Συνέντευξη με την Κ. Ράπτη: Η Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών και το Σπίτι Γυναικών στα Γιάννενα, οι έμφυλες διακρίσεις από το χθες στο σήμερα.

 

Η παρακάτω συζήτηση έγινε τον Φεβρουάριο του 2012στην Κέρκυρα και παρουσιάστηκε στις σελίδες του 13ου τεύχους του Παροξυσμού (άνοιξη 2012). Περίπου τρία χρόνια μετά, επιλέγουμε να την δημοσιοποιήσουμε για πρώτη φόρα στο διαδίκτυο, διότι αφενός με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν περισσότεροι και περισσότερες να διαβάσουν την εν λόγω συζήτηση και αφετέρου η ίδια η συζήτηση δεν έχει χάσει καθόλου από την αξία της. Πράγματι, το λεγόμενο «γυναίκειο ζήτημα» (έμφυλες διακρίσεις, υποτίμηση της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών, άμισθη γυναικεία εργασία, σεξισμός κ.α.) ακόμα και τώρα, 30 χρόνια μετά από τα πρώτα Σπίτια Γυναικών (στην Αθήνα, τα Γιάννενα και αλλού), τις πρώτες ομάδες αυτοάμυνας γυναικών και τις πρώτες φεμινιστικές ομάδες, δεν αποτέλεσε πότε με συνέπεια και διάρκεια πυρηνικό στοιχείο του λόγου και των δράσεων του ευρύτερου ανταγωνιστικού κινήματος. Είτε ως «μερικό», είτε ως «υπερβολικό», το ίδιο το «γυναικείο ζήτημα» αντιμετωπίζεται με υποτίμηση και απαξίωση από την πλειοψηφία του ανταγωνιστικού κινήματος.

 

Μπορούμε να πούμε πως στην Ελλάδα, ο φεμινισμός των «από τα κάτω», έφτασε σε αξιοσημείωτο σημείο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Μέτα ήρθε η «σκούπα του ΠΑ.ΣΟ.Κ». Στην σημερινή κοινωνική και πολιτική συγκυρία, όπου η λογική των αναθέσεων και τον διαμεσολαβήσεων κυριαρχεί, οφείλουμε να  δυναμώσουμε και να πολλαπλασιάσουμε τις φωνές ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις, το σεξισμό, την πατριαρχία και την ομοφοβία, με στόχο να κυκλοφορήσουν στο κοινωνικό πεδίο και να συνδεθούν με σημερινά προτάγματα του ανταγωνιστικού κινήματος και τους τωρινούς κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες. Για ένα κόσμο ισότητας, ελευθερίας και αλληλεγγύης.

 

1

 

Συνέντευξη με την Κ. Ράπτη.

Η Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών και το Σπίτι Γυναικών στα Γιάννενα,

οι έμφυλες διακρίσεις από το χθες στο σήμερα.

 

 

Σύντομη  αυτοπαρουσίαση της συνεντευξιαζόμενης:

 

Είμαι η Κ. Ράπτη, ετών 52, εκπαιδευτικός εν ενεργεία, τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής μου. Και τώρα που το βλέπω γραμμένο αντιλαμβάνομαι ότι έχω περάσει τη μισή ζωή μου στα σχολεία. Δεν το φέρω βαρέως, μπορούσαν να ήταν χειρότερα τα πράγματα…

 

Θα ήθελα να καταστήσω, εξαρχής, σαφές ότι ξαφνιάστηκα και περιέπεσα σε αμηχανία όταν μου ζητήθηκε η συνέντευξη που ακολουθεί. Δεν θεωρώ ότι η προσωπική μου πορεία έχει ιδιαίτερη σημασία διότι όταν έκανα ό,τι έκανα, αυτά τα ελάχιστα που θα διαβάσετε, απλώς ζούσα τη ζωή μου δεν οικοδομούσα το μέλλον! Εξ ου και βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να μη βρίσκω πουθενά τις «αποδείξεις» των όσων διηγούμαι! Μπορείτε να τις εκλάβετε ως αναμνήσεις μιας αμετανόητης που δεν έχει αντιληφθεί ακόμα τον μηχανισμό που σπρώχνει τα πράγματα εκεί που τα σπρώχνει.

 

-Και φεύγεις από το χωριό σου το Νιοχώρι και πάς φοιτήτρια στα Γιάννενα. Εκεί ασχολήθηκες με το φεμινιστικό κίνημα. Για πες για αυτή την περίοδο.

-Έχει σημασία, όμως, να πούμε πότε ασχολήθηκα. Δεν έχει; Ασχολήθηκα το 1979 από την πρώτη μέρα της κατάληψης για τον νόμο 815. Δηλαδή διαχωρίσαμε την θέση μας, πάραυτα, μια μεγάλη ομάδα γυναικών, όταν είδαμε πώς λειτουργεί το κλίμα στις Γενικές Συνελεύσεις της κατάληψης. Ήταν η πρώτη χρονιά που προσπάθησαν να επιβάλουν τον ν. 815 -το νόμο πλαίσιο για τα παν/μια. Στην πρώτη Γ.Σ. της κατάληψης όλου του πανεπιστημίου, αντιληφθήκαμε πως δεν υπήρχε  χώρος για να εκφραστούν οι γυναίκες. Δεν γινόταν, δεν υπήρχε, δηλαδή, βήμα να μιλήσουμε. Μια κοπέλα μόνο τόλμησε να πάρει το μικρόφωνο (ανήκε στην ΠΠΣΠ, Προοδευτική Πανσπουδαστική Συνδικαλιστική Παράταξη, τη νεολαία του ΚΚΕ μ-λ) και λοιδορήθηκε τόσο πολύ με αποτέλεσμα να κατέβει από το βήμα. Οι υπόλοιπες δε διανοηθήκαμε να μιλήσουμε. Εγώ, μολονότι ήμουν  πρωτοετής, πίστευα ότι είχα το θάρρος ή το θράσος της γνώμης μου (!). Όταν ήρθα αντιμέτωπη με αυτό το καθεστώς οπισθοχώρησα, αισθάνθηκα ανήμπορη να παρέμβω. Υπήρχε απαξίωση. Σκέψου ότι δεν ήταν συνέλευση τμήματος, ήταν γενική συνέλευση όλου του πανεπιστημίου, για να αποφασιστεί κατάληψη και να οργανωθεί η περαιτέρω πορεία. Ο ρόλος μας ήταν στα «μετόπισθεν». Εννοείται ότι δεν διεκδικούσαμε  πρωταγωνιστικό ρόλο, να πούμε  την άποψή μας θέλαμε. Έτσι φύγαμε από το χώρο της συνέλευσης και κάναμε μια πρώτη συγκέντρωση μόνες μας, αλλού.

 

-Πόσες γυναίκες;

-Πάρα πολλές…Ίσως και εκατό, από όλα τα τμήματα.

 

-Και πώς συνεννοηθήκατε για να μαζευτείτε;

-Δια του βλέμματος! Τα πράγματα τότε ήταν οξυμένα. Δεν θυμάμαι τι έκλαμψη είχα στο κεφάλι μου, γιατί εγώ πήγα για τον αντιεξουσιαστικό χώρο, έχοντας τον φεμινισμό στο κεφάλι μου …  

 

-Και στην πρώτη συνέλευση τι ειπώθηκε;

-Εκφράσαμε τους λόγους για τους οποίους αισθανθήκαμε την ανάγκη να μαζευτούμε, τι ήταν αυτό που μας ώθησε… Μερικές ήρθαν εμβόλιμα -κυρίως αυτές που  ήταν οργανωμένες στις αριστερίστικες ομάδες… Σιγά-σιγά ξεκαθαρίστηκε το τοπίο και μείναμε αυτές που ήμασταν στον αντιεξουσιαστικό χώρο και αρκετές κοπέλες που ήταν στο κκε εσωτερικού (γιατί το κκε εσωτερικού ήταν πιο ριζοσπαστικό και πιο ανοιχτό σε συνεργασίες με άλλες πολιτικές δυνάμεις). Οπότε και από αυτές τις γυναίκες που μαζευτήκαμε, πάλι διαχωριστήκαμε ως αντιεξουσιαστική τάση.

 

– Και μετά τι κάνατε;

– Εμείς, μετά όταν τελείωσαν οι κινητοποιήσεις με τις καταλήψεις, αποφασίσαμε να κάνουμε μια Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών, ενώ είχαμε ήδη συγκροτήσει την Αντιεξουσιαστική Ομάδα Φιλοσοφικής, που ήταν μεικτή (αγόρια και κορίτσια…).  Θέλαμε να δουλέψουμε και μόνες μας, γιατί πιστεύαμε πως είχαμε πράγματα να διεκδικήσουμε.

 

– Πόσες ήσασταν στην Αυτόνομη Ομάδα Γυναικών;

– Δεν ήμασταν πολλές στην αρχή. Ο πυρήνας μάλλον δεν ξεπερνούσε τα 10 άτομα. Η παρέα μας, ας πούμε… Και ξεκινήσαμε με ένα ταμπλό για να κάνουμε αισθητή την παρουσία μας. Γράφαμε και κείμενα. Στις συνελεύσεις του τμήματος κατεβαίναμε με την Αντιεξουσιαστική Ομάδα Φιλοσοφικής. Διακινούσαμε και έντυπα που έρχονταν από την Αθήνα, γιατί συνδεθήκαμε και με άλλες ομάδες γυναικών που δραστηριοποιούνταν εκεί καθώς και με το Βιβλιοπωλείο Γυναικών. Επίσης βγάζαμε αφίσες και ανακοινώσεις, κάναμε παρεμβάσεις, προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε τις πρωτοκλασάτες φεμινίστριες, όπως πχ την Φραγκουδάκη που ήταν και καθηγήτρια μας στο πανεπιστήμιο, αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση από αυτή… Μάλλον τις φαινόμασταν παιδάκια… Εμείς όμως συνεχίσαμε, για τουλάχιστον τρία χρόνια και με το Σπίτι Γυναικών.

 

-Για πες λίγο για το Σπίτι Γυναικών στα Γιάννενα.

-Το Σπίτι το ανοίξαμε από μια ανάγκη να μαζευόμαστε, να δημιουργηθεί ένας πυρήνας και να έχουμε ένα σημείο αναφοράς που να είναι επίσημο και να μπορεί η καθεμία να μας βρει. Αρχικά βρήκαμε ένα μικρό σπίτι, παλιό και μίζερο, μου διαφεύγει ο δρόμος τώρα, και αρχίσαμε εκεί τις συγκεντρώσεις μας. Δεν είχε ιδιαίτερη προσέλευση και το αποδώσαμε στο γεγονός ότι δεν ήταν ιδιαίτερα προσβάσιμο επειδή απείχε από το κέντρο της πόλης και λοιπά… Επιλέξαμε να μεταφερθούμε σε κεντρικό σημείο στην πόλη, στην οδό Χαριλάου Τρικούπη, με την προσδοκία ότι θα ήταν πιο εύκολο να μας προσεγγίσουν και άλλες γυναίκες εργαζόμενες ή μη, προκειμένου να διευρυνθεί η ομάδα. Το σπίτι αυτό ήταν στην Χαρ. Τρικούπη (ο δρόμος που τώρα είναι τα Ζαρα, Μαρα κτλ). Αυτό το σπίτι ήταν πολύ ωραίο. Ξεκινήσαμε με ενθουσιασμό, κάναμε τις συγκεντρώσεις μας και οργανώσαμε τη λειτουργία, με τεράστια αμηχανία οφείλω να ομολογήσω, της ομάδας αυτοεξέτασης κατά τα αμερικάνικα πρότυπα που μαθαίναμε από τα βιβλία που διαβάζαμε…

 

-Πώς λειτουργούσε γενικά το Σπίτι;

-Το ανοίγαμε δυο ή τρεις φορές την εβδομάδα και επειδή ήταν στο κέντρο θεωρούσαμε ότι θα ήταν πιο εύκολο να έρθουν και άλλες γυναίκες. Αρχικά τέθηκε το ζήτημα για το αν θα επιτρέπαμε τη συμμετοχή ανδρών στην ομάδα ή θα επιτρέπαμε επισκέψεις από άντρες σε συγκεκριμένες εκδηλώσεις. Υπήρξε μια διαμάχη η οποία κατέληξε με το να μην επιτρέπουμε την παρουσία των ανδρών. Μια άλλη πρόταση, που τέθηκε με πνεύμα «εκδικητικό» ήταν να τους επιτραπεί η είσοδος, αλλά να τους υποχρεώνουμε να βγάζουνε τα παπούτσια, διότι, σύμφωνα με τον Φρόιντ, τα παπούτσια συμβολίζουν τα αντρικά γεννητικά όργανα! Οπότε, αν υποχρεώναμε τον άλλον σε ένα κλειστό χώρο που βρισκόταν αποκλειστικά γυναίκες να βγάλει τα παπούτσια του, θα ήταν σα να συγκατάνευε στην άρνηση-ακύρωση του ανδρισμού του!!! Όποιος το δεχόταν θα ήταν καλοδεχούμενος. Μου φαίνονται αστειότητες τώρα που τα ανακαλώ στη μνήμη μου, αλλά τότε τα συζητούσαμε πολύ σοβαρά. Εγώ, εξαρχής, τάχθηκα με την άποψη της μη συμμετοχής ή της παρουσίας των ανδρών στο Σπίτι. Προσπαθούσαμε να κάνουμε να λειτουργήσει ένα Σπίτι Γυναικών και έπρεπε πρώτα εμείς να δούμε γιατί ήμασταν εκεί, τι θέλουμε να κάνουμε και ποιός ήταν ο στόχος. Ο στόχος, προφανώς, δεν ήταν να προσελκύσουμε άντρες, ο στόχος ήταν να έρθουν και άλλες κοπέλες να δουν τι κάνουμε εμείς, να βρουν ένα χώρο έκφρασης… Στη συνέχεια το Σπίτι μεγάλωσε και από 8-10 γίναμε 20. Εκεί κάναμε τις συνελεύσεις και κάποια στιγμή βγάλαμε και ένα περιοδικό, το «Μωβ». Γενικά υπήρχε ενθουσιασμός. Στο Σπίτι κάναμε τα πρώτα μας βήματα στο γυναικείο κίνημα. Μαθαίναμε τι γινόταν στην Ευρώπη ή την Αμερική πολύ πριν από μας και σπρώχναμε τα πράγματα και τους εαυτούς μας να φτάσουμε εκεί, όμως, αρκετές από μας είχαν (είχαμε) μια σύγχυση, συμμετείχαν (συμμετείχαμε) ενστικτωδώς  και στην ουσία αγνοούσαν (αγνοούσαμε) τα στοιχειώδη για το γυναικείο κίνημα. Διαβάζαμε μανιωδώς βιβλία, εκ των υστέρων, μου μοιάζει με πρόγραμμα κατήχησης! Τα βιβλία που ήταν το «ευαγγέλιο» εκείνη την εποχή ήταν «Η μικρή διαφορά και οι μεγάλες συνέπειες» της Αλις Σβαρτσερ, ο «Μύθος του κολπικού οργασμού», «Η γυναίκα ευνούχος», κ.ά.

 

-Τώρα πια τι μπορείς να πεις ότι κερδίσατε με το Σπίτι Γυναικών;

-Προσωπικά μου ενίσχυσε πιο πολύ την πεποίθησή μου ότι σε ένα τέτοιο σχήμα θα μπορούσα να δημιουργήσω πραγματικά. Εκεί μπορούσα να μιλήσω. Μη φανταστείς καμιά ειδυλλιακή εικόνα, όπου γυναίκες συζητούν σε πλήρη αρμονία και με καλές προθέσεις, ανταποδίδοντας χαμόγελα. Υπήρχαν οι αντιπαλότητες όπως υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλους τους χώρους, είναι θεμιτό.

 

-Στην τοπική κοινωνία είχε απήχηση;

-Εμείς βλέπαμε όταν κολλούσαμε αφίσες τον κόσμο να τις κοιτάζει αλλά… δεν μπορώ να πω ότι είχε ιδιαίτερη απήχηση. Θυμάμαι, όμως, πολύ καλά το  βράδυ της πρώτης αφισοκόλλησης! Μας την έπεσε κάποιος, λεκτικά ευτυχώς, χυδαία όμως.

 

-Τι αφίσες βγάζατε;

-Θυμάμαι δυο. Η πρώτη βγήκε με αφορμή την 8 Μάρτη. Είχε μια φωτογραφία από μια διαδήλωση μαύρων γυναικών στην Αμερική και το κείμενο ήταν κάπως έτσι: 8 Μάρτη, μέρα της γυναίκας ή Στρατηγέ τι γύρευες στη Λάρισα εσύ ένας Υδραίος; Ωραιότατη, μαυρόασπρη και πολύ σοφιστικέ για να γίνει αντιληπτό το μήνυμά της! Μια άλλη μωβ εντυπωσιακή αφίσα την είχαμε τυπώσει στην Πόλη των Γυναικών,  δεν θυμάμαι το κείμενο.

 

-Τι προτάγματα είχατε;

-«Γυναίκες μην καθρεφτίζεστε στα μάτια των ανδρών». Ήταν κάτι που προσωπικά με εξόργιζε! Η προσπάθεια, δηλαδή, ακόμα και των κοριτσιών «του χώρου» να ενδύονται, κυριολεκτικά και μεταφορικά τους ρόλους που υποτίθεται ότι αποποιούμαστε!!! Δεν αρνούμουν τη σεξουαλικότητα αλλά η ασυνείδητη (;) υιοθέτηση των προτύπων από την ανάποδη ήταν η σιωπηλή συγκατάβαση στο παιχνίδι της εξουσίας του ανδρικού βλέμματος… Δεν μου άρεσαν ποτέ οι γάτες, οι πραγματικές, φαντάσου οι μασκαρεμένες…

 

-Οι κοπέλες από το Σπίτι Γυναικών, τι αμφίεση είχαν;

-Την κλασική!

 

-Δηλαδή ταγάρια;

-Ε, ναι! Φούστες χειροποίητες, αξύριστα ποδάρια… Το κλισέ που έγινε περίγελος!

 

-Με τις άλλες ομάδες πως ήταν οι σχέση σας;

-Εγώ είχα την τύχη, να είμαι με τον Θωμά, ο οποίος είχε δημιουργήσει ομάδα αντρών υπέρ του γυναικείου κινήματος. Φοβερή κατάσταση. Είχαν δώσει μάλιστα και συνέντευξη στην Πόλη των Γυναικών. Είχαν γράψει και ένα κείμενο που πρότεινε αντί να αναλαμβάνουν οι γυναίκες την αποκλειστική ευθύνη της αντισύλληψης με τα χάπια ή να κάνουν εκτρώσεις (πολλές γυναίκες εκείνη την εποχή είχαν υποστεί φρικαλεότητες επειδή οι εκτρώσεις ήταν παράνομες  -εγώ έχασα την μια μου σάλπιγγα¬- μιλάμε για σφαγείο), να διαδοθεί, ως λύση και ως κίνηση αναγνώρισης εκ μέρους των ανδρών, η απολίνωση, η αδρανοποίηση, δηλαδή,  περιστασιακά των σπερματικών πόρων, ούτως ώστε μα μην μπορεί να γονιμοποιηθεί η γυναίκα από το αντρικό σπέρμα.

 

-Με αυτή του την θέση ο Θωμάς, δήλωνε αμέριστη αλληλεγγύη, από την άποψη της ενίσχυσης, στον φεμινιστικό αγώνα! Οι υπόλοιποι άντρες, πως τον αντιμετώπιζαν;

-Μπορείς να το φανταστείς. Τον έλεγαν χαλβά! Επειδή, όμως, ήταν «ηγετική»  φυσιογνωμία, ήταν αυτός που έμπαινε μπροστά σε όλα, χωρίς να είναι καθόλου επιθετικός, το αντίθετο, ήταν μειλίχιος και προσηνής, κατάφερε να έχει (ελάχιστους)  συμπαραστάτες σ’ αυτή του την πρόταση!

 

-Σχέσεις με ομάδες ομοφυλόφιλων είχατε;

Στα Γιάννενα δεν υπήρχε τέτοια ομάδα. Δεν τέθηκε ποτέ τέτοιο ζήτημα, διότι δεν προέκυψε. Πάντως, πολλές φορές, τις γυναίκειες ομάδες τις ταύτιζαν με τις λεσβιακές ομάδες, κάτι που φυσικά δεν ίσχυε. Μεταξύ ημών υπήρχε επιθυμία να διερευνήσουμε την σεξουαλικότητά μας, μήπως, δηλαδή, ήταν επιβεβλημένη αυτή η έλξη στο αντίθετο φύλο. Κάποια κορίτσια δοκιμάσανε να κάνουν σχέση. Μάλιστα, δυο κοπέλες από την ομάδα μας έγιναν ζευγάρι περιστασιακά διατηρώντας, όμως, τις σχέσεις τους με τους συντρόφους τους.

 

-Οπότε το Σπίτι δημιουργούσε και ως ένα πεδίο πειραματισμών για την διερεύνηση της σεξουαλικότητας. Τι κέρδισες και τι έχασες από τη συμμετοχή σου στο Σπίτι Γυναικών;

-Δεν έχασα τίποτα, μόνο τις φλοκάτες της μάνας μου.

 

-Και τι κέρδισες;

-Θες να κάνω μια βαθειά αυτοκριτική; Εκ των υστέρων και αφού πέρασαν πολλά χρόνια, αντελήφθην ότι υπήρξα υπέρ του δέοντος σκληροπυρηνική… μου έδωσε, όμως, αυτοπεποίθηση, μου στερέωσε τις αντιλήψεις μου, που τις είχα εν σπερμάτι  χωρίς να το ξέρω από τότε που ήμουν 12 χρονών. Δεν διανοήθηκα ποτέ  ότι θα με σύρει κανένας να κάνω πράγματα που δεν ήθελα (σε σχέση με την αντρική εξουσία εννοώ, γιατί τον πατέρα μου τον είχα ήδη αμφισβητήσει). Εκ των υστέρων, όταν κατανόησα και αποδέχτηκα τους λόγους που με ωθούσαν σε αυτή την πολύ αυστηρή, σχεδόν, άκαμπτη στάση μέμφθηκα τον εαυτό μου. Ακόμα τώρα αναρωτιέμαι, είναι δυνατόν τέτοια αδιαλλαξία; Υπήρξα πολύ επιθετική, για κάποιους εκδικητική, διότι είχα τους δικούς μου σκελετούς στην ντουλάπα. Όπως  κι άλλες κι άλλοι, υποθέτω.

 

Περπατούσα πχ στο πανεπιστήμιο και πολλές φορές ένιωθα τέτοια έχθρα στα βλέμματα ορισμένων που αν δεν ήμουν τόσο κέρατο θα έπρεπε να το είχα βάλει στα πόδια, θα έπρεπε να εξαφανιστώ. Επέμεινα, μη φανταστείς ότι άλλαξα άρδην σήμερα! Απλώς καταφέρνω να μας βλέπω από μακριά, πότε-πότε…

 

Οφείλω, επίσης, να ομολογήσω, ότι η στάση μου αυτή με έκανε να τσαλαπατήσω το σώμα μου εκείνη την εποχή. Παρόλο που υποτίθεται ότι το διερευνούσα και το αποδεχόμουν, στην πραγματικότητα το είχα βάλει στην άκρη. Δεν ήθελα να το κάνω φετίχ όπως στις διαφημίσεις, αλλά εγώ το εκμηδένισα. Είχα μεν σεξουαλική ζωή και μπορούσα να είχα το γκόμενο που ήθελα, αλλά δεν νομίζω ότι απήλαυσα αυτό το πράγμα. Γιατί έβαλα το σώμα μου σε ένα πλαίσιο. Πχ δεν φορούσα μίνι ή ξωπλατα γιατί θεωρούσα ότι αυτό είναι εξευτελιστικό. Ένοιωθα ότι ζούσα σε μια περίφραξη. Μπορεί να είχα δυο εραστές ταυτοχρόνως, αλλά στην ουσία ήμουν πολύ περιχαρακωμένη,

 

-Ναι, αλλά αυτό, δεν μπορεί να θεωρηθεί αυταπάρνηση, δηλαδή να θες να ξεπεράσεις τον εαυτό σου;

-Νομίζεις! Δεν ήταν καλό αυτό. Γιατί, μετά, έφτασα στα 40 και είπα «Φτου, ξελευτερία!». Θα έπρεπε να ζω την απελευθέρωση μου, χωρίς περιορισμούς και να την χαίρομαι κιόλας.

 

-Είχες ενοχές, δηλαδή…

-Φρικαλέο αυτομαστίγωμα! Δεν άλλαζα τα μαλλιά μου μην γίνω τάχα άλλος άνθρωπος! Μέμφομαι τον εαυτό μου! Εξηγούνται όλα αυτά ψυχαναλυτικά…

 

-Οι χειραφετημένες γυναίκες εκείνης της εποχής, συνέχισαν την ζωή τους με βάση τις αρχές που οι ίδιες είχαν θέσει ή αναγκάστηκαν να τα ξεχάσουν όλα;

-Αυτό, εξαρτάται από το πόσο μέσα ήταν στο κίνημα. Εγώ, που θεωρούσα ότι ήμουν μέσα πολύ, έπεσα σε μια παγίδα που την έστησα η ίδια στον εαυτό μου. Δεν έγινα, βέβαια, ποτέ η κλασσική νοικοκυρά και μητέρα, δεν ήταν ποτέ το όνειρό μου αυτό, εννοείται. Ωστόσο, παντρεύτηκα, τα έκανα σαλάτα, έκανα παιδί, χώρισα και το μεγάλωσα, σχεδόν, μόνη. Έζησα σε ένα χωριό στην Κέρκυρα κάποια χρόνια και δεν ασχολήθηκα ξανά ενεργά με το γυναικείο κίνημα, το οποίο εξέλιπεν άλλωστε με τα χρόνια. Το απορρόφησε, όπως τόσα άλλα, η σκούπα του πασοκ. Ασχολήθηκα με τα εκπαιδευτικά, κυρίως. Δεν εγκατέλειψα, να το διευκρινίσω, δε χάνω ευκαιρία να θέτω το ζήτημα όπου δραστηριοποιούμαι.

 

-Δηλαδή, σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους;

-Δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου! Φαίνεται από χίλια μίλια μακριά! Θεωρώ ότι εξακολουθεί να υφίσταται το πρόβλημα και δεν έχω κάτσει στα αυγά μου. Το προσωπικό είναι κοινωνικό. Εγώ δεν φυτρώνω, δεν είμαι αυτοφυής, σαν τις λαψάνες.  Η όποια επιλογή καθορίζεται -και- κοινωνικά.

 

-8 Μάρτη, γιορτή γυναικών;

-Διαφωνώ πλήρως! Οι αστές φεμινίστριες, έλεγαν πως η γυναίκα πρέπει να γιορτάζει 365 μέρες το χρόνο. Αυτό είναι γελοίο, ως επιχείρημα! Δεν χρειαζόμαστε μια μέρα γιορτής, θα μπορούσαμε να είχαμε μια μέρα υπενθύμισης, να υπενθυμίζουμε τη βαρβαρότητα που υφίστανται ακόμα σήμερα οι γυναίκες ανά τον κόσμο, όχι να διασκεδάζουμε ή να μας χαρίζουν λουλούδια.

 

-Η Mariarosa Dalla Costa (φεμινίστρια στην Ιταλία του ’70) σε ένα κείμενο της, που μεταφράστηκε στα ελληνικά από το περιοδικό black out, αναφέρει πως μέσα στο φεμινιστικό κίνημα δεν είχε ούτε μια μοναδική στιγμή χαράς. Ένοιωθε μόνο μια τεράστια συνεχή κούραση.

-Δεν το κρίνω. Δε διανοούμαι να κρίνω το συναίσθημά της. Όπως θα ’λέγε κι ο φίλος μου ο Θωμάς «είναι αυτόνομο, το ακολουθούμε, δεν το κρίνουμε γιατί το παραβιάζουμε». Λογικό μου φαίνεται γιατί  στην Ιταλία ήταν σκληρά τα πράγματα τότε. Δε μπορώ να πω το ίδιο για μένα γιατί, προφανώς, δεν έχω διανύσει την ίδια πορεία, σε χρόνο και ποιότητα, εννοώ. Αν αθροίσεις, όμως, τις αντιδράσεις της κοινωνίας και τις αγκυλώσεις των «συντρόφων» εκείνη την εποχή η κούραση σε καταβάλλει και μόνο στη σκέψη! Η πιο ήπια «κριτική»  που ακούγαμε ήταν το κλασσικό «κακογαμημένες» και «τι είναι αυτά που κάνετε, διασπάτε το κίνημα». Ήταν πολύ σκληρό το καθεστώς.

 

-Για πάμε λίγο και στο σήμερα. Γιατί σήμερα δεν τίθεται ως κεντρικό το γυναικείο ζήτημα;

-Θα απαντήσω με τον τίτλο ενός βιβλίου του ιταλού συγγραφέα Ραφαέλο Σιμόνε που λέγεται το «Μειλίχιο Τέρας». Το μειλίχιο τέρας είναι αυτό που έχει κατακτήσει όλο το δυτικό κόσμο. Ξεκίνησε από το life-style που έχει φτιάξει τον κόσμο να μοιάζει σαν μια παιδική χαρά, όπου όλοι μπορούν να βρουν την θέση τους. Ακόμα και οι κάποτε ξεσαλωμένες φεμινίστριες υποτίθεται ότι έχουν δικαιωθεί. Ο κόσμος το έχαψε αυτό, ότι οι φεμινίστριες «δικαιώθηκαν», αφού το μεγάλο μέρος των γυναικών μπορεί να εκτίθεται ή να καταλαμβάνει θέσεις εξουσίας και θεωρεί ότι επετεύχθη ο στόχος. Με τον ίδιο τρόπο λειτούργησε και η αριστερά.

 

-Το φεμινιστικό κίνημα διεκδικούσε δικαίωμα στην εργασία, έλεγχο γονιμότητας και αναπαραγωγής, μισθό για την οικιακή εργασία. Σήμερα, αν υπήρχε, τι θα μπορούσε να διεκδικήσει.

-Εγώ, θα έλεγα κάτι το οποίο μπορεί να μοιάζει ηθικοπλαστικό έως χριστιανικό: Καταρχήν αξιοπρέπεια! Να μην εμπορευματοποιείται το σώμα και όλα τα υπόλοιπα. Γιατί έχει φτάσει στον πάτο της εξαθλίωσης η κατάσταση.

 

-Σήμερα υπάρχει γλωσσικός σεξισμός ακόμα και στις πορείες.

-Προφανώς! Και είναι φρικτό. Πέρυσι σε μια πορεία διαπληκτίστηκα με αριστερό συνάδελφο γιατί επινοούσε και φώναζε συνθήματα για τη Διαμαντοπούλου σεξουαλικού περιεχομένου. Τα γνωστά «αγάμητη» ή «κακογαμημένη» κτλ. Τα πήρα στο κρανίο! Δεν ήθελα να συμπορεύομαι με όσους επαναλαμβάνουν τα προαιώνια κλισέ που έτσι κι αλλιώς απέχουν παρασάγγες από το να είναι πολιτικά επιχειρήματα και προσβάλλουν και όλες τις γυναίκες αδιακρίτως. Αυτό είναι το πρόβλημα μας; Το πρόβλημα δεν είναι ότι η Διαμαντοπούλου είναι γυναίκα, αλλά η θέση εξουσίας που κατέχει. Γι’ αυτό και πριν μίλησα για αξιοπρέπεια. Αφορά και αυτόν που εκφέρει αυτό το λόγο, αλλά και εμένα που τον υφίσταμαι και δεν βγάζω άχνα.

 

-Ελευθερία και Ισότητα, σήμερα, τι σημαίνει για μια γυναίκα;

-Αυτό που σήμαινε πάντα! Τι ερώτηση είναι αυτή; Πρώτον να έχεις το αυτεξούσιο που ισχύει για άντρες και γυναίκες, δηλαδή να ορίζεις τον εαυτό σου. Η ισότητα είναι κάτι που είναι ζητούμενο έτσι κι αλλιώς.

 

-Υπάρχει η έννοια της αναπαραγωγικής εργασίας, που αναφέρεται στην αναπαραγωγή της ίδιας εργατικής δύναμης του εργάτη (προετοιμασία φαγητού, πλύσιμο, καθάρισμα και συντήρηση σπιτιού, συναισθηματική και ηθική στήριξη). Αυτή η εργασία αποτελεί δομικό κι λειτουργικό ρόλο στον καπιταλισμό. Παλιότερα υπήρχε αίτημα για μισθό σε αυτήν την εργασία.

-Εγώ δεν αποδέχτηκα ποτέ αυτήν την άποψη, αν και υπήρξε μέρος του κινήματος που την προωθούσε. Η διεκδίκηση της αμοιβής σαν ιδέα δεν μου άρεσε. Υποστηρίζω τον ίσο καταμερισμό της εργασίας. Όταν κάποιοι συμβιώνουν, θα πρέπει να μοιράζονται τις δουλειές.

 

-Απλά, τότε το έλεγαν μάλλον επειδή τότε οι γυναίκες δεν μπορούσαν εύκολα να βρουν δουλειές.

-Ναι, αλλά μετά πέσαμε στην παγίδα να είμαστε και εργαζόμενες, και μητέρες, και νοικοκυρές και απ’ όλα!

 

-Δηλαδή, την πατήσατε!

-Ε, ναι! Γι’ αυτό, στην Αμερική δημιουργήθηκε η τάση που λέγεται «Επιστροφή στο Σπίτι»

 

-Έχεις δει στο ναό του Αγ. Δημητρίου στο χωρίο Καινούργιο Αγρινίου την αναπαράσταση σε βιτρό τον εν λόγω άγιο να καρφώνει με το ακόντιο του πισώπλατα μια γυναίκα που είναι σωριασμένη στο έδαφος; (Η αναρτηση εδώ).

-Είναι σαν το έχω δει, γιατί το διάβασα στο site σας.

 

-Στην χριστιανική μυθολογία υποτίθεται πως αυτός άγιος σκοτώνει έναν άντρα, αλλά στην αναπαράσταση φαίνεται ξεκάθαρα πως δολοφονεί μια γυναίκα. Και αυτό θέλει να περάσει.

-Σε πολλές λαϊκές δοξασίες και κυρίως, στη θρησκεία, πάντα η γυναίκα ήταν κάτι το μιαρό. Για παράδειγμα, παλιά όταν η γυναίκα είχε περίοδο απαγορευόταν να πάει εκκλησία, να κοινωνήσει, να εξομολογηθεί κτλ. Υποθέτω πως αυτοί έχουν μείνει ακόμα εκεί, σε αυτό το παρελθόν.

 

-Υπάρχει έμφυτη λαχτάρα για μητρότητα ή είναι κοινωνικό κατασκεύασμα;

-Ακόμα και το φύλο είναι κοινωνική κατασκευή. Εγώ δεν είχα έμφυτη λαχτάρα ποτέ. Μάλιστα από ένα σημείο και μετά, είπα πως δεν θέλω να κάνω παιδιά. Έβλεπα τον κόσμο σκοτεινό, μπούγιο που λέγαμε και στο χωριό μας, και έλεγα σε αυτές τις συνθήκες εγώ δεν μπορώ να κάνω παιδιά. Το βιολογικό μου ρολόι «χτύπησε» στα 32 μου, όταν έβλεπα αρκετές συνομήλικες μου να προσπαθούν και να μην καταφέρνουν να κάνουν παιδί. Αυτές πάλευαν λυσσαλέα, γιατί ο κόσμος τους έλεγε «κάν’τε παιδί, περνάνε τα χρόνια κτλ». Άρχισα, λοιπόν, κι εγώ  να σκέφτομαι την προοπτική ενός παιδιού. Δεν το είχα μέσα στο κεφάλι μου να κάνω ένα παιδί, σώνει και καλά! Και επιτάθηκε αυτό το άγχος, όταν ανακάλυψα ότι δεν μπορώ να κάνω εύκολα παιδί πια, γιατί είχα ήδη μια σάλπιγγα μόνο. Έτσι μου προέκυψε η επιθυμία να κάνω παιδί. Άρα, τι μας λέει αυτή η ιστοριούλα; Ότι ήταν εμβόλιμο αυτό το πράγμα. Δεν φανταζόμουν πότε τον εαυτό μου με το σύζυγο, τα παιδιά και την οικογένεια στο κυριακάτικο τραπέζι. Ίσα-ίσα φανταζόμουν το εαυτό μου να γυρνάω όλο τον κόσμο, με ή χωρίς σύντροφο. Αλλά την οικογένεια σαν σχήμα, δεν την φαντάστηκα. Μας μεγαλώνουν με αυτήν την κατεύθυνση. Ευτυχώς, είχα μια μάνα πολύ πουριτανή από άγνοια όχι από πεποίθηση, η οποία δεν μίλησε ποτέ για αυτό το θέμα. Ούτε τη λέξη «γάμος» δεν ανέφερε μες το σπίτι. Γιατί της θύμιζε το «γαμήσι»; Δεν ξέρω… Όμως δεν είναι μόνο το άγχος για το παιδί… Είναι η συσσωρευμένη πίεση αιώνων, που είναι εγγεγραμμένη παντού, ακόμα και στους τοίχους του σπιτιού. Εγώ, είδα την  αδελφή  μου να την πηγαίνουν σαν το σφαχτάρι από  σε προξενιό σε προξενιό για  να την βλέπει ο εκάστοτε υποψήφιος  γαμπρός και να την …απορρίπτει! Ήταν φρίκη!

 

 – Ισχυρίζεσαι πως ευθύνονται και οι γυναίκες αν βρίσκονται ακόμα ένα βήμα πίσω από τους άντρες και πως δεν σε εκπλήσσει το γεγονός ότι έννοιες όπως οι «ίσες αποδοχές» παραμένει κάτι το ασαφές στον ορίζοντα για πολλές γυναίκες απανταχού της γης.

– Ξέρεις πόσες γυναίκες δηλώνουν φεμινίστριες στην Αγγλία, για παράδειγμα, σήμερα; Το 42%!!!

 

Στην Ελλάδα πολύ λιγότερες. Αναρωτιέμαι τι σκέφτεται η τεράστια σιωπηρή πλειοψηφία. Αναρωτιέμαι πώς μπορούν να είναι γυναίκες και να λένε: «Δεν είμαι φεμινίστρια» ή το άλλο ανεκδιήγητο «εγώ τους αγαπώ τους άντρες»…

 

Μπορώ να κατανοήσω (για λόγους …ευγένειας) ότι αποποιούνται τον χαρακτηρισμό γιατί έγινε κακή χρήση ή κατάχρηση του όρου, έγινε εσκεμμένα καρικατούρα, με αποτέλεσμα να λάβει συνδηλώσεις που απείχαν παρασάγγες από το πραγματικό νόημά του. Επίσης, καταλαβαίνω (;)όσες ντρέπονται να αποδειχθούν κατώτερες των περιστάσεων, αν δηλαδή, δεν εκπληρώνουν στην εντέλεια όλα τα συνήθη καθήκοντά τους.

 

Τους διαφεύγει, ωστόσο, ότι από αιώνες βρισκόμαστε περικυκλωμένες από την κοινωνική, οικονομική και πολιτική μισογυνία και το να είσαι φεμινίστρια σήμερα σημαίνει να αποδέχεσαι την ύπαρξή σου, να αρνείσαι να ετεροκαθορίζεσαι και να μην αναπαράγεις αυτό το καθεστώς. Είναι το ελάχιστο. Σε μερικούς μοιάζει «μερικό». Για μένα είναι το πρώτο βήμα.

 

-Στην βιβλιογραφία της Silvia Fenderici, οι γυναίκες που οδηγήθηκαν στην πυρά κατηγορούμενες σαν μάγισσες, ήταν αυτές που είχαν γνώσεις πάνω σε θεραπείες και είχαν έλεγχο πάνω στην γονιμότητα. Σήμερα ποιες γυναίκες θα οδηγούνταν στην «πυρά»;

-Θα μπορούσα να σκεφτώ μια γυναίκα ομοφυλόφιλη που είναι δημόσιο πρόσωπο να δηλώσει ευθαρσώς την ταυτότητα της. Θα μπορούσε να γίνει στόχος από το πλήθος. Όπως μια ομοφυλόφιλη βουλευτής στην Ιταλία, που παντρεύτηκε δημοσίως, βγήκε στο δρόμο και λοιδορήθηκε αγρίως! Ή μια καθηγήτρια στην επαρχία να δηλώσει ότι είναι ομοφυλόφιλη. Την επόμενη μέρα θα σταλεί στο πυρ το εξώτερον.

 

-Ο Ντήτερ Ντουμ στην δεκαετία του ’70 στο βιβλίο του «Το Άγχος στον Καπιταλισμό» είχε γράψει: «Μία βόλτα στους δρόμους μιας πόλης μας δίνει πιο πολύ την εντύπωση αποχαλινωμένης σεξουαλικότητάς παρά σεξουαλικής καταπίεσης. Κινηματογραφικές αφίσες, διαφημίσεις, προκλητικά ρούχα, εξώφυλλα περιοδικών… Η διαφήμιση μας αποκαλύπτει ένα σπουδαίο ρόλο που παίζει στην καπιταλιστική κοινωνία η φαινομενική σεξουαλική απελευθέρωση. Η σεξουαλικότητα πρέπει να απελευθερωθεί λίγο από τα δεσμά της, για να μπορέσει η βιομηχανία να την εκμεταλλευθεί.» Έπαψε μήπως να υπάρχει σεξουαλική καταπίεση;

-Πρέπει να απαντήσω; Αφού τα λέει ο ίδιος. Η ερώτηση είναι ρητορική! Η εμπορευματοποίηση μια χαρά κρατεί! Σιγά την απελευθέρωση! Είναι απελευθέρωση το κοριτσάκι να κουνιέται στο μπαρ επειδή δεν έχει άλλο τρόπο να επιβιώσει; Είναι η μόνη οδός που της υποδεικνύεται, για να μπορέσει να υπάρξει! 

 

-Η Έμα Γκόλνμαν είχε θέσει το ερώτημα: «Γυναίκες-Άντρες: Αγεφύρωτη σχέση ή μήπως πρέπει να ξεπεράσουμε αυτή την ιδέα;

-Φυσικά και μπορούμε να πορευτούμε μαζί. Αρκεί να καταλάβουν οι άντρες…

 

2

 

Δυο λόγια για το «σκάνδαλο» με το καρότο.

 

id

 

Το ρεπορτάζ για το «Καρότο» έχει αρκετά αποσιωπητικά. Το «Τέρας» χαρακτηρίζεται από τους φιλόνομους πατριαρχικούς πολίτες με πολλές λέξεις που αρχίζουν από «ΠΟΥ» και «ΓΑ», οι οποίες στα ρεπορτάζ των ηλεκτρονικών μέσων λογοκρίνονται. Ολόκληρές, θα σκανδάλιζαν αυτούς που φτάνουν μέχρι και το τελευταίο σχόλιο για να διαβάσουν το σκάνδαλο. Όμως δεν είναι οξύμωρο το σχήμα: οι θεματοφύλακες της ηθικολογίας είναι πάντα πρόθυμοι να σκανδαλιστούν. Οι σεμνοί νοικοκυραίοι είναι αυτοί που διψούν για λεπτομέρειες με πολλά αποσιωπητικά… Έτσι αρκούνται στο «καρότο», παραλείποντας τα ευκόλως εννοούμενα.

 

Η ιδέα του κίτρινου τύπου δεν είναι ούτε εγχώρια, ούτε καινούρια. Στη χώρα γέννησης της, την Αγγλία, οι εφημερίδες σκανδαλοθηρικού περιεχομένου πουλάνε εκατομμύρια φύλλα κάθε πρωί. Εκεί, όπως και παντού, τις διαβάζουν όλοι. Είτε φευγαλέα, είτε σχολαστικά, μα πάντα μισοένοχα. Η υποκρισία έγκειται στο γεγονός πως οι περισσότεροι δεν ομολογούν τη ευχαρίστηση που τους δίνουν αυτά τα φύλλα. Δεν ομολογούν ούτε στο εαυτό τους ότι το μάτι τους ευφραίνεται από τους πηχυαίους τίτλους και τις  μισοαποκαλυπτικές φωτογραφίες με τα πολλά τετραγωνάκια… Συνεπώς, τόσο στο έντυπο, όσο και στον ηλεκτρονικό τύπο, αυξάνεται η «κοινωνική» πίεση προς ρεπορτάζ με όλο και πιο ηδονοβλεπτικές αποκαλύψεις.

 

Όλα αυτά όμως φαίνονται περίεργα, μα όχι ασυνήθιστα. Γιατί η κοινωνία, αυτή η περιφραγμένη άγρια ζούγκλα, πάντα θα ψάχνει για το επικίνδυνο ή ανήθικο Άλλο. Στην συγκεκριμένη υπόθεση έχει βρει την υλική του αναπαράσταση, προς μεγάλη ευχαρίστηση όλου του φασιστικού σιναφιού. Και η μεγάλη σιδερόφρακτη σφραγίδα του καθωσπρεπισμού είναι έτοιμη να σφραγίσει λιώνοντας κάθε «ανώμαλή» προσωπικότητα… Άλλωστε, ο κίτρινος τύπος και οι διαδικτυακές του προεκτάσεις ή υποκατάστατά του, δεν απευθύνονται ούτε σε αναγνώστες, ούτε σε σκεπτόμενους. Απευθύνονται σε θεατές πανέτοιμους να φοβηθούν. Πανέτοιμους να αλληλοσπαραχθούν. Ανθρώπους που έχουν εκπαιδευτεί να βιώνουν ενοχικά όλοι το ίδιο πράγμα, μα ο καθένας μόνος του. Και τα εμπορεύματα συνεχίζουν να ρέουν…

 

Αγρίνιο, 19/06/14

Έντυπο «Παροξυσμός»

 

Τελικά κερδίθηκαν και τα δυο.

 

12

 

Οι παρακάτω σκέψεις είναι από κείμενο από τις σελίδες του Παροξυσμού (φθινόπωρο 2006). Τότε η Ελλάδα ήταν στα καλύτερά της: Το Γιούρο, η Γιουροβίζιον, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν απογειώσει την ζωή των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Τουλάχιστον έτσι πίστευαν. Φυσικά και αγνοούσαν αυτό που  επρόκειτο να έρθει. Η ματιά τους ήταν πολύ θολή για να κατανοήσουν ότι η εξαθλίωση που βίωναν οι μετανάστες και οι μετανάστριες θα ερχόταν και για αυτούς. Τελικά το ερώτημα που τίθεται στο τέλος του κειμένου έχει ξεκάθαρη απάντηση. Κερδήθηκαν και τα δυο.

 

Τετάρτη βράδυ. H πόλη έρημη από νωρίς, μιας και τα μαγαζιά είναι κλειστά, αφού η ζωή εδώ εξαρτάται από το αν τα εμπορικά καταστήματα είναι ανοιχτά ή κλειστά. Μάλλον για αυτό θέλουν και το ελεύθερο ωράριο… Καλό πάνε να κάνουν δηλαδή οι άνθρωποι. Θέλουν να δώσουν ζωή στις πόλεις αφού οι άνθρωποι ζούνε για να καταναλώνουν εμπορεύματα. Τέλος πάντων πάει αλλού το θέμα τώρα ενώ εγώ θέλω να γράψω κάτι άλλο…

 

Πριν πάω σπίτι είπα να κάνω μια βόλτα από το κέντρο της πόλης χαζεύοντας τους άδειους δρόμους και τα κλειστά μαγαζιά. Περπατούσα στη Παπαστράτου και καθώς οι σκέψεις μου μπερδεύονταν με τις ματιές που έπεφταν στις μισοσκότεινες βιτρίνες με τον trendy «εξοπλισμό» και τις «προσιτές» τιμές, το βλέμμα μου έπεσε σε ένα διαφημιστικό πλακάτ μιας βιτρίνας bsb. Και τότε ξαφνικά σταμάτησαν οι σκέψεις μου και εγώ, πλησίασα για να δω καλύτερα αυτό που διάβασα στα πεταχτά:

 

ΑΜΟΛΗΣΤΕ ΤΗ ΣΚΥΛΑ ΠΟΥ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΨΩΝΙΑ ΣΤΑ BSB ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΣΤΕ!  

 

Για λίγα δευτερόλεπτα έμεινα. Το διάβασα το ξαναδιάβασα. Όχι δεν έκανα λάθος. Που μπορεί να φτάσει το μυαλό ενός διαφημιστή… Πως το life style ξεφτιλίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, πως το life style μοιράζει χειροπέδες στους ανθρώπους ξεφτιλίζοντας σχέσεις, καταστάσεις, ζωές. Αυτό που μόλις είδα σκέφτηκα ότι μπορεί να μην είναι τίποτα, να είναι κάτι απλό, σε σχέση με άλλα παρόμοια και πιο ακραία. Κι όμως αυτό πουλάει. Αυτό πουλάει και ο κόσμος αυτό αγοράζει. Το αγοράζει και γουστάρει. Έστριψα και την έκανα αμέσως από εκεί. Ξενέρωσα με όλη την life style ξεφτίλα που μας πλασάρουν όμορφα και ωραία και εμείς τη δεχόμαστε όμορφα και ωραία. Αλλά τι γκρινιάζω; Τι περίμενα να δω στις βιτρίνες; Εκτός από σκουπίδια; Περπατούσα με τα μάτια μου να αποφεύγουν τις βιτρίνες. Δεν ήθελα να δω άλλα διαφημιστικά παραληρήματα γεμίζοντας το μυαλό μου με βλακείες. Σκεφτόμουν την ατάκα που έλεγε στο τέλος… «και κερδίστε!» και έμεινα με την απορία.

 

Δηλαδή, τι θα κερδίσουν, αν αμολήσουν τη σκύλα που κρύβουν μέσα τους; Κανά φίμωτρο ή κανά λουρί;  

 

ΚΑΛΑ ΨΩΝΙΑ…….ΨΩΝΙΑ!!!

 

Για τους αγώνες αθλητών που δε βραβεύτηκαν.

 

paros14fin

 

Οι Ρωμαίοι έτρεφαν μεγάλη αγάπη για το απάνθρωπο και αιματοβαμμένο άθλημα των μονομαχιών στις αρένες της αρχαίας Ρώμης. Εκεί πραγματοποιούνταν μονομαχίες μεταξύ ζώων και μονομάχων ή μόνο μεταξύ μονομάχων. Οι μονομάχοι ήταν αιχμάλωτοι ή σκλάβοι. Ο Σπάρτακος δεν γεννήθηκε σε καθεστώς δουλείας: ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος από τη Θράκη, λιποτάκτης από τον ρωμαϊκό στρατό. Πουλήθηκε ως σκλάβος και έγινε ένας αθλητής που διέπρεψε στις ρωμαϊκές αρένες. Κατάφερε όμως να συνωμοτήσει με άλλους 70-80 μονομάχους που τελικά έγιναν αρκετές χιλιάδες. Κάποιο πρωί οι ρωμαίοι είδαν τους μονομάχους να τους κοιτούν με υψωμένες τις λόγχες. Εκείνες τις μέρες οι σκλάβοι αντιμετώπισαν τις ρωμαϊκές λεγεώνες, επιστρέφοντας ένα μέρος από την βία που δέχονταν μετά από τόσα χρόνια υποδούλωσης. Οι εξεγερμένοι μονομάχοι μετά από αρκετό καιρό σφαγιάστηκαν. Κατάφεραν όμως να ζήσουν δύο χιλιετίες, ως σύμβολο των ανθρώπων που δεν σκύβουν το κεφάλι σε καμιά εξουσία και υποδούλωση.

 

spartacus-representative-of-proletariat-3

 

Η Μίλντρεντ Ντίντρικσον («Μπέιμπ») γεννήθηκε το 1911 στο Τέξας και διέπρεψε σε αναρίθμητα αθλήματα. Στίβος, γκολφ, τένις, μπάσκετ, κολύμπι, μπιλιάρδο, μπόουλινγκ… Ένας δημοσιογράφος της εποχής την είχε ρωτήσει αν υπάρχει κάποιο παιχνίδι που να μην είχε παίξει. «Οι κούκλες» ήταν η απάντηση, δηλωτική του πνεύματος της. Η καθημερινότητά της Μπέιμπ ήταν μια μόνιμη σύγκρουση με τα κοινωνικά στερεότυπα περί θηλυκότητας. Μια σύγκρουση με τις έμφυλες διακρίσεις. Μια πρόταση για την γυναικεία χειραφέτηση. Το παρατσούκλι της δεν ήταν παρά ένα οξύμωρο σχήμα.

 

Babedidr3

 

Ο Τζέιμς Όουενς γεννήθηκε το 1913 και ήταν το έβδομο από τα έντεκα αδέρφια της οικογένειάς του. Ήταν ένας μαύρος, γεννημένος στην Αλαμπάμα των ΗΠΑ και οι παππούδες του ήταν σκλάβοι. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1936, κέρδισε 4 χρυσά ολυμπιακά μετάλλια στο τρέξιμο και στο άλμα εις μήκος, προκαλώντας την οργή του Χίτλερ. Έμπρακτα ακύρωσε τις φυλετικές θεωρίες του Γ' Ράιχ. Πολλοί γιόρτασαν με αυτήν την νίκη. Όταν ο Όουενς επέστρεψε στην χώρα του, δεν δέχτηκε καμία τιμητική διάκριση. Επέστρεψε στην προηγούμενη ζωή του: έμπαινε στα λεωφορεία από την πίσω πόρτα, έτρωγε σε εστιατόρια για μαύρους, χρησιμοποιούσε τουαλέτες για μαύρους, έμενε σε ξενοδοχεία για μαύρους.

 

jesseowens02

 

Ο γίγαντας του Μποξ δεν πάλεψε λυσσαλέα μόνο μέσα στο ρινγκ. Ο Μοχάμεντ Άλι έδωσε μάχες και έξω από αυτό, μεταφέροντας τους αγώνες μέσα στην κοινωνία. Αγάπησε από μικρός το μποξ. Ο ρατσισμός και οι φυλετικές διακρίσεις στον αμερικανικό νότο που γεννήθηκε τον οδήγησαν στην πυγμαχία για να καταφέρει να επιβιώσει απέναντι στην  βία του δρόμου. Βιώνοντας τον ρατσισμό και την προκατάληψη, αρνήθηκε να πάρει μέρος στον Πόλεμο του Βιετνάμ. «Κανένας Βιετκόνγκ δεν με έχει αποκαλέσει αράπη» θα πει εμφατικά στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης το 1967. Έτσι τον αποκάλεσαν προδότη της παρτίδας, του αφαίρεσαν τον τίτλο του παγκόσμιο πρωταθλητή. Του απαγόρευσαν να συνεχίσει το μποξ. Όσο το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ τον έσερνε σε δίκη για την άρνηση στράτευσης, κάποιοι νέοι που τον συμπαραστέκονταν του ζήτησαν να απαγγείλει κάτι.  «Me, we». Εγώ, εμείς.

 

ALI

 

1968. Η χρονιά των εξεγέρσεων και των κινημάτων αμφισβήτησης. Στο ολυμπιακό στάδιο της Πόλης του Μεξικό στο βάθρο ανεβαίνουν ξυπόλυτοι, δυο αμερικανοί μαύροι αθλητές, ο Τομι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, στην πρώτη και τρίτη θέση αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια ανάκρουσης του εθνικού αμερικανικού ύμνου, οι δυο αθλητές σκύβουν το κεφάλι και υψώνουν τη σφιγμένη γροθιά τους, μέσα σε μαύρα γάντια. Είναι ο χαιρετισμός του επαναστατικού κινήματος των Μαύρων Πανθήρων… Καταγγέλλουν σε ολόκληρο τον κόσμο τον ρατσισμό των Η.Π.Α. Η Αμερική στιγματίζεται. Τους διώχνουν αμέσως από το ολυμπιακό χωρίο. Τους απαγορεύεται να λάβουν ξανά μέρος σε αθλητική συνάντηση. Επιστρέφοντας στην χώρα τους δεν τους δίνει κανείς δουλεία. Η γροθιά τους, όμως,  παραμένει υψωμένη.

 

Tommy_Smith_and_John_Carlos

Οι ψυχοκόρες και το σιδέρωμα της Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.

pdy1

 

Ψυχοκόρη, δούλα, παραδουλεύτρα, σκλάβα, δουλικό, οικιακή βοηθός, παραπαίδα ή πόσους άλλους τρόπους θα βρουν για να ονοματίσουν την υποτιμημένη οικιακή εργασία;

 

Η οικιακή εργασία αποτέλεσε στην Ελλάδα του 19ου και 20ου  αιώνα μια από τις κυριότερες μορφές υποτιμημένης εργασίας. Την εποχή εκείνη , η φτώχια ή ακόμα και πολλές φορές το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οδηγεί κοπέλες από την επαρχία  στη συνθήκη της εσωτερικής μετανάστευσης. Τότε κυρίως κορίτσια επαρχιώτισσες, φτωχές έρχονται να εργαστούν στα σπίτια μικροαστών ή αστών σε αστικά κέντρα ως παραδουλεύτρες ή υπηρέτριες ή δούλες ή παστρικοδούλες ή όπως αλλιώς της έρχονταν της βαθιάς πατριαρχικής κοινωνίας να τις αποκαλεί. Η δουλειά τους σήμαινε συγκέντρωση της απαραίτητης προίκας ή πληρωμή χρεών στον εργοδότη ή ένα λιγότερο στόμα για τους γονείς στη  επαρχία αλλά στην ουσία εργάζονταν ακατάπαυστα με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους και μόνο. Αντίθετα στην οικογένεια που υπηρετούσαν συνέβαλαν στην κοινωνικά άνοδο και καταξίωση της αστής γυναίκας.

 

Εκείνη την εποχή άρχισε να εμφανίζεται και ο θεσμός της ψυχοκόρης, που επρόκειτο κυρίως για προφορικό θεσμό υιοθεσίας. Συγκεκριμένα, οικογένειες που ζούσαν κάτω από συνθήκες φτώχιας και ανέχειας  «παραχωρούσαν» μία ή περισσότερες κόρες, πολλές φορές και γιους, σε πλούσιες οικογένειες. Κυρίως οι ψυχοκόρες ήταν κορίτσια μικρής ηλικίας που μέσω αυτού του θεσμού αναγκάζονταν να προσφέρουν εργασία στον ψυχοπατέρα, ο οποίος έναντι της παρεχόμενης εργασίας είχε την υποχρέωση να τις προικίσει, όταν φθάσουν σε ηλικία γάμου. Ο θεσμός αυτός στην ουσία ήταν μια μορφή άμισθης  οικιακής εργασίας. Οι ψυχοκόρες, ανεξάρτητα από την ηλικία και τη σωματική διάπλαση, έπρεπε να καθαρίζουν το σπίτι, να μαγειρεύουν, να σκουπίζουν, να σιδερώνουν,  να εργάζονται στα χωράφια και όλα αυτά χωρίς μισθό μιας και πλέον ήταν μέλος της οικογένειας. Ενώ, δεν είναι και λίγες οι φορές, που η απόλυτη κυριαρχία των ψυχοπατέρων  οδηγούσε σε σεξουαλική εκμετάλλευση της ψυχοκόρης. Γενικά, ο θεσμός της ψυχοκόρης «ηθικοποιήθηκε» πολλές φορές κοινωνικά και κατάφερε σε πολλές περιπτώσει να συσκοτιστεί η εκμεταλλευτική του φύση.

 

Βία, φτώχεια, εκμετάλλευση, καταπίεση βιώνονταν από όλες αυτές τις γυναίκες που παρόλο που συμβιβάζονταν με τη σκληρή πραγματικότητα για επιβίωση, πολλές φορές δε έπαυαν να ονειρεύονται το σπάσιμο των δεσμών.  Είτε πρόκειται για το «κοινωνικά αποδεκτό»  ψυχοκόρη,  είτε για το «υποτιμητικό» δούλα, η κοινωνική πραγματικότητα είναι πολύ σκληρότερη από αυτή που φανταζόμαστε. Είναι η ίδια απόλυτα σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν στο πετσί τους οι σημερινές μετανάστριες εργάτριες που δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί. Συνήθως προσλαμβάνονται για να διευκολύνουν τις εργοδότριές τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγελματικού τους στίβου, ωστόσο οι ίδιες οι μετανάστριες εργάτριες βιώνουν καθημερινά τις άθλιες εργασιακές συνθήκες, τον αποκλεισμό  και την υποτίμηση.

 

Ένα πράγμα στην οικιακή εργασία θεωρείται δεδομένο. Είτε δε πληρώνεται και γίνεται από τη νοικοκυρά, είτε πληρώνεται και γίνεται από τις δούλες και οικιακές βοηθούς, αποτελεί μια αόρατη και κατά βάση γυναικεία εργασία, απαραίτητη για τη συντήρηση και αναπαραγωγή του άνδρα εργάτη. Δηλαδή η βρώμικη φόρμα εργασίας να γίνει καθαρή, το ωμό κρέας να σερβιριστεί μαγειρεμένο, να σπίτι να είναι καθαρό, το κρεβάτι στρωμένο, τα παιδιά να κοιμούνται, να τρώνε και να περιθάλπονται. Το κεφάλαιο, μέσω της πατριαρχική του εκπροσώπησης, όσο αγνοεί τις απαιτήσεις των εργατριών στα οικιακά, όσο στρέφει με τους έμφυλους διαχωρισμούς το ένα φύλο εναντίων του άλλου, έχει την πολυτέλεια να μην πληρώνει την οικιακή εργασία. Όπως αναφέρει η Σίλβια Φεντερίτσι

 

«η οικιακή εργασία δεν έχει απλά επιβληθεί στις γυναίκες, αλλά έχει μετατραπεί σε φυσικό χαρακτηριστικό της γυναικείας ανατομίας, της γυναικείας προσωπικότητας – σε εσωτερική ανάγκη, σε φιλοδοξία που υποτίθεται πως πηγάζει από τα βάθη της γυναικείας μας φύση. Αντί να αναγνωριστεί ως όψη του κοινωνικού συμβολαίου η οικιακή εργασία έπρεπε να μεταβληθεί σε φυσικό χαρακτηριστικό, γιατί ήδη από τον καιρό των πρώτων σχεδίων του κεφαλαίου για τις γυναίκες, αυτή η εργασία ήταν άμισθη».

 

Πότε το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει και να πληρώσει αυτήν την εργασία; Μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αρνούνται να την κάνουν, μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αγωνίζονται εναντίον της. Τα παραδείγματα των φεμινιστικών αγώνων δεν είναι λίγα.

 

 

psy

 

Το σιδέρωμα της  Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.​

 

«Είμαι από την Ματαράγκα του Αγρινίου. Οι γονείς μου έχουν ακόμα άλλα επτά παιδιά. Ήρθε η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στη Ματαράγκα και ζητούσε να πάρει ένα μικρό κοριτσάκι για να προσέχει το μωρό της και να την βοηθάει λίγο στο σπίτι. Δήλωνε ότι το κοριτσάκι που θα την ακολουθήσει θα κάνει την τύχη του και δεν θα το ξεχωρίζει από το δικό της παιδί. Οι γονείς μου είναι φτωχοί άνθρωποι και έτσι ξεγελάσθηκαν και με έδωσαν. Έμεινα μαζί τους δύο χρόνια. Φρόντιζα το παιδί, καθάριζα, σφουγγάριζα, έπλενα, κουβάλαγα τα ψώνια του σπιτιού (…). Έκανα υπομονή και δε μιλούσα. Το αφεντικό μου, ο Γιώργος Βεϊζαδές δούλευε σε μπαρ. Περνούσαν καλά στο σπίτι (…)».

(εφημερίδα «Ακρόπολις» – Κυριακή 7 Αυγούστου 1955)

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η πονεμένη ιστορία της Σπυριδούλας, μιας κοπέλας από τη Ματαράγκα έφερε στην επιφάνεια την εκμετάλλευση που βίωναν καθημερινά κορίτσια και γυναίκες που πάλευαν για την επιβίωσή τους. Η μικρή Σπυριδούλα έπεσε θύμα της μανίας των αφεντικών της, Γιώργου και Αντιγόνης Βεϊζαδέ, που επί δύο μέρες την έκαιγαν διαδοχικά με το καυτό σίδερο σε όλο της το σώμα, επειδή θεωρήθηκε ύποπτη για την απώλεια 50 δολαρίων.

 

Η Σπυριδούλα από τα 12 της εργαζόταν ως υπηρέτρια στην Αθήνα στο σπίτι του ζεύγους Βεϊζαδέ, που μαζί με το μικρό παιδί τους έμεναν σε ένα πολυτελές σπίτι στον Πειραιά.  Οι Βεϊζαδέ είχαν επιχειρήσεις και πολλά χρήματα βρίσκοντας πάντα τρόπο να επιβιώσουν, ενώ στην κατοχή είχαν εργασθεί για τα φασιστικά SS. Η μικρή Σπυριδούλα είχε αναλάβει όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το αντάλλαγμα ήταν η επιβίωση της δίνοντας της απλά ένα πιάτο φαγητό.

 

 Την 31 Ιουλίου 1955 ο Γιώργος Βεϊζαδέ επέστρεψε στο σπίτι από το καμπαρέ που είχε στην ιδιοκτησία του και διαπίστωσε πως λείπει ένα χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων από το ντουλάπι του. Άμεση ύποπτη για την απώλεια θεωρήθηκε η Σπυριδούλα. Ο Γ. Βεϊζαδέ  αμέσως ρώτησε την Σπυριδούλα αν γνώριζε κάτι. Η ίδια είπε ότι δεν έχει ιδέα για το χαρτονόμισμα και τότε το ζευγάρι ξεκίνησε τα βασανιστήρια χτυπώντας την. Την επόμενη μέρα ο βασανισμός συνεχίστηκε. Με το ίδιο σίδερο, που ανάγκαζαν την Σπυριδούλα να σιδερώνει τα πολυτελή τους ρούχα, την βασάνισαν καίγοντας το κορμί της. Επί 36 συνεχόμενες ώρες η Σπυριδούλα δεμένη γυμνή πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, ήταν παραδομένη στη λύσσα των Βεϊζαδέ, που για να μην υποψιαστούν κάτι οι γείτονες της είχαν βάλει ένα πανί στο στόμα. Μετά το τέλος του βασανισμού την έλυσαν και την κλείδωσαν στο δωμάτιο της χωρίς φαΐ και νερό. Για τις επόμενες δυο μέρες η Σπυριδούλα υπέφερε από τους πόνους. Ήταν αναγκασμένοι να την πάνε στο νοσοκομείο καθώς φοβόνταν τι θα συνέβαινε αν πέθαινε μέσα στο σπίτι. Έτσι ισχυριζόμενοι ότι χύθηκε κατά λάθος πάνω της καυτό νερό την μετέφεραν στο νοσοκομείο, ενώ την απειλούσαν πως αν μαρτυρήσει θα την κάψουν ζωντανή με βενζίνη.

 

Η Σπυριδούλα όμως δε φοβήθηκε να μιλήσει. Αποκάλυψε στους γιατρούς τι ακριβώς συνέβη. Η αστυνομία συνέλαβε το ζεύγος Βεϊζαδέ. Στο δικαστήριο πρώτη μάρτυρας ήταν η ίδια η Σπυριδούλα, η οποία στην κατάθεσή της εξιστόρησε τη ζωή της με το ζεύγος και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο την έκαψαν με το πυρακτωμένο σίδερο την 1η και 2η Αυγούστου 1955. Στην κατάθεση της η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στην αρχή επέμειναν πως επρόκειτο για καυτό νερό. Στην συνέχεια παραδέχτηκαν πως τα εγκαύματα είναι από σίδερο αλλά υποστήριξαν πως ήταν ατύχημα. Ο ιατροδικαστής ωστόσο μπόρεσε να δει καθαρά πως τα εγκαύματα δημιουργήθηκαν από δυο αλληλοβοηθούμενα πρόσωπα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Η Σπυριδούλα έφερε εγκαύματα πρώτου έως τρίτου βαθμού στο πρόσωπο, τον τράχηλο, το θώρακα, την κοιλιά και τα άνω και κάτω άκρα, καθώς και εκχυμώσεις στο μέτωπο, τα βλέφαρα, τους μηρούς και τις κνήμες. Το δικαστήριο έκρινε ένοχο το ζεύγος για πρόκληση βαρειών σωματικών βλαβών σε βαθμό κακουργήματος.

Η απειλή ακόμα αιωρείται. Μετά από τόσα χρόνια μανάδες προστάζουν τα παιδιά τους να κάνουν ησυχία γιατί αλλιώς θα τα κάψουν σαν τη Σπυριδούλα… Η Σπυριδούλα δεν αποτελεί μια εξόφθαλμη εξαίρεση. Η ιστορία της υπογραμμίζει την απαξίωση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας, τονίζει το βίαιο περιεχόμενο της υποτιμημένης γυναικείας εργασίας. Πόσες Σπυριδουλες έχουν υπάρξει και πόσες θα υπάρξουν; Πόσες ιστορίες μένουν κλειδωμένες πίσω από πόρτες κρεβατοκάμαρων, γκαρσονιερών και υπογείων; 

 

Για την ιδεολογία του σκληρού άντρα και την έμπρακτη αμφισβήτησή της από τους επαναστατημένους κρατούμενους.

1525112_197481200445197_199686749_n

 

[ κείμενο του Φίλιππα Κυρίτση από το περιοδικό Κράξιμο, τεύχος 8, Μάιος 1988 ]

 

*αναδημοσίευση από το το qv#4

 

 

Ο αγώνας του Χρήστου Ρούσσου, τέλη 1986 – αρχές 1987, με τη δημοσιότητα που κατάφερε να εξασφαλίσει, έφερε στο προσκήνιο την αλήθεια για ένα μεγάλο θέμα, που, τόσο για τις φυλακές, όσο και για την κοινωνία γενικότερα, αποτελεί ταμπού: το κατά πόσο επαναστατικός είναι ο ανδρισμός σαν μορφή σκέψης και συμπεριφοράς. Είναι κοινό μυστικό ότι, τόσο ο πολύς κόσμος, όσο και οι περισσότεροι από αυτούς που θεωρούν τους εαυτούς τους επαναστατημένους, πιστεύουν ότι ανδρισμός και επαναστατικότητα είναι, λίγο-πολύ, ταυτόσημα. Εγκλωβισμένοι όλοι τους μέσα στην εικόνα που το κράτος προωθεί για τον επαναστάτη, δεν είναι πολλές φορές σε θέση ούτε καν να υποψιαστούν ότι σκέπτονται με τον ίδιο τρόπο και μιλάνε την ίδια γλώσσα με το κράτος. Βλέποντας το κράτος μόνο σαν ένα στρατιωτικό μηχανισμό που μεταχειρίζεται όπλα, φυλακές και ψυχιατρεία για να ελέγχει ή να εξοντώνει τους αντιπάλους του, αδυνατούν να συλλάβουν το πόσο το κράτος έχει απλωθεί, σαν καρκίνωμα, μέσα στον ίδιο τους τον εαυτό. Αποτέλεσμα αυτής, της μέσα από παραμορφωτικούς καθρέφτες θεώρησης του κράτους, είναι ο υποβιβασμός της σύγκρουσης μαζί του σε, λίγο-πολύ, σύγκρουση μεταξύ δύο αντιπάλων στρατοπέδων, που το ένα αποσκοπεί να διατηρήσει την εξουσία του (κράτος) και το άλλο να την ανατρέψει για να την αντικαταστήσει με τη δική του. Τελικά δηλαδή ο επαναστατικός αγώνας διαστρεβλώνεται και υποβιβάζεται σε πολιτική, δηλαδή κυνήγι της εξουσίας. Ακόμα κι αν το αντίπαλο προς το κράτος στρατόπεδο καταφέρει να υπερισχύσει, όπως έχει γίνει με τις «πετυχημένες» επαναστάσεις του αιώνα μας, το κράτος δεν εξαφανίζεται σαν θεσμός, αλλά αλλάζει, απλώς, μορφή.

 

Επειδή τα παραπάνω φαίνονται γενικολογίες, και γι’ αυτό είναι εύπεπτα, θέλω να αναφερθώ σε μερικά πραγματικά περιστατικά, που δίνουν ανάγλυφα το πόσο το κράτος πλειοδοτεί υπέρ του ανδρισμού, και το πόσο η ταύτιση της εικόνας του σκληρού άντρα με τον δυνατό, η οποία ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του, είναι πέρα για πέρα ψεύτικη. Από το 1976 μέχρι το 1978, που γινόντουσαν τα χειρότερα και πιο απάνθρωπα βασανιστήρια σε βάρος κρατουμένων στις Πειθαρχικές Φυλακές της Κέρκυρας, οι φύλακες αυτής της φυλακής κυκλοφορούσαν με μουστάκες, μαύρο γυαλί, μπεγλέρι, το γνωστό κουτσαβάκικο περπάτημα και το κλομπ περασμένο στη ζώνη τους. Με τα κλομπ επιβάλλανε στους κρατούμενους να τους ακούν να καυχιούνται ότι αυτοί είναι γαμιάδες, ενώ οι κρατούμενοι είναι κότες, χαμούρες, κουφάλες και τα παρόμοια. Παράλληλα οι ρουφιάνοι-συνεργάτες των δεσμοφυλάκων, βιάζοντας άλλους κρατούμενους με την απειλή μαχαιριών και πέντε εναντίον ενός, συνεπικουρούσαν στη συντήρηση της εικόνας ότι δυνατός σημαίνει πολύ άντρας. Και όμως, αν και σε γενικές γραμμές η μεθοδική αυτή πλύση εγκεφάλου, με τη βοήθεια των σωματικών βασανιστηρίων, είχε επιτυχία, υπήρξαν και άνθρωποι, μετρημένοι στα δάχτυλα ίσως, που αντέξανε και δεν αλλοτριώθηκαν, όχι γιατί ήταν σκληροί άντρες, άσχετα αν αντέξανε μόνοι αυτοί στα βασανιστήρια, αλλά γιατί κατάφεραν να δουν, πίσω από την αντρική μάσκα του κράτους, την αδυναμία του να περάσει το δίκιο των κρατουμένων για άδικο και το άδικο των φυλάκων και των ρουφιάνων-συνεργατών τους για δίκιο. Άνθρωποι, όπως ο Θόδωρος Βενάρδος, ο Σπύρος Κωτρέτσος, ο Νίκος Μανετάκης, ο Χάρης Τεμπερεκίδης, αν και στην πλειοψηφία τους προερχόντουσαν από περιβάλλοντα όπου κυριαρχούσε η εικόνα του σκληρού άντρα, του 100% αρσενικού όπως λένε στις φυλακές, μέσα από τις μαρτυρικές τους εμπειρίες εκείνης της εποχής, είδανε το αδιέξοδο της υπεράσπισης της ανθρωπιάς τους με το να υιοθετούν και αυτοί την εικόνα του σκληρού άντρα που προβάλλανε οι βασανιστές τους, και αναζήτησαν τη διατήρηση της προσωπικότητάς τους μέσα από την αυτομόρφωση με το διάβασμα, την εκμάθηση των νόμων που τους αφορούσαν και την αλληλεγγύη τους προς τους πιο αδύνατους συγκρατούμενούς τους.

 

Όταν, από το 1979 κι έπειτα που ηρεμήσανε κάπως τα πράγματα στις φυλακές της Κέρκυρας, άρχισαν να ξεφεύγουν από αυτό το Νταχάου καταφέρνοντας με χίλιους δυο αγώνες να μετάγονται σ’ άλλες φυλακές, είχα την ευκαιρία να τους γνωρίσω προσωπικά και να δω, μέσα από την εν γένει συμπεριφορά τους, το πόσο, με τη σεμνότητα, την ευγένεια, τη διακριτικότητα και το σεβασμό του άλλου, αποδείχνανε έμπρακτα ότι η ιδεολογία του σκληρού άντρα είχε αποτύχει να τους δηλητηριάσει. Κανένας τους δε μιλούσε ποτέ με υποτιμητικό τρόπο για τις γυναίκες, κανένας τους δεν εκμεταλλευόταν τη σωματική του δύναμη ή τις μέσα στη φυλακή γνωριμίες του για να επιβληθεί πάνω στους άλλους, κανένας τους δε χρησιμοποιούσε φυλακίστικο λεξιλόγιο για να κάνει εντύπωση, κανένας τους δεν καυχιόταν για την παραμονή του στην Κέρκυρα ή στις φυλακές γενικά. Στις φυλακές που μεταγόντουσαν, προσπαθούσαν να μένουνε όσο το δυνατόν ανώνυμοι, αφήνοντας το ρόλο του μάγκα και νταή στους φωνακλάδες, βρωμόστομους και ψευτοαγανακτισμένους ρουφιάνους-συνεργάτες των φυλάκων (της υπηρεσίας, όπως αποκαλείται το σκυλολόι των φυλάκων από τους κρατούμενους). Αποφεύγανε τις φασαρίες όπως ο διάβολος το λιβάνι, παρ’ όλο που γνώριζαν ότι οι ρουφιάνοι ραδιουργούσανε συνεχώς πίσω από τις πλάτες τους και διαδίδανε γι’ αυτούς τα πιο πρόστυχα ψέματα. Για παράδειγμα, πολλοί ήταν αυτοί που, είτε γιατί ήταν ρουφιάνοι, είτε γιατί ήταν ηλίθιοι και πιστεύανε τους ρουφιάνους, κατηγορούσανε τον Βενάρδο ότι είναι συνεργάτης της υπηρεσίας, γιατί είχε αποκαλύψει δημόσια την κυκλοφορία ναρκωτικών μέσα στις φυλακές. Κι όμως ο Βενάρδος διώχτηκε από το Ψυχιατρείο Κρατουμένων, όπου είχε καταφέρει να μεταχθεί, μετά από ασύλληπτους για τον ανθρώπινο νου αγώνες στις Φυλακές Κέρκυρας, παρά τη θέλησή του, και οδηγήθηκε στις Φυλακές Αίγινας, το 1979, μόνο και μόνο γιατί αρνήθηκε να διαψεύσει δημόσια τις καταγγελίες για κακομεταχείριση του στις Φυλακές Κέρκυρας, που είχε κάνει ο συγκρατούμενος του Βλάσσης Ψοφάκης, που εκείνη την εποχή βρισκόταν στις Φυλακές Τίρυνθας. Και για να καταφέρει να ξεφύγει από τις Φυλακές Αίγινας κατάπιε μια πρόκα 15 εκατοστών.

 

Ο Σπύρος Κωτρέτσος, ένα παλικάρι δυο μέτρα όπως κι ο Βενάρδος, ήταν τόσο ευαίσθητος απέναντι στις συνεχείς παραβιάσεις των δικαιωμάτων των άλλων κρατουμένων, που σε κάποια φάση έκανε μαζί μου απεργία πείνας και κλείστηκε κι αυτός στο πειθαρχείο της Αίγινας, μόνο και μόνο για να υποστηρίξει μηνυτήρια αναφορά του εναντίον της διεύθυνσης των φυλακών για τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης που είχε αυτή επιβάλλει. Σε μια άλλη φάση, τσακώθηκε με τον αρχιφύλακα μπροστά σε δεκάδες κρατούμενους, στο προαύλιο της ακτίνας, μόνο και μόνο γιατί ο αρχιφύλακας μαζί με φύλακες ανάγκασε κάποιον κρατούμενο να κάνει μπάνιο παρά τη θέλησή του. Κι όμως ο Κωτρέτσος δεν το ’παιζε μάγκας, διάβαζε οποιαδήποτε φεμινιστικά βιβλία έπεφταν στα χέρια του και μιλούσε με τα καλύτερα λόγια ακόμα και για τις πόρνες, που αποτελούν τον πιο εύκολο, και γι’ αυτό συνηθισμένο, στόχο των «σκληρών αντρών». Ο Σπύρος Κωτρέτσος, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη και με τα ατέλειωτα αστεία του, δεν ήτανε μάγκας. Ήτανε ένας άνθρωπος που, έχοντας συνείδηση του δίκιου του, κατάφερε το 1982 να οργανώσει τη μεγαλύτερη απόδραση από ελληνικές φυλακές τα τελευταία 25 χρόνια. Τη μαζική απόδραση αυτού και άλλων 5 κρατουμένων από το Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού.

 

Ο Νίκος Μανετάκης, τα πολλά χρόνια που μπαινοβγαίνει στις φυλακές, τα εκμεταλλεύτηκε για να διαβάσει και να αυτομορφωθεί σε βαθμό που να μπορεί να υπερασπίζεται με μηνύσεις και αναφορές τα δικαιώματα των κρατουμένων κάτω και από τις πιο βάρβαρες συνθήκες, όπως οι συνθήκες στις Φυλακές Κέρκυρας. Μολονότι ποτέ δεν το παίζει μάγκας και σκληρός άντρας, είναι πάντα από τους πρώτους που του φορτώνουν ευθύνες για εξέγερση κρατουμένων, όπως έγινε και με την εξέγερση των κρατουμένων των Φυλακών Κορυδαλλού το 1981. Ο Χάρης Τεμπερεκίδης —ένας άνθρωπος υπόδειγμα σεμνότητας και ευγένειας, που ποτέ δεν θα πει χυδαία κουβέντα και ποτέ δεν θα τσακωθεί με άλλον κρατούμενο, μολονότι όλοι, όσοι τον ξέρουν, τον θαυμάζουν για την ακατάβλητη σωματική του δύναμη και αντοχή— έκανε να τον αγαπήσουν ακόμη και οι μαγαζάτορες της γειτονιάς, όπου κρυβόταν μετά την απόδρασή του από τις Φυλακές Κέρκυρας, το 1986. Κι όμως, ο Τεμπερεκίδης θεωρήθηκε σαν πρωτεργάτης του εμπρησμού των Φυλακών Κέρκυρας, στη διάρκεια της πιο δυναμικής εξέγερσης στην ιστορία τους, το Φλεβάρη του 1987, και είναι ακόμα κλεισμένος σ’ αυτές.

 

Θα μπορούσα να αναφέρω κι άλλα παραδείγματα με κρατούμενους λιγότερο γνωστούς, αλλά πιστεύω ότι όσα είπα είναι ήδη αρκετά, για όποιον θέλει να ξεπεράσει τις αυταπάτες του και να δει την αλήθεια. Θα τελειώσω, λοιπόν, αυτή την αναφορά μου σε κρατούμενους, με τον Γιάννη Πετρόπουλο, τον πιο επικίνδυνο για τις υπηρεσίες των φυλακών κρατούμενο, σύμφωνα με τη γνώμη του περιώνυμου πρώην διευθυντή της Κέρκυρας Κόλλα, που η κτηνωδία του οδήγησε τους κρατούμενους αυτής της πιο «ασφαλούς» φυλακής της Ελλάδας σε εξέγερση. Ό,τι και να πω για τον Πετρόπουλο είναι λίγο, και φαντάζομαι ότι, μετά από όσα έχω αναφέρει παραπάνω, είναι κουτό να αμφιβάλλει κανείς ότι ο Πετρόπουλος είναι παράδειγμα ευγένειας, διακριτικότητας, σεβασμού και αλληλεγγύης προς τους άλλους. Λοιπόν, ο Πετρόπουλος, ως πρότυπο είχε μια γυναίκα, την Ούλρικε Μάινχοφ, της οποίας μια φωτογραφία από το περιοδικό «ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ» είχε κορνιζάρει και την είχε πάντα πάνω στο κομοδίνο του, όσο καιρό έμεινε στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού, μετά την έκδοσή του στην Ελλάδα από την Ολλανδία το 1978.

 

Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν έχουν δημιουργηθεί ακόμη οργανώσεις του τύπου «Άντρες ενάντια στο σεξισμό», οι οποίες υπάρχουν και μέσα και έξω από τις φυλακές σε χώρες όπως η Αγγλία ή οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οργανώσεις που μπαίνουν τόσο πολύ στο μάτι του κράτους, το οποίο φτάνει ακόμα και να δολοφονεί τους πιο μαχητικούς τους εκπροσώπους μέσα στις φυλακές, όπως, για παράδειγμα, τον Καρλ Χαρπ, που, όπως συνήθως, τη δολοφονία του μέσα στις αμερικάνικες φυλακές οι φύλακες την παρουσιάσανε σαν αυτοκτονία. Και οι άνθρωποι, σαν τον Χρήστο Ρούσσο, τον Νίκο Μανετάκη, τον Χάρη Τεμπερεκίδη και τον Γιάννη Πετρόπουλο, σαπίζουν μέσα στις φυλακές, όταν δεν σαπίζουν στο χώμα, όπως ο Θόδωρος Βενάρδος και ο Σπύρος Κωτρέτσος. Ίσως εκεί μέσα είναι πιο ασφαλείς, αν κρίνουμε από τις πρόσφατες στυγερές δολοφονίες των Παναγιώτη Γαγγλία και Μιχάλη Πρέκα, για τους οποίους δεν κρίνω σκόπιμο να μιλήσω τώρα. Όσον αφορά το αν διαφέρουν τα ισόβια δεσμά από το θάνατο, είναι κάτι που, οι δικαστές, τουλάχιστον, δεν το πιστεύουν, όπως φαίνεται από το ότι υποκαθιστούν τη μία ποινή με την άλλη.

 

Εμείς, που, προς το παρόν, τουλάχιστον, δεν βρισκόμαστε ούτε στο χώμα, ούτε στη φυλακή, ιδιαίτερα όταν έχουμε δει τους καλύτερους φίλους μας μέσα στις φυλακές να δολοφονούνται, με τον άλφα ή βήτα τρόπο, έχουμε χρέος απέναντι στον εαυτό μας και σ’ αυτούς, να υπερασπίσουμε το έργο τους ενάντια στους κάθε λογής χαφιέδες ή εκπροσώπους του κράτους, που προσπαθούν να το διαστρεβλώσουν και να το δυσφημίσουν, ταυτίζοντάς το με μαγκιές, νταηλίκια, τσαμπουκάδες και άλλα τέτοια κουραφέξαλα. Διότι μια τέτοια ταύτιση αφενός κάνει, όσους προσπαθούν να τους μοιάσουν ή να τους συμπαρασταθούν, να διαιωνίζουν το κράτος μέσα από τη συμπεριφορά τους, το κράτος που έχει βάψει τα χέρια του με τόσο πολύ αίμα, και αφετέρου απομονώνει αυτούς τους κρατούμενους από τον πολύ κόσμο ο οποίος, βλέποντάς τους σαν Ράμπο, αποκλείεται να τους συμπαρασταθεί γιατί αισθάνεται πολύ αδύναμος για κάτι τέτοιο.

 

Εγώ θεωρώ τιμή μου που έγραψα αυτά τα πράγματα για το «ΚΡΑΞΙΜΟ», γιατί πιστεύω ότι η ελπίδα μπορεί να προέλθει μόνο από τους απελπισμένους. Και το «ΚΡΑΞΙΜΟ» απευθύνεται, κατά τη γνώμη μου, σ’ αυτούς κυρίως.

 

To σύγχρονο «κυνήγι μαγισσών»

 

ruins_web

 

Με αφορμή την Προβολή του ντοκιμαντέρ «Ερείπια» από την Κατάληψη apertus, δημοσιεύσουμε ένα παλιότερο κείμενο από το έντυπο του παροξυσμού, σχετικά με το Κυνήγι Μαγισσών. Επίσης μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ την εισήγηση της συνέλευσης του «Αυτόνομου Στεκιού» στην εκδήλωση-συζήτηση με αφορμή το ίδιο ντοκιμαντέρ.

 

Η Silvia Federici, μέσα από το βιβλίο της «Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα: Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση» (Εκδόσεις των Ξένων), φέρνει στην επιφάνεια του ριζοσπαστικού κινήματος  ξανά τον πόλεμο που διεξήχθη ενάντια στις γυναίκες κατά τον Μεσαίωνα, γνωστό ως «Κυνήγι Μαγισσών». Το τοποθετήσει χρονικά και λογικά εκεί, οπού πραγματικά ανήκει, στη μετάβαση δηλαδή από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Καταδεικνύει, ότι η πρακτική του κυνηγιού μαγισσών από την παπική και φεουδαρχική εξουσία δεν είχε στην πραγματικότητα ως κύριο στόχο να καταστείλει τις μαγικές τελετουργίες, αλλά ο πραγματικός της στόχος ήταν να καθυποτάξει όλες τις γυναίκες.

 

Πριν όμως μιλήσουμε για το κυνήγι μαγισσών, χρειάζεται εν συντομία να αναφερθούμε στις έννοιες της «πρωταρχικής συσσώρευσης» και των «περιφράξεων». Οι περιφράξεις και η πρωταρχική συσσώρευση αφορούν τις διαδικασίες που συνέβησαν κατά το πέρασμα από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό και στις οποίες θεμελιώθηκε η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων. Η έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης περιγράφει την κοινωνική και οικονομική αναδιάρθρωση που ξεκίνησε η ευρωπαϊκή κυρίαρχη τάξη. Ο Μαρξ παραθέτει ως κυριότερες μεθόδους πρωταρχικής συσσώρευσης, τα παρακάτω φαινόμενα, τα οποία μάλιστα τα χαρακτηρίζει σαν ειδυλλιακά: «Η ανακάλυψη των χωρών της Αμερικής που είχαν χρυσάφι και ασήμι, το ξεπάστρεμα, το σκλάβωμα και το καταχώνιασμα των ιθαγενών πληθυσμών στα ορυχεία, η έναρξη της κατάκτησης και της καταλήστεψης των Ανατολικών Ινδιών, η μεταβολή της Αφρικής σε πεδίο εμπορικού κυνηγιού της ανθρώπινης σάρκας (δουλεμπόριο των μαύρων) –να ποια ήταν η χαραυγή της καπιταλιστικής εποχής». Στην Αγγλία, τον 16ο αιώνα, η «περίφραξη» αποτελούσε τεχνικό όρο και σήμαινε μια σειρά στρατηγικών που χρησιμοποιούσαν οι άγγλοι ευγενείς και οι πλούσιοι αγρότες προκειμένου να αφανίσουν τις κοινοτικές-κοινές γαίες και να επεκτείνουν τα κτήματά τους. Τεράστια κομμάτια γης περιφράσσονταν για να γίνουν πάρκα ελαφιών, ενώ ολόκληρα χωρία κατεδαφίζονταν και μετατρέπονταν σε βοσκοτόπια. Η υλική αυτή περίφραξη με τους φράχτες, συμπορεύονταν και με μια διαδικασία κοινωνικής περίφραξης. Οι περιφράξεις αυτού του τύπου συνεχίστηκαν μέχρι και τον 18ο αιώνα.

 

Εκεί, λοιπόν, -παράλληλα με τον βίαιο διωγμό των αγροτών από τη γη, τις πρώτες περιφράξεις, την καταστροφή των κοινοτικών δεσμών, τη φυλάκιση ζητιάνων και επαιτών σε άσυλα υποχρεωτικής εργασίας-, ήταν εκείνη η χρονική στιγμή που έπρεπε και το γυναικείο σώμα να περιφραχτεί και να ελεγχθεί. Αυτό είχε ως στόχο, να ποινικοποιηθεί ο έλεγχος των γυναικών επί της σεξουαλικότητας τους και επί της παραγωγικής τους δυνατότητας, ώστε να μην αντισταθούν στην εξάπλωση των καπιταλιστικών σχέσεων. Οι γυναίκες έπρεπε να αποκλειστούν από τη μισθωτή εργασία και να υποταχτούν στην αόρατη, καταναγκαστική, χωρίς αμοιβή εργασία, δηλαδή την εργασία στο σπίτι και την ετοιμασία του άνδρα-εργάτη. Στην ουσία, οδηγήθηκαν σε μια μορφή δουλείας, που συνέβαλε σημαντικά στη διαδικασία της πρωταρχικής συσσώρευσης.

 

Ο καπιταλισμός έπρεπε (και τελικά κατάφερε) να πατήσει πάνω στο σεξισμό και στο ρατσισμό. Οι γυναίκες πλήρωσαν τη μετάβαση από την φεουδαρχία στο καπιταλισμό με το σώμα και τις ζωές τους. Το σώμα τους οικειοποιήθηκε από το κράτος, την εκκλησία και τους άνδρες. Χιλιάδες γυναικών κατηγορήθηκαν σαν μάγισσες και οδηγήθηκαν στους πασσάλους της πυράς.

 

Το Μεγάλο Κυνήγι Μαγισσών εκτυλίχτηκε στην Ευρώπη του 16ου και 17ου αιώνα, αλλά και στις αποικίες του Νέου Κόσμου. Οι διωγμοί των μαγισσών ήταν συστηματικές, οργανωμένες και συντονισμένες πρακτικές. Η εκκλησία όριζε τι απαιτούνταν για να κατηγορηθούν κάποιες γυναίκες σαν  μάγισσες, οι γιατροί τις εξέταζαν, τις βασάνιζαν και τις καταδίκαζαν, οι νομικοί απήγγειλαν κατηγορίες και οι κρατικοί υπάλληλοι οργάνωναν τις εκτελέσεις. Οι κατηγορίες, που συνήθως αποδίδονταν στις μάγισσες συμφωνά με το πρώτο εγχειρίδιο εντοπισμού μαγισσών, το malleus maleficarum (το Σφυρί των Μαγισσών) ήταν βρεφοκτονία, σύναψη σχέσεων με το διάβολο, λατρεία των ζώων, σοδομισμός, καταστροφή γονιμότητας γυναικών, κακό μάτι (καταστροφή σοδειάς και ζώων κοινότητας).

 

Η διαδικασία των δικών ξεκίνησε με μια συνεχή προπαγάνδα των αρχών και της εκκλησίας. Μέσα σε ένα διευρυμένο κλίμα μισογυνισμού, οι δίκες και οι εκτελέσεις στην πυρά, ήταν δημόσιες εκδηλώσεις, όπου όλη η κοινότητα ήταν υποχρεωμένη να παραβρεθεί και πιο συγκεκριμένα οι κόρες των θυμάτων για παραδειγματισμό.

 

Στην πραγματικότητα, όμως, ποιες ήταν αυτές οι γυναίκες που ενοχοποιήθηκαν ως μάγισσες και οδηγήθηκαν στην αγχόνη και στην πυρά; Πρόκειται, κυρίως, για φτωχές γυναίκες  της υπαίθρου, μαίες, θεραπεύτριες, αιρετικές (στα θρησκευτικά δόγματα) και ανεξάρτητες γυναίκες. Γυναίκες που προσπαθούσαν, μέσα από την επαφή που είχαν με τη φύση, να παρασκευάσουν φάρμακα. Γυναίκες που προσπαθούσαν να ελέγξουν τη γονιμότητά τους. Γυναίκες που βοηθούσαν τους σκλάβους να εξεγερθούν.

 

Στην ουσία, τί επιχειρήθηκε να κατορθωθεί μέσω του κυνηγιού των μαγισσών; Οι βασικοί στόχοι ήταν να εξοντωθεί η δύναμη των γυναικών και να απαλλοτριωθεί η λαϊκή ιατρική γνώση, προς όφελος της τότε επιστήμης. Να επιτευχθεί η επιβολή μιας νόρμας για τις γυναίκες. Οι γυναίκες θα θεωρούνται πια το αδύναμο φύλο, αποκλεισμένες από την πολιτική, οικονομική και πολιτική ζωή και τις εξεγέρσεις. Θα αποκλειστούν από τα περισσότερα έμμισθα επαγγέλματα και θα απομονωθούν στο σπίτι παράγοντας άμισθα εργασία. Τελικά, το «εξεγερμένο γυναικείο σώμα» θα δαιμονοποιηθεί και θα αφοριστούν οι διάφορες μορφές σεξουαλικότητας (όπως η ομοφυλοφιλία και το σεξ ανάμεσα σε ανθρώπους διαφορετικών τάξεων…) σαν ''μη παραγωγικές''.

 

Μπορεί όλη αυτή η επίθεση κατά των γυναικών να συνέβη στην Ευρώπη του 16ου  και 17ου αιώνα, αλλά παρόμοιες επιθέσεις δέχτηκαν στη Κεντρική και Νότια Αμερική, την Αφρική και την Ανατολική Ευρώπη, εκατοντάδες ιθαγενείς που βίωσαν άθλιες συνθήκες δουλείας. Και τώρα μπορεί να έχουν περάσει αρκετοί αιώνες από τότε αλλά το ζήτημα είναι ακόμα επίκαιρο. Την συσσώρευση κεφαλαίου τη βιώνουμε στο πετσί μας. Το κράτος και το κεφάλαιο υψώνουν ακόμα τείχη αποκλεισμού σε μετανάστες, αστέγους, ανέργους, φυλακισμένους. Οι έμφυλοι διαχωρισμοί δεν έχουν πάψει ούτε στιγμή να υφίστανται. Γυναίκες βιώνουν καθημερινά τη βία των ανδρών στο σπίτι και τη δουλεία, λανσάρονται σε διαφημίσεις σαν προϊόν προς άμεση κατανάλωση, εκβιάζονται και οδηγούνται σε κυκλώματα πορνείας. Η ομοφυλοφιλία αντιμετωπίζεται ακόμα ως παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Οι μετανάστες και οι άστεγοι βιώνουν τον απόλυτη υποτίμηση της ζωής τους, ενώ νέες φυλακές συνεχίζουν να χτίζονται.

 

Έτσι, μέσα από όλη αυτή την διαδρομή του Κάνιμπαλ, ταξιδέψαμε στα χρόνια του Μεσαίωνα, τις εξεγέρσεις των χωρικών στα φέουδα, το διωγμό των αγροτών από τη γη, το κυνήγι μαγισσών, το πέρασμα στον καπιταλισμό. Κατανοήσαμε τις ρίζες του καπιταλισμού και την απαρχή του σημερινού κόσμου της εκμετάλλευσης και της πατριαρχίας.

 

Κάπου εκεί, στον 15ο και 16ο αιώνα, οι ευρωπαϊκοί δρόμοι ήταν δρόμοι αναταραχών: χωρικοί, τεχνίτες, ζητιάνοι εξεγείρονταν και επιτίθονταν σε φούρνους, σιταποθήκες, σπίτια πλουσίων. Σήμερα να συνεχίσουμε και να εντείνουμε τον αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, της οποίας οι ρίζες φτάνουν μέχρι τα βάθη των αιώνων, έχοντας ως δεδομένο το εξής: για όσο καιρό η κοινωνία αποδέχεται σαν «φυσικό» δικαίωμα των ανδρών να κυριαρχούν, να περιθωριοποιούν και να εκμεταλλεύονται το άλλο μισό της ανθρωπότητας, ουσιαστική ελευθερία δεν μπορεί να υπάρξει.

 

 

Η Silvia Federici (Σίλβια Φεντερίτσι) συμμετέχει στο φεμινιστικό κίνημα από τη δεκαετία του ’70 και είναι μέλος της συλλογικότητάς Midnight Notes Collective. Η συλλογικότητα αυτή, ιδρύθηκε το ’79 στις ΗΠΑ και «αποτελείτε από μελετητές, ερευνητές και ακτιβιστές από την σκοπιά του αυτόνομου μαρξισμού». Κείμενα της Federici και των Midnight Notes μεταφρασμένα στα ελληνικά μπορείτε να βρείτε στον διαδικτυακό τόπο rebelnet.gr (Θεωρία και Ανάλυση για το Ανταγωνιστικό Κίνημα).

 

Και μια εικονογράφηση για το κυνήγι μαγισσών από τον okso81 (για μεγενθυνση πατηστε επάνω στις φωτογραφίες)

 

Κονσομανσιόν

 

 

Η παραπάνω επιγραφή, βρίσκεται στην είσοδο του μπαρ «2000» στο κέντρο του Αγρίνιου. Το μαγαζί αυτό, όταν άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90,  θεωρούσε προφανώς πως θα καινοτομούσε στο κατεστημένο της διασκέδασης του τότε Αγρινίου, την οποία μάλιστα θα την «διακτίνιζε έτη φωτός μπροστά». Κάτι τέτοιο, όπως θυμόμαστε, έγραφε το ασπρόμαυρο διαφημιστικό φυλλάδιο το οποίο με κάποιο τρόπο διακινούνταν και στο χώρο κάποιων λυκείων του Αγρινίου. Ενδεχομένως, το φυλλάδιο αυτό να απευθύνονταν στους καθηγητές, ίσως και στους «μάγκες» μαθητές των τελευταίων τάξεων του Λυκείου.

 

Η παρουσία του, πλέον, θεωρείται ένα με το περιβάλλον της πόλης, σημείο αναφοράς για το πώς θα βρεις κάποιο δρόμο ή κατάστημα πλησίον του. Το «2000», σίγουρα, δεν ξεφεύγει από την κρίση και έτσι και αυτό αναγκάζεται να προσαρμόσει τις τιμές του, κατανοώντας σίγουρα πως οι πελάτες του ανήκουν σε αυτές τις τάξεις που κυρίως πλήττονται από την καπιταλιστική κρίση. Έτσι μειώθηκαν οι τιμές και έγιναν αυτές που φαίνονται στην φωτογραφία. Όπως έγινε κατανοητό το «2000» είναι ένα από μπαρ με «κονσομασιόν» του Αγρινίου.

 

Ο όρος «κονσομασιόν» στα γαλλικά σημαίνει κατανάλωση. Οι γυναίκες, που απασχολούνται σε αυτό τον τομέα ονομάζονται «κονσοματρίς». Τα μαγαζιά αυτά αποτελούν μια πτυχή του κυκλώματος της γυναικείας εκμετάλλευσης. Άνθισαν, στην κυρίως επαρχία, στη δεκαετία του ’80 και του ’90. Λειτουργούν συμφωνά με δυο βασικούς παράγοντες, το χρήμα και την αντρική επιθυμία «Έπρεπε να ’βλεπες τους βλάχους με τα τρακτέρ να μαζεύονται και να περιμένουν απέξω να ανοίξει το μαγαζί, σα διαδήλωση», διαβάσαμε κάπου…

 

Στα μαγαζιά αυτά, όπου δήθεν «βρίσκουν μια συντροφιά οι μοναχικοί άντρες», γίνεται μια μεγάλη δουλειά εις βάρος των γυναικών που δουλεύουν εκεί. Τα φιλελεύθερα επιχειρήματα περί «κοινωνικού έργου» που παράγουν οι γυναίκες, μεταφράζονται απλά σε χρήμα. Και τελικά όλα καταλήγουν στην πιο φρικαλέα εκδοχή τέτοιου τύπου σεξουαλικής «προόδου», που δεν είναι άλλη από την καταναγκαστική πορνεία. Οι περισσότερες γυναίκες δεν βρίσκονται από επιλογή εκεί, εξαναγκάζονται είτε με την άμεση βία κάποιου νταβατζή και του οικογενειακού τους περιγύρου, ή με την έμμεση βία της οικονομικής ανέχειας. Γυναίκες, που πρέπει να είναι προκλητικά ντυμένες, έντονα βαμμένες, καλοχτενισμένες, που πρέπει να μιλήσουν με τους πελάτες, να τους ακούσουν, να τους κάνουν να χορέψουν και να νιώσουν «άρχοντες», «γλεντζέδες», ερωτικοί και επιθυμητοί «άντρακλες», που πρέπει να συμπεριφέρονται στον άνδρα-πελάτη ως «ανώτερό» και να συμμορφώνονται με τις επιθυμίες τους.

 

Γυναίκες, που αρκετές φορές βρίσκονται φυλακισμένες και απομονωμένες από τα αφεντικά τους για μην τους το σκάσουν. Γυναίκες, που δεν είναι θηράματα μόνο των νταβάδων και των ανδρών-πελατών που τις χρησιμοποιούν, αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που βρίσκονται στο έλεος κάθε μπάτσου που περιπολεί. Μετανάστριες, που έρχονται από το εξωτερικό εξαπατημένες πως τάχα θα δουλέψουν σε κάποια δουλεία που καμία σχέση δεν έχει με αυτό που τελικά αντιμετωπίζουν όταν καταφθάνουν στην ελληνική επικράτεια. Καθεστώς φόβου, απάτης, εκβιασμών και εξαναγκασμών. Βιασμοί, εξευτελισμοί, ξυλοδαρμοί και «χαρακώματα». Είναι γεγονός πως η νύχτα σε αυτούς τους χώρους είναι μεγάλη και πολύ σκοτεινή. Και ότι γίνεται εκεί, ελάχιστες φορές, βγαίνει στο φως της μέρας.

 

 

 

 

Σεξισμός, ομοφοβία, ρατσισμός: τρία σε ένα

 

«Τι σόι άντρας είναι αυτός που χτυπά μια γυναίκα;». «Είναι γυναίκα η Κανέλη;» Όταν ο αντρισμός, η θηλυπρέπεια και τα πουσταριά προσκαλούν τον φασισμό σε τσάι.

[ του Δημήτρη Αγγελίδη, αναδημοσίευση από το περιοδικό 10%]

 

 

(…)

Και μόνο το επεισόδιο του τηλεοπτικού ξυλοδαρμού της Κανέλη από τον Κασιδιάρη φτάνει για να μας δείξει πώς χρησιμοποιούνται σήμερα η σεξουαλικότητα και το φύλο για να διαχωρίσουν το κοινωνικό σώμα και να επιβάλουν αποκλεισμούς στο πολιτικό και στο οικονομικό πεδίο. Οι συζητήσεις που ακολούθησαν το επεισόδιο επικεντρώθηκαν σε δύο ερωτήματα: «τι σόι άντρας είναι αυτός που χτυπά μια γυναίκα;» και «είναι γυναίκα η Κανέλη;».

 

Όσο τα κέρδη του παγκόσμιου κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται και η πίτα συρρικνώνεται για τους πολλούς, πρέπει να συρρικνωθεί το κοινωνικό σώμα που διεκδικεί μερίδιο.

 

Το πρώτο ερώτημα, παρά τον αποτροπιασμό που εκφράζει για τον ξυλοδαρμό, αναπαράγει τον ορισμό της γυναίκας ως ασθενούς φύλου και ερμηνεύει το επεισόδιο σαν μια εξαίρεση, σαν μια ατυχή και στιγμιαία παραβίαση των κανόνων του ιπποτικού σαβουάρ βιβρ. Και όμως, ο άντρας που χτυπά γυναίκες (όπως και οποιονδήποτε θεωρεί ο άντρας πως αμφισβητεί την κυριαρχία του) δεν είναι εξαίρεση, αλλά ο ίδιος ο κανόνας της μάτσο αρρενωπότητας. Το κρίσιμο σημείο που ξεχωρίζει τον αληθινό άντρα είναι η δυνατότητα που έχει να καταφεύγει στη βία. Μας το δείχνουν οι λαϊκές φράσεις που συμπυκνώνουν τη μυθολογία του αντρισμού: ο άντρας ο πολλά βαρύς, ο άντρας που γαμάει και δέρνει. Στο σύμπαν της ετεροκανονικότητας, ο άντρας, σαν το κράτος, έχει το μονοπώλιο της βίας. Γι'αυτό και από το επεισόδιο του τηλεοπτικού ξυλοδαρμού ο Κασιδιάρης βγήκε αναβαπτισμένος στην κολυμπήθρα του αντρισμού. Αν ο άντρας φαίνεται στις πράξεις κι όχι στα λόγια, ο Κασιδιάρης έδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως είναι άντρας. Απέκτησε έτσι εχέγγυα αξιοπιστίας που του επέτρεψαν να ισχυριστεί με πειστικότητα, για το ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται, πως είναι ικανός να αλλάξει την Ελλάδα, όπως έλεγε στις διαφημίσεις της Χρυσής Αυγής που βγήκαν στον αέρα αμέσως μετά το επεισόδιο.

 

Το δεύτερο ερώτημα ξεκαθαρίζει τα πράγματα και από την αντίστροφη πλευρά, αυτήν του θύματος του επεισοδίου. Μια γυναίκα δεν θεωρείται γυναίκα (και άρα τοποθετείται στο περιθώριο των αναγνωρίσιμων φύλων, στην επικράτεια του αλλόκοτου) όταν δεν επιτελεί τον αποδεκτό έμφυλο ρόλο της, είτε επειδή τα βάζει στα ίσα με τους άντρες στο προπύργιο του αντρισμού, την πολιτική, είτε επειδή θεωρείται λεσβία, εξ ορισμού απαξιωμένη και απόβλητη. Μας το λέει ξεκάθαρα το χρυσαυγίτικο σύνθημα εκείνων των ημερών «ρίξε Ηλία ξύλο στη λεσβία». Να λοιπόν που το ερώτημα «δεν είμαι 'γώ γυναίκα;» που απηύθυνε η μαύρη σκλάβα και αγωνίστρια Sojourner Truth στο συνέδριο για τα γυναικεία δικαιώματα στο Οχάιο το 1851 επανέρχεται σήμερα επιτακτικά στην Ελλάδα της κρίσης, κι ας μην το ρώτησε η ίδια η Κανέλη. Το γεγονός ότι, αντιθέτως, η ίδια αποσιώπησε την έμφυλη και σεξουαλική διάσταση του χτυπήματος και μάλιστα, τη στιγμή που νόμιζε ότι δεν έγραφαν οι κάμερες, χαρακτήρισε «πουσταριά» τους Χρυσαυγίτες, δείχνει πώς το φύλο και η σεξουαλικότητα περνούν στον πολιτικό λόγο, είτε μέσα από όσα λέγονται γι'αυτά, είτε μέσα από όσα δεν λέγονται και αποσιωπούνται.

 

Στο σύμπαν της ετεροκανονικότητας, ο άντρας, σαν το κράτος, έχει το μονοπώλιο της βίας.

 

Ας μη γελιόμαστε. Στη σημερινή κατά μέτωπο ταξική επίθεση, ο έμφυλος και σεξουαλικός διαχωρισμός του κοινωνικού σώματος εντείνεται, όπως εντείνονται και άλλοι διαχωρισμοί, που τοποθετούν τα ανθρώπινα σώματα στη ζώνη του αλλόκοτου, της αβίωτης ζωής, της επισφάλειας. Οι μη άντρες, οι μη ετεροφυλόφιλοι, οι μη γηγενείς, οι μη κατέχοντες, οι μη υγιείς, οι μη αρτιμελείς, οι άστεγοι, τοποθετούνται σήμερα με δριμύτητα στην απέναντι όχθη, σε ένα είδος Σπιναλόγκας, εκεί που τους ενέταξε εξαρχής η νεωτερικότητα, έστω κι αν κάποια στιγμή κατάφεραν να διεκδικήσουν το πέρασμά τους στην πλευρά του κανονικού.

 

Στην απέναντι όχθη, οι ζωές των ανθρώπων δεν έχουν σημασία ο θάνατός τους δεν πενθείται. Τι άλλο είναι τα διαμελισμένα σώματα των αλλοδαπών που έχουν βρεθεί σε κάδους απορριμάτων της Αττικής, χωρίς κανείς να τα αναζητήσει, να τα μνημονεύσει, να τα πενθήσει, να εξεγερθεί γι' αυτά, να ερευνήσει τις συνθήκες του θανάτου τους, εκτός ίσως από κάποια επίμονη δημοσιογράφο με ειδικές ευαισθησίες; Τι άλλο είναι τα διαπομπευμένα και φυλακισμένα σώματα των τοξικοεξαρτημένων και οροθετικών ιερόδουλων, σώματα για τα οποία παύει αίφνης να ισχύει το περίφημο αξιακό και δικαιικό οπλοστάσιο της νεωτερικότητας; Τι άλλο είναι τα σκορπισμένα στο πεζοδρόμιο σώματα των επαιτών και των εθισμένων στην πρέζα και στη σίσα, τα σώματα των σκηνιτών Τσιγγάνων που μεγαλώνουν τα παιδιά τους δίπλα στα ποντίκια, τα σώματα των μεταναστών που τρέχουν πανικόβλητοι και πανικόβλητες να ξεφύγουν από τη γροθιά και το μαχαίρι Ελλήνων; Σ'αυτά τα σώματα βλέπουμε τα αποτελέσματα χρόνων συστηματικών διαχωρισμών και απαξίωσης.

 

Ο στόχος είναι πια εμφανής, αν δεν θέλουμε να εθελοτυφλούμε. Όσο τα κέρδη του παγκόσμιου κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται και η πίτα συρρικνώνεται για τους πολλούς, πρέπει να συρρικνωθεί το κοινωνικό σώμα που διεκδικεί μερίδιο. Τα ολοένα και λιγότερα ψίχουλα που αφήνει η ιδιοποίηση της εργασίας από το κεφάλαιο δεν φτάνουν πια η επιβίωση κάποιων περνά μέσα από το θάνατο άλλων. Ας μην ξεχνάμε ότι η εξόντωση των Εβραίων συνοδεύτηκε από τη λεηλασία των περιουσιών τους προς όφελος άλλων. Στόχος λοιπόν είναι να μείνουν όσο το δυνατόν περισσότερα στρώματα του πληθυσμού οριακά εκτός της νομής του πλούτου, να εξασφαλίζουν τόσα μόνο όσα είναι απαραίτητο για να αναπαράγεται η φτηνή τους εργατική δύναμη κι αν δεν μπορούν πια ούτε αυτό, να η έξοδος: απέλαση, εγκλεισμός, θάνατος. Σ'αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε την πρόσφατη συζήτηση για την επιβάρυνση του συστήματος υγείας και της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από τους μετανάστες, την προ των πυλών συρρίκνωση των επιδομάτων αναπηρίας ώστε να δίνονται μόνο σ' όσους βρίσκονται στο όριο της επιβίωσης, αλλά και τις συνεχιζόμενες διακρίσεις στην αγορά εργασίας σε βάρος των διαφορετικών.

 

Στρατηγικός στόχος για να επιτευχθεί ο αποκλεισμός είναι αφενός να περάσει ως φυσικός και αυτονόητος, κάτι που επιτυγχάνεται κατεξοχήν με τα τερτίπια της γλώσσας (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ίδιο το ερώτημα «είναι γυναίκα η Κανέλη;» και ο τρόπος με τον οποίο μιλάμε για ολόκληρες κοινωνικές ομάδες: «οι πούστηδες», «οι γύφτοι», «τα πρεζάκια», «οι πουτάνες», «οι άπλυτοι», «οι άρρωστοι», «οι Πάκι», «οι κωλοαλβανοί»), και αφετέρου να καμφθεί κάθε απόπειρα οργάνωσης των θιγόμενων σε ομάδες συλλογικής διεκδίκησης των συμφερόντων τους. Ο φασισμός είναι το τελευταίο ανάχωμα του καπιταλισμού ενάντια στις κινήσεις αποσταθεροποίησής του.

 

 

(…)

Στο όνομα του έθνους, της σεξουαλικότητας, του φύλου, της υγείας, της αρτιμέλειας, της τάξης, το σύστημα εξουσίας εντείνει σήμερα την τακτική των διαιρέσεων που εφάρμοζε ανέκαθεν, προκειμένου να βασιλεύει και να πολλαπλασιάζει τα κέρδη του. Απέναντι σ'αυτή την ιδιότυπη αριθμητική του φασισμού, το μόνο που μας μένει είναι να απαντήσουμε με πρόσθεση: να ενώσουμε τη φωνή μας και τα σώματά μας όλοι όσοι και όσες βρισκόμαστε, ή κινδυνεύουμε να βρεθούμε, στην απένταντι όχθη. Και να οργανώσουμε, όλοι και όλες μαζί, ένα σχέδιο που πρώτο στρατηγικό στόχο θα έχει την ήττα του φασισμού, πριν να είναι πολύ αργά, και δεύτερο τη δημιουργία εκείνων των κοινωνικών συνθηκών που θα νοηματοδοτούν αλλιώς τα σώματα και τη ζωή μας, ως σώματα και ζωές με σημασία.


Το Κυνήγι Μαγισσών


 

Η Silvia Federici, μέσα από το βιβλίο της «Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα: Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση» (Εκδόσεις των Ξένων), φέρνει στην επιφάνεια του ριζοσπαστικού κινήματος  ξανά τον πόλεμο που διεξήχθη ενάντια στις γυναίκες κατά τον Μεσαίωνα, γνωστό ως «Κυνήγι Μαγισσών». Το τοποθετήσει χρονικά και λογικά εκεί, οπού πραγματικά ανήκει, στη μετάβαση δηλαδή από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Καταδεικνύει, ότι η πρακτική του κυνηγιού μαγισσών από την παπική και φεουδαρχική εξουσία δεν είχε στην πραγματικότητα ως κύριο στόχο να καταστείλει τις μαγικές τελετουργίες, αλλά ο πραγματικός της στόχος ήταν να καθυποτάξει όλες τις γυναίκες.

 

Πριν όμως μιλήσουμε για το κυνήγι μαγισσών, χρειάζεται εν συντομία να αναφερθούμε στις έννοιες της «πρωταρχικής συσσώρευσης» και των «περιφράξεων». Οι περιφράξεις και η πρωταρχική συσσώρευση αφορούν τις διαδικασίες που συνέβησαν κατά το πέρασμα από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό και στις οποίες θεμελιώθηκε η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων. Η έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης περιγράφει την κοινωνική και οικονομική αναδιάρθρωση που ξεκίνησε η ευρωπαϊκή κυρίαρχη τάξη. Ο Μαρξ παραθέτει ως κυριότερες μεθόδους πρωταρχικής συσσώρευσης, τα παρακάτω φαινόμενα, τα οποία μάλιστα τα χαρακτηρίζει σαν ειδυλλιακά: «Η ανακάλυψη των χωρών της Αμερικής που είχαν χρυσάφι και ασήμι, το ξεπάστρεμα, το σκλάβωμα και το καταχώνιασμα των ιθαγενών πληθυσμών στα ορυχεία, η έναρξη της κατάκτησης και της καταλήστεψης των Ανατολικών Ινδιών, η μεταβολή της Αφρικής σε πεδίο εμπορικού κυνηγιού της ανθρώπινης σάρκας (δουλεμπόριο των μαύρων) –να ποια ήταν η χαραυγή της καπιταλιστικής εποχής». Στην Αγγλία, τον 16ο αιώνα, η «περίφραξη» αποτελούσε τεχνικό όρο και σήμαινε μια σειρά στρατηγικών που χρησιμοποιούσαν οι άγγλοι ευγενείς και οι πλούσιοι αγρότες προκειμένου να αφανίσουν τις κοινοτικές-κοινές γαίες και να επεκτείνουν τα κτήματά τους. Τεράστια κομμάτια γης περιφράσσονταν για να γίνουν πάρκα ελαφιών, ενώ ολόκληρα χωρία κατεδαφίζονταν και μετατρέπονταν σε βοσκοτόπια. Η υλική αυτή περίφραξη με τους φράχτες, συμπορεύονταν και με μια διαδικασία κοινωνικής περίφραξης. Οι περιφράξεις αυτού του τύπου συνεχίστηκαν μέχρι και τον 18ο αιώνα.

 

Εκεί, λοιπόν, -παράλληλα με τον βίαιο διωγμό των αγροτών από τη γη, τις πρώτες περιφράξεις, την καταστροφή των κοινοτικών δεσμών, τη φυλάκιση ζητιάνων και επαιτών σε άσυλα υποχρεωτικής εργασίας-, ήταν εκείνη η χρονική στιγμή που έπρεπε και το γυναικείο σώμα να περιφραχτεί και να ελεγχθεί. Αυτό είχε ως στόχο, να ποινικοποιηθεί ο έλεγχος των γυναικών επί της σεξουαλικότητας τους και επί της παραγωγικής τους δυνατότητας, ώστε να μην αντισταθούν στην εξάπλωση των καπιταλιστικών σχέσεων. Οι γυναίκες έπρεπε να αποκλειστούν από τη μισθωτή εργασία και να υποταχτούν στην αόρατη, καταναγκαστική, χωρίς αμοιβή εργασία, δηλαδή την εργασία στο σπίτι και την ετοιμασία του άνδρα-εργάτη. Στην ουσία, οδηγήθηκαν σε μια μορφή δουλείας, που συνέβαλε σημαντικά στη διαδικασία της πρωταρχικής συσσώρευσης.

 

Ο καπιταλισμός έπρεπε (και τελικά κατάφερε) να πατήσει πάνω στο σεξισμό και στο ρατσισμό. Οι γυναίκες πλήρωσαν τη μετάβαση από την φεουδαρχία στο καπιταλισμό με το σώμα και τις ζωές τους. Το σώμα τους οικειοποιήθηκε από το κράτος, την εκκλησία και τους άνδρες. Χιλιάδες γυναικών κατηγορήθηκαν σαν μάγισσες και οδηγήθηκαν στους πασσάλους της πυράς.

 

Το Μεγάλο Κυνήγι Μαγισσών εκτυλίχτηκε στην Ευρώπη του 16ου και 17ου αιώνα, αλλά και στις αποικίες του Νέου Κόσμου. Οι διωγμοί των μαγισσών ήταν συστηματικές, οργανωμένες και συντονισμένες πρακτικές. Η εκκλησία όριζε τι απαιτούνταν για να κατηγορηθούν κάποιες γυναίκες σαν  μάγισσες, οι γιατροί τις εξέταζαν, τις βασάνιζαν και τις καταδίκαζαν, οι νομικοί απήγγειλαν κατηγορίες και οι κρατικοί υπάλληλοι οργάνωναν τις εκτελέσεις. Οι κατηγορίες, που συνήθως αποδίδονταν στις μάγισσες συμφωνά με το πρώτο εγχειρίδιο εντοπισμού μαγισσών, το malleus maleficarum (το Σφυρί των Μαγισσών) ήταν βρεφοκτονία, σύναψη σχέσεων με το διάβολο, λατρεία των ζώων, σοδομισμός, καταστροφή γονιμότητας γυναικών, κακό μάτι (καταστροφή σοδειάς και ζώων κοινότητας).

 

Η διαδικασία των δικών ξεκίνησε με μια συνεχή προπαγάνδα των αρχών και της εκκλησίας. Μέσα σε ένα διευρυμένο κλίμα μισογυνισμού, οι δίκες και οι εκτελέσεις στην πυρά, ήταν δημόσιες εκδηλώσεις, όπου όλη η κοινότητα ήταν υποχρεωμένη να παραβρεθεί και πιο συγκεκριμένα οι κόρες των θυμάτων για παραδειγματισμό.

 

Στην πραγματικότητα, όμως, ποιες ήταν αυτές οι γυναίκες που ενοχοποιήθηκαν ως μάγισσες και οδηγήθηκαν στην αγχόνη και στην πυρά; Πρόκειται, κυρίως, για φτωχές γυναίκες  της υπαίθρου, μαίες, θεραπεύτριες, αιρετικές (στα θρησκευτικά δόγματα) και ανεξάρτητες γυναίκες. Γυναίκες που προσπαθούσαν, μέσα από την επαφή που είχαν με τη φύση, να παρασκευάσουν φάρμακα. Γυναίκες που προσπαθούσαν να ελέγξουν τη γονιμότητά τους. Γυναίκες που βοηθούσαν τους σκλάβους να εξεγερθούν.

 

Στην ουσία, τί επιχειρήθηκε να κατορθωθεί μέσω του κυνηγιού των μαγισσών; Οι βασικοί στόχοι ήταν να εξοντωθεί η δύναμη των γυναικών και να απαλλοτριωθεί η λαϊκή ιατρική γνώση, προς όφελος της τότε επιστήμης. Να επιτευχθεί η επιβολή μιας νόρμας για τις γυναίκες. Οι γυναίκες θα θεωρούνται πια το αδύναμο φύλο, αποκλεισμένες από την πολιτική, οικονομική και πολιτική ζωή και τις εξεγέρσεις. Θα αποκλειστούν από τα περισσότερα έμμισθα επαγγέλματα και θα απομονωθούν στο σπίτι παράγοντας άμισθα εργασία. Τελικά, το «εξεγερμένο γυναικείο σώμα» θα δαιμονοποιηθεί και θα αφοριστούν οι διάφορες μορφές σεξουαλικότητας (όπως η ομοφυλοφιλία και το σεξ ανάμεσα σε ανθρώπους διαφορετικών τάξεων…) σαν ''μη παραγωγικές''.

 

Μπορεί όλη αυτή η επίθεση κατά των γυναικών να συνέβη στην Ευρώπη του 16ου  και 17ου αιώνα, αλλά παρόμοιες επιθέσεις δέχτηκαν στη Κεντρική και Νότια Αμερική, την Αφρική και την Ανατολική Ευρώπη, εκατοντάδες ιθαγενείς που βίωσαν άθλιες συνθήκες δουλείας. Και τώρα μπορεί να έχουν περάσει αρκετοί αιώνες από τότε αλλά το ζήτημα είναι ακόμα επίκαιρο. Την συσσώρευση κεφαλαίου τη βιώνουμε στο πετσί μας. Το κράτος και το κεφάλαιο υψώνουν ακόμα τείχη αποκλεισμού σε μετανάστες, αστέγους, ανέργους, φυλακισμένους. Οι έμφυλοι διαχωρισμοί δεν έχουν πάψει ούτε στιγμή να υφίστανται. Γυναίκες βιώνουν καθημερινά τη βία των ανδρών στο σπίτι και τη δουλεία, λανσάρονται σε διαφημίσεις σαν προϊόν προς άμεση κατανάλωση, εκβιάζονται και οδηγούνται σε κυκλώματα πορνείας. Η ομοφυλοφιλία αντιμετωπίζεται ακόμα ως παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Οι μετανάστες και οι άστεγοι βιώνουν τον απόλυτη υποτίμηση της ζωής τους, ενώ νέες φυλακές συνεχίζουν να χτίζονται.

 

Έτσι, μέσα από όλη αυτή την διαδρομή του Κάνιμπαλ, ταξιδέψαμε στα χρόνια του Μεσαίωνα, τις εξεγέρσεις των χωρικών στα φέουδα, το διωγμό των αγροτών από τη γη, το κυνήγι μαγισσών, το πέρασμα στον καπιταλισμό. Κατανοήσαμε τις ρίζες του καπιταλισμού και την απαρχή του σημερινού κόσμου της εκμετάλλευσης και της πατριαρχίας.

 

Κάπου εκεί, στον 15ο και 16ο αιώνα, οι ευρωπαϊκοί δρόμοι ήταν δρόμοι αναταραχών: χωρικοί, τεχνίτες, ζητιάνοι εξεγείρονταν και επιτίθονταν σε φούρνους, σιταποθήκες, σπίτια πλουσίων. Σήμερα να συνεχίσουμε και να εντείνουμε τον αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, της οποίας οι ρίζες φτάνουν μέχρι τα βάθη των αιώνων, έχοντας ως δεδομένο το εξής: για όσο καιρό η κοινωνία αποδέχεται σαν «φυσικό» δικαίωμα των ανδρών να κυριαρχούν, να περιθωριοποιούν και να εκμεταλλεύονται το άλλο μισό της ανθρωπότητας, ουσιαστική ελευθερία δεν μπορεί να υπάρξει.

 

Η Silvia Federici (Σίλβια Φεντερίτσι) συμμετέχει στο φεμινιστικό κίνημα από τη δεκαετία του ’70 και είναι μέλος της συλλογικότητάς Midnight Notes Collective. Η συλλογικότητα αυτή, ιδρύθηκε το ’79 στις ΗΠΑ και «αποτελείτε από μελετητές, ερευνητές και ακτιβιστές από την σκοπιά του αυτόνομου μαρξισμού». Κείμενα της Federici και των Midnight Notes μεταφρασμένα στα ελληνικά μπορείτε να βρείτε στον διαδικτυακό τόπο rebelnet.gr (Θεωρία και Ανάλυση για το Ανταγωνιστικό Κίνημα).

Μια ιστορική αναδρομή στο μισογυνισμό και την υποτίμηση των ζωών των γυναικών…

 


Ο Ροΐδης για τις μάγισσες του Μεσαίωνα

Στον ελλαδικό χώρο ο Εμμανουήλ Ροΐδης στην προσπάθεια του να αποκαταστήσει την μνήμη των θυμάτων των ρασοφόρων της μισαλλοδοξίας, έγραφε το 1885 το κείμενο «Οι μάγισσες του Μεσαίωνα». Παραθέτουμε κάποια μέρη του, καθώς θεωρούμε εξέχουσας σημασίας τη γραφή ενός τέτοιου κείμενου εκείνη την εποχή. Στο κείμενο παρατίθεται και μια ιστορία βασισμένη στα πρακτικά των ιεροδικείων (Ιερά Εξέταση).


«Και ενώ η μάγισσα είναι γνήσια απόγονος της ωραίας Κίρκης, η οποία είχε τέτοια ομορφιά, κατά την εποχή του μεσαίωνα καταδιώκεται σαν άγριο θηρίο, κατοικεί στις σπηλιές και τα ερείπια, ο λαός την αναθεματίζει βλέποντας την να περνά, τα παιδιά την λιθοβολούν στα σταυροδρόμια και οι ιερείς την θάβουν ζωντανή ή την καρφώνουν πάνω σε φλεγόμενη θράκα. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι ποιητές  ρίχνουν την σκληρότερη πέτρα, παριστάνοντας την πάντα άσχημη και γριά.


Οι μάρτυρες, όπως οι πρώτοι χριστιανοί, οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες και γενικά όλοι οι ευεργέτες της ανθρωπότητας, διαθέτουν το δικό τους μαρτυρολογίο. Εφτά χιλιάδες, σε διάστημα τριών μηνών, κάηκαν ζωντανές στην Τρέβη, ενώ στη Γενεύη 1500 σε μια μόνο μέρα, και στη Βαμβέργη 400 ρίχτηκαν επάνω στη θράκα. Για οχτώ ολόκληρούς αιώνες σε όλη την Ευρώπη κάπνιζαν οι πυρές μέρα – νύχτα, ενώ οι ιερείς που τις άναβαν, για να διαιωνιστεί η δόξα τους, φρόντισαν να συλλέξουν τα πρακτικά των δικών σε χοντρούς τόμους.


Όποιος μελετά τα αιματοβαμμένα αρχεία των ιεροδικείων εκπλήσσεται βλέποντας να ανεβαίνουν στη πυρά εξαιτίας της μαγείας μόνο γυναίκες. Στα δάχτυλα μετριούνταν οι μάγοι που κάηκαν, ενώ οι μάγισσες κατά χιλιάδες. Τα πρακτικά των ιεροδικείων αποτελούν μια μεγάλη σειρά τόμων από φύλλα και κάθε φύλλο περιέχει μια ιστορία σαν την επόμενη:


Μια μέρα, μια φτωχή χήρα είδε τα τρία της παιδιά να υποφέρουν από βήχα με σπασμούς. Τα δύο πρώτα οδηγήθηκαν στον ιερέα, ραντίστηκαν με αγιασμό, ποτίστηκαν ίσως με κάτουρα μουλάρας και πέθαναν στην αγκαλιά της. Απόμεινε το τρίτο, το μόνο πλάσμα που αγαπούσε στη γη. Η δύστυχη γυναίκα, γονατισμένη εμπρός στο κρεβατάκι του αγαπημένου της, επικαλέστηκε για χάρη του όλους τους αγίους του χριστιανικού  παραδείσου. Αλλά, ο καταραμένος βήχας συνέχισε να αντηχεί απαίσια στα αυτιά της μητέρας.


Μέσα στην απελπισία της θυμήθηκε τότε τους αρχαίους της θεούς, βγήκε ξυπόλητη από την καλύβα κατά τα μεσάνυχτα, και στρέφοντας ολόγυρα ανήσυχα το βλέμμα της, μάζεψε στο φως της Εκάτης, που μεσουρανούσε, άνθη και φύλλα από κάποιο κακόφημο φυτό με άσχημη μυρωδιά, από το οποίο απομάκρυναν με φόβο οι βοσκοί τις κατσίκες τους. Επιστρέφοντας σπίτι της, βούτηξε το ύποπτο βοτάνι σε ζεστό νερό, και ανακατεύοντας το με μέλι πρόσφερε το φάρμακο στο παιδάκι της που ανάσαινε με δυσκολία. Ο βήχας τότε σταμάτησε και ύπνος βαθύς έκλεισε τα βλέφαρα του αρρώστου κάτω από την επίδραση του σωτήριου φίλτρου, ενώ λίγες μέρες αργότερα το παιδάκι έπαιζε εύθυμα κοντά στο κατώφλι της καλύβας.


Η δύστυχη μάνα, όμως, σάπιζε στα υπόγεια μοναστηριού. Γιατί κάποιος διάκος ή κωδωνοκρούστης, βγαίνοντας τα μεσάνυχτα από το καπηλειό ή από κρεβάτι πόρνης, είχε κατασκοπεύσει και καταγγείλει την δύστυχη ως φαρμακεύτρια μάγισσα. Μάταια ανέφερε η ταλαίπωρη, για να δικαιολογηθεί, τον θάνατο των δυο άλλων παιδιών της και τον κίνδυνο να πεθάνει εκείνο που επέζησε, τους φόβους και τη μητρική της απελπισία. Τα ρασοφόρα θηρία παρέμειναν ασυγκίνητα. Αφού έκοψαν το ιερόσυλο χέρι και έσπασαν ένα προς ένα τα κόκαλα της, έριξαν έπειτα τον άμορφο αυτό αιματοβαμμένο ανθρώπινο όγκο που βογκούσε στην πυρά.»

 

Σημείωση: Στην Ελλάδα, το φαινόμενο είναι σχεδόν άγνωστο (εκτός από κάποιες σποραδικές εμφανίσεις του σε περιοχές με καθολική επίδραση π.χ. Κέρκυρα). Η ορθόδοξη εκκλησία δεν χρησιμοποίησε παρόμοιες μεθόδους επιβολής, όχι για λόγους που έχουν να κάνουν με την ανεκτικότητα της. 


Και μια εικονογράφηση για το κυνήγι μαγισσών από τον okso81 (για μεγενθυνση πατηστε επάνω στις φωτογραφίες)