανεξάρτητα από την ηλικία και τη σωματική διάπλαση, έπρεπε να καθαρίζουν το σπίτι, να μαγειρεύουν, να σκουπίζουν, να σιδερώνουν,  να εργάζονται στα χωράφια και όλα αυτά χωρίς μισθό μιας και πλέον ήταν μέλος της οικογένειας. Ενώ, δεν είναι και λίγες οι φορές, που η απόλυτη κυριαρχία των ψυχοπατέρων  οδηγούσε σε σεξουαλική εκμετάλλευση της ψυχοκόρης. Γενικά, ο θεσμός της ψυχοκόρης «ηθικοποιήθηκε» πολλές φορές κοινωνικά και κατάφερε σε πολλές περιπτώσει να συσκοτιστεί η εκμεταλλευτική του φύση.

 

Βία, φτώχεια, εκμετάλλευση, καταπίεση βιώνονταν από όλες αυτές τις γυναίκες που παρόλο που συμβιβάζονταν με τη σκληρή πραγματικότητα για επιβίωση, πολλές φορές δε έπαυαν να ονειρεύονται το σπάσιμο των δεσμών.  Είτε πρόκειται για το «κοινωνικά αποδεκτό»  ψυχοκόρη,  είτε για το «υποτιμητικό» δούλα, η κοινωνική πραγματικότητα είναι πολύ σκληρότερη από αυτή που φανταζόμαστε. Είναι η ίδια απόλυτα σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν στο πετσί τους οι σημερινές μετανάστριες εργάτριες που δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί. Συνήθως προσλαμβάνονται για να διευκολύνουν τις εργοδότριές τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγελματικού τους στίβου, ωστόσο οι ίδιες οι μετανάστριες εργάτριες βιώνουν καθημερινά τις άθλιες εργασιακές συνθήκες, τον αποκλεισμό  και την υποτίμηση.

 

Ένα πράγμα στην οικιακή εργασία θεωρείται δεδομένο. Είτε δε πληρώνεται και γίνεται από τη νοικοκυρά, είτε πληρώνεται και γίνεται από τις δούλες και οικιακές βοηθούς, αποτελεί μια αόρατη και κατά βάση γυναικεία εργασία, απαραίτητη για τη συντήρηση και αναπαραγωγή του άνδρα εργάτη. Δηλαδή η βρώμικη φόρμα εργασίας να γίνει καθαρή, το ωμό κρέας να σερβιριστεί μαγειρεμένο, να σπίτι να είναι καθαρό, το κρεβάτι στρωμένο, τα παιδιά να κοιμούνται, να τρώνε και να περιθάλπονται. Το κεφάλαιο, μέσω της πατριαρχική του εκπροσώπησης, όσο αγνοεί τις απαιτήσεις των εργατριών στα οικιακά, όσο στρέφει με τους έμφυλους διαχωρισμούς το ένα φύλο εναντίων του άλλου, έχει την πολυτέλεια να μην πληρώνει την οικιακή εργασία. Όπως αναφέρει η Σίλβια Φεντερίτσι

 

«η οικιακή εργασία δεν έχει απλά επιβληθεί στις γυναίκες, αλλά έχει μετατραπεί σε φυσικό χαρακτηριστικό της γυναικείας ανατομίας, της γυναικείας προσωπικότητας – σε εσωτερική ανάγκη, σε φιλοδοξία που υποτίθεται πως πηγάζει από τα βάθη της γυναικείας μας φύση. Αντί να αναγνωριστεί ως όψη του κοινωνικού συμβολαίου η οικιακή εργασία έπρεπε να μεταβληθεί σε φυσικό χαρακτηριστικό, γιατί ήδη από τον καιρό των πρώτων σχεδίων του κεφαλαίου για τις γυναίκες, αυτή η εργασία ήταν άμισθη».

 

Πότε το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει και να πληρώσει αυτήν την εργασία; Μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αρνούνται να την κάνουν, μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αγωνίζονται εναντίον της. Τα παραδείγματα των φεμινιστικών αγώνων δεν είναι λίγα.

 

 

psy

 

Το σιδέρωμα της  Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.​

 

«Είμαι από την Ματαράγκα του Αγρινίου. Οι γονείς μου έχουν ακόμα άλλα επτά παιδιά. Ήρθε η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στη Ματαράγκα και ζητούσε να πάρει ένα μικρό κοριτσάκι για να προσέχει το μωρό της και να την βοηθάει λίγο στο σπίτι. Δήλωνε ότι το κοριτσάκι που θα την ακολουθήσει θα κάνει την τύχη του και δεν θα το ξεχωρίζει από το δικό της παιδί. Οι γονείς μου είναι φτωχοί άνθρωποι και έτσι ξεγελάσθηκαν και με έδωσαν. Έμεινα μαζί τους δύο χρόνια. Φρόντιζα το παιδί, καθάριζα, σφουγγάριζα, έπλενα, κουβάλαγα τα ψώνια του σπιτιού (…). Έκανα υπομονή και δε μιλούσα. Το αφεντικό μου, ο Γιώργος Βεϊζαδές δούλευε σε μπαρ. Περνούσαν καλά στο σπίτι (…)».

(εφημερίδα «Ακρόπολις» – Κυριακή 7 Αυγούστου 1955)

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η πονεμένη ιστορία της Σπυριδούλας, μιας κοπέλας από τη Ματαράγκα έφερε στην επιφάνεια την εκμετάλλευση που βίωναν καθημερινά κορίτσια και γυναίκες που πάλευαν για την επιβίωσή τους. Η μικρή Σπυριδούλα έπεσε θύμα της μανίας των αφεντικών της, Γιώργου και Αντιγόνης Βεϊζαδέ, που επί δύο μέρες την έκαιγαν διαδοχικά με το καυτό σίδερο σε όλο της το σώμα, επειδή θεωρήθηκε ύποπτη για την απώλεια 50 δολαρίων.

 

Η Σπυριδούλα από τα 12 της εργαζόταν ως υπηρέτρια στην Αθήνα στο σπίτι του ζεύγους Βεϊζαδέ, που μαζί με το μικρό παιδί τους έμεναν σε ένα πολυτελές σπίτι στον Πειραιά.  Οι Βεϊζαδέ είχαν επιχειρήσεις και πολλά χρήματα βρίσκοντας πάντα τρόπο να επιβιώσουν, ενώ στην κατοχή είχαν εργασθεί για τα φασιστικά SS. Η μικρή Σπυριδούλα είχε αναλάβει όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το αντάλλαγμα ήταν η επιβίωση της δίνοντας της απλά ένα πιάτο φαγητό.

 

 Την 31 Ιουλίου 1955 ο Γιώργος Βεϊζαδέ επέστρεψε στο σπίτι από το καμπαρέ που είχε στην ιδιοκτησία του και διαπίστωσε πως λείπει ένα χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων από το ντουλάπι του. Άμεση ύποπτη για την απώλεια θεωρήθηκε η Σπυριδούλα. Ο Γ. Βεϊζαδέ  αμέσως ρώτησε την Σπυριδούλα αν γνώριζε κάτι. Η ίδια είπε ότι δεν έχει ιδέα για το χαρτονόμισμα και τότε το ζευγάρι ξεκίνησε τα βασανιστήρια χτυπώντας την. Την επόμενη μέρα ο βασανισμός συνεχίστηκε. Με το ίδιο σίδερο, που ανάγκαζαν την Σπυριδούλα να σιδερώνει τα πολυτελή τους ρούχα, την βασάνισαν καίγοντας το κορμί της. Επί 36 συνεχόμενες ώρες η Σπυριδούλα δεμένη γυμνή πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, ήταν παραδομένη στη λύσσα των Βεϊζαδέ, που για να μην υποψιαστούν κάτι οι γείτονες της είχαν βάλει ένα πανί στο στόμα. Μετά το τέλος του βασανισμού την έλυσαν και την κλείδωσαν στο δωμάτιο της χωρίς φαΐ και νερό. Για τις επόμενες δυο μέρες η Σπυριδούλα υπέφερε από τους πόνους. Ήταν αναγκασμένοι να την πάνε στο νοσοκομείο καθώς φοβόνταν τι θα συνέβαινε αν πέθαινε μέσα στο σπίτι. Έτσι ισχυριζόμενοι ότι χύθηκε κατά λάθος πάνω της καυτό νερό την μετέφεραν στο νοσοκομείο, ενώ την απειλούσαν πως αν μαρτυρήσει θα την κάψουν ζωντανή με βενζίνη.

 

Η Σπυριδούλα όμως δε φοβήθηκε να μιλήσει. Αποκάλυψε στους γιατρούς τι ακριβώς συνέβη. Η αστυνομία συνέλαβε το ζεύγος Βεϊζαδέ. Στο δικαστήριο πρώτη μάρτυρας ήταν η ίδια η Σπυριδούλα, η οποία στην κατάθεσή της εξιστόρησε τη ζωή της με το ζεύγος και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο την έκαψαν με το πυρακτωμένο σίδερο την 1η και 2η Αυγούστου 1955. Στην κατάθεση της η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στην αρχή επέμειναν πως επρόκειτο για καυτό νερό. Στην συνέχεια παραδέχτηκαν πως τα εγκαύματα είναι από σίδερο αλλά υποστήριξαν πως ήταν ατύχημα. Ο ιατροδικαστής ωστόσο μπόρεσε να δει καθαρά πως τα εγκαύματα δημιουργήθηκαν από δυο αλληλοβοηθούμενα πρόσωπα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Η Σπυριδούλα έφερε εγκαύματα πρώτου έως τρίτου βαθμού στο πρόσωπο, τον τράχηλο, το θώρακα, την κοιλιά και τα άνω και κάτω άκρα, καθώς και εκχυμώσεις στο μέτωπο, τα βλέφαρα, τους μηρούς και τις κνήμες. Το δικαστήριο έκρινε ένοχο το ζεύγος για πρόκληση βαρειών σωματικών βλαβών σε βαθμό κακουργήματος.

Η απειλή ακόμα αιωρείται. Μετά από τόσα χρόνια μανάδες προστάζουν τα παιδιά τους να κάνουν ησυχία γιατί αλλιώς θα τα κάψουν σαν τη Σπυριδούλα… Η Σπυριδούλα δεν αποτελεί μια εξόφθαλμη εξαίρεση. Η ιστορία της υπογραμμίζει την απαξίωση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας, τονίζει το βίαιο περιεχόμενο της υποτιμημένης γυναικείας εργασίας. Πόσες Σπυριδουλες έχουν υπάρξει και πόσες θα υπάρξουν; Πόσες ιστορίες μένουν κλειδωμένες πίσω από πόρτες κρεβατοκάμαρων, γκαρσονιερών και υπογείων; 

 

Για την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης.

 

occypy 2

 

[ από το 14ο τεύχος του Παροξυσμού ]

Occupy Wall Street και το κίνημα των «Αγανακτισμένων».

Μετά τη λεγόμενη «φούσκα των ακινήτων» και την κατάρρευση μεγάλων τραπεζικών ομίλων, εκατομμύρια πολίτες στις ΗΠΑ είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει κατακόρυφα, έχασαν τα σπίτια και τις δουλειές τους και στερήθηκαν την πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Έτσι αρχές φθινοπώρου του 2011 χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωναν καθημερινά με ειρηνικό τρόπο ενάντια στην φτώχεια, την ανεργία και τα μέτρα λιτότητας. Εκεί, λοιπόν, ξεκίνησε το κίνημα Occupy Wall Street. Το κεντρικό τους σύνθημα «Είμαστε το 99 τοις εκατό», αποτελεί αναφορά στο 1% των πλουσιότερων Αμερικανών που κατέχει το 40% του εθνικού πλούτου των ΗΠΑ. Το κίνημα Occupy Wall Street μοιάζει με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» στον ελλαδικό χώρο, όπου χιλιάδες άνθρωποι άρχισαν να βγαίνουν στις πλατείες τον Μάιο του 2011, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και σημεία αναφοράς.

 

Η αποδοχή του καπιταλισμού ως μοναδικού τρόπου οργάνωσης από κομμάτι της εργατικής τάξης.

 

«Είμαστε το 99%». Είναι το κεντρικό και ίσως το πιο «πιασάρικο» σύνθημα του κινήματος του Occupy Wall Street. Κατά πόσο, όμως, αυτό το «99%» έχει κοινές επιδιώξεις; Σίγουρα έχει πολύ λιγότερες από το υπόλοιπο «1%» που ξέρει ακριβώς τι θέλει και πως να το πάρει, δηλαδή να αντλήσει -με την βία- όσο δυνατόν περισσότερο κέρδος μέσα από την εκμετάλλευση της εργασίας μας. Όμως, η πλειοψηφία του Occupy, όπως και το κίνημα των «Αγανακτισμένων» διαδήλωναν ειρηνικά κατά της κρίσης. Ωστόσο αυτό αρκεί; Και κατά πόσο αυτό είναι «πιασάρικο» για την οργάνωση και την όξυνση των κοινωνικών –ταξικών αγώνων;

 

Κάθε επίκληση στην δημοκρατία είναι παντελώς ανώφελη γιατί αυτές τις μέρες το κεφάλαιο δεν έχει την πολυτέλεια να μοιράζει ψίχουλα στις «λαϊκές μάζες». Από αυτήν την άποψη, δεν είχε άδικο η Μάργκαρετ Θάτσερ όταν δήλωνε ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική», φυσικά για τον καπιταλισμό. Για εμάς τους «από τα κάτω», η «εναλλακτική» ή πιο απλά η ελπίδα, βρίσκεται μέσα στις σχέσεις που προκύπτουν ανάμεσά μας, όταν αυτές δε διαποτίζονται από την εξουσία και δεν διαμεσαλαβούνται από το χρήμα.  Οι σχέσεις, λοιπόν, είναι το ζητούμενο. Οι σχέσεις, οι ιδέες που τις προτάσσουν και οι δομές που τις στηρίζουν.  Θα μας έφτανε να φύγει το «1%» που απαιτεί το κίνημα Occupy, ή τα «λαμόγια οι πολιτικοί» που σιχτιρίζουν οι αγανακτισμένοι; Και αν έφευγαν μετά τί; Θα ήμασταν ευτυχισμένοι; Αν αύριο, για κάποιο λόγο, κατέρρεε ο καπιταλισμός μήπως τότε θα επικρατούσε μια αγριότητα διαφορετικής μορφής; Η διαδικτυακή κομμουνιστική επιθεώρηση InsurgentNotes.com αναφέρει για το Occupy:  

 

«Έτσι ανάμεσα στους μυριάδες στόχους που προσέλκυσαν τα πυρά του κινήματος, ο “καπιταλισμός” ήταν σαν ένα ακόμη αντικείμενο στη λίστα με τα ψώνια του σούπερ-μάρκετ. Η ελάχιστη κατανόηση του τι είναι καπιταλισμός (και τι θα σήμαινε η πραγματική κατάργησή του) οδήγησε σε μια πληθώρα λαϊκίστικων συνθημάτων από το “καταργήστε το κρατικό τραπεζικό σύστημα” μέχρι το “φορολογήστε τους πλούσιους”».

 

Το ζήτημα λοιπόν είναι: ποιοί και ποιές είμαστε, τι θέλουμε και τι δεν θέλουμε.

 

* [ Παρακάτω, όταν αναφερόμαστε στην «εργατική τάξη» εννοούμε τους διανοητικούς και χειρονακτικούς εργάτες, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, τους ανέργους, τους πρώην εργάτες (συνταξιούχους), τις άμισθες εργάτριες (νοικοκυρές), τους μελλοντικούς εργάτες (μαθητές, φοιτητές) και τους εργάτες της γης.]

 

Πόσοι και πόσες από το σύνολο της εργατικής τάξης δεν κάθονται κάθε μέρα με τις ώρες μπροστά στον υπολογιστή ή την τηλεόραση, δεν κατηγορούν τους ρομά ότι υποβαθμίζουν τον τόπο, δεν βρίζουν τους μετανάστες και τους προτρέπουν να γυρίσουν «από κει που ήρθαν», δεν πάνε εκκλησία κάθε Κυριακή με τα καλά τους, δεν δίνουν αποβολές στους μαθητές τους, δεν εκμεταλλεύονται τους συναδέλφους τους, δεν ξυλοφορτώνουν την γυναίκα τους, δεν είναι θαμώνες σε κωλόμπαρα και μπουρδέλα;    

 

Δεν αρκεί μόνο να ξεσηκωθεί ο κόσμος, να διαμαρτυρηθεί αλλά να ανοίξει τα μάτια του και να δει κατάματα την πραγματικότητα του, να εξεγερθεί και να ανυψωθεί η συνειδητότητά του. Ο κόσμος πάντα αντιδρά. Ωστόσο, σημασία έχει ο δρόμος που επιλέγει ο καθένας και η καθεμία να διαβεί. Θα γίνει μέλος κάποιας επιτροπής κατοίκων που θα διώχνει τους μετανάστες από την γειτονία του; Θα πουλάει πρέζα και θα εκπορνεύει την κόρη του; Θα γίνει μέλος κάποιου κόμματος και θα εναποθέσει εκεί όλες του τις ελπίδες; Θα συμμετέχει σε λαϊκιστικά και φασιστικά κινήματα; Ή μήπως περιμένουμε πως όλοι θα συνεισφέρουμε στην οικοδόμηση μιας ειρηνικής και ελεύθερης κοινωνίας;

 

Η βάση των  κοινωνικών σχέσεων μέσα στον καπιταλισμό είναι τέτοια που κλείνει τα ματιά στους ανθρώπους μπροστά στην ίδια την πραγματικότητα. Όσο και αν το ψάξει κανείς θεωρητικά, αυτή η αποδοχή του καπιταλισμού από μεγάλο κομμάτι του κόσμου της εργασίας, δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε μεγάλο μέρος στην δύναμη της συνήθειας. Μια συνήθεια που ωθεί μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, όχι μόνο να υποτάσσεται στον υπάρχον σύστημα. αλλά και να το αναπαράγει. Μία συνήθεια, ένας σιωπηλός καταναγκασμός, που προκύπτει από την αποξένωση, το φετιχισμό του εμπορεύματος και το διαμεσολαβητικό ρόλο του κράτους. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά.

 

Αποξένωση και φετιχισμός του εμπορεύματος.

 

Η αποξένωση (ή αλλιώς αλλοτρίωση) έχει στον πυρήνα της έννοιας της την λέξη «απομάκρυνση». Όταν γίνεται λόγος για αποξένωση, αυτό σημαίνει πως κάτι που μας ανήκει μετατρέπεται σε κάτι ξένο, αλλότριο και εχθρικό προς εμάς. Για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε κάτι ξένο και εχθρικό προς εμάς, σημαίνει πως πάνω στην πράξη της παραγωγής είμαστε αποξενωμένοι από τον ίδιο μας τον εαυτό.  Με λίγα λόγια ως εργάτες, χειρονακτικοί ή διανοητικοί, είμαστε αποξενωμένοι από τα μέσα παραγωγής, από τα προϊόντα που παράγουμε ή τις υπηρεσίες που παρέχουμε, από την εργασία την ίδια. Η αποξένωση μας από την ίδια μας την δραστηριότητα, είναι αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό: οι ίδιοι παράγουμε ενεργά την αποξένωση από τον εαυτό μας. Τελικά η αποξένωση είναι η παραγωγή του σακατέματός μας, η στέρηση από τον εαυτό μας της ίδια μας της ανθρωπιάς: ο καθένας μας αποξενώνεται από τους άλλους και όλοι είμαστε αποξενωμένοι από την ίδια την ανθρώπινη ουσία.

 

Την παραπάνω έννοια της αποξένωσης μπορούμε να την συναντήσουμε σε όλες τις ανελεύθερες περιόδους της ανθρωπότητας. Στον καπιταλισμό, με την εμπορευματική παραγωγή, η έννοια της αποξένωσης διευρύνεται: εδώ τα εμπορεύματα επισκιάζουν τις σχέσεις μας, κυριαρχούν σε αυτές και τελικά τα εμπορεύματα (τα πράγματα) κυριαρχούν πάνω μας και εμείς υποτασσόμαστε σε αυτά. Αποτέλεσμα; Αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη μας από τη σκοπιά του εμπορεύματος (πραγμοποίηση). Κάποια στιγμή τα εμπορεύματα αποκτούν την δική τους ζωή, αποκτούν χαρακτηριστικά που δεν οφείλονται σε αυτά τα ίδια, κάτι που μας κάνει να τα λατρεύουμε. Και αυτό ισχύει για το σύνολο των πραγμάτων από την στιγμή που αποκτούν την ιδιότητα του εμπορεύματος. Μόλις κάποιο αντικείμενο προσλάβει τον χαρακτήρα του εμπορεύματος «γεννοβόλα φαντασιοπληξίες, πιο θαυμαστές ακόμα και αν άρχιζε να χορεύει στα καλά καθούμενα». Αυτή η ιδιότητα, εκφράζει τον φετιχισμό των εμπορευμάτων, δηλαδή να αντιμετωπίζουμε αυτό που «φαίνεται» και όχι την «ουσία». Ο φετιχισμός δεν περιορίζεται μόνο στην παραγωγή αλλά επεκτείνεται ίσως ακόμα με μεγαλύτερη ένταση και στο πεδίο της κατανάλωσης με την μορφή της λατρείας στα καταναλωτικά αγαθά. Άλλωστε, αυτή η κυριαρχία του «Φαίνεσθαι» απέναντι στο «Είναι», που χαρακτηρίζει της καπιταλιστικές κοινωνίες, αποτελεί συνέπεια αυτής τη λατρείας.

 

Όλα τα παραπάνω σηματοδοτούν την στρέβλωση της πραγματικότητας, την απόκρυψη του πραγματικού της χαρακτήρα και οδηγούν στην απανθρωποποίηση το σύνολο της κοινωνίας, πλήττοντας και το 1% και το 99%, με την εργατική τάξη να βρίσκεται στην –ας πούμε- «προνομιούχα» θέση να μπορεί να αντιληφτεί αυτού του είδους την αποξένωση σαν καθημερινή δυστυχία ή μιζέρια, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι συλλαμβάνει άμεσα και αυθόρμητα την αποξένωση. Η πώληση της εργατικής δύναμης σαν εμπόρευμα, η καταναγκαστική εργασία, η άμισθη εργασία, η σύγχρονη δουλεία, η ένταξη στο αυστηρό καταμερισμό εργασίας, γενικότερα η σπατάλη της ζωής για την επιβίωση, και όλες οι λειτουργίες της καθημερινής ζωής που εντάσσονται στο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, βιώνονται σαν φυσικά φαινόμενα, σαν λογικά γεγονότα, δίχως να γίνεται αισθητή η απουσία της «ουσίας του ανθρώπου».

 

Παράλληλα, όλες οι ψευδαισθήσεις και τα «θαύματα» των ειδώλων των εμπορευμάτων, οδηγεί τους εκμεταλλευόμενους να απομαγευτούν από μαγεία του φυσικού και ζωικού βασιλείου και στη συνέχεια να μαγευτούν από τον φανταχτερό κόσμο των εμπορευμάτων. Ας δούμε, για παράδειγμα, πως τα tablets και οι λειτουργίες τους μαγεύουν τους χρήστες τους και πως τους αποκόβουν από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται. Η απόδοση στα εμπορεύματα μιας αυθύπαρκτης αξίας που δεν συνδέεται με την ανθρώπινη εργασία (πχ που, πως και ποιοι έφτιαξαν τα tablets), έχει ως συνέπεια να κρύβεται ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των καπιταλιστικών σχέσεων και συνεπώς να μην διαφαίνεται ως λύση η προοπτική της ανατροπής τους. Έτσι λοιπόν είμαστε εδώ, ο καθένας χώρια και απομακρυσμένος από τον ίδιο του τον εαυτό, με τα εμπορεύματα να μεσολαβούν ανάμεσα μας και τον καπιταλισμό να μας κάνει κουμάντο.

 

Ο διαμεσολαβητικός ρόλος του κράτους.

 

Οι κοινωνικές σχέσεις μεσολαβούνται από το κράτος, που έρχεται να επικυρώσει την κυριαρχία του κεφαλαίου στις ζωές μας. Μέσα στη στρέβλωση και τον κατακερματισμό που επικρατεί στην κοινωνία, το κράτος παρουσιάζεται σαν ένα ενοποιητικό στοιχείο απέναντι σε μια κοινωνία απομονωμένων ατόμων, μοναδικού εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης. Στη συνείδηση της κοινωνίας μόνο το κράτος μπορεί να ασκήσει ορισμένες λειτουργίες αναγκαίες για την ύπαρξη της κοινωνικής ζωής. Το κράτος είναι ταξικό όργανο, άλλα παρουσιάζεται σαν δήθεν ουδέτερο στοιχείο, αποκρύπτοντας την πραγματική του υπηρεσία: την διασφάλιση της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των εκφραστών του πάνω στις ζωές μας. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα σε περιόδους κρίσης, σαν κι αυτή που διανύουμε. Όταν το κεφάλαιο κινδυνεύει το κράτος, αποσύρεται από τις κοινωνικές του λειτουργίες, συρρικνώνει τις κοινωνικές παροχές και το κενό που ανοίγεται έρχεται να το καλύψει το κεφάλαιο με τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Όσο για το εκλογικό δικαίωμα, διαμορφώνει μια ψευδαίσθηση ισότητας και ελευθερίας, που συσκοτίζει τον ταξικό του χαρακτήρα.

 

Το Κράτος λοιπόν, δεν βρίσκεται κάπου μακριά και αόριστα, δεν είναι ένας σκοτεινός καλά φυλασσόμενος πύργος σε ένα βουνό, που μια Μεγάλη Νύχτα μπορούμε εύκολα να το γκρεμίσουμε. Όχι, το Κράτος βρίσκεται συνέχεια δίπλα μας, μας ακολουθεί σε κάθε δραστηριότητα, μεσολαβεί στις κοινωνικές σχέσεις. Από την στιγμή που γεννιόμαστε, δηλωνόμαστε στο Ληξιαρχείο και εκεί μπαίνει η σφραγίδα του κράτους πάνω μας. Για να αναγνωριστεί η σχέση δυο ανθρώπων θα πρέπει να μπει η σφραγίδα του κράτους μέσω της διαδικασίας του γάμου. Μεταξύ εργαζόμενου και αφεντικού, μπαίνει η σφραγίδα του κράτους όπου και επισημοποιεί την εκμετάλλευση. Μεταξύ εμπόρου και αγοραστή υπάρχει η σφραγίδα του κράτους. Το ίδιο και μεταξύ δασκάλου και μαθητή, γονέα και παιδιού, αγρότη και γης, οδηγού και αυτοκίνητου, υπαλλήλου και μισθού, γείτονα και γειτόνισσας, κατοίκου και σπιτιού…. Και όμως αυτό που προσδιορίζει τις κοινωνικές σχέσεις κρύβεται πίσω από το κράτος: είναι η υποταγή της κάθε μας δραστηριότητας στις επιταγές των εμπορευμάτων και ότι σε ότι συσχετίζεται με αυτά (άξια, χρήμα, κέρδος, εκμετάλλευση). Και έτσι το θέμα ξαναπάει στις σχέσεις…

 

Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας και η αλληλεγγύη ως βάση της επανάστασης.

 

Στην αρχή του κειμένου φέραμε ως παράδειγμα το κίνημα Occupy, το οποίο πάρα τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του που αναφέραμε, ανέδειξε και κάτι άλλο: μια δημιουργικότητα σε σχέση με την οικοδόμηση νέων κοινωνικών σχέσεων και νέων περιεχομένων. Σε αντιστοιχία στον ελλαδικό χώρο, μετά το κίνημα των πλατειών, κάποιοι αγώνες άνοιξαν κοινωνικά με τις συνελεύσεις γειτονιών και τις πρωτοβουλίες κατοίκων σε πολλές πόλεις, δίνοντας δυνατότητες νέων ανοιχτών τρόπων οργάνωσης και την ύφανση νέων κοινωνικών σχέσεων.  Και πόσα ακόμα θα μπορούσαν να ειπωθούν διεθνώς για την Αραβική Άνοιξη, τους σκληρούς εργατικούς αγώνες στην Ασία, τα φοιτητικά κινήματα στη Χιλή, τον Καναδά, τις ταραχές στην Ισπανία και τη Μ. Βρετανία.

 

Η ζωή πέρα (ή ενάντια) από τον καπιταλισμό φυτρώνει όταν το χρήμα, αυτό το απόλυτο εμπόρευμα των εμπορευμάτων, παραμερίζεται για να μιλήσει η κοινότητα. Και όχι κάπου ξεκομμένα, αλλά μέσα από την εμπειρία του κοινού αγώνα, στην ανάπτυξη ανθρώπινων σχέσεων που διαφέρουν ποιοτικά από τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στο καπιταλισμό. Καθημερινά υπάρχουν ενδείξεις, ότι για όσους και όσες συμμετέχουν σε κοινωνικούς αγώνες, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα του αγώνα δεν είναι η ικανοποίηση των άμεσων αιτημάτων, αλλά η ανάπτυξη μιας κοινότητας που χαρακτηρίζεται από την αντίθεσή της στις καθημερινές καπιταλιστικές μορφές κοινωνικών σχέσεων.

 

Ο καπιταλισμός δεν επιφέρει μόνο φυσική εξαθλίωση στους ανθρώπους, αλλά, επιπλέον   βάζει τα εμπορεύματα –τα πράγματα- πιο ψηλά από τον άνθρωπο, διαλύοντας τις κοινωνικές σχέσεις και ενσωματώνοντας την εργατική τάξη. Αν αυτό όμως το κατάφερνε ολοκληρωτικά δεν θα βρίσκονταν τώρα σε κρίση. Συνεπώς κάτι ενυπάρχει μέσα στην καπιταλιστική μηχανή που την μπλοκάρει. Υπάρχει και μια βάση για μια διαφορετική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, η οποία δεν στηρίζεται στον καπιταλισμό, αλλά στη κοινωνική συνεργασία, την κοινοκτημοσύνη, την αλληλεγγύη, την αλληλοβοήθεια… Αυτή η βάση ακολουθεί την ανθρωπότητα σε όλα τα στάδια της εξέλιξης της. Είναι πανταχού παρούσα -άλλοτε ισχυρή και άλλοτε αδύναμη- και είναι αυτή που έρχεται σε αντίθεση με την καπιταλιστική μορφή οργάνωσης. Είναι αυτές οι κρυμμένες, αφανείς υλικές συνθήκες μέσα από τις οποίες μπορούμε να σπάσουμε τις καπιταλιστικές σχέσεις και να πάρει σάρκα και οστά η αταξική κοινωνία, χωρίς να στηριζόμαστε στην κατάληψη κανενός κράτους ή καμίας εξουσίας. Διότι

 

«αν στην κοινωνία έτσι όπως είναι σήμερα δεν βρίσκαμε κρυμμένους τους υλικούς όρους παραγωγής και τις αντίστοιχες ανταλλακτικές σχέσεις που αποτελούν την προϋπόθεση για μια αταξική κοινωνία, τότε όλες οι απόπειρες για ανατροπή θα ήταν δονκιχωτισμός» (Μαρξ, Κ. 1858. Grundrisse. Στοχαστής. T.  Ά.Σελ.111).

 

Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας, οι δομές αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης που αυτές παράγουν, μεταφέρουν την επανάσταση από ένα απροσδιόριστο μέλλον στο εδώ και τώρα. Η σημερινή συγκύρια της κρίσης αποτελεί μια πρόκληση για την κοινωνική χειραφέτηση και μια καλή ευκαιρία για να αναδυθούν κοινωνικές σχέσεις σε μια διαφορετική βάση χωρίς εξουσία και χρήμα. Με τις ενεργές και αποφασιστικές κοινότητες αγώνα να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση.

 

Μέσα στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που επεκτείνεται και βαθαίνει να ανοίξουμε τον δρόμο για μια αταξική κοινωνία ελευθερίας, ισότητας, αλληλοβοήθειας και κοινοκτημοσύνης.

 

Να ανοίξουμε τον δρόμο μέχρι τον κομμουνισμό και την αναρχία.

 

image0323

Για τα σχολικά συσσίτια του Ιδρύματος «Στ. Νιάρχος» και το ταξίδι μια παλιάς ιστορίας…

 

Το τυποποιημένο σακουλάκι περιέχει μια πίτα και ένα μήλο. Έρχεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή σε μερικές δεκάδες σχολεία της χώρας. «Το Ίδρυμα του Νιάρχου πραγματικά νοιάζεται για τους νέους της χώρας μας, που αυτήν την περίοδο δοκιμάζονται. Ο Νιάρχος είναι αυτοδημιούργητος και ξέρει τι σημαίνει πείνα. Η βοήθεια του μέσω του Προγράμματος Σίτισης είναι ανάσα για τους μαθητές του σχολείου που υποσιτίζονται» κηρύσσει περιχαρής η φιλόλογος προς τους μαθητές του Λυκείου που εκείνη την στιγμή περιεργάζονται αμήχανοι το σακουλάκι τους. Πίσω της ο υπεύθυνος του κυλικείο της ρίχνει φθονερές ματιές καθώς βάζει σε σειρά τις απούλητες τυρόπιτες.

 

Είναι πάντοτε η παλιά ιστορία του «αγαθού φιλόπονου και εγκρατούς εργάτη» που έγινε πλούσιος και του άθλιου χασομέρη που σπατάλησε όλα του τα υπάρχοντα στο γλέντι και για τιμωρία υποχρεώθηκε αυτός και τα παιδιά του και τα παιδιά των παιδιών του, να καταπονούνται στον αιώνα τον άπαντα δουλεύοντας για τους «ενάρετους» Νιάρχους και τους απογόνους τους. Μια ιστορία, που σαν παραμύθι, ταξιδεύει από αιώνα σε αιώνα. Όπως ταξιδεύουν και οι απόγονοι του Νιάρχου με τις θαλαμηγούς τους. Στο κατάστρωμα οι απόγονοι των «ενάρετων» χαίρονται τα δώρα της ζωής. Στα αμπάρια κρυμμένοι τριτοκοσμικοί κατασκευάζουν τα πιο ονειρεμένα γεύματα, που οι ίδιοι απαγορεύεται να δοκιμάσουν. Απαγορεύεται ακόμα και να αντικρίσουν το φως του ηλίου, ανεβαίνοντας στο κατάστρωμα. Ζουν σαν τα ποντίκια για βδομάδες, μήνες, για όσο χρειαστεί. Και οι από πάνω απόγονοι του Νιάρχου ταξιδεύουν, με ένα μοναδικό τρόπο που μόνο τα μέλη του διεθνούς jet set στερεώματος γνωρίζουν. Ταξιδεύουν, μα το μυαλό τους είναι καρφωμένο στα θησαυροφυλάκιά τους. Διάσπαρτα σε κάθε γωνία του πλανήτη θησαυροφυλάκια τεράστιας χωρητικότητας αναδεύουν ένα παχύρευστο χυλό κιτρινωπής απόχρωσης. Κάθε μόριο του χυλού έχει βγει από τους πόρους του δικού μας σώματος. Εκεί βρίσκονται συμπιεσμένες ώρες εργασίας που αθροίζουν χιλιετίες, μαζί με τσακισμένες αρθρώσεις, σακατεμένα μυαλά, διερρηγμένα στομάχια, γαστρικά υγρά, νευρώνες, λαμαρίνες, καουτσούκ, μικροτσίπ, κυβικά χιλιόμετρα πετρελαίου…

 

Το Ίδρυμα ΣΤ. ΝΙΑΡΧΟΣ ισχυρίζεται πως «αγωνίζεται για μια πιο ανθρώπινη κοινωνία» και μας πετάει ένα κόκαλο. Αυτοί οι «ενάρετοι» που αρπάζουν κάθε μέρα το ψωμί από το τραπέζι μας τώρα εμφανίζονται ως σωτήρες μας. Και η παλιά ιστορία του «αγαθού φιλόπονου και εγκρατούς εργάτη» που έγινε πλούσιος, περιπλέκεται ακόμα πιο πολύ…

 

12/03/2014

έντυπο δρόμου Παροξυσμός

 

«Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε.»

 

Λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου, στο προθάλαμο του Προεδρικού Μεγάρου ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς πλησιάζει τον Υπουργό Υγείας και του ψιθυρίζει μειδιάζοντας: «Αυτό το 25άρι ευρώ για την εισαγωγή στα νοσοκομεία ισχύει και για τους αλλοδαπούς ή μόνο για τους Έλληνες;». Ο Γεωργιάδης σοβαρότατος του άπαντα, καθώς φτιάχνει την γραβάτα του: «Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε».

 

Ο Σαμαράς δεν μπορεί να ασχολείται με τέτοια ζήτημα μικρής σημασίας. Ίπταται πάνω από αυτά. Τώρα κάνει Κεντρική Ευρωπαϊκή Πολιτική. Το όνομα του θα μείνει στην ιστορία. Για τις βρώμικες δουλειές έχει αφήσει ελεύθερο να αλωνίζει το  μαντρόσκυλο του, τον Γεωργιάδη. Αυτός τα κανονίζει αυτά. Αυτός έχει αναλάβει κάθε φορά να του απαντά: «Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε.» Έλληνες και μετανάστες. Ναι, το αποκάλυψε ο Γεωργιάδης: είμαστε όλοι μετανάστες. Δεν είναι πια σύνθημα στο τοίχο. Ισχύει. Μοιραζόμαστε όλοι το ίδιο μέλλον.  

 

Το ίδιο λένε και οι πεντακάθαροι εορταστικοί δρόμοι της πρωτεύουσας. Πεντακάθαροι από κάθε σκουπίδι, ανθρώπινο ή μη. Βλέποντας τα τεράστια γράμματα  που κοσμούν την πλατεία Ομονοίας όλοι, ντόπιοι και μετανάστες, μπορούν να συλλαβίσουν την ίδια λέξη: «ΑΘΗΝΑ». Ο σιωπηρός καταναγκασμός και η κρυμμένη εκμετάλλευση του προηγούμενου καιρού, έχουν δώσει την θέση τους στην αγριότητα μιας ληστείας και στην βαρβαρότητα ενός φονικού, αντίστοιχα. Με την διάφορα ότι τώρα «Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε.» Και ισχύει με την ακρίβεια ενός επιστήμονα. Οι βιαστικοί ας περιμένουν, θα έρθει και για αυτούς η σειρά.

 

Βρισκόμαστε λίγο μετά την κόψη. Στο σημείο όπου η έπαρση της εξουσίας είναι αναντίστοιχη της κοινωνικής της νομιμοποίησης. Χαρακτηριστικό καταρρέουσας δύναμης. Που για να επιβιώσει κάνει τα πάντα. Υποδύεται όλους τους παλιούς ρόλους. Αποικιοκράτες, Δουλέμποροι, Ιεροεξεταστές, Μαφιόζοι, Γκάνγκστερ περνούν μπροστά από τα μάτια μας και πάνω από τις ζωές μας. Και γιατί να μην επιστρατεύσουν τον Ρομποκοπ, τον Μπάτμαν και τον Τζόκερ; Και αν χρειαστεί στο φινάλε μπορεί να βοηθήσει και ο Σπάιντερ – Μαν ως φιλικός γείτονας…

 

Ωστόσο η Ιστορία γράφεται και από μας. Το να μείνουμε όρθιοι και όρθιες, παραμένει ζήτημα συλλογικής οργάνωσης και προσωπικής ευθύνης. Όποιος περιμένει τον φιλικό Σπάιντερ-Μαν να τον σώσει την πάτησε. Γιατί ο αγαπητός Σπάιντυ στο τέλος κάνει πάντα ό,τι του λένε οι μπάτσοι…

 

Παροξυσμός, Αγρίνιο, 06/01/14

Πρωταρχική Συσσώρευση και Στρατηγική της Έντασης

 

w02_commons_03

του Σπύρου Μαρκέτου

"Στα πέντε χρόνια που κύλησαν από την εξέγερση του Δεκέμβρη, η χώρα άλλαξε όψη. Η κρίση του καπιταλισμού, αγγίζοντας κάθε όψη της ζωής, έχει πλέον αποσταθεροποιήσει το πολιτικό σύστημα. Είναι φανερό τώρα πια ότι οι μέρες που ζούμε δεν είναι συνηθισμένες, αλλά αυτή η διαπίστωση συνήθως δεν έχει ένα θεωρητικό πλαίσιο που θα τήν έκανε κομμάτι μιας ευρύτερης εικόνας, ώστε να βγάζει νόημα. Έτσι, δύσκολα αξιοποιείται πρακτικά. Αυτό έχει να κάνει και με τους φόβους μας. Από το πώς διαβάζουμε την καθημερινότητα και τις αλλαγές γύρω μας εξαρτάται το τι κάνουμε και τι στόχους βάζουμε, αλλά συχνά ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή, ακριβώς επειδή θέλουμε πάση θυσία ν’ αποφύγουμε κάποιες ενοχλητικές σκέψεις και πρακτικά συμπεράσματα, αρνούμαστε πεισματικά να διαβάσουμε αυτά που η πραγματικότητα γράφει μπροστά μας με τεράστια γράμματα. Για παράδειγμα, επειδή δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε, αρνούμαστε και να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει επιστροφή στη ζωή που είχαμε πριν από την κρίση, ζωή διόλου τέλεια έτσι και αλλιώς."

 

Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο ακολουθήστε το παρακάτω σύνδεσμο:

Πρωταρχική Συσσώρευση και Στρατηγική της Έντασης

 

Κατοχή Αιτ/νίας: Η κρυμμένη εκμετάλλευση και κάποιοι που ξαναπέφτουν από τα σύννεφα

 

IMG_2082

 

«Τα τελευταία τρία χρόνια μετανάστες και μετανάστριες από την Βουλγαρία καταφθάνουν στον εύφορο κάμπο των εκβολών του Αχελώου προκειμένου με την εργασία τους (συλλογή της παραγωγής πορτοκαλιών της περιοχής) να καταφέρουν να επιβιώσουν στο τραχύ έδαφος των εκεί αγροτικών περιοχών. Πιο συγκεκριμένα διαμένουν σε έναν οικισμό που βρίσκεται στην περιοχή του δήμου Οινιάδων και ειδικότερα μερικές εκατοντάδες μέτρα από την Κατοχή.

 

Στους οικισμούς που διαμένουν φυσικά δεν υπάρχει ίχνος υποδομής (συνθήκες υγιεινής, νερό, ηλεκτρικό…). Ζουν σε εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα, σε αντίσκηνα, ενώ αρκετοί μένουν σε έναν πρόχειρο καταυλισμό που έχουν δημιουργήσει σε ερειπωμένο παλιό εργοτάξιο. Συχνά παρουσιάζονται προβλήματα υγείας (που τα αντιμετωπίζουν κυρίως τα παιδιά που υποσιτίζονται) κατά βάση λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος λόγω της αυξημένης υγρασίας, αλλά κυρίως λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης. Αυτοί οι μετανάστες αποτελούν το φτηνό εργατικό δυναμικό της περιοχής, που πραγματικά δουλεύει για ένα κομμάτι ψωμί.(…)»

 

Το απόσπασα προέρχεται από κείμενο «Προς Θεού, δεν είμαστε και ρατσισταί!» που κυκλοφόρησε μαζί με φωτογραφικό υλικό το Γενάρη του 2010 από τον «Ιό Αταξίας» στο Αγρίνιο. Παράλληλα σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Παναιτωλική» (Γενάρης 2010) οι κατοχιανοί καταγγέλλουν σε άρθρο της εφημερίδας: «Δυστυχώς μια έκταση περίπου δέκα στρεμμάτων έχει μετατραπεί σε εστία μόλυνσης, όπου δεν νοείται να ζουν άνθρωποι. Λίγα μέτρα από το σημείο, βρίσκεται και το κεντρικό υδραγωγείο της Κατοχής και ο γύρω χώρος έχει γίνει υπαίθριο αποχωρητήριο.»

 

Μετά από τρία περίπου χρόνια κάποιοι πέφτουν ακόμα από τα σύννεφα και παθαίνουν «ΣΟΚ» από τις εικόνες εξαθλίωσης και τις συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών από Ρουμανία και Βουλγαρία στην περιοχή της Κατοχής  Αιτωλοκαρνανίας.

 

Η εκμετάλλευση της εργασίας των μεταναστών είναι ο μεγάλος άγνωστος Χ των καπιταλιστικών κοινωνιών, η περιοχή της εργασίας που παραμένει πεισματικά σε όρους σκλαβιάς, συστηματικά απούσα από τις εθνικές στατιστικές. Ο καπιταλιστικός «κάτω κόσμος» συνεχίζει να συσσωρεύει την καταναγκαστική εργασία της «μετά τη σκλαβιά» εποχής. Και σε αυτόν τον «κάτω κόσμο» θα βρούμε την καταναγκαστική πορνεία, το δουλεμπόριο, την παιδική εργασία, τις διάφορες μορφές δουλείας ορισμένου χρόνου, την εργασία που διεξάγεται στο εσωτερικό των φυλακών, τις διάφορες μορφές στρατιωτικής εργασίας…

 

Αυτή η εργασία βρίσκεται μέσα στα όρια της σκλαβιάς, περιέχοντας όλα τα χαρακτηριστικά της: αφαιρεί την ανθρώπινη υπόσταση του ατόμου και το υποβιβάζει σε αντικείμενο προς ιδιοκτησία και χρήση μέσα σε ένα καθεστώς εκβιασμού, ανασφάλειας, καθολικής ανελευθερίας, ακραίων συνθηκών, απάνθρωπης ρουτίνας και σκληρότητας. Συνθήκες που παραμένουν ποιοτικά οι ίδιες σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη: από τους κάμπους της  παραχελωίτηδας, τα φραουλοχώραφα στη Μανωλάδας, τα κωλόμπαρα και τα μπουρδέλα της ελληνική επικρατείας, μέχρι τα χιλιάδες φασονάδικα στη Β. Αμερική και την Ασία.

 

Αυτή η εργασία, που παράγει τεράστιες ποσότητες υπεράξιας που καταλήγουν στις τσέπες των αφεντικών, είναι που παραμένει αναγκαία για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να σταθεί χωρίς περιοχές σκλαβιάς, άμισθης εργασίας και πρωταρχικής εκμετάλλευσης.

 

Και κάποιοι θα ξαναπέσουν από τα σύννεφα… Και θα ξαναπούν: «Προς Θεού, τι είναι αυτά που συμβαίνουν!»… Λες και δεν θυμούνται τι γινόταν στα καπνοχώραφα του Αγρινίου επί 15 χρόνια από τις αρχές του ΄90 μέχρι τα μέσα του 2000 με τους αλβανούς μετανάστες να βρίσκονται στο κέντρο της εκμετάλλευσης, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

 

Και αν κάποιοι πρωτοκοσμικοί κάτοικοι της Ν. Ευρώπης νομίζουμε πως αυτά είναι μακριά από το μονοπάτι της δικιάς μας ζωής και τα πράγματα θα φτιάξουν, τότε καλύτερα ας ξυπνήσουμε πριν ο βούρκος φτάσει πάνω από τα κεφάλια μας. Ας ρίξουμε μια ματιά στα κτήρια με τα εγκατεστημένα αντι-αυτοκτονικά δίκτυα των κάτεργων της FoxConn (της εταιρίας που παράγει τα iPad, τα iPhones και τα iPods) ή στις αποθήκες της Amazon.

 

Αλλά αν κουραζόμαστε να πάμε τόσο μακριά και θέλουμε, να πάρουμε μια ιδέα για το τι μπορεί συμβεί σε μας τους ίδιους τα επόμενα χρόνια, μπορούμε να ρωτήσουμε τους μετανάστες τι έζησαν οι ίδιοι πριν έρθουν εδώ και τι είναι αυτό που ζουν τώρα…

 

Έντυπο δρόμου «Παροξυσμός»

Δεκέμβριος 2013, Αγρίνιο

Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

 

 

( Η κηδεία των Θεμιστοκλή Καρανικόλα και Βασιλικής Γεωργαντζέλη.

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στην συμβολή των οδών  Παπαστράτου, Μπότσαρη και Σουλίου. )

 

 

Το 1926 η κατακόρυφη άνοδος του συναλλάγματος, είχε άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στο καπνεμπόριο. Έτσι οι καπνεργάτες κινητοποιούνται και απαιτούν ανάλογη αύξηση στα πενιχρά τους μεροκάματα. Οι καπνέμποροι αρνούνται κατηγορηματικά και έτσι οι καπνεργάτες κήρυξαν απεργία το Σάββατο 31 Ιουλίου 1926.

 

Οι μέρες περνούσαν, οι δύο πλευρές έμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το Σωματείο, μετά από 8 ημέρες απεργίας χωρίς καμία πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, βρέθηκε μπροστά σε δίλημμα: Αν συνέχιζε την απεργία, θα άρχιζε η διαρροή, αφού οι ανάγκες εκατοντάδων οικογενειών ήταν πιεστικές. Αν αποφάσιζε την μαχητική παρουσία με δυναμικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η σύγκρουση με την Χωροφυλακή θα ήταν αναπόφευκτη.

 

Αποφασίζουν το δεύτερο και ζητούν άδεια για να συγκεντρωθούν οι απεργοί την Δευτέρα, 9 Αυγούστου, στην πλατεία της Αγοράς, (Πλατεία Στράτου, σημερινή Πλατεία Ειρήνης) εκεί όπου γίνονταν όλες οι πολιτικές εκδηλώσεις. Οι αρχές αρνούνται και τους χορηγούν άδεια για την συγκέντρωσή τους στο χώρο της Αγίας Σωτήρας (το σημερινό Πάρκο), που τότε θεωρούνταν εκτός της πόλης. Πράγματι από το πρωί της Κυριακής 8 Αυγούστου, οι απεργοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στον χώρο της Αγίας Σωτήρας, με μαύρες σημαίες πάνω στις οποίες έγραφαν: «Δικαία απαίτησις, ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία»

 

Γύρω στις 8 το πρωί είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 8000 απεργούς. Οι αρχές είχαν τοποθετήσει ισχυρή δύναμη Χωροφυλακής στην «καμπή» της οδού Αγρινίου-Αμφιλοχίας, καθώς και μία δύναμη Ευζώνων, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι. Μετά από τους λόγους που εκφωνήθηκαν, η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι απεργοί σκορπίστηκαν άλλοι προς τον προσφυγικό συνοικισμό Αγ. Κωνσταντίνου και άλλοι προς την πόλη. Η ομάδα που κατευθύνθηκε προς την πόλη, ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο ταγματάρχης Ζαμπετάκης που ήταν επικεφαλής, τους προέτρεψε να κατέβουν προς την πόλη ανά δύο άτομα. Οι απεργοί διαβεβαίωσαν τον Ζαμπετάκη ότι η συγκέντρωσή τους είχε διαλυθεί, αλλά αρνήθηκαν να χωριστούν σε ομάδες των δύο.

 

Ακολουθεί συμπλοκή και η διαταγή του ταγματάρχη να πυροβολήσουν στον αέρα ήταν η αφορμή να επιτεθούν με πέτρες μερικές εργάτριες στην δύναμη της χωροφυλακής. Οι σφαίρες που μέχρι τότε έπεφταν στον αέρα, γύρισαν προς τους απεργούς. Μία σφαίρα βρίσκει στο κεφάλι τον νεαρό, σχεδόν παιδί, Θεμιστοκλή Καρανικόλα, που, σύμφωνα με μαρτυρίες, βρέθηκε τυχαία στο χώρο του επεισοδίου. Μία άλλη σφαίρα τραυματίζει θανάσιμα την έγκυο καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, που ξεψύχησε λίγο αργότερα. Ήταν 29 ετών και είχε ήδη δύο παιδιά, τον Γεράσιμο 9 ετών και την Παρασκευή 5 ετών. Ο εργάτης Δ. Τσαμπάς τραυματίζεται σοβαρά στο μπράτσο, που ακρωτηριάστηκε. Το νέο διαδίδεται στο Αγρίνιο γρήγορα και η κηδεία της Βασιλικής Γεωργαντζέλη και του Θεμιστοκλή Καρανικόλα, γίνεται στον Άγιο Δημήτριο παίρνοντας μορφή διαδήλωσης.

 

Σημείωση 1:

Η απεργία συνεχίστηκε για σαράντα μέρες ακόμη. Το Μάιο του ΄29 ξαναγίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις καπνεργατών με αιτήματα σχετικά με το ταμείο ασφάλισης. Το Σεπτέμβριο του ΄29 ξεκινά απεργία, ενώ τον Οκτώβριο γίνονται αιματηρά επεισόδια. Η χωροφυλακή μπαίνει στην αυλή του κτιρίου όπου βρίσκονταν η εργατική λέσχη (πλ. Σουλίου)  για να απαγορεύσει τη συνεδρίαση της διοίκησης του Σωματείου καπνεργατών. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τραυματίζονται σοβαρά 2 χωροφύλακες από πυροβολισμούς (ο επικεφαλής χωροφυλακής Δημητρόπουλος) και τρεις καπνεργάτες ελαφρά. Ακολούθησαν συλλήψεις. Το σωματείο των καπνεργατών διασπάστηκε το 1930 με σχεδόν καθολική συμμετοχή.

 

Σημείωση 2:

Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιάννη Καρύτσα «Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό» (εκδόσεις Άρδην) στην κινητοποίηση του ’26 οι αρχειομαρξιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή μαζί με άλλους εργάτες και εργάτριες. Μετά τον Αιματηρό Αύγουστο πολλοί αρχειομαρξιστές κυνηγήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με συνέπεια να αναγκαστούν να καταφύγουν στην Αθήνα. 

Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

 

 

( Η κηδεία των Θεμιστοκλή Καρανικόλα και Βασιλικής Γεωργαντζέλη.

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στην συμβολή των οδών  Παπαστράτου, Μπότσαρη και Σουλίου. )

 

 

Το 1926 η κατακόρυφη άνοδος του συναλλάγματος, είχε άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στο καπνεμπόριο. Έτσι οι καπνεργάτες κινητοποιούνται και απαιτούν ανάλογη αύξηση στα πενιχρά τους μεροκάματα. Οι καπνέμποροι αρνούνται κατηγορηματικά και έτσι οι καπνεργάτες κήρυξαν απεργία το Σάββατο 31 Ιουλίου 1926.

 

Οι μέρες περνούσαν, οι δύο πλευρές έμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το Σωματείο, μετά από 8 ημέρες απεργίας χωρίς καμία πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, βρέθηκε μπροστά σε δίλημμα: Αν συνέχιζε την απεργία, θα άρχιζε η διαρροή, αφού οι ανάγκες εκατοντάδων οικογενειών ήταν πιεστικές. Αν αποφάσιζε την μαχητική παρουσία με δυναμικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η σύγκρουση με την Χωροφυλακή θα ήταν αναπόφευκτη.

 

Αποφασίζουν το δεύτερο και ζητούν άδεια για να συγκεντρωθούν οι απεργοί την Δευτέρα, 9 Αυγούστου, στην πλατεία της Αγοράς, (Πλατεία Στράτου, σημερινή Πλατεία Ειρήνης) εκεί όπου γίνονταν όλες οι πολιτικές εκδηλώσεις. Οι αρχές αρνούνται και τους χορηγούν άδεια για την συγκέντρωσή τους στο χώρο της Αγίας Σωτήρας (το σημερινό Πάρκο), που τότε θεωρούνταν εκτός της πόλης. Πράγματι από το πρωί της Κυριακής 8 Αυγούστου, οι απεργοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στον χώρο της Αγίας Σωτήρας, με μαύρες σημαίες πάνω στις οποίες έγραφαν: «Δικαία απαίτησις, ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία»

 

Γύρω στις 8 το πρωί είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 8000 απεργούς. Οι αρχές είχαν τοποθετήσει ισχυρή δύναμη Χωροφυλακής στην «καμπή» της οδού Αγρινίου-Αμφιλοχίας, καθώς και μία δύναμη Ευζώνων, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι. Μετά από τους λόγους που εκφωνήθηκαν, η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι απεργοί σκορπίστηκαν άλλοι προς τον προσφυγικό συνοικισμό Αγ. Κωνσταντίνου και άλλοι προς την πόλη. Η ομάδα που κατευθύνθηκε προς την πόλη, ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο ταγματάρχης Ζαμπετάκης που ήταν επικεφαλής, τους προέτρεψε να κατέβουν προς την πόλη ανά δύο άτομα. Οι απεργοί διαβεβαίωσαν τον Ζαμπετάκη ότι η συγκέντρωσή τους είχε διαλυθεί, αλλά αρνήθηκαν να χωριστούν σε ομάδες των δύο.

 

Ακολουθεί συμπλοκή και η διαταγή του ταγματάρχη να πυροβολήσουν στον αέρα ήταν η αφορμή να επιτεθούν με πέτρες μερικές εργάτριες στην δύναμη της χωροφυλακής. Οι σφαίρες που μέχρι τότε έπεφταν στον αέρα, γύρισαν προς τους απεργούς. Μία σφαίρα βρίσκει στο κεφάλι τον νεαρό, σχεδόν παιδί, Θεμιστοκλή Καρανικόλα, που, σύμφωνα με μαρτυρίες, βρέθηκε τυχαία στο χώρο του επεισοδίου. Μία άλλη σφαίρα τραυματίζει θανάσιμα την έγκυο καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, που ξεψύχησε λίγο αργότερα. Ήταν 29 ετών και είχε ήδη δύο παιδιά, τον Γεράσιμο 9 ετών και την Παρασκευή 5 ετών. Ο εργάτης Δ. Τσαμπάς τραυματίζεται σοβαρά στο μπράτσο, που ακρωτηριάστηκε. Το νέο διαδίδεται στο Αγρίνιο γρήγορα και η κηδεία της Βασιλικής Γεωργαντζέλη και του Θεμιστοκλή Καρανικόλα, γίνεται στον Άγιο Δημήτριο παίρνοντας μορφή διαδήλωσης.

 

Σημείωση 1:

Η απεργία συνεχίστηκε για σαράντα μέρες ακόμη. Το Μάιο του ΄29 ξαναγίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις καπνεργατών με αιτήματα σχετικά με το ταμείο ασφάλισης. Το Σεπτέμβριο του ΄29 ξεκινά απεργία, ενώ τον Οκτώβριο γίνονται αιματηρά επεισόδια. Η χωροφυλακή μπαίνει στην αυλή του κτιρίου όπου βρίσκονταν η εργατική λέσχη (πλ. Σουλίου)  για να απαγορεύσει τη συνεδρίαση της διοίκησης του Σωματείου καπνεργατών. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τραυματίζονται σοβαρά 2 χωροφύλακες από πυροβολισμούς (ο επικεφαλής χωροφυλακής Δημητρόπουλος) και τρεις καπνεργάτες ελαφρά. Ακολούθησαν συλλήψεις. Το σωματείο των καπνεργατών διασπάστηκε το 1930 με σχεδόν καθολική συμμετοχή.

 

Σημείωση 2:

Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιάννη Καρύτσα «Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό» (εκδόσεις Άρδην) στην κινητοποίηση του ’26 οι αρχειομαρξιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή μαζί με άλλους εργάτες και εργάτριες. Μετά τον Αιματηρό Αύγουστο πολλοί αρχειομαρξιστές κυνηγήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με συνέπεια να αναγκαστούν να καταφύγουν στην Αθήνα. 

Σημειώσεις για έναν επερχόμενο πόλεμο

 

 

 

Κρίση

Κρίση. «Παλιά μου τέχνη κόσκινο», λένε  από την πλευρά τους τα αφεντικά, μιας και γνωρίζουν από πρώτο χέρι, πως η κρίση αποτελεί μέρος του καπιταλισμού. Η κρίση του κεφαλαίου δεν εξελίσσεται μόνο στην πόλωση μεταξύ των «πλούσιων» και «φτωχών», αλλά οξύνει και τις αντιθέσεις μέσα στο εσωτερικό της κοινωνίας, προωθώντας τον φόβο και την απομόνωση. Στην διάρκεια της, η αυξανόμενη κοινωνική εξαθλίωση γίνεται ολοφάνερη με πολλούς τρόπους: μαρτυρική μισθωτή σκλαβιά, αθλιότητα στις συνθήκες διαμονής και διατροφής, μαζική ανεργία, αποκτήνωση, βία, καταστολή, ψυχολογική και πνευματική κατάπτωση. Στον αντίθετο πόλο, τα αφεντικά συνεχίζουν να κερδοφορούν, να ορίζουν και να επιβάλλουν. Σκοπίμως, τα αφεντικά και οι πολιτικοί τους αντιπρόσωποι, όταν μιλούν για την κρίση προσπαθούν να μας μπερδέψουν, μεταφέροντας μας σε ένα κόσμο χρηματιστηριακών κυκλωμάτων και ακατανόητων οικονομικών όρων. Θέλουν να αποκόψουν την κρίση από τους αγώνες των ανθρώπων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της οικουμένης, για να μην μπορούμε ούτε καν να διανοηθούμε κάποια μορφή αντίστασης σε αυτήν. Αλλά αυτό δεν το καταφέρνουν πάντα. Γιατί κατά την διάρκεια της κρίσης η ανταγωνιστική σχέση μεταξύ αφεντικών και εκμεταλλευομένων αποκαλύπτεται και οξύνεται. Τα πάντα βρίσκονται υπό αμφισβήτηση. Οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί αλλάζουν συνεχώς. Μια νέα εποχή διαμορφώνεται. Και το ερώτημα παραμένει: Υπέρ ποιών;

 

Η αναβολή της κρίσης και οι ήττες των τελευταίων δεκαετιών

Για την κρίση δεν ευθύνονται αποκλειστικά (ούτε καν κύρια) οι τοπικές «πουλημένες» ή «ανίκανες» εξουσίες. Η αιτία βρίσκεται στις χώρες και στο τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης που επιβάλουν τόσο στο εσωτερικό τους, όσο και έξω στις χώρες που εκμεταλλεύονται και λεηλατούν. Η αιτία βρίσκεται στο σύστημα που βασίζεται στην εκμετάλλευση, την καταπίεση και την αλλοτρίωση.


Τόσο οι υφέσεις, όσο και οι κρίσεις δεν βρίσκονται τελείως έξω από τον ανθρώπινο έλεγχο. Μπορούν να επιταχυνθούν, να αναβληθούν, να βαθυνθούν. Η κρίση του κεφαλαίου στην Ελλάδα ήταν να έρθει αρκετά χρόνια πριν. Όμως αποφεύχθηκε -αναβλήθηκε για την ακρίβεια- με διάφορους τρόπους. Την δεκαετία του ’90 η υπερεκμετάλλευση των μεταναστών και η προσφορά της φτηνής εργατικής τους δύναμης έκανε την ελληνική αγορά να κινηθεί με γοργούς ρυθμούς.


Η επίδραση των μεταναστών ήταν θετική στον πληθωρισμό, αφού μειώθηκε το κόστος παραγωγής μέσω της μαύρης εργασίας τους. Παράλληλα, αυξήθηκε και η αγροτική παραγωγή και το μέσο αγροτικό εισόδημα, αλλά και πόσα ακόμα. Ως γνωστό, οι μετανάστες εισέπραξαν απαξίωση, αποκλεισμό,  ρατσιστική βία, εξευτελισμούς, πνιγμούς στο αιγαίο, σφαίρες στα σύνορα, τους δρόμους, τις πλατείες και τα χωράφια. Εν τω μεταξύ άρχισε να γίνεται και η πρόσβαση στο κοινωνικό πλούτο με τα δάνεια και τις κάρτες. Προς το τέλος της δεκαετίας, η έπαρση του νεοπλουτισμού, φτάνει σε βαθμό να επιτρέψει το τζόγο του χρηματιστήριου να εισβάλει στην καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας. Μαζί με το σκάσιμο της φούσκας του χρηματιστηρίου, πολλά νοικοκυριά χάνουν τις αποταμιεύσεις τους (που σε κάποιες περιπτώσεις προερχόταν από την μαύρη εργασία των μεταναστών).  

 

Όσοι τότε μιλούσαν για την αλληλεγγύη στους μετανάστες, εισέπρατταν στην καλύτερη περίπτωση ένα «ναι μεν, αλλά…». Η ήττα ήταν διπλή: οι μετανάστες γιατί δεν κατάφεραν ως εργαζόμενοι στους τόπους τους να εξασφαλίσουν μια ανθρώπινη ζωή και υποχρεώθηκαν να ξενιτευτούν, ενώ οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να αντιληφτούν πως το σύστημα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης που σήμερα εξαθλιώνει τους μετανάστες, αύριο μπορεί να εξαθλιώσει και τους ίδιους. Έτσι, οι ντόπιοι εργαζόμενοι έκαναν το λάθος να ζητούν εργασιακά δικαιώματα (ένα -ομολογουμένως- καλύτερο καθεστώς εκμετάλλευσης) έναντι των μεταναστών εργατών, αδιαφορώντας παγερά για αυτούς, θεωρώντας πως θα έμεναν ανέγγιχτοι από την υποτίμηση των μεταναστών.

 

Η δεκαετία του 2000 χαρακτηρίστηκε κυρίως από την ακατάσχετη ροή δανείων. Αρκετοί έλληνες θέλησαν και έβαλαν ένα σφιχτό κολάρο στο λαιμό τους, με αντάλλαγμα ένα δάνειο ή μερικές πιστωτικές κάρτες. Ουσιαστικά, υπέγραψαν μια συνθήκη που εν ολίγοις έλεγε: «Σου δίνω ένα ωραίο σπίτι και ρευστό να κινείσαι, αλλά εσύ θα δουλεύεις για μένα για την υπόλοιπη ζωή σου». Και έτσι έγινε. Αλλά με τί κόστος; Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίστηκε η ταξική ειρήνη, η παραγωγικότητα, η κερδοφορία των αφεντικών, η υποταγή, η δουλοπρέπεια και οι αλλοτριωμένες ζωές. Εξάλλου, πώς να έρθει κάποιος σε ρήξη με το αφεντικό του, αν ξέρει ότι χρωστάει δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ; Η ελληνική κοινωνία έφτασε σε ένα επίπεδο ζωής το οποίο δεν μπορούσε να σηκώσει. Από την άλλη, όλοι θεώρησαν ότι δεν θα λερώσουν ποτέ τα χέρια τους, δεν θα γίνουν ποτέ εργάτες. Παράλληλα, υπήρχαν και οι μετανάστες που δούλευαν για ψίχουλα, την στιγμή που οι ντόπιοι νέοι άραζαν και περίμεναν μια δουλειά σε γραφείο ή έναν καλό διορισμό. Οι τελευταίες δεκαετίες, ήταν μια περίοδος ισοπέδωσης: ο ατομισμός αναδείχτηκε σε δικαίωμα, το βόλεμα βαφτίστηκε κίνητρο, η καλοπέραση έγινε κανόνας, η κομπίνα φανέρωνε δημιουργικότητα και η καριέρα ταυτίστηκε με τον αγώνα.

Ωστόσο, ο κόσμος της φαινομενικής αφθονίας, αποδείχτηκε ένας γίγαντας με πήλινα πόδια.

 

Και σε αυτήν την περίπτωση η ήττα ήταν διπλή, αλλά αυτή την φορά προοριζόταν μόνο για τους ντόπιους: Από την μία, σε ένα καθεστώς κοινωνικής αφασίας, η ψευδής ιδέα της «σταθερής και ολοκληρωμένης» αστικής δημοκρατίας εδραιώθηκε μέσα στην ελληνική κοινωνία. Το ακίνητο παρόν θεωρήθηκε πως θα διαρκούσε για πάντα. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι δεν μερίμνησαν, ούτε κατά διάνυα, να συνεισφέρουν στην δημιουργία μιας στοιχειώδους ακηδεμόνευτης κοινωνικής οργάνωσης ή δομής, που θα τους εξασφάλιζε κάποια θωράκιση στην επίθεση των αφεντικών -μιλώντας, πάντα για την πλειοψηφία της κοινωνίας.

 

Οι «αγανακτισμένοι» ως συνέπεια της ήττας

 Μια από τις επιπτώσεις αυτής της ήττας, είναι και το κίνημα των «αγανακτισμένων». Η σκέψη ενός ατόμου για την δική του κατάσταση και για την κοινωνία, ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει τις επιλογές για την ζωή του. Οι υπάρχουσες συνθήκες καθορίζουν αυστηρά και τον τρόπο ζωής του. Ιδιαίτερα, μάλιστα, το τμήμα της ζωής του που αναλώνεται στην διαδικασία της παραγωγής και της κατανάλωσης. Το να αγωνίζεσαι για να έχεις δικαίωμα στην εργασία ή για να ένα καλύτερο μεροκάματο, είναι ζητούμενο. Η όποια κατάκτηση για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, όμως, χάνει την ουσία της, αν δεν αμφισβητηθεί καθολικά η καπιταλιστική οργάνωση της κοινωνίας ή αν δεν δημιουργηθούν συλλογικές αντιστάσεις ενάντια στο σύστημα. Η απαίτηση για «εξυγίανση» του καπιταλισμού είναι απατηλή: δεν αρκεί να φωνάξουμε κατά των κερδοσκόπων «Δώστε πίσω τα κλεμμένα» αν δεν καταλάβουμε με το μυαλό και την καρδία μας τις λεηλασίες που έχει υποστεί η ανθρωπότητα από το χρήμα και την εξουσία.

 

Το κίνημα των «αγανακτισμένων», είχε ως κινητήριο δύναμη την επιθυμία για επιστροφή στα προηγούμενα χρόνια της αφθονίας. Παρέμεινε αμήχανο και ακίνητο στις πλατείες, καταγγέλλοντας και αφορίζοντας. Η βασική του αδυναμία, ήταν η ασυνεννοησία μεταξύ των ατόμων που το απάρτιζαν, το χάσμα ανάμεσα στις διάφορες ιδέες, καθώς και η ασάφεια των πολιτικών επιλογών. Το κύριο επιχείρημα για να δικαιολογηθεί αυτή η αδυναμία του, ήταν πως ο κόσμος που συμμετείχε εκεί, δεν είχε προηγούμενη κινηματική εμπειρία στο δρόμο. Αποτελεί όμως αυτό δικαιολογία; Αυτή η εμβρυακή κατάσταση στην όποια βρέθηκε το κίνημα των «αγανακτισμένων», είναι αποτέλεσμα των επί δεκαετιών συσσωρευμένης αδιαφορίας και έλλειψης κοινωνικών δομών, από την πλευρά των εργατών, των ανέργων, των φοιτητών… Και αυτή την έλλειψη, καλούμαστε σήμερα όλοι να την πληρώσουμε.

 

[Απαραίτητη σημείωση: Τα προηγούμενα δεν αναφέρονται στις κατά τόπους Λαϊκές Συνελεύσεις, Συνελεύσεις Γειτονιάς και Πρωτοβουλίες Κατοίκων, που κάποιες μπορεί να προήλθαν από το κίνημα των «αγανακτισμένων», αλλά ακολούθως απέκτησαν δομή και εξελίχθηκαν με λόγο και δράση (αποκλεισμούς υπηρεσιών, παρεμβάσεις, κινήσεις για επανασύνδεση ρολογιών της δεη κτλ).]

 

Τι λέει η κοινή γνώμη των ευρωπαίων…

Η κοινή γνώμη των ευρωπαίων ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο θέσεις. Η μία θέση αναφέρει τους έλληνες στο σύνολο τους σαν «κλέφτες» που έχουν κάνει λάθη και συνεπώς οι κοινωνίες της Ευρώπης θα πληρώσουν για αυτούς. Μια θέση κατευθυνόμενη και αποπροσανατολιστική, αφού αγνοεί τις βασικές αιτίες της κρίσης. Η άλλη, κάπως ρομαντικά αφελής, κάνει μία εκτός θέματος αναφορά στο «αρχαίο μεγαλείο» και αντιμετωπίζει με συγκατάβαση τη «χώρα που γεννήθηκε η δημοκρατία».

  

Πως βγάζουν λεφτά τα αφεντικά (και όταν δεν βγάζουν κάνουν πόλεμο)

Εδώ θα ήταν χρήσιμο να παρουσιαστεί -με μια σχηματική περιγραφή- ένας απλοποιημένος κύκλος αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Αρχικά το αφεντικό βάζει το χέρι στην τσέπη, σηκώνοντας από την τράπεζα ένα πόσο από το συνολικό κεφάλαιό του. Με αυτό το πόσο, μαζί με τα μέσα παραγωγής (πχ μηχανές, εργοστάσιο), τις πρώτες ύλες –ενέργεια (πχ καύσιμα, μεταλλεύματα, ξυλεία κτλ), την τεχνογνωσία και την εργατική δύναμη, παράγεται μια συγκεκριμένη ποσότητα εμπορευμάτων, τα οποία έχουν σκοπό να πωληθούν και να βγει κέρδος. Έτσι, όταν το εμπόρευμα βγαίνει στην αγορά, κουβαλάει και ένα κέρδος για τα αφεντικά -την γνωστή υπεραξία. Αν δηλαδή το κόστος παραγωγής είναι 2 ευρώ και πουληθεί 5 ευρώ, η διαφορά των 3 ευρώ πάει πάλι πίσω στο αφεντικό μας. Και σε αυτά τα 3 ευρώ βρίσκεται και η απλήρωτη εργασία των εργατών.

 

Ο κύκλος που αναφέρθηκε πριν, μπορεί να μπλοκάρει σε κάποιο σημείο. Αν για παράδειγμα οι εργάτες κάνουν απεργία, δεν θα μπορεί να παραχθεί εμπόρευμα και έτσι δεν μπορεί να συνεχίσει και η κίνηση του κεφαλαίου. Το ίδιο ισχύει και για τις πρώτες ύλες (γι’ αυτό τώρα που κοντεύει να τελειώσει το πετρέλαιο, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν το πρώτο λόγο). Όταν ο κύκλος μπλοκάρει στην αγορά, τότε τα εμπορεύματα δεν μπορούν να αγοραστούν, οπότε δεν υπάρχει κέρδος για τα αφεντικά. Όταν το μπλοκάρισμα του κύκλου γενικευτεί, τότε δημιουργείται η κρίση.

 

Αυτό έχει ξανασυμβεί. Όταν τα εμπορεύματα μένουν στοιβαγμένα στις αποθήκες και κανένας δεν μπορεί να τα αγοράσει,  όταν οι εργάτες μένουν άνεργοι και δεν παράγουν έργο, τα αφεντικά ξέρουν ποια είναι η καλύτερη λύση: καταστροφή των εμπορευμάτων και εξόντωση των ανέργων. Δηλαδή, πόλεμος. Πάντα στο βάθος του τούνελ της κρίσης σιγοφέγγει η λάμψη του πολέμου. Η Ιστορία δείχνει ότι ο συνήθης δρόμος που οδηγεί προς στην έξοδο από την κρίση περνάει μέσα από την βία, την καταστολή και τον πόλεμο. Ο πόλεμος και η τέχνη του, πάντα ασκούσε μια γοητεία στα πάσης φύσεως αφεντικά. Καθόλου παράξενο, αν σκεφτεί κανείς πως για τα αφεντικά ο πόλεμος είναι μια δουλειά κερδοφόρα (κέρδη από την πολεμική βιομηχανία) και ανώδυνη (οι εκμεταλλευόμενοι είναι που αυτοθυσιάζονται στα πεδία των μαχών).

 

Πριν την λύση του πολέμου, προϋπάρχει η μείωση μισθών, η αύξηση φόρων και του κόστους επιβίωσης μαζί με όλα τα επακόλουθα -ότι συμβαίνει τώρα και στην Ελλάδα, δηλαδή αυξανόμενη υποτίμηση των ζωών μας. Η εξαθλίωση θα φτάσει εκεί όπου σήμερα τα όρια της τα καταδεικνύουν οι άστεγοι και οι διαδρομές των μεταναστών. Θεωρητικά υπάρχει μια ακόμη λύση: Αύξηση μισθών, μείωση υπεραξίας των εμπορευμάτων, αύξηση κατανάλωσης. Όμως, οι οργανωμένες κοινωνικές αντιστάσεις, όπως έχει φανεί μέχρι σήμερα, δεν είναι ικανές να διεκδικήσουν με αποτελεσματικό τρόπο αυτήν την προοπτική. Έτσι, τα αφεντικά προτιμούν τον πιο σύντομο και ανώδυνο τρόπο για αυτούς: εξαθλίωση και στο τέλος πόλεμος.

 

Η επιλογή είναι δική μας

Ο καπιταλισμός θα βρίσκεται σε κρίση ή στο χείλος μιας κρίσης, κάθε φορά που διακόπτεται η επιθυμητή συσσώρευση κεφαλαίου. Τότε είναι που ξεσκεπάζονται οι ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενου, αφεντικού και σκλάβου. Η κρίση αποτελεί ιστορική στιγμή. Και σε τέτοιες στιγμές προσδιορίζονται εκ νέου και οι κοινωνίες. Η ιστορία των κρίσεων έχει αποκαλύψει την αλήθεια σε πολλούς ανθρώπους για το ρόλο των κρατών, των τραπεζών, του καπιταλισμού. Και σήμερα, βρισκόμαστε στην αρχή μιας κρίσης και μας έχουν μείνει δύο επιλογές. Η μία επιλογή είναι να αποδεχτούμε την ήττα μας, να σκύψουμε τα κεφάλια. Η αποδοχή αυτή θα έχει ως συνέπεια την αυξανόμενη κοινωνική εξαθλίωση, την περαιτέρω υποτίμηση των ζωών μας, την βία, την διεξαγωγή ίσως και ενός πολέμου.

 

Η άλλη επιλογή είναι η δημιουργία κοινωνικών δομών αλληλεγγύης, οι συλλογικοί αδιαμεσολάβητοι αγώνες, οι σχέσεις αλληλοβοήθειας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης, χωρίς να ψάχνουμε για κρυφτούμε σαν απελπισμένοι πίσω από το μαύρο πέπλο της εθνικής ομοψυχίας. Η επιλογή αυτή, διώχνει το φόβο, ζωντανεύει όλες τις φωνές που έσβηναν τόσα χρόνια. Είναι η απάντηση ενός κόσμου που ασφυκτιά, ενός κόσμου που θέλει να πάρει την ζωή του στα χέρια του.

 

Δεν αξίζει να κάνουμε καμία θυσία για κανένα αφεντικό και για καμία πατρίδα. Για όσους βρίσκονται στους δρόμους, αυτό που μένει είναι η γενίκευση της αλληλεγγύης και η σύγκρουση με το σύστημα της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης.