Το χρονικό του δουλεμπορίου στη Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας.

 

DSC00060

 

IMG_2082

(Φωτογραφίες απο τον καταυλισμό, Γενάρης 2010)

 

Στις 2 και 3 Φεβρουαρίου, εκδικάστηκε στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αγρινίου η υπόθεση του δουλεμπορίου στην περιοχή της παραχελωΐτιδας (Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας), με βασικούς κατηγορούμενους επτά άτομα (δυο ρουμάνικης καταγωγής και πέντε ελληνικής καταγωγής). Η έκβαση της δίκης, όπως αναφέρεται στην Εφημερίδα Γεγονός (2015, Φεβρουαρίου 7) ήταν η καταδίκη σε πολυετή κάθειρξη ενός άτομου ρουμανικής καταγωγής, ενώ σε δυο ελληνικής καταγωγής επιβλήθηκαν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης και αφέθηκαν ελεύθεροι. Δεν περιμένουμε τίποτα από την αστική δικαιοσύνη. Ούτε πιστεύουμε πως το δουλεμπόριο στην εν λόγω περιοχή έχει πάψει να υφίσταται. Παράλληλα, μπορούμε να πούμε με σιγουριά, πως μερικές ποινές δεν θα σταματήσουν αυτά τα φαινόμενα που αποτελούν μια τεράστια, αλλά αόρατη, περιοχή του καπιταλισμού. Μιλάμε για τον καπιταλιστικό «κάτω κόσμο», όπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση της εργασίας των μεταναστών και μεταναστριών. Μια περιοχή που παραμένει πεισματικά σε όρους σκλαβιάς, συστηματικά απούσα από τις εθνικές στατιστικές.

 

Ωστόσο, κάποιοι άνθρωποι θέλουν να σταθούν εμπόδιο στην επέλαση του κεφαλαίου. Για αυτό το 2010, αλληλέγγυοι και αλληλεγγύες από το Αγρίνιο (μέσω πρωτοβουλίας που αναπτύχτηκε εκείνη την περίοδο για το συγκεκριμένο ζήτημα), επισκεφτήκαν την περιοχή Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας αρκετές φορές, παρέχοντας υλική στήριξη στους μετανάστες και τις μετανάστριες, με τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης. Εκεί, από πρώτο χέρι, είδαμε τις συνθήκες διαβίωσης τους, αναλογιστήκαμε τις όρους εργασία τους, ήρθαμε αντιμέτωποι με την ιεραρχική δομή του καταυλισμού τους, κοινοποιήσαμε και θέσαμε το ζήτημα στην δημόσια σφαίρα, δείξαμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας –αντιλαμβανόμενοι πάντα πως η ζωή των μεταναστών αποτελεί μελλοντική εκδοχή της δική μας ζωής. Η πρωτοβουλία αυτή έληξε αφενός διότι έφτασε στα όρια των δυνατοτήτων της και αφετέρου η ιεραρχική δομή του καταυλισμού δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω κινήσεις. Ήδη από τις πρώτες επισκέψεις μας στον καταυλισμό, εντοπίσαμε τα «κεφάλια» του καταυλισμού, αξιολογήσαμε τις σχέσεις τους με τους «ντόπιους παράγοντες», ακούσαμε κάποιες σιγανές φωνές άλλων μεταναστών που μιλούσαν για «κουμάντα» και «αρχηγούς».

 

Η είδηση που ήρθε κάποιο καιρό αργότερα ότι άτομα ελληνικής και ρουμανικής καταγωγής κάνουν εμπορία ανθρώπων «κατά εξακολούθηση, κατά συρροή και κατ΄ επάγγελμα», έχοντας ως βασική τροφοδοσία τους μετανάστες και τις μετανάστριες στον εν λόγω καταυλισμό, δε θα μπορούσε να προκαλέσει έκπληξη. Αυτές οι δεκάδες μεταναστών στην Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας, δεν είναι μια «ατυχής εξαίρεση». Αποτελούν κρίκο της μακριάς αλυσίδας της σύγχρονης εργασίας. Μια αλυσίδα που ξεκινάει από τους σύγχρονους σκλάβους, την παιδική εργασία, την καταναγκαστική πορνεία, την εργασία των φυλακισμένων και φτάνει έως τις συνθήκες της σύγχρονης «τυπικής» μισθωτής εργασίας. Αυτές οι περιοχές της σκλαβιάς, σαν αυτής της Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας, αποτελούν σημαντικό δομικό στοιχείο της βάσης που πατάει ο καπιταλισμός. Η δημιουργία στρατιών σύγχρονων σκλάβων είναι καίριο σημείο την καπιταλιστικής στρατηγικής. Για να δημιουργηθούν αυτοί οι εργάτες που θα δουλέψουν σε αυτά τα κάτεργα, όπως αναφέρει ο Caffentzis (2012), «γιγάντιες νέες περιφράξεις χαράσσονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής» (και η κρίση στην Ευρώπη σηματοδοτεί πως αυτές οι νέες περιφράξεις χαράσσονται και στις δικές της περιοχές). Το ίδιο κεφάλαιο που έχει στην ιδιοκτησία του τις υπερσύγχρονες δομές παραγωγής και υπηρεσιών, περιφράσσει κομμάτια γης σε ολόκληρο τον πλανήτη προκαλώντας λιμούς, επιδημίες, πολέμους χαμηλής έντασης, φτωχοποίηση και μαζική εξαθλίωση, απαραίτητα συστατικά για την δημιουργία στρατιών σύγχρονων σκλάβων. Και επειδή ο λεγόμενος «Τρίτος Κόσμος» δεν αρκεί, η κατασκευή ενός νέου «Τρίτου Κόσμου» στο εσωτερικό του «Πρώτου Κόσμου» έχει προ πολλού ξεκινήσει. Περιλαμβάνει έκτος από μετανάστες (σαν αυτούς της Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας) και πολλούς πρωτοκοσμικούς εργάτες (άνεργους, επισφαλείς, «μαύρους», ανασφάλιστους, ελαστικούς).

 

Το κεφάλαιο των εταιριών υψηλής τεχνολογίας (υψηλής οργανικής σύνθεσης), δεν αφήνει το βλέμμα του ούτε μια στιγμή από τα κάτεργα και τα σκλαβοπάζαρα. Εκεί που η νόμιμη και «τυπική» εργασία τελειώνει, αρχίζει η σκλαβιά που παράγει τεράστιες ποσότητες υπεραξίας για το κεφάλαιο, απαραίτητη προϋπόθεση για την εξάπλωσή του.

 

Με λίγα λόγια:  Καπιταλισμός χωρίς σκλαβοπάζαρα δεν γίνεται.

 

Είτε σε περιόδους «κρίσης», είτε σε περιόδους «ανάπτυξης», από τους κάμπους παραχελωΐτιδας, μέχρι τις συνθήκες εκμετάλλευσης την «τυπικής» μισθωτής σκλαβιάς των αστικών κέντρων, η εξαθλίωση και η εκμετάλλευση για την παραγωγή κέρδους, είναι το κύριο μέλημα του κεφαλαίου. Συνεπώς, η πτώση μας στο απύθμενο βαρέλι της εκμετάλλευσης συνεχίζεται. Δική μας δουλεία είναι να ανακόψουμε αυτήν την πτώση. Μακριά από τις μεσολαβήσεις και τις αναθέσεις των καιρών μας.

 

Περιοδικό «Παροξυσμός»

23/02/1015

Αγρίνιο

 

Αναφορές:

  • Ζαρκαβέλη, Μ. (2015, Φεβρουάριος 7). Ποινές κάθειρξης για το εμπόριο εργατών γης στην Κατοχή. Εφημερίδα Γεγονός, σελ. 4.
  • Caffentzis, G. (2012). Η εργασία, η ενέργεια, η κρίση και το τέλος του κόσμου. Σκέψεις για την εργασία, την τεχνολογία και την καπιταλιστική κρίση (1980-2000). Αθήνα: Αρχείο 71.

Κρίση: “Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;”

 

Εν όψει προεκλογικής περιόδου δημοσιεύουμε διαδικτυακά το κείμενο «Κρίση: Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;» από το 14ο τεύχος του έντυπου Παροξυσμός (άνοιξή 2014). Στο κείμενο αυτό επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπου οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε αυτήν. Ωστόσο, θεωρείται κομβικής σημασίας η ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς επίσης η ανυποταγή και η συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Στο πρώτο μέρος του κειμένου γίνεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή από τις απαρχές του καπιταλισμού έως και σήμερα, κάνοντας μια στάση στην περίοδο πριν και μετά του Δεύτερου Παγκοσμίου Πόλεμου. Ακολούθως τεκμηριώνεται η παγκόσμια φύση της κρίσης και γίνεται μια απόπειρα ερμηνείας με βάση την «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους». Καλή ανάγνωση!

 

crisis

 

Κρίση. “What care our great incroachers!”

Crisis. «Τί τους νοιάζει τους μεγάλους μας σφετεριστές;»

 

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή: από τις απαρχές του καπιταλισμού έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

Από τις αρχές το 20ου αιώνα, τα καμπανάκια χαιρετούν καθημερινά το άνοιγμα και το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, τιμώντας την εργασία και την αυτοθυσία των «εργατικών» κερδοσκόπων που ποντάρουν τον πλανήτη, αποφασίζουν για την αξία των εμπορευμάτων, επιλέγουν ποιοί πρέπει να πλουτίσουν και ποιοί να ζήσουν στην ανέχεια. Τα καμπανάκια χαιρετούν αυτούς που είναι ικανοί να σκοτώσουν περισσότερους απ΄ ό,τι ο πόλεμος, η πανούκλα ή οι σεισμοί. Μια μέρα του Οκτωβρίου του 1929, το Χρηματιστήριο κατέρρευσε: η ανεργία ανέβηκε στα ύψη, οι μισθοί κατρακύλησαν, η ύφεση χαρακτήρισε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του ΄30, ολόκληρος ο κόσμος πλήρωσε τα σπασμένα… Και ο κόσμος μη έχοντας άλλες εναλλακτικές, μιας και ήταν πλήρως εξαρτημένος από το κεφάλαιο, γονάτισε από την ανέχεια. Τι ήταν όμως αυτό που τον οδήγησε σε πλήρη εξάρτηση από το κεφάλαιο;  Από τον 16ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, το κεφάλαιο άρχισε να εμφανίζεται και να εδραιώνεται σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης (κυρίως στην Αγγλία) με την διαδικασία των περιφράξεων: Οι αγρότες εκδιώχθηκαν από την γη, που ζούσαν και καλλιεργούσαν, η συλλογική ιδιοκτησία έγινε ιδιωτική, φυτευτήκαν φράχτες, σκάφτηκαν χαντάκια, ο δημόσιος χώρος χάθηκε, η κοινοτική ζωή διαλύθηκε. Οι αγρότες απομακρύνθηκαν από την γη και τα μέσα παραγωγής και ακολούθως μετατράπηκαν σε εργάτες, μισθωτούς ή άμισθους. Αυτό αποτέλεσε την λεγόμενη «πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου» και έτσι ξεκίνησε ο καπιταλισμός.

 

Ας σταθούμε εντούτοις στην πρωταρχική συσσώρευση και να τονίσουμε πως πέρα από την εκδίωξη της αγροτιάς από την γη, την περίφραξη της συλλογικής ιδιοκτησίας (κοινές γαίες) και τη διάλυση της κοινωνικής ζωής, στις διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης ανήκει και η απαξίωση της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών και η κοινωνική υποβάθμιση της, που ήταν θεμελιώδης για τη συσσώρευση του κεφαλαίου και που διαρκεί μέχρι σήμερα. Η πρωταρχική συσσώρευση εστιάζει στη διάλυση της αρχικής ενότητας μεταξύ εργάτη και μέσων παραγωγής -και αυτό αποτελεί μια ιστορική προϋπόθεση του καπιταλισμού. Ωστόσο αποτελεί και το περιεχόμενο του κεφαλαίου. Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός παίρνει σάρκα και οστά, δεν διατηρεί μόνο το διαχωρισμό μεταξύ εργάτη και των μέσων παραγωγής, αλλά τον αναπαράγει σε μια διαρκώς αυξανόμενη κλίμακα. Με λίγα λόγια, αυτό που στη χαραυγή του καπιταλισμού, εμφανίζεται ως διακριτή ιστορική διαδικασία ανάδυσης του κεφαλαίου (πρωταρχική συσσώρευση), στη μετέπειτα καπιταλιστική συσσώρευση παρουσιάζεται ως μια «φυσιολογική» διαρκής διαδικασία. Δηλαδή, ό,τι εφαρμόστηκε κατά το ξεκίνημα του καπιταλισμού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, μετασχηματίζοντας τα μέσα παράγωγης και αναπαραγωγής μας σε κεφάλαιο, κάνοντας μας να είμαστε πλήρως εξαρτημένοι από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η σημερινή κρίση αποτελεί μέθοδο της «πρωταρχικής συσσώρευσης», με τον καπιταλισμό να αρπάζει και να διαλύει, έτσι ώστε να ανοίξει το δρόμο για έναν νέο κύκλο συσσώρευσης του κεφαλαίου, ώστε να επιβιώσει και ν’ αναπαραχθεί.

 

Συνεχίζοντας την ιστορική αναδρομή σε πιο πρόσφατες περιόδους, να σημειώσουμε πως η κρίση, μπορεί να παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα «ανεύθυνων κερδοσκόπων», αλλά στην πραγματικότητα είναι μια κρυφή κρίση των ταξικών και κοινωνικών σχέσεων. Μετά το Ά Παγκόσμιο Πόλεμο έχουμε σε μαζική κλίμακα την εφαρμογή του Τεϋλορισμού-Φορντισμού, όπου η βιομηχανική παραγωγή μεγιστοποιήθηκε, με τους εργάτες να λειτουργούν σαν απλά εξαρτήματα των μηχανών και το ανθρώπινο χέρι να μην ξεχωρίζει από τα εργαλεία. Παράλληλα, τα επαναστατικά κινήματα βρίσκονται σε ακμή, αποτέλεσμα επαναστατικών διαδικασιών που ξεκίνησαν από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Άγγλος οικονομολόγος Τζών Κέυνς, αναγνωρίζει τη δύναμη της εργατικής τάξης και υποστηρίζει πως με την κατάλληλη κρατική παρέμβαση μπορεί να φέρει αύξηση  της παραγωγικότητας, της κατανάλωσης και της ευμάρειας. Πριν το Κραχ του ΄29, μέρος του κεφαλαίου βάλτωνε στο Χρηματιστήριο, στοιχηματίζοντας κέρδη από μελλοντική εργασία. Μετά το Κραχ και συγκεκριμένα από το 1933 έως το 1936 θεσπίζονται μια σειρά από οικονομικά προγράμματα στις ΗΠΑ, όπως είναι η κοινωνική ασφάλιση και η αναγνώριση του συνδικαλισμού. Αυτή η σειρά των οικονομικών προγραμμάτων περιγράφτηκαν με τον όρο New Deal και ήταν η απάντηση στο Κραχ του ΄29. Το New Deal ουσιαστικά ήταν η εφαρμογή του λεγόμενου Κεϋνσιανισμού, όπου αφεντικά και εργάτες έδωσαν τα χέρια. Το πρόγραμμα του Κεϋνσιανισμού ολοκληρώθηκε με την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λύνοντας και το πρόβλημα της πλεονάζουσας εργασίας. Πως; Με τη σφαγή εκατομμυρίων ανθρώπων στα πεδία μάχης…

 

Από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα…

 

Λίγο πριν την λήξη του Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ιδρύονται η Παγκόσμια Τράπεζα και το Δ.Ν.Τ. σε μια Διεθνή Συνδιάσκεψη που συνήλθε στο Bretton Woods των ΗΠΑ και αναλαμβάνουν το ρόλο των εγγυητών για την ομαλή αναπαραγωγή της παγκόσμιας κυριαρχίας του κεφαλαίου. Μετά το αιματοκύλισμα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων τα αφεντικά «μαλακώνουν» και εφαρμόζουν το λεγόμενο κράτος πρόνοιας. Αυτό οδηγεί στην ενσωμάτωση της εργατικής τάξης και σε συνδυασμό με τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής, αυξάνεται η παραγωγικότητα και η κατανάλωση. Η δεκαετία του ’60 φέρνει στην επιφάνεια ισχυρά κινήματα αμφισβήτησης και το κράτος απαντά με περισσότερες κοινωνικές παροχές. Όμως τα πνεύματα δεν καταλαγιάζουν… Τα κινήματα δυναμώνουν, επιχειρώντας την «έφοδο στον ουρανό», σπάζοντας  τα όρια του New Deal. Οι αγώνες αυτοί κυκλοφόρησαν από τα εργοστάσια στα σχολεία, τις κουζίνες και τις κρεβατοκάμαρες, την ύπαιθρο των μητροπόλεων και των αποικιών. Οι μαχητικές διαδηλώσεις και η ένοπλη πάλη, οι φεμινίστριες και οι μαύροι, οι χίπηδες και οι ομοφυλόφιλοι, το LSD και η ψυχεδέλεια, αναγκάζουν το αντιπρόεδρο της Ford το 1969 να αποφανθεί πως «η παραδοσιακή εργασιακή ηθική των ΗΠΑ -η σκληρή δουλεία ως αρετή και καθήκον- έχει διαβρωθεί σε σημαντικό βαθμό». Αυτή η γενικευμένη ανυποταγή, αυτή η κρίση στην πειθάρχηση της εργατικής τάξης, οδηγεί σε μια νέα κρίση κερδοφορίας που εμφανίστηκε στη δεκαετία του ΄70. Αυτή η κρίση παρουσιάστηκε σαν μια μυστικοποιημένη οικονομική κρίση αλλά στην πραγματικότητα ήταν μια κρίση από την συσσώρευση δυσαρέσκειας και αρνήσεων από την πλευρά των εκμεταλλευομένων. Η απάντηση σε αυτήν την κρίση από την πλευρά του κράτους και του κεφαλαίου ήταν από τη μια η επίθεση στα κατεκτημένα των κοινωνικών και ταξικών αγώνων και από την άλλη η αποφυγή της υποκατανάλωσης και η διασφάλιση της μελλοντικής εκμετάλλευσης μέσω της διεύρυνσης του δανεισμού. Νεοφιλελευθερισμός λοιπόν… Και κάθε εργασιακή «συμφωνία»σπάει. Από τότε η κρίση έπαιρνε συνεχώς αναβολές, αλλά πάντα αιωρούνταν ως ενδεχόμενο, μέχρι που το 2008 έκανε πάλι την εμφάνισή της…

 

Η παγκόσμια φύση της κρίσης.

 

Την ίδια χρονιά που η σφαίρα του μπάτσου Κορκονέα, διαπερνά το σώμα του νεαρού Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η κρίση, που ενδημούσε από την δεκαετία του ΄70, κάνει την εμφάνισή της σε παγκόσμια κλίμακα και εκδηλώνεται με άγρια μορφή και στην Ελλάδα. Ντόπιοι οικονομολόγοι και πολιτικοί, αρχικά έριξαν το φταίξιμο στην «τεμπελιά» των ελλήνων, στον «διογκωμένο» δημόσιο τομέα κτλ. Πατριώτες, εθνικιστές και φασίστες έριξαν το φταίξιμο στους μετανάστες και στα «ξένα κέντρα». Κάνεις δεν απέδωσε καμία ευθύνη στον καπιταλισμό. Αργότερα η κρίση εμφανίστηκε και σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης: η ανεργία στην Ισπανία και την Ιταλία έκανε κοινώς αποδεκτό πως η κρίση δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Το επόμενο διάστημα τα νούμερα της ανεργίας δείχνουν ότι και στην υπόλοιπη Ευρώπη τα προβλήματα δεν είναι λίγα. Στην Γαλλία, τη Σουηδία, το Βέλγιο ακόμα και στη Γερμανία  οι μισθοί πέφτουν, παρουσιάζονται ελλείμματα στα ταμεία, παγώνουν οι συντάξεις. Δεν βρίσκεται μόνο η Νότια Ευρώπη σε εποχή κρίσης, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη νοσεί. Και πάλι δε σταματάμε εδώ, διότι τα ίδια συμβαίνουν και στις ΗΠΑ –εξάλλου από εκεί έκανε επανεκκίνηση με την φούσκα των στεγαστικών δανείων και την κατάρρευση του οικονομικού κολοσσού Lehman Brothers. Τα στοιχεία που δίνουν ο ΟΗΕ και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, ως προς την ανεργία και το μέσο εισόδημα ανά κάτοικο, δείχνουν ότι η κρίση βαθαίνει, διευρύνεται. Από όλα αυτά μπορούμε να συμπεράνουμε πως η κρίση είναι παγκοσμίου βεληνεκούς, είναι δηλαδή μια παγκόσμια κρίση.

 

Τα αφεντικά αυτού του κόσμου, όσο και θέλουν να το αποκρύψουν, πλέον δεν μπορούν να αρνηθούν την παγκόσμια φύση της κρίσης. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να δεχτούν πως η κρίση προκύπτει από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλισμού. Άλλωστε με αυτόν τον τρόπο πιστεύουν πως θα διασώσουν το σύστημα από το οποίο τρέφονται.

 

Μια απόπειρα ερμηνείας της κρίσης. Ο νόμος της αξίας.

 

Τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ως γνήσια φερέφωνα του κεφαλαίου και της εξουσίας, αν και έχουν άποψη επί παντός επιστητού, για την κρίση αρνούνται μετά από τόσο καιρό να δώσουν μια σαφής απάντηση, αποκρύπτοντας την ουσία του προβλήματος. «Κρίση Χρέους», «Χρηματοπιστωτική Κρίση», «Κρίση Καζίνο» κτλ είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που οδηγούν την κοινή συνείδηση σε ένα μυστικοποίημενο κόσμο χρηματοπιστωτικών κυκλωμάτων, μετοχικών εταιριών, διαφθαρμένων πολιτικών, που κανένας και  καμία από εμάς δεν καταλαβαίνει τι γίνεται. Και σίγουρα αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι…

 

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ερμηνεύσει κανείς την κρίση και να την ονοματίσει. Εδώ επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από το ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε κρίση. Σε αυτή την ανάλυση θεωρούμε κομβικής σημασίας την ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς και την ανυποταγή και τη συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Όπως αναφέρει ο Caffentzis (1980) «Ο νόμος της αξίας είναι η αντίληψη σύμφωνα με την οποία, οι τιμές, τα κέρδη, τα κόστη και τα λοιπά μεγέθη των λογιστικών βιβλίων καθορίζονται -και εξηγούνται- από τον χρόνο εργασίας που αναλώνεται για την παραγωγή των εμπορευμάτων και την αναπαραγωγή των εργατών» (σελ.69). Από την πλευρά τους τα αφεντικά κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να αποκομίσουν όσο δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος από την εκμετάλλευση της εργασία των εργατών. Αυτό που ενδιαφέρει τα αφεντικά είναι η ανάπτυξη αυτών των συνθηκών, όχι για να εξυπηρετηθούν οι ανθρώπινες ανάγκες ή για να βελτιωθεί η ζωή μας, αλλά για να αυξηθεί το κέρδος τους. Εκείνο που πρωτίστως τους ενδιαφέρει, είναι το ποσοστό κέρδους, δηλαδή πόσο κέρδος θα αποκομίσουν σε σχέση με κεφάλαιο που θα δαπανήσουν σε μισθούς, νοίκια, εγκαταστάσεις, πρώτες ύλες κτλ. (Και για να είμαστε ακριβείς, το ποσοστό κέρδους είναι ο λόγος της αποσπώμενης υπεραξίας προς το άθροισμα του μεταβλητού και σταθερού κεφαλαίου).

 

Όταν η νεκρή εργασία τρώει τους ζωντανούς.

 

Το κεφάλαιο έχει την τάση να βάζει όλο και περισσότερες μηχανές στην παραγωγή. Δυο σημαντικοί λόγοι, που καταφεύγει σε αυτήν την επιλογή, είναι οι εξής: Πρώτον, αυξάνεται η παραγωγικότητα και δεύτερον, οι μηχανές κάνουν ακριβώς ότι τους λένε, δεν φέρνουν αντιρρήσεις, ούτε κάνουν απεργίες όπως οι εργάτες. Μακροπρόθεσμα όμως αυτό έχει σαν συνέπεια να μειώνεται το κέρδος των αφεντικών. Μπορούμε να πούμε, πως στην παραγωγή όσο περισσότερο κεφάλαιο ξοδεύεται για μηχανήματα σε σχέση με τα κεφάλαιο που ξοδεύεται στους μισθούς των εργατών που δουλεύουν, τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό κέρδους. Το πιο σημαντικό είναι πως ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να δώσει κέρδος στα αφεντικά είναι η εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας. Γιατί η εργατική δύναμη είναι η μοναδική γενεσιουργός πηγή της αξίας. Και αν θέλουμε να πάμε και στα πεδία της φιλοσοφίας, η κρίσιμη ικανότητα που προικίζει την ανθρώπινη εργασία να παράγει αξία, δεν είναι η αδυναμία να κατασκευαστούν μηχανές-ρομπότ που θα την αντικαταστήσουν, αλλά η ικανότητα της ανθρώπινης εργασίας να στερήσει τον αφέντη από τις υπηρεσίες της. Η ικανότητα να αρνηθεί τον ίδιο της τον εαυτό. Η ικανότητα μας να πούμε «όχι» στην εκμετάλλευση.

 

Το κεφάλαιο, λοιπόν, θέλει να ξεμπερδέψει μια και καλή με τους εργάτες. Θέλει να τους κάνει στην άκρη. Να απαλλαγεί από την ανυποταγή, τις διεκδικήσεις και το «ατίθασο χέρι της εργασίας». Το κεφάλαιο απαντά στην απειθαρχία της εργασίας με την αντικατάσταση του ανυπάκουου εργάτη από την υπάκουη μηχανή. Διώχνει την ζωντανή εργασία (τους εργάτες) και στη θέση της βάζει τη νεκρή εργασία (τις μηχανές). Αλλά από την άλλη, ο μοναδικός παράγοντας που του φέρνει κέρδη είναι η ίδια εκμετάλλευση της εργασίας. Μόνο η εργασία μπορεί να παράξει κέρδος για τα αφεντικά. Αυτή η αντίφαση, έχει συνέπειες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου που θα εκδηλωθούν ως μείωση του ποσοστού κέρδους.

 

Σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται μια αύξηση της μισθωτής εργασίας με μια παράλληλη μείωση του αριθμού των αγροτών και των ελεύθερων επαγγελματιών. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι είναι αποκομμένοι από την γη και τα μέσα παραγωγής και εξαρτώνται ακόμα πιο πολύ από το κεφάλαιο, με ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων να είναι άνεργοι ή σε καθεστώς υποαπασχόλησης. Ταυτόχρονα, ενώ έχουμε μια υπερσυσσώρευση μηχανών, το μέσο ποσοστό κέρδους μειώνεται και μαζί μειώνεται και η ζήτηση των μισθωτών, που το μονό που μπορούν να κάνουν για να επιβιώσουν είναι να πουλήσουν σε κάποιο αφεντικό την χειρονακτική ή διανοητική τους ικανότητα ή ακόμα και το τελευταίο οχυρό της αξιοπρέπειά τους, δηλαδή το ίδιο τους το κορμί…

 

Από την φούσκα του χρηματιστηρίου στη σφαίρα της παραγωγής.

 

Επίσης, ένα τμήμα του κεφαλαίου που δεν μπορεί να αξιοποιηθεί, στρέφεται στο χρηματιστήριο με την προοπτική μέσα από απάτες και χρηματοπιστωτικές αγυρτείες να βγάλει κέρδη εκ του μηδενός. Το χρήμα να γεννήσει χρήμα δηλαδή, χωρίς την μεσολάβηση του εργάτη. Έτσι φεύγουμε από το πραγματικό κόσμο της παραγωγής και πάμε στο μυστικιστικό κόσμο του χρηματιστηρίου. Όπως περιγράφηκε πιο πάνω, η αιτία της κρίσης εντοπίζεται στην ίδια την σφαίρα της παραγωγής και επειδή σε αυτήν την σφαίρα δεν έβγαζαν αρκετά κέρδη τα αφεντικά, μεταφέρανε τα κεφάλαια στις σάλες του χρηματιστηρίου. Εκεί όμως που τα κέρδη δεν έχουν πραγματικό αντίκρισμα και αντιστοιχούσαν μόνο σε ψευτοαξίες σε χαρτιά και μετοχές, η κρίση έσκασε σαν φούσκα.  Έσκασε σαν φούσκα και επέστρεψε στον πραγματικό κόσμο, δηλαδή στο κόσμο της παραγωγής. Μπορούμε να πούμε ότι η κρίση είναι η βίαιη αποκατάσταση της χαμένης ενότητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Και η βία παράγει βία…

 

 Στο βάθος πόλεμος.

 

Αυτή η «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους», μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση κάθε φορά και για τον καπιταλισμό και για την κοινωνία. Η έκβαση αυτή εξαρτάται από διάφορες μεταβλητές, από αγώνες με αβέβαιη κατάληξη, από κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Το κεφάλαιο από την μεριά του, προσπαθεί να αντισταθμίσει αυτήν την «πτωτική τάση» με διάφορα μέτρα, που σε πολλούς και πολλές από εμάς θα φανούν αρκετά οικεία, με πιο βασικά τα εξής: κοινωνικοποίηση της χασούρας των  τραπεζών, εντατικοποίηση της εργασίας, αύξηση των ωρών εργασίας -χωρίς αύξηση του μισθού-, συμπίεση μισθών και κοινωνικών παροχών σε υγεία, ασφάλεια, συντάξεις κτλ, χρησιμοποίηση μαύρης και φθηνής εργασίας μεταναστών και ντόπιων. Με την ανεργία να αποτελεί έναν άσο στο μανίκι των αφεντικών, ως μια στρατηγική για την αύξηση του εφεδρικού στρατού φτηνών εργατών. Και όλα αυτά εφαρμόζονται –συνήθως- κλιμακωτά μέχρι όσο τους παίρνει.. Και αν όλα αυτά τα μέτρα δεν φανούν αρκετά, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι πάντα στο βάθος του τούνελ της κρίσης σιγοφέγγει η λάμψη του πολέμου…

 

Εν κατακλείδι;

 

Η βία της κρίσης, πριν απ΄όλα, είναι η κοινωνική βία εναντίον των οικογενειών που πετιούνται στο δρόμο, είναι οι μαζικές απολύσεις, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι μετεγκαταστάσεις τους, οι ουρές στα φιλανθρωπικά συσσίτια, οι άστεγοι, τα σκοτεινά σπίτια, ο ακρωτηριασμός των κοινωνικών δαπανών. Είναι η ποινικοποίηση των κοινωνικών αντιστάσεων και αγώνων, η ενίσχυση του κατασταλτικού κράτους, η επιβολή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, για να συνηθίσουν οι εργάτες και οι εργάτριες την καπιταλιστική πειθαρχία.  Είναι, τέλος, ο πόλεμος για την μοιρασιά των ζωνών επιρροής, την πρόσβαση στις πηγές ενέργειας, τη λεηλασία πρώτων υλών, την αγορά εξοπλιστικών συστημάτων.

 

Τελικά η ανυποταγή, η απειθαρχία των εργατών και των εργατριών, οι αγώνες και οι διεκδικήσεις, τα κινήματα αμφισβήτησης, αναγκάζουν τα αφεντικά να αντικαταστήσουν με μηχανές το μοναδικό παράγοντα που μπορεί να παράξει αξία, δηλαδή τον άνθρωπο… Και αυτή η αντίφαση, μειώνει τα κέρδη τους, ρίχνει τα ποσοστά τους, τους οδηγεί στον τζόγο του χρηματιστηρίου, οδηγεί σε κρίση… Πάραυτα, οι κρίσεις μπορούν να ξεπεραστούν. Το ζήτημα είναι με ποιο τίμημα ξεπερνιούνται και ποιος πληρώνει. Η συγκυρία της κρίσης θα αξιοποιηθεί από τα κινήματα ως μια ευκαιρία για επανάσταση ή θα οδηγήσει σε μια νέα μορφή καπιταλιστικής βαρβαρότητας; Την απάντηση δεν την δίνει η θεωρία. Την απάντηση μπορούν να την δώσουν οι ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες που διεξάγονται παντού.

 

 

Βιβλιογραφία

– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. Ά. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. ΄Γ (σελ.267-328). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

– Ρούσης, Γ. (2012). Από την κρίση στην επανάσταση. Αθήνα: Γκοβόστη.

– Φάμπρικα Υφανέτ. (2010). Η μονιμότητα της κρίσης του καπιταλισμού. Factory, (1), 8-13.

– Caffentzis, G. (2012). Η εργασία, η ενέργεια, η κρίση και το τέλος του κόσμου. Αθήνα: Αρχείο 71.

– Bonefeld, W. (2002). Ιστορία και κοινωνική σύσταση: Η πρωταρχική συσσώρευση δεν είναι πρωταρχική. Ανάκληση από Rebelnet.gr.

– Federici, S. (2011). Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.

– Federici, S., Caffentzis, G., Jappe, A. & κ.α. (2012). Σημειώσεις της στέπας, (2). Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.

– Holloway, J. (2006). Ας αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία. Αθήνα: Σαββάλας.

-Midnight Notes & Friends. (2009). Υποσχετικές Επιστολές – Από την Κρίση στα Κοινά. Ανάκληση από Rebelnet.gr.

 

image0323

Το facebook, ο ναρκισσισμός, η αποξένωση και η αόρατη εργασία.

 

paros14fin

 

[από τις σελίδες του 14ου τεύχους του εντύπου “Παροξυσμός”]

 

Αυτήν την στιγμή το «facebook» σημειώνει ρεκόρ επισκεψιμότητας με τον αριθμό των χρηστών να ξεπερνά επίσημα το ένα δισεκατομμύριο. Η αρχική ιδέα της δημιουργίας αυτού του πανίσχυρου δικτύου βασίστηκε στην δυνατότητα μετατροπής μιας διαδικτυακής σχέσης σε άμεση ή έμμεση ερωτική/σεξουαλική σχέση. Δυο άγνωστοι άνθρωποι, μεταφέρονται από τον «πραγματικό» κόσμο στο εικονικό κόσμο του διαδικτύου, γνωρίζονται εκεί με την προσδοκία να επιστρέψουν στον «πραγματικό» κόσμο και να σμίξουν … Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η επιστροφή αυτή σπανίως συντελείται και ο χρήστης μένει εγκλωβισμένος στο αχανές χωροχρόνο του διαδικτύου, καρφωμένος στην οθόνη του υπολογιστή, νομίζοντας πως κοινωνικοποιείται, ταξιδεύει, συμμετέχει, δρα πολιτικά… Όλα αυτά συντελούνται στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον, όπου οι άνθρωποι απομονώνονται και διαφέρουν όλο και περισσότερο ο ένας απ’τον άλλον και ταυτόχρονα μετατρέπονται σε ουδέτερα ομοιογενή στοιχεία. Ο καθένας και η καθεμία έχει την δυνατότητα να διαλέξει στυλ και άποψη μέσα από μια γκάμα επιλόγων προχωρώντας παράλληλα και στην κατάλληλη κατανάλωση εμπορευμάτων. Το αποτέλεσμα είναι οι έννοιες της ύπαρξης, του νοήματος και της ταυτότητας να γίνονται αντιληπτές μόνο μέσα από τη σκοπιά του εμπορεύματος.

 

Το facebook, ως μέσο, εμπεριέχει διάφορες μορφές επικοινωνίας, διαμεσολαβημένης πάντα, μιας και ανάμεσα των χρηστών υπάρχει ως επικοινωνιακό μέσο ο υπολογιστής και οι λειτουργίες του facebook. Αν θέλαμε με δυο λέξεις να περιγράψουμε την συμπεριφορά του μέσου χρήστη του facebook, θα επιλέγαμε τις λέξεις «ναρκισσισμός» και «εγωισμός». Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός ανατροφοδοτούνται από διάφορες επιλογές του facebook. Παράδειγμα ο «Τοίχος» (wall) προσκαλεί τον χρήστη να γράψει τί σκέφτεται ("Τι σκέφτεστε;") και τους φίλους του να γράψουν κάτι στον χρήστη ("Γράψτε κάτι …"). Από την πλευρά του χρήστη το μήνυμα που θα γράψει είναι αυτοαναφορικό, μια έκκληση προς παρατήρηση και κοινωνική σχέση. Οι φίλοι του μπορούν να του κάνουν «like», επιβραβεύοντας τον, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι ο χρήστης αποκτά ένα ρόλο και μια σημασία στην κοινωνία. Από ένα σημείο και μετά ο χρήστης ανεβάζει μηνύματα, τραγούδια, βίντεο και φωτογραφίες τα οποία επιδιώκει να είναι τα πλέον αποδεκτά στους ψηφιακούς του φίλους. Πολλά από αυτά ίσως να μην τον εκφράζουν ή να μην έχουν ιδιαίτερη σημασία για αυτόν, αλλά προωθούνται λόγω της αποδοχής που μπορεί να έχουν σε μια μερίδα των φίλων του, φτιάχνοντας ένα προφίλ που απέχει από την πραγματικότητα του χρήστη. Έτσι, το προφίλ του facebook αποτελεί συνήθως ένα ασυνάρτητο μωσαϊκό στο οποίο ο Μπακούνιν βρίσκεται δίπλα στο Game of Throne, διάσημοι ποδοσφαιριστές δίπλα στους Ζαπατίστας, ένα ανέκδοτο να διαδέχεται τη φωτογραφία μιας δολοφονίας και ο σπάιντερ-μαν να παίρνει την θέση ενός αστέγου… Το ασυνάρτητο αυτό ψηφιακό μωσαϊκό φυσικά αντικατοπτρίζει και τη σημερινή κατάσταση κοινωνικής αφασίας και εγωπάθειας που κυριαρχεί.

 

Τελικά, ο χρήστης μετατρέπεται σε ηθοποιό επί σκηνής, ενώ οι υπόλοιποι χρήστες στο κοινό του. Ο χρήστης καθορίζει την δραστηριότητά του στο facebook σε σχέση με το τί θέλει το υποτιθέμενο κοινό του. Πλέον, ο χρήστης διακατέχεται από μια αγωνία να παίξει τον ρόλο του, να φτιάξει το προφίλ του, να προωθήσει τις ιδέες του, να πει την γνώμη του επί παντός επιστητού, να επιβάλει την αισθητική και την άποψη του, να δώσει την παράστασή του, να γίνει κάποιος. Και όλα αυτά καρφωμένος πάντα στην οθόνη του pc του ή του tablet του.

 

Εδώ, μπορούμε να πούμε, πως ο χρήστης μπορεί να μην είναι ικανοποιημένος από την ίδια την καθημερινότητά του και το facebook να λειτουργεί ως υποκατάστατο το οποίο αναστέλλει κάθε κίνηση για αλλαγή, μιας και η «άλλη» επιθυμητή καθημερινότητα εκπληρώνεται μέσα από αυτό.

 

Τελικά ο χρήστης αποξενώνεται, με το «φαίνεσθαι» να απέχει πολύ από το «είναι». Από τη μια αισθάνεται ψεύτικος -λόγω της εικόνας που προωθεί- και από την άλλη θεωρεί τον πραγματικό εαυτό σαν κάτι μικρό και ασήμαντο. Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός εντείνουν τον φόβο της απόρριψης και η κοινωνία και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων προβάλλουν εχθρικά και απειλητικά προς τον χρήστη.

 

Κάνοντας την παραπάνω μικρή αναφορά για το πως οι λειτουργίες του facebook επηρεάζουν τον ίδιο τον χρήστη, δεν μπορούμε έτσι απλά να καταλήξουμε σε μια δαιμονοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των τεχνολογιών επικοινωνίας. Ούτε πιστεύουμε πως όποιος διαβάσει αυτό το κείμενο, θα εγκαταλείψει την αγαπημένη του διαδικτυακή ασχολία. Ας συνειδητοποιήσουμε, όμως, την αποξένωση και το χάσιμο που προκαλεί αυτό το μέσο, αλλά και την εκμετάλλευση που κρύβει.  Και ένα μέσο με ένα δις χρήστες και τόσες δυνατότητες, δεν είναι δυνατόν να μην βασίζεται στην εκμετάλλευση. Όλη αυτή την παραγωγική δύναμη του facebook, σίγουρα δεν την δημιουργεί ο Zuckerberg. Εμείς, οι εργάτες και οι εργάτριες αυτού του κόσμου την δημιουργούμε. Και μάλιστα, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, εργαζόμαστε άμισθα καθημερινά για το facebook καθώς και για άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συγκεκριμένα, το facebook εγκολπώνει κάθε μέρα περιεχόμενα, γνώσεις, συναισθήματα ακόμα και σχέσεις από όλους τους χρήστες. Τούτος ο πλούτος του facebook δεν παράγεται από τον Zuckerberg, αλλά από όλους τους χρήστες του. Κάθε μέρα ο Zuckerberg, πουλά αυτήν την εργασία των χρηστών -την οποία ποτέ δεν αμείβει-, μετατρέποντας την σε κέρδος για τον ίδιο. Κοντολογίς, η ψηφιακή κοινότητα του facebook παράγει πληροφορία (γούστα, καταναλωτικές συνήθειες, τάσεις αγοραστικές) που πακετάρονται με την μορφή στατιστικών στοιχείων και πωλούνται σε άλλους, όπως επίσης χρησιμοποιούνται σε διαφημίσεις και προσφορές όλων των ειδών.

 

Ένα δις και κάτι ψιλά εκατομμύρια άνθρωποι που χρησιμοποιούν αυτήν την στιγμή το facebook,  το κάνουν λόγω της ανάγκης για επικοινωνία στον πραγματικό κόσμο και για τον αντίστοιχο μετασχηματισμό του. Το πρόβλημα είναι ότι οι δυνατότητες των χρηστών εγκλωβίζονται στο ψηφιακό κόσμο και τείνουν να υποκαταστήσουν τις αδιαμεσολάβητες μορφές επικοινωνίας. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών πιστεύει ότι του παρέχουν μια δωρεάν δυνατότητα, ενώ στην πραγματικότητα είναι αντικείμενο κοροϊδίας και εκμετάλλευσης. Συνεπώς, ας συνειδητοποιήσουμε πως το facebook μας αποξενώνει και ενσωματώνει εκμετάλλευση. Είναι ένα φαραωνικό ψηφιακό έργο που κάθε μέρα οικοδομείται από την δικιά μας αόρατη εργασία. Ας αποκτήσουμε την επίγνωση και ας δούμε πως οι αγαπημένες ψηφιακές ασχολίες, αποτελούν πηγές πλουτισμού κάποιων που εκμεταλλεύονται ανθρώπους, που πατούν επί πτωμάτων, για να αποκτούν δύναμη και να μετασχηματίζουν τον κόσμο προς όφελός τους… Πάντα υπάρχουν μηχανισμοί υποδούλωσης και εκμετάλλευσης. Ωστόσο, πάντα υπάρχουν και αυτοί και αυτές που αντιστέκονται και επιχειρούν να τους φέρουν σε κρίση.

 

Πηγές:

 

faceboo 

 

Οι ψυχοκόρες και το σιδέρωμα της Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.

pdy1

 

Ψυχοκόρη, δούλα, παραδουλεύτρα, σκλάβα, δουλικό, οικιακή βοηθός, παραπαίδα ή πόσους άλλους τρόπους θα βρουν για να ονοματίσουν την υποτιμημένη οικιακή εργασία;

 

Η οικιακή εργασία αποτέλεσε στην Ελλάδα του 19ου και 20ου  αιώνα μια από τις κυριότερες μορφές υποτιμημένης εργασίας. Την εποχή εκείνη , η φτώχια ή ακόμα και πολλές φορές το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οδηγεί κοπέλες από την επαρχία  στη συνθήκη της εσωτερικής μετανάστευσης. Τότε κυρίως κορίτσια επαρχιώτισσες, φτωχές έρχονται να εργαστούν στα σπίτια μικροαστών ή αστών σε αστικά κέντρα ως παραδουλεύτρες ή υπηρέτριες ή δούλες ή παστρικοδούλες ή όπως αλλιώς της έρχονταν της βαθιάς πατριαρχικής κοινωνίας να τις αποκαλεί. Η δουλειά τους σήμαινε συγκέντρωση της απαραίτητης προίκας ή πληρωμή χρεών στον εργοδότη ή ένα λιγότερο στόμα για τους γονείς στη  επαρχία αλλά στην ουσία εργάζονταν ακατάπαυστα με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους και μόνο. Αντίθετα στην οικογένεια που υπηρετούσαν συνέβαλαν στην κοινωνικά άνοδο και καταξίωση της αστής γυναίκας.

 

Εκείνη την εποχή άρχισε να εμφανίζεται και ο θεσμός της ψυχοκόρης, που επρόκειτο κυρίως για προφορικό θεσμό υιοθεσίας. Συγκεκριμένα, οικογένειες που ζούσαν κάτω από συνθήκες φτώχιας και ανέχειας  «παραχωρούσαν» μία ή περισσότερες κόρες, πολλές φορές και γιους, σε πλούσιες οικογένειες. Κυρίως οι ψυχοκόρες ήταν κορίτσια μικρής ηλικίας που μέσω αυτού του θεσμού αναγκάζονταν να προσφέρουν εργασία στον ψυχοπατέρα, ο οποίος έναντι της παρεχόμενης εργασίας είχε την υποχρέωση να τις προικίσει, όταν φθάσουν σε ηλικία γάμου. Ο θεσμός αυτός στην ουσία ήταν μια μορφή άμισθης  οικιακής εργασίας. Οι ψυχοκόρες, ανεξάρτητα από την ηλικία και τη σωματική διάπλαση, έπρεπε να καθαρίζουν το σπίτι, να μαγειρεύουν, να σκουπίζουν, να σιδερώνουν,  να εργάζονται στα χωράφια και όλα αυτά χωρίς μισθό μιας και πλέον ήταν μέλος της οικογένειας. Ενώ, δεν είναι και λίγες οι φορές, που η απόλυτη κυριαρχία των ψυχοπατέρων  οδηγούσε σε σεξουαλική εκμετάλλευση της ψυχοκόρης. Γενικά, ο θεσμός της ψυχοκόρης «ηθικοποιήθηκε» πολλές φορές κοινωνικά και κατάφερε σε πολλές περιπτώσει να συσκοτιστεί η εκμεταλλευτική του φύση.

 

Βία, φτώχεια, εκμετάλλευση, καταπίεση βιώνονταν από όλες αυτές τις γυναίκες που παρόλο που συμβιβάζονταν με τη σκληρή πραγματικότητα για επιβίωση, πολλές φορές δε έπαυαν να ονειρεύονται το σπάσιμο των δεσμών.  Είτε πρόκειται για το «κοινωνικά αποδεκτό»  ψυχοκόρη,  είτε για το «υποτιμητικό» δούλα, η κοινωνική πραγματικότητα είναι πολύ σκληρότερη από αυτή που φανταζόμαστε. Είναι η ίδια απόλυτα σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν στο πετσί τους οι σημερινές μετανάστριες εργάτριες που δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί. Συνήθως προσλαμβάνονται για να διευκολύνουν τις εργοδότριές τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγελματικού τους στίβου, ωστόσο οι ίδιες οι μετανάστριες εργάτριες βιώνουν καθημερινά τις άθλιες εργασιακές συνθήκες, τον αποκλεισμό  και την υποτίμηση.

 

Ένα πράγμα στην οικιακή εργασία θεωρείται δεδομένο. Είτε δε πληρώνεται και γίνεται από τη νοικοκυρά, είτε πληρώνεται και γίνεται από τις δούλες και οικιακές βοηθούς, αποτελεί μια αόρατη και κατά βάση γυναικεία εργασία, απαραίτητη για τη συντήρηση και αναπαραγωγή του άνδρα εργάτη. Δηλαδή η βρώμικη φόρμα εργασίας να γίνει καθαρή, το ωμό κρέας να σερβιριστεί μαγειρεμένο, να σπίτι να είναι καθαρό, το κρεβάτι στρωμένο, τα παιδιά να κοιμούνται, να τρώνε και να περιθάλπονται. Το κεφάλαιο, μέσω της πατριαρχική του εκπροσώπησης, όσο αγνοεί τις απαιτήσεις των εργατριών στα οικιακά, όσο στρέφει με τους έμφυλους διαχωρισμούς το ένα φύλο εναντίων του άλλου, έχει την πολυτέλεια να μην πληρώνει την οικιακή εργασία. Όπως αναφέρει η Σίλβια Φεντερίτσι

 

«η οικιακή εργασία δεν έχει απλά επιβληθεί στις γυναίκες, αλλά έχει μετατραπεί σε φυσικό χαρακτηριστικό της γυναικείας ανατομίας, της γυναικείας προσωπικότητας – σε εσωτερική ανάγκη, σε φιλοδοξία που υποτίθεται πως πηγάζει από τα βάθη της γυναικείας μας φύση. Αντί να αναγνωριστεί ως όψη του κοινωνικού συμβολαίου η οικιακή εργασία έπρεπε να μεταβληθεί σε φυσικό χαρακτηριστικό, γιατί ήδη από τον καιρό των πρώτων σχεδίων του κεφαλαίου για τις γυναίκες, αυτή η εργασία ήταν άμισθη».

 

Πότε το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει και να πληρώσει αυτήν την εργασία; Μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αρνούνται να την κάνουν, μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αγωνίζονται εναντίον της. Τα παραδείγματα των φεμινιστικών αγώνων δεν είναι λίγα.

 

 

psy

 

Το σιδέρωμα της  Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.​

 

«Είμαι από την Ματαράγκα του Αγρινίου. Οι γονείς μου έχουν ακόμα άλλα επτά παιδιά. Ήρθε η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στη Ματαράγκα και ζητούσε να πάρει ένα μικρό κοριτσάκι για να προσέχει το μωρό της και να την βοηθάει λίγο στο σπίτι. Δήλωνε ότι το κοριτσάκι που θα την ακολουθήσει θα κάνει την τύχη του και δεν θα το ξεχωρίζει από το δικό της παιδί. Οι γονείς μου είναι φτωχοί άνθρωποι και έτσι ξεγελάσθηκαν και με έδωσαν. Έμεινα μαζί τους δύο χρόνια. Φρόντιζα το παιδί, καθάριζα, σφουγγάριζα, έπλενα, κουβάλαγα τα ψώνια του σπιτιού (…). Έκανα υπομονή και δε μιλούσα. Το αφεντικό μου, ο Γιώργος Βεϊζαδές δούλευε σε μπαρ. Περνούσαν καλά στο σπίτι (…)».

(εφημερίδα «Ακρόπολις» – Κυριακή 7 Αυγούστου 1955)

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η πονεμένη ιστορία της Σπυριδούλας, μιας κοπέλας από τη Ματαράγκα έφερε στην επιφάνεια την εκμετάλλευση που βίωναν καθημερινά κορίτσια και γυναίκες που πάλευαν για την επιβίωσή τους. Η μικρή Σπυριδούλα έπεσε θύμα της μανίας των αφεντικών της, Γιώργου και Αντιγόνης Βεϊζαδέ, που επί δύο μέρες την έκαιγαν διαδοχικά με το καυτό σίδερο σε όλο της το σώμα, επειδή θεωρήθηκε ύποπτη για την απώλεια 50 δολαρίων.

 

Η Σπυριδούλα από τα 12 της εργαζόταν ως υπηρέτρια στην Αθήνα στο σπίτι του ζεύγους Βεϊζαδέ, που μαζί με το μικρό παιδί τους έμεναν σε ένα πολυτελές σπίτι στον Πειραιά.  Οι Βεϊζαδέ είχαν επιχειρήσεις και πολλά χρήματα βρίσκοντας πάντα τρόπο να επιβιώσουν, ενώ στην κατοχή είχαν εργασθεί για τα φασιστικά SS. Η μικρή Σπυριδούλα είχε αναλάβει όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το αντάλλαγμα ήταν η επιβίωση της δίνοντας της απλά ένα πιάτο φαγητό.

 

 Την 31 Ιουλίου 1955 ο Γιώργος Βεϊζαδέ επέστρεψε στο σπίτι από το καμπαρέ που είχε στην ιδιοκτησία του και διαπίστωσε πως λείπει ένα χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων από το ντουλάπι του. Άμεση ύποπτη για την απώλεια θεωρήθηκε η Σπυριδούλα. Ο Γ. Βεϊζαδέ  αμέσως ρώτησε την Σπυριδούλα αν γνώριζε κάτι. Η ίδια είπε ότι δεν έχει ιδέα για το χαρτονόμισμα και τότε το ζευγάρι ξεκίνησε τα βασανιστήρια χτυπώντας την. Την επόμενη μέρα ο βασανισμός συνεχίστηκε. Με το ίδιο σίδερο, που ανάγκαζαν την Σπυριδούλα να σιδερώνει τα πολυτελή τους ρούχα, την βασάνισαν καίγοντας το κορμί της. Επί 36 συνεχόμενες ώρες η Σπυριδούλα δεμένη γυμνή πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, ήταν παραδομένη στη λύσσα των Βεϊζαδέ, που για να μην υποψιαστούν κάτι οι γείτονες της είχαν βάλει ένα πανί στο στόμα. Μετά το τέλος του βασανισμού την έλυσαν και την κλείδωσαν στο δωμάτιο της χωρίς φαΐ και νερό. Για τις επόμενες δυο μέρες η Σπυριδούλα υπέφερε από τους πόνους. Ήταν αναγκασμένοι να την πάνε στο νοσοκομείο καθώς φοβόνταν τι θα συνέβαινε αν πέθαινε μέσα στο σπίτι. Έτσι ισχυριζόμενοι ότι χύθηκε κατά λάθος πάνω της καυτό νερό την μετέφεραν στο νοσοκομείο, ενώ την απειλούσαν πως αν μαρτυρήσει θα την κάψουν ζωντανή με βενζίνη.

 

Η Σπυριδούλα όμως δε φοβήθηκε να μιλήσει. Αποκάλυψε στους γιατρούς τι ακριβώς συνέβη. Η αστυνομία συνέλαβε το ζεύγος Βεϊζαδέ. Στο δικαστήριο πρώτη μάρτυρας ήταν η ίδια η Σπυριδούλα, η οποία στην κατάθεσή της εξιστόρησε τη ζωή της με το ζεύγος και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο την έκαψαν με το πυρακτωμένο σίδερο την 1η και 2η Αυγούστου 1955. Στην κατάθεση της η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στην αρχή επέμειναν πως επρόκειτο για καυτό νερό. Στην συνέχεια παραδέχτηκαν πως τα εγκαύματα είναι από σίδερο αλλά υποστήριξαν πως ήταν ατύχημα. Ο ιατροδικαστής ωστόσο μπόρεσε να δει καθαρά πως τα εγκαύματα δημιουργήθηκαν από δυο αλληλοβοηθούμενα πρόσωπα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Η Σπυριδούλα έφερε εγκαύματα πρώτου έως τρίτου βαθμού στο πρόσωπο, τον τράχηλο, το θώρακα, την κοιλιά και τα άνω και κάτω άκρα, καθώς και εκχυμώσεις στο μέτωπο, τα βλέφαρα, τους μηρούς και τις κνήμες. Το δικαστήριο έκρινε ένοχο το ζεύγος για πρόκληση βαρειών σωματικών βλαβών σε βαθμό κακουργήματος.

Η απειλή ακόμα αιωρείται. Μετά από τόσα χρόνια μανάδες προστάζουν τα παιδιά τους να κάνουν ησυχία γιατί αλλιώς θα τα κάψουν σαν τη Σπυριδούλα… Η Σπυριδούλα δεν αποτελεί μια εξόφθαλμη εξαίρεση. Η ιστορία της υπογραμμίζει την απαξίωση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας, τονίζει το βίαιο περιεχόμενο της υποτιμημένης γυναικείας εργασίας. Πόσες Σπυριδουλες έχουν υπάρξει και πόσες θα υπάρξουν; Πόσες ιστορίες μένουν κλειδωμένες πίσω από πόρτες κρεβατοκάμαρων, γκαρσονιερών και υπογείων;