ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΎΠΟΥ Γ.

 

unnamedΓ

 

Στους φυλακισμένους επιβάλλουν ειδικές συνθήκες κράτησης. Για τους εκτός των τειχών επιβάλλουν ειδικές συνθήκες επιβίωσης. Με μερικά νομοσχέδια το κράτος επιφυλάσσει να καταργήσει δικαιώματα που κατακτήθηκαν με πολύχρονους αγώνες, μέσα και έξω από τις φυλακές. Η αντίσταση στην βαρβαρότητα του εγκλεισμού, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών και ταξικών αγώνων, για ένα κόσμο ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.

 

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΠΕΡΝΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΝΤΡΙΜΜΙΑ  ΚΑΘΕ ΦΥΛΑΚΗΣ

 

Εκδήλωση – συζήτηση: «Ενάντια στις φυλακές υψίστης ασφαλείας τύπου Γ». 

 

Παρασκευή 28/11, ώρα 19:00

Τηλεφωνικη επικοινωνια με αναρχικούς κρατουμένους.

και εισήγηση από τη συνέλευση της κατάληψης ''Σύντομη ιστορική αναδρομή για τις φυλακές :από τις απαρχές του καπιταλισμού έως σήμερα".

 

Σάββατο 29/11, ώρα 19:00

Ρεμπέτικη βραδιά οικονομικής στήριξης του ταμείου αλληλεγγύης της κατάληψης

Στο χώρο θα υπάρχουν και βιβλία για την ενίσχυση του ταμείου αλληλεγγύης φυλακισμένων και διωκώμενων αγωνιστών.

                                                                             

Με αφορμή την επέτειο της δολοφονίας του Β. Τσιρώνη (13 Ιουλίου 1978).

tsironis2

 

13 Ιουλίου 1978: Δολοφονείται ο Βασίλης Τσιρώνης μέσα στο ίδιο του σπίτι από τα πραιτοριανά σώματα του Ελληνικού Κράτους. Ο Βασίλης Τσιρώνης ήταν ένας αντιδικτατορικός αγωνιστής, γιατρός στο επάγγελμα, με καταγωγή από την πόλη του Αγρινίου. Από την δολοφονία του έχουν περάσει 36 χρόνια και η ιστορία του παραμένει σχετικά άγνωστη. Ακολουθήστε τους παρακάτω συνδέσμους, για να διαβάσετε την ιστορία του αγωνιστή Βασίλη Τσιρώνη.

 

Ένα χρονικό του ανθρώπου που υπομόνευσε την έννοια του Κράτους. Από το περιοδικό Stand Firm. (2013). Αγρίνιο. (1), 31-32.

 

Ιούλης 1978 – Ιούλης 2008: 30 χρόνια από την δολοφονία του Β. Τσιρώνη: το αίμα της μεταπολίτευσης. Από το blog της Πρωτοβουλίας Αναρχικών Αιγάλαιω.

 

Οι ψυχοκόρες και το σιδέρωμα της Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.

pdy1

 

Ψυχοκόρη, δούλα, παραδουλεύτρα, σκλάβα, δουλικό, οικιακή βοηθός, παραπαίδα ή πόσους άλλους τρόπους θα βρουν για να ονοματίσουν την υποτιμημένη οικιακή εργασία;

 

Η οικιακή εργασία αποτέλεσε στην Ελλάδα του 19ου και 20ου  αιώνα μια από τις κυριότερες μορφές υποτιμημένης εργασίας. Την εποχή εκείνη , η φτώχια ή ακόμα και πολλές φορές το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οδηγεί κοπέλες από την επαρχία  στη συνθήκη της εσωτερικής μετανάστευσης. Τότε κυρίως κορίτσια επαρχιώτισσες, φτωχές έρχονται να εργαστούν στα σπίτια μικροαστών ή αστών σε αστικά κέντρα ως παραδουλεύτρες ή υπηρέτριες ή δούλες ή παστρικοδούλες ή όπως αλλιώς της έρχονταν της βαθιάς πατριαρχικής κοινωνίας να τις αποκαλεί. Η δουλειά τους σήμαινε συγκέντρωση της απαραίτητης προίκας ή πληρωμή χρεών στον εργοδότη ή ένα λιγότερο στόμα για τους γονείς στη  επαρχία αλλά στην ουσία εργάζονταν ακατάπαυστα με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους και μόνο. Αντίθετα στην οικογένεια που υπηρετούσαν συνέβαλαν στην κοινωνικά άνοδο και καταξίωση της αστής γυναίκας.

 

Εκείνη την εποχή άρχισε να εμφανίζεται και ο θεσμός της ψυχοκόρης, που επρόκειτο κυρίως για προφορικό θεσμό υιοθεσίας. Συγκεκριμένα, οικογένειες που ζούσαν κάτω από συνθήκες φτώχιας και ανέχειας  «παραχωρούσαν» μία ή περισσότερες κόρες, πολλές φορές και γιους, σε πλούσιες οικογένειες. Κυρίως οι ψυχοκόρες ήταν κορίτσια μικρής ηλικίας που μέσω αυτού του θεσμού αναγκάζονταν να προσφέρουν εργασία στον ψυχοπατέρα, ο οποίος έναντι της παρεχόμενης εργασίας είχε την υποχρέωση να τις προικίσει, όταν φθάσουν σε ηλικία γάμου. Ο θεσμός αυτός στην ουσία ήταν μια μορφή άμισθης  οικιακής εργασίας. Οι ψυχοκόρες, ανεξάρτητα από την ηλικία και τη σωματική διάπλαση, έπρεπε να καθαρίζουν το σπίτι, να μαγειρεύουν, να σκουπίζουν, να σιδερώνουν,  να εργάζονται στα χωράφια και όλα αυτά χωρίς μισθό μιας και πλέον ήταν μέλος της οικογένειας. Ενώ, δεν είναι και λίγες οι φορές, που η απόλυτη κυριαρχία των ψυχοπατέρων  οδηγούσε σε σεξουαλική εκμετάλλευση της ψυχοκόρης. Γενικά, ο θεσμός της ψυχοκόρης «ηθικοποιήθηκε» πολλές φορές κοινωνικά και κατάφερε σε πολλές περιπτώσει να συσκοτιστεί η εκμεταλλευτική του φύση.

 

Βία, φτώχεια, εκμετάλλευση, καταπίεση βιώνονταν από όλες αυτές τις γυναίκες που παρόλο που συμβιβάζονταν με τη σκληρή πραγματικότητα για επιβίωση, πολλές φορές δε έπαυαν να ονειρεύονται το σπάσιμο των δεσμών.  Είτε πρόκειται για το «κοινωνικά αποδεκτό»  ψυχοκόρη,  είτε για το «υποτιμητικό» δούλα, η κοινωνική πραγματικότητα είναι πολύ σκληρότερη από αυτή που φανταζόμαστε. Είναι η ίδια απόλυτα σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν στο πετσί τους οι σημερινές μετανάστριες εργάτριες που δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί. Συνήθως προσλαμβάνονται για να διευκολύνουν τις εργοδότριές τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγελματικού τους στίβου, ωστόσο οι ίδιες οι μετανάστριες εργάτριες βιώνουν καθημερινά τις άθλιες εργασιακές συνθήκες, τον αποκλεισμό  και την υποτίμηση.

 

Ένα πράγμα στην οικιακή εργασία θεωρείται δεδομένο. Είτε δε πληρώνεται και γίνεται από τη νοικοκυρά, είτε πληρώνεται και γίνεται από τις δούλες και οικιακές βοηθούς, αποτελεί μια αόρατη και κατά βάση γυναικεία εργασία, απαραίτητη για τη συντήρηση και αναπαραγωγή του άνδρα εργάτη. Δηλαδή η βρώμικη φόρμα εργασίας να γίνει καθαρή, το ωμό κρέας να σερβιριστεί μαγειρεμένο, να σπίτι να είναι καθαρό, το κρεβάτι στρωμένο, τα παιδιά να κοιμούνται, να τρώνε και να περιθάλπονται. Το κεφάλαιο, μέσω της πατριαρχική του εκπροσώπησης, όσο αγνοεί τις απαιτήσεις των εργατριών στα οικιακά, όσο στρέφει με τους έμφυλους διαχωρισμούς το ένα φύλο εναντίων του άλλου, έχει την πολυτέλεια να μην πληρώνει την οικιακή εργασία. Όπως αναφέρει η Σίλβια Φεντερίτσι

 

«η οικιακή εργασία δεν έχει απλά επιβληθεί στις γυναίκες, αλλά έχει μετατραπεί σε φυσικό χαρακτηριστικό της γυναικείας ανατομίας, της γυναικείας προσωπικότητας – σε εσωτερική ανάγκη, σε φιλοδοξία που υποτίθεται πως πηγάζει από τα βάθη της γυναικείας μας φύση. Αντί να αναγνωριστεί ως όψη του κοινωνικού συμβολαίου η οικιακή εργασία έπρεπε να μεταβληθεί σε φυσικό χαρακτηριστικό, γιατί ήδη από τον καιρό των πρώτων σχεδίων του κεφαλαίου για τις γυναίκες, αυτή η εργασία ήταν άμισθη».

 

Πότε το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει και να πληρώσει αυτήν την εργασία; Μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αρνούνται να την κάνουν, μόνο όταν οι γυναίκες αρχίσουν να αγωνίζονται εναντίον της. Τα παραδείγματα των φεμινιστικών αγώνων δεν είναι λίγα.

 

 

psy

 

Το σιδέρωμα της  Σπυριδούλας από τη Ματαράγκα Αγρινίου.​

 

«Είμαι από την Ματαράγκα του Αγρινίου. Οι γονείς μου έχουν ακόμα άλλα επτά παιδιά. Ήρθε η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στη Ματαράγκα και ζητούσε να πάρει ένα μικρό κοριτσάκι για να προσέχει το μωρό της και να την βοηθάει λίγο στο σπίτι. Δήλωνε ότι το κοριτσάκι που θα την ακολουθήσει θα κάνει την τύχη του και δεν θα το ξεχωρίζει από το δικό της παιδί. Οι γονείς μου είναι φτωχοί άνθρωποι και έτσι ξεγελάσθηκαν και με έδωσαν. Έμεινα μαζί τους δύο χρόνια. Φρόντιζα το παιδί, καθάριζα, σφουγγάριζα, έπλενα, κουβάλαγα τα ψώνια του σπιτιού (…). Έκανα υπομονή και δε μιλούσα. Το αφεντικό μου, ο Γιώργος Βεϊζαδές δούλευε σε μπαρ. Περνούσαν καλά στο σπίτι (…)».

(εφημερίδα «Ακρόπολις» – Κυριακή 7 Αυγούστου 1955)

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η πονεμένη ιστορία της Σπυριδούλας, μιας κοπέλας από τη Ματαράγκα έφερε στην επιφάνεια την εκμετάλλευση που βίωναν καθημερινά κορίτσια και γυναίκες που πάλευαν για την επιβίωσή τους. Η μικρή Σπυριδούλα έπεσε θύμα της μανίας των αφεντικών της, Γιώργου και Αντιγόνης Βεϊζαδέ, που επί δύο μέρες την έκαιγαν διαδοχικά με το καυτό σίδερο σε όλο της το σώμα, επειδή θεωρήθηκε ύποπτη για την απώλεια 50 δολαρίων.

 

Η Σπυριδούλα από τα 12 της εργαζόταν ως υπηρέτρια στην Αθήνα στο σπίτι του ζεύγους Βεϊζαδέ, που μαζί με το μικρό παιδί τους έμεναν σε ένα πολυτελές σπίτι στον Πειραιά.  Οι Βεϊζαδέ είχαν επιχειρήσεις και πολλά χρήματα βρίσκοντας πάντα τρόπο να επιβιώσουν, ενώ στην κατοχή είχαν εργασθεί για τα φασιστικά SS. Η μικρή Σπυριδούλα είχε αναλάβει όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το αντάλλαγμα ήταν η επιβίωση της δίνοντας της απλά ένα πιάτο φαγητό.

 

 Την 31 Ιουλίου 1955 ο Γιώργος Βεϊζαδέ επέστρεψε στο σπίτι από το καμπαρέ που είχε στην ιδιοκτησία του και διαπίστωσε πως λείπει ένα χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων από το ντουλάπι του. Άμεση ύποπτη για την απώλεια θεωρήθηκε η Σπυριδούλα. Ο Γ. Βεϊζαδέ  αμέσως ρώτησε την Σπυριδούλα αν γνώριζε κάτι. Η ίδια είπε ότι δεν έχει ιδέα για το χαρτονόμισμα και τότε το ζευγάρι ξεκίνησε τα βασανιστήρια χτυπώντας την. Την επόμενη μέρα ο βασανισμός συνεχίστηκε. Με το ίδιο σίδερο, που ανάγκαζαν την Σπυριδούλα να σιδερώνει τα πολυτελή τους ρούχα, την βασάνισαν καίγοντας το κορμί της. Επί 36 συνεχόμενες ώρες η Σπυριδούλα δεμένη γυμνή πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, ήταν παραδομένη στη λύσσα των Βεϊζαδέ, που για να μην υποψιαστούν κάτι οι γείτονες της είχαν βάλει ένα πανί στο στόμα. Μετά το τέλος του βασανισμού την έλυσαν και την κλείδωσαν στο δωμάτιο της χωρίς φαΐ και νερό. Για τις επόμενες δυο μέρες η Σπυριδούλα υπέφερε από τους πόνους. Ήταν αναγκασμένοι να την πάνε στο νοσοκομείο καθώς φοβόνταν τι θα συνέβαινε αν πέθαινε μέσα στο σπίτι. Έτσι ισχυριζόμενοι ότι χύθηκε κατά λάθος πάνω της καυτό νερό την μετέφεραν στο νοσοκομείο, ενώ την απειλούσαν πως αν μαρτυρήσει θα την κάψουν ζωντανή με βενζίνη.

 

Η Σπυριδούλα όμως δε φοβήθηκε να μιλήσει. Αποκάλυψε στους γιατρούς τι ακριβώς συνέβη. Η αστυνομία συνέλαβε το ζεύγος Βεϊζαδέ. Στο δικαστήριο πρώτη μάρτυρας ήταν η ίδια η Σπυριδούλα, η οποία στην κατάθεσή της εξιστόρησε τη ζωή της με το ζεύγος και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο την έκαψαν με το πυρακτωμένο σίδερο την 1η και 2η Αυγούστου 1955. Στην κατάθεση της η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στην αρχή επέμειναν πως επρόκειτο για καυτό νερό. Στην συνέχεια παραδέχτηκαν πως τα εγκαύματα είναι από σίδερο αλλά υποστήριξαν πως ήταν ατύχημα. Ο ιατροδικαστής ωστόσο μπόρεσε να δει καθαρά πως τα εγκαύματα δημιουργήθηκαν από δυο αλληλοβοηθούμενα πρόσωπα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Η Σπυριδούλα έφερε εγκαύματα πρώτου έως τρίτου βαθμού στο πρόσωπο, τον τράχηλο, το θώρακα, την κοιλιά και τα άνω και κάτω άκρα, καθώς και εκχυμώσεις στο μέτωπο, τα βλέφαρα, τους μηρούς και τις κνήμες. Το δικαστήριο έκρινε ένοχο το ζεύγος για πρόκληση βαρειών σωματικών βλαβών σε βαθμό κακουργήματος.

Η απειλή ακόμα αιωρείται. Μετά από τόσα χρόνια μανάδες προστάζουν τα παιδιά τους να κάνουν ησυχία γιατί αλλιώς θα τα κάψουν σαν τη Σπυριδούλα… Η Σπυριδούλα δεν αποτελεί μια εξόφθαλμη εξαίρεση. Η ιστορία της υπογραμμίζει την απαξίωση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας, τονίζει το βίαιο περιεχόμενο της υποτιμημένης γυναικείας εργασίας. Πόσες Σπυριδουλες έχουν υπάρξει και πόσες θα υπάρξουν; Πόσες ιστορίες μένουν κλειδωμένες πίσω από πόρτες κρεβατοκάμαρων, γκαρσονιερών και υπογείων; 

 

Να παλέψουμε για το αυτονόητο: Τον τελευταίο πνεύμονα πράσινου της πόλης μας!

 

Από τα τέλη Αυγούστου του 2013 μέχρι και σήμερα ο αγώνας για την υπεράσπιση του δημοτικού πάρκου Αγρινίου συνεχίζεται. Μέσω της Ανοιχτής Συνέλευσης για την Προστασία και Αναζωογόνηση του Πάρκου Αγρινίου, ένα κομμάτι της τοπικής κοινωνίας όλο αυτό τον διάστημα έχει καταθέσει έργο και έχει δώσει αγώνες για να αποτραπεί η λεηλασία-«ανάπλαση» του Πάρκου. Μέσα από καθημερινή παρουσία στο χώρου του πάρκου, το σταμάτημα των μπουλντόζων, παρεμβάσεις στα δημοτικά συμβούλια, με εκδηλώσεις και συζητήσεις,  αλλά παράλληλα και με νομικές διεκδικήσεις υπερασπίζεται το πάρκο, τόσο ως χώρο πρασίνου, αλλά και ως δημόσιο χώρο, έναν από τους τελευταίους που έχουν απομείνει σε μια πόλη που το τσιμέντο καταβροχθίσει το χώμα και το πράσινο και η κερδοφορία ρημάζει την δημόσια σφαίρα. Παρακάτω παραθέτουμε ένα κείμενο του Γεωπόνου Δημήτρη Γερονίκου που δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος του Παροξυσμού (άνοιξη 2014).

 

 

044ab

 

Περιβαλλοντικό έγκλημα στο Παπαστράτειο Δημοτικό Πάρκο Αγρινίου.

 

Ζούμε τα χρόνια του νεοελληνικού υπαρκτού σουρεαλισμού. Το Παπαστράτειο Δημοτικό Πάρκο Αγρινίου εκτείνεται σε 54 στρέμματα γης και είναι ο μεγαλύτερος δημόσιος ελεύθερος χώρος περιβαλλοντολογικής παιδείας, άθλησης, ξεκούρασης και ψυχαγωγίας της πόλης.

 

Πρόκειται για ένα ζωντανό οικοσύστημα με ιδιαίτερη βιοποικιλότητα που επηρεάζεται από ποικίλους παράγοντες. Ουσιαστικά είναι μία υποδομή πρασίνου με δενδροστοιχίες και όχι μόνον, καθώς αποτελεί δεξαμενή φυτογενετικού υλικού και δημόσια περιουσία με διαρκή βιώσιμη παραγωγή σε βάθος χρόνου. Είναι στοιχείο πολιτισμού το οποίο με κατάλληλη διαχείριση μπορεί να προσφέρει δυνατότητες οικονομικής ανασυγκρότησης για μία ολόκληρη περιοχή.

 

Η φυτολογική σύνθεση του συγκεκριμένου πάρκου σε αρμονία με στοιχεία ευρωπαϊκών σχολών κηποτεχνίας, δημιουργούν τις συνθήκες ώστε το εν λόγω πάρκο να αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ιστορικούς κήπους στη δυτική Ελλάδα.

 

052cb

 

Aπό τις 20 Αυγούστου 2013 εργάτες, μηχανικοί και δικηγόροι του δήμου μαζί με τις μπουλντόζες των εργολάβων ξεκίνησαν να εφαρμόζουν την εντολή της δημοτικής αρχής για «ανάπλαση» του Πάρκου με μία έξαρση αυταρχισμού, επιστημονικής ανεπάρκειας και αντιδραστικής ιδιοτέλειας. Το Αγρίνιο μία πόλη όπου η ανθρωπιστική κρίση είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού, στροβιλίζεται έκτοτε στις φρενήρεις εικόνες που προσφέρει απλόχερα το έργο της «ανάπλασης» του Παπαστράτειου Δημοτικού Πάρκου.

 

Tην εποχή εκείνη αμέσως δραστηριοποιήθηκαν συνειδητοποιημένοι κι ενεργά σκεπτόμενοι πολίτες που αντιστέκονται στα σχέδια του δήμου. Δημιουργήθηκε η Ανοιχτή Συνέλευση για την Προστασία και Αναζωογόνηση του Πάρκου, η οποία προσπάθησε να γνωστοποιήσει το μέγεθος και τις παρενέργειες του έργου «ανάπλασης» στις ζωές των Αγρινιωτών. Τα τελευταία χρόνια στο Αγρίνιο έχει προκύψει κίνημα ανθρώπων που θέλουν την ουσιαστική αναβάθμιση του πάρκου, φυσικά διαφωνώντας με τους όρους καταστροφής που θέτει η υφιστάμενη δημοτική αρχή.

 

Στο όνομα της έκτακτης ανάγκης που ζει η χώρα, ορισμένοι με θέσεις εξουσίας, έχουν αναγάγει τη σκοπιμότητα σε κοινή λογική και θέλουν να θέσουν σε εφαρμογή μηχανισμούς με τους οποίους φροντίζουν να αποτρέψουν ή να ελέγξουν τις συμπεριφορές των άλλων στο χώρο, εφόσον οι τελευταίοι δεν ακολουθούν τα ήθη και τα έθιμα του «πολίτη καταναλωτή». Αυτό επιδιώκουν να το καταφέρουν με την ιδιωτικοποίηση των ελεύθερων χώρων και την αγοραία εμπορευματοποίηση τους.

 

Στις 5 Σεπτεμβρίου ξεκίνησε η καταστροφή των εγκαταστάσεων της φυτωριακής – θερμοκηπιακής υποδομής του Πάρκου και το ξερίζωμα των δένδρων του Πάρκου που είχαν την ατυχία να φύονται εντός του περιφραγμένου χώρου, τον οποίο ο Δήμος Αγρινίου χρησιμοποιούσε ως φυτώριο. Λίγες ημέρες πριν στις 13 Αυγούστου 2013 αναλυτικά στην έκταση του φυτωρίου είχαν καταγραφεί από τον κ. Θεοχάρη Ζάγκα (δευθυντή εργαστηρίου Δασοκομίας της Σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ.), 92 δένδρα ηλικίας 10-60 ετών. Τα τοπογραφικά σχέδια της μελέτης «ανάπλασης» του δήμου Αγρινίου εμφάνιζαν στο χώρο αυτό μηδενικό αριθμό δένδρων!

 

523517_1442263432668683_2121120640_n

Πανό από παρέμβαση στα εγκαίνια της δημοτικής πινακοθήκης Αγρινίου στις 10/12/13.

 

Η συγκεκριμένη «ανάπλαση» είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση σύμφωνα με τον γεωπόνο Δημήτρη Παπαδήμα1 όπου «…οι υπεύθυνοι των έργων, για να προσπεράσουν τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των πολιτών λόγω βαναυσοτήτων σε βάρος των δένδρων, διαρρέουν την πληροφορία ότι τα μαλλιοτραβηγμένα δένδρα δεν καταστρέφονται αλλά αντίθετα “μεταφυτεύονται” σε “καλύτερες” συνθήκες ή μεταφέρονται σε Δημοτικά ή Ιδιωτικά φυτώρια για φύλαξη και εντατική συντήρηση επαναφοράς των φυσιολογικών λειτουργιών τους. Κάτι τέτοιο θα είχε βάση αν η μετακίνηση αυτή γινόταν σύμφωνα με τους μεταφυτευτικούς κανόνες».

 

Στο έργο της “ανάπλασης” αποτυπώνονται σε με εικόνες τα κατορθώματα της κορυφαίας καθοδήγησης του επικεφαλής του Δήμου Αγρινίου σε συνεργασία με τις έμπειρες “πινελιές” των δημοτικών του υπαλλήλων, καθώς σε πλήρη αρμονία δημιουργούν ένα εκρηκτικό τοπίο που υπόσχεται δυναμική ανάγνωση της δραματικής σύγκρουσης του ανθρώπου με το πεπρωμένο του. Σε ρόλο σολίστ ο εργολάβος, μας προσφέρει την ευκαιρία να απολαύσουμε «σε πρώτο πλάνο» τον τραχύ, άξεστο ήχο των κατορθωμάτων της τσάπας του.

 

024ade

Η «μεταφύτευση» στα Τριαντέικα.

 

Είναι γνωστό στη νεοελληνική πραγματικότητα πολλές φορές όπως χρησιμοποιούνται τα ευρωπαϊκά χρήματα προκαλούν την αποδόμηση και την καταστροφή υπαρχόντων πράσινων υποδομών προς όφελος και πλουτισμό όσων τα διαχειρίζονται ενάντια στο δημόσιο συμφέρον. Βέβαια όταν γίνεται λόγος για πράσινο είναι ανάγκη πλέον να διευκρινίζεται πως εννοείται το πραγματικό, το φυτικό, το ζωντανό κι όχι αυτό της έκφρασης «πιο παράξενο κι από πράσινο όνειδος».

 

Στις 5 Μαρτίου 2014 εκδικάστηκε η αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας, Αγρινιωτών πολιτών κατά της επιχειρούμενης καταστροφικής ανάπλασης κι αναμένεται η τελική απόφαση. Όλους αυτούς τους μήνες ο αγώνας των πολιτών συνεχίζεται δυναμικά μέχρι την τελική νίκη, μέχρι την αποκατάσταση της λειτουργίας του πάρκου.

 

Ωστόσο το δίκαιο μεταξύ των γενεών συνεχίζει να αποτελεί ένα ερώτημα, με υπαρξιακές διαστάσεις για τη βιωσιμότητα της πόλης του Αγρινίου, που παραμένει αναπάντητο.

 

Κείμενο – Φωτογραφίες:

Δημήτρης Γερονίκος (Γεωπόνος Γ.Π.Α./Μ.Sc).  

enterioni.blogspot.com

 

Πηγή:

Επιστημονική άποψη για τις αναπλάσεις πάρκων και η περίπτωση του Παπαστρατείου Δημοτικού Πάρκου Αγρινίου. 

 

183barce

 

Βραχωρίτικο*

 

Μάνα μου, βραχωρίτισσα, με το λερό φουστάνι

το κόκκινο, που τόκανε σταχτύ σαν καταχνιά

η μαύρη κόλλα του καπνού. Φαρμακερό βοτάνι,

όλα της τα φαρμάκωσες, μεδούλι και καρδιά…

 

Μάνα μου, καπνοφύτισσα, του Ζαπαντιού δουλεύτρα,

στο φύτεμα, στο σκάλισμα πρώτη στην αργατιά,

σ' άρπαξεν ο πατέρας μου παιδούλα καρδιοκλέφτρα

και σε κλειδωμαντάλωσε στην πιο βαρειά σκλαβιά.

 

Μέσα στην καπνοθάλασσα πνίγηκε ο έρωτάς σας

κι ο γάμος σας δεν σούδωσε καμιά ξαποστασιά.

Γεύτηκες πίκρες και καΰμούς κι απ' τη σκληρή δουλειά σας

πλούτισαν έμποροι τρανοί γεμάτοι αναλγησιά.

 

Τη ζήση σου όλη πέρασες μέσα στα καπνοτόπια,

αγέλαστη κι ακούραστη, χωρίς καμιά χαρά.

τ' άγια σου χέρια τ' άπλωνες, γύρα σ' όλα τα τόπια,

φρουρός, προστάτης της σοδειάς. Μάνα σ' όλα μπροστά,

 

στο μάζεμα, στ' αρμάθιασμα, στο γύρισμα στη λιάστρα

και για βαντάκιασμα θαμπά σαν έπεφτε δροσιά.

Στο πάστρεμα, στο ζύμωμα, στο φούρνο και στη γάστρα

χρόνια και χρόνια δούλεψη χωρίς ανάσα μια.

 

Και τα παιδιά, που ερχόντανε τόνα κοντά από τάλλο

– κι όλο κορίτσια, ανάθεμα, που θέλανε προικιά –

κι οι θέρμες κι οι αναβροχές κι άλλο κακό μεγάλο

κι απ' το χαλάζι πιο τρανό, η μαύρη απουλησιά.

 

Και του πατέρα η αναμελιά και των παιδιών τα βίτσια,

οι πόλεμοι κι ο θάνατος κι η μαύρη κατοχή,

οι φυλακές, οι τράπεζες, οι φόροι, τα κορίτσια,

σε σένα πάνου σπάγανε, ατράνταχτη ψυχή…

 

Με το φαρμάκι στην καρδιά και με το βαχ στο στόμα,

 τα ολανθισμένα νιάτα σου ρέψανε στη δουλειά.

 Μεσ στο χωράφι γέρασες και πολεμάς ακόμα,

 ως τη στερνή σου την πνοή, να ζήσει η φαμελιά.

 

Μάνα μου, αρχόντισσα χλωμή του μόχτου και του πόνου,

δαχτυλιδάκια γαλανά κι ονείρατα γλυκά,

τα δάκρυα σου γίνουνται κι ο ιδρώς όλου του χρόνου

δίχως για σένα διάφορο να μένει στα στερνά.

 

Μάνα μου, βραχωρίτισσα, ο μόχτος ο δικός σου

χαρίζει τέτοιαν ευωδιά περίσσεια στο φυτό,

που γίνεται στο κάπνισμα – το δάκρυ το πικρό σου –

παρηγοριά και δύναμη κι ελπίδα στο φτωχό.

 

Μάνα μου, καπνοφύτισσα, το κλαρωτό φουστάνι

κατάμαυρο σου τόβαψε, μουντό σαν καταχνιά,

η πικρή κόλλα του καπνού. Φαρμακερό βοτάνι,

όλα της τα φαρμάκωσες ζήση, ψυχή, καρδιά…

 

* To Αγρίνιο λεγόνταν παλια και Βραχώρι.

 

Το ποιήμα είναι του Πάνου Χατζόπουλου από την συλλογή "Αιτωλικά", Αθήνα 1967. Ο Πάνος Γ. Χατζόπουλος, ανιψιός του ποιητή Κων/νου Χατζόπουλου, γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1919 και πέθανε στην Αθήνα το 1976.

Για την παλιά Λαχαναγορά Αγρινίου: ένα κείμενο και μερικές φωτογραφίες

 

αρνησεις-λαχαν

 

Από την δεκαετία του ’90, που εξελίσσονταν με πιο εντατικούς ρυθμούς η ανάπλαση των πόλεων, συλλογικότητες, συνελεύσεις και ομάδες του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου, καθώς και αρκετές νεολαιίστικες πρωτοβουλίες, έβαζαν ως αιχμή στο λόγο και στις δράσεις τους, το ζήτημα  της επαναοικειοποίησης των δημοσίων χώρων με την προοπτική της απελευθέρωσής τους από τα δεσμά της  ελεύθερης αγοράς. Σκοπός του κράτους και του κεφαλαίου ήταν και είναι η κερδοφορία μέσω της εμπορευματοποίησης περιοχών που μέχρι πρότινος ήταν ελεύθεροι και δημόσιοι. Στο Αγρίνιο τα παράδειγμα δεν είναι λίγα: καταστροφή αλσυλλίων και δασικών εκτάσεων στην περιοχή του Παλιού Αγίου Χριστοφόρου, ανάπλαση της Κεντρικής Πλατείας, κατασκευή της πλατείας Δημάδη, πεζοδρόμοι για να εξυπηρετούν τα τραπεζοκαθίσματα των καφετεριών, φωταγωγήσεις, ξεκίνημα της ανάπλασης της παλαιάς Λαχαναγοράς και τόσα ακόμη. Φτάνοντας στο σήμερα, όπου σημειώνεται η συνέχιση των εργασιών στην παλιά Λαχαναγορά και καθώς και η έναρξη της ανάπλασης – λεηλασίας του Δημοτικού Πάρκου, δεν αρκεί να μιλήσουμε μόνο για εμπορευματοποίηση των δημόσιων χώρων. Πλέον, καταδεικνύεται πως η ιδιωτικοποίηση του δημοτικού (δημόσιου) τομέα και των συλλογικών υποδομών έχει ως σκοπό την διάλυση της κοινωνικής ζωής και των κοινωνικών σχέσεων που υλοποιούνται και σε αυτούς χώρους, λαμβάνοντας πάντα υπόψην πως δημόσιος είναι ο χώρος που κομμάτια της κοινωνίας αποφασίζουν για λογαριασμό τους. Μπορούμε να πούμε με σιγουριά πλέον πως οι ιδιωτικοποιημένοι (περιφραγμένοι) χώροι αποτελούν την απάντηση στον φόβο της απειλής των «άλλων» σε όλο και πιο πολωμένες πόλεις, σε όλο και πιο πολωμένες κοινωνίες…

 

Με αφορμή την συνέχιση των έργων ανάπλασης της Λαχαναγοράς, παρακάτω δημοσιεύουμε ένα παλιότερο κείμενο του Παροξυσμού σχετικά με την ιστορία της μέσα από τα …δικά της μάτια. Μια ιστορία που ανακατεύει την παλιά αγρινιώτικη κοινωνία με την «άλλη πλευρά» της κοινωνίας του σύγχρονου Αγρινίου που εκφράζεται και προτείνει μακριά από μεσολαβήσεις και εξουσιαστικές λογικές. Σαν παραμύθι… Και παραμένουμε με ένα προβληματισμό: σε λίγο που όλοι θα περπατάμε πιο γρήγορα, με μια ζωή ξένη, σε μια πόλη ξένη, όταν περάσουμε μπροστά από την εξώπορτα της κυρά Λαχαναγοράς, αυτή, θα μας κλείσει το μάτι;

 

 

Ένα κτίριο μιλάει: Μια ιστορία από την παλιά Λαχαναγορά Αγρινίου

 

Είμαι η παλαιά λαχαναγορά και σας χαιρετώ. Γεννήθηκα -χτίστηκα- για να είμαι ακριβής το 1933 και από τότε είμαι μόνιμη κάτοικος Αγρινίου… Έχω ζήσει πολλά. Ευτυχώς μέχρι τώρα έχω ζήσει και πολλά χρόνια. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται… Και επειδή η καιροί είναι χαλεποί και αύριο -μακριά από εμάς- μπορεί να μη ζω… και για να ακριβολογήσω και πάλι …μπορεί να έχω γκρεμιστεί …ή να με έχουν γκρεμίσει… θα ήθελα να πω την ιστορία μου.

 

Γενικά στη ζωή μου έχω περάσει από πολλές φάσεις… Ξέρεις τώρα… Και εμείς τα κτήρια αποκτάμε ζωή μέσα από τη ζωή αυτών που μας κατοικούν ή που μας χρησιμοποιούν… Γιατί ως γνωστό, τα ντουβάρια από μόνα τους δεν έχουν καμία απολύτως αξία.

 

Πέρασα από πολλές φάσεις λοιπόν. Η πρώτη μου φάση ήταν όταν με χτίζανε … Πότε δε ξέχασα την κραυγή από τον χτίστη που έπεσε από την στέγη μου. Ποτέ δε θα ξεχάσω τον πόνο που ένοιωσε και ένοιωσα και εγώ. Από τότε και μέχρι που πέθανε περπατούσε στραβά… Μετά, και αφού ήμουν έτοιμη, για πολλά χρόνια αποτέλεσα χώρο στέγασης των εμπορικών δραστηριοτήτων των ψαράδων και των μανάβηδων. Αυτό έγινε μέχρι το ‘90 περίπου. Και για να σας πω την αλήθεια, αυτή ήταν και η καλύτερη περίοδο της ζωής μου.

 

Καταρχήν δε ξεχάσω ποτέ τις μυρωδιές. Λένε πως τα ψάρια μυρίζουν άσχημα… Λάθος. Αν εντοπίσει κάποιος τη θάλασσα και το αλάτι στη μυρωδιά τους θα καταλάβει… Και τα πορτοκάλια, τα λεμόνια, τα μανταρίνια… Δυνατές μυρωδιές… Μυρωδιές που τώρα σπάνια τις συναντάς .. Ξεφλούδιζες ένα μανταρίνι και μοσχοβόλαγε ο τόπος… Σταφύλια, καρπούζια, πεπόνια, κεράσια… Άλλο πράγμα.

 

Αλλά και οι συμπεριφορές των ανθρώπων ήταν πολύ διαφορετικές από τις σημερινές. Σήμερα, δεν ξέρω, οι άνθρωποι είναι γυαλισμένοι, ψυχροί και αγέρωχοι. Τότε ήταν αλλιώς. Πιο έξω καρδιά; Ποιο χαρούμενοι; Μήπως ήταν απλά περισσότερο ο εαυτός τους; Ωστόσο τα προβλήματα ήταν πολλά αλλά τους έβλεπες χαιρόντουσαν με τα απλά, τα καθημερινά. Το αεράκι που φυσάει, η μυρωδιά του χώματος μετά τη βροχή, η ζωντανή γεύση από ένα καλογινωμένο φρούτο και άλλα τέτοια που θεωρούνται και καλά ποιητικά…

 

Και οι σχέσεις ήταν διαφορετικές. Είχαν πολύ ένταση και αλήθεια. Ο κυρ Νίκος ο Χοντρός δε δίστασε να μείνει ολοτσιτσιδος σε καμιά 10αριά ανθρώπους μόνο και μόνο για να ζυγιστεί στη πλάστιγγα, να αποδείξει ότι ήταν ένα κιλό ελαφρύτερος για να κερδίσει ένα στοίχημα της πλάκας. Δεν το κέρδισε όμως. «Τσάμπα το στριπτίζ μωρέ Νικόλα», του είπαν μετά τα φιλαράκια του . Ενώ ο κυρ Τάσος έσπασε ένα-ένα όλα τα καρπούζια του για να ξεπλύνει την υποτιθέμενη προσβολή όταν του παραπονέθηκαν ότι είχε δώσει άγουρα καρπούζια. Αυτό ήταν έκφραση! Ως λαχαναγορά τότε δεν αποτελούσα σημείο μιας απλής εμπορικής συνδιαλλαγής. Αποτελούσα ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς της πόλης… Όλοι οι παλιοί αγρινιώτες εργάτες και αγρότες είχαν περάσει από μένα. Κάθε μαγαζάκι είχε και απέξω και μερικά τελάρα ή στην καλύτερη κανα κουτσό τραπεζάκι για να κάθονται για παρέα οι φίλοι και οι οχτροί. Αλλά και οι τσαμπουκάδες ήταν και πιο έντονοι τότε. Πολύ πιο έντονοι. Αλλά τι να κάνουμε, έτσι είναι η ζωή. Εξάλλου καλύτερα τσαμπουκάς, παρά υποκρισία και μορφωμένες ρουφιανιές. Βέβαια και τότε υπήρχαν μπάτσοι και χαφιέδες όμως ούτε και τότε ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί.

 

Λίγο πριν το ‘90 και μετά τα πράγματα τα είδα να αλλάζουν. Ήρθαν και τα πολυκαταστήματα. Το κέντρο του Αγρινίου άρχισε να γίνεται ασφυκτικό. Τα κτίρια όλα ήταν ανήσυχα. Όταν συζητούσαμε μεταξύ μας όλο στη καταστροφή πήγαινε ο νους μας. Κάτι θα άλλαζε αλλά τι ακριβώς θα ήταν αυτό δε ξέραμε… Μάθαμε αργότερα το όνομά του: Ανάπλαση.

 

Το ‘90 έπαψα να είμαι λαχαναγορά και μετονομάστηκα σε «παλιά λαχαναγορά». Είπαν πως ένα τέτοιο κτίριο με τέτοια δραστηριότητα δεν μπορούσε να παραμείνει ενεργό στο κέντρο του Αγρινίου. Οι αθηναϊκές καταβολές θα ήταν αναπόφευκτες και η πόλη μου θα έπρεπε να φωταγωγηθεί. Τότε έπεσα σε κατάθλιψη και ακολούθησε μία απελπιστική περίοδος. Τα παλιά σπίτια που ήμασταν φίλοι και μιλούσαμε, ξαφνικά εξαφανίστηκαν. Στη θέση τους ξεφύτρωσαν μοντέρνες πολυκατοικίες. Οι σχέσεις μου με αυτές ήταν μόνο εχθρικές. Όπως επίσης και με τα σουπερ μάρκετ, τα κλαμπ, τα σχολεία, το Δημαρχείο και άλλα πολλά κτήρια. Γιατί οι άνθρωποι δεν ορίζουν αυτά τα κτίρια όπως θα έπρεπε, αλλά τα κτίρια αυτά είναι που ορίζουν τους ανθρώπους. Γιατί είπαμε ότι οι άνθρωποι είναι που πρέπει να δίνουν ζωή στα κτίρια. Για εκείνη την περίοδο λοιπόν μόνο σκοτεινές ιστορίες έχω να διηγηθώ… Ιστορίες και αστικούς μύθους που αραχνιάζουν πάντα κάθε είδους εγκαταλελειμμένα κτίρια: Σκυφτοί άνθρωποι, κατεστραμμένες ψυχές, πνεύματα και στοιχειά, ηρωίνη. Άστα να πάνε…

 

Και εκεί που νόμιζα κάπου το ‘98 πως όλα τελείωσαν και ευχόμουν να’ ρθει καμιά μπουλντόζα μπας και πάρει τέλος αυτή η παλιοκατάσταση, σκάνε κάτι τύποι ψιλοφρικιά και έτσι και μέσα σε λίγες μέρες χωρίς να πάρω γραμμή γέμισα με μουσικές και ανθρώπους ωραίους με περίεργα κουρέματα, ζωγραφιστά μπλουζάκια και παντελόνια, μποτάκια και παραμάνες αλλά κυρίως γέμισα με ιδέες και σκέψεις που δεν περιστρέφονταν γύρω από καβάτζες και λεφτά. Και αυτό μου άρεσε. Τους τύπους δεν τους είχα ξαναδεί ποτέ πριν . Έμαθα όμως για αυτούς: ήταν πανκ και αναρχικοί και προέρχονταν από ένα σπίτι που το είχαν βαπτίσει «Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Αγρινίου –Studio OverGround» (που λειτούργησε μέχρι το 2001 περίπου). Μετά από αυτό κάθε λίγο και λιγάκι έρχονταν αυτοί οι τύποι και όχι μόνο αυτοί αλλά και πολύ άλλοι, με στόλιζαν με πανό, με ζωγράφιζαν με σπρέι, με γέμιζαν με μουσική, κουβέντες και εικόνες. Μετά ήρθαν άλλοι με νέες ιδέες, άλλη ομιλία, άλλη μουσική, άλλες εικόνες. Και τελικά μπορώ να πω ότι ως ένα σημαντικό σημείο κατάφεραν το σκοπό τους: έγινα σημείο αναφοράς πάλι στη πόλη η τοπική κοινωνία ξανάνιωσε την παρουσία μου… Πολύ όμως είχα στραβώσει όταν κάποιοι τύποι προερχόμενοι από ένα άλλο κτήριο που δεν πολύ γουστάρω, τη Πανεπιστημιακή Σχολή, ήρθαν και έκαναν συναυλία με είσοδο. Και μαζί με εμένα είχαν στραβώσει και άλλοι πολλοί… Mα δεν καταλαβαίνω! Τόσες δεκαετίες μπαινοβγαίνει οποίος θέλει και όποτε θέλει και ήρθαν κάποιοι έξυπνοι να βγάλουν λεφτά από μένα. Ευτυχώς δε ξανάγινε.

 

Τα χρόνια πέρασαν, τα κτίρια άλλαξαν, άλλαξα και εγώ. Αν και πια δεν είμαι το σημείο αναφοράς που ήμουν, δεν ξεχάστηκα. Συνεχίζω να υπάρχω και είμαι χαρούμενη γιατί δίπλα από μένα, στο παλιό στάδιο της ΓΕΑ, έγινε μία πλατεία, μαύρο χάλι. Ή μάλλον άσπρο χάλι. Μία κάτασπρη μαρμαρένια πλατειά με μπετό και όλο ψύχρα, είναι τώρα ο νέος μου συγκάτοικος. Όχι δεν τρελάθηκα. Μπορεί η δεσποινίς πλατεία να μη μου αρέσει, άλλα μου αρέσει όλος ο κόσμος που σκάει εκεί. Πιτσιρικάδες με σκέιτ κάνουν φιγούρες όλη μέρα και το βράδυ γκαφιτάδες καταθέτουν την τέχνη τους. Από άσπρη η πλατεία έχει γίνει πολύχρωμος καμβάς ανεμελιάς. Μιας ανεμελιάς όχι αφασίας, μα ανεμελιά με τσαμπουκά. Και αυτό φάνηκε στη εκδήλωση που έκαναν κάποιοι από τους θαμώνες της πλατείας, που χωρίς καμία άδεια στήσανε τα όργανα και χωρίς να τους ενοχλήσει κανείς έκαναν αυτό που θέλανε. Και φυσικά -τι παράληψη!- το πανό που πάντα κοσμεί το παράπλευρο τοίχωμα μου.

 

Εντάξει όπως και να το κάνουμε καλά είναι και τώρα… Αλλά μου λείπουν και οι παλιές καταστάσεις. Από τον κυρ Νικόλα το Χοντρό μέχρι και άλλους που ενώ ήταν ανέμελοι και δυναμικοί, ξαφνικά έφυγαν και άλλαξαν. Βέβαια ο κυρ Νικόλας έμεινε μέχρι τέλους ρεμάλι και μάγκας. Αλλά οι άλλοι; Γιατί ρε παιδιά τέτοια αλλαγή; Σε ένα κόσμο ετοιμόρροπο, δεν υπάρχουν καβάτζες. Γιατί να τα παραδώσετε τα όπλα; Κάτι ξέρω εγώ που τα λέω. Παρατηρώ και αν και ποτέ δεν επεμβαίνω, ξέρω, έχω δει, έχω μάθει. Επικοινωνώ με όλα τα κτίρια και καταλαβαίνω.

 

Καταστολή δεν είναι ο μπάτσος μόνο… Καταστολή είναι και οι ψεύτικες αναπνοές, ο ψεύτικος βηματισμός, η ψεύτικη ζωή. Και τελικά, όλοι αυτοί που έμειναν για πάντα νέοι, κορόιδα ήτανε;

 

Έντυπο δρόμου «Παροξυσμός», Τεύχος #10, 2007

 

(Μερικές φωτογραφίες από εκδηλώσεις στην παλια Λαχαναγορά)

vxra      bomb

 

laxanxas      mb

      

 

(Αφίσες απο κάποιες εκδηλώσεις)

steki-kopila

 

steki       AFISA-AGRINIO-POLEMOS      AGRINIO-ANTIFA-EKD  

 

 

Να παλέψουμε για το αυτονόητο: Τον τελευταίο πνεύμονα πράσινου της πόλης μας!

Αναδημοσιευμένο κείμενο από την  «Ανοιχτή Συνέλευση για την προστασία και την αναζωογόνηση του Δημοτικού Πάρκου Αγρινίου». Στις φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο παρουσιάζονται οι δυο χάρτες πριν και μετά την ανάπλαση.

 

parko5

 

SOSτε το Παπαστράτειο Δημοτικό Πάρκο Αγρινίου

 

Να παλέψουμε για το αυτονόητο: Τον τελευταίο πνεύμονα πράσινου της πόλης μας!

 

Την Τρίτη 20 Αυγούστου εργάτες, μηχανικοί του δήμου και μπουλντόζες έβαλαν μπρος την εντολή της Δημοτικής Αρχής για «ανάπλαση» του Δημοτικού Πάρκου Αγρινίου. Πόρτες σφραγίστηκαν με λουκέτα και άρχισε να σπάζεται μέρος από το κράσπεδο. Από την πρώτη μέρα πολίτες εμπόδισαν τις εργασίες σταματώντας τις μπουλντόζες ενώ «άνοιξαν» ξανά τις πόρτες του πάρκου, ώστε η πρόσβαση να είναι δυνατή σε όλους τους πολίτες. Την Δευτέρα 26 Αυγούστου εργολάβος, εργάτες και μηχανικοί εμφανίστηκαν στο πάρκο μαζί με όλη την τοπική αστυνομική δύναμη καθώς και διμοιρίες από Πάτρα. Το έργο, από την μεριά τους, έπρεπε με κάθε μέσο να συνεχιστεί.

 

Η στοχοποίηση του τελευταίου πνεύμονα μιας ήδη τσιμεντοποιημένης πόλης γίνεται εδώ και πολύ καιρό. Πρόκειται στην ουσία για ένα «φιλέτο» μίζας για Δήμο και εργολάβους, που πρέπει άμεσα να απορροφηθεί και το μοναδικό σχέδιο του Δήμου για τον προϋπολογισμό έργου για τις επόμενες εκλογές. Σε αυτούς τους καιρούς φτωχοποίησης της τοπικής κοινωνίας, η λεηλασία του Πάρκου φαντάζει σαν κακόγουστο αστείο εις βάρος των πολιτών και του περιβάλλοντος.

 

Αναμφίβολα, η ανάπλαση του πάρκου θα αποτελέσει ένα περιβαλλοντικό έγκλημα για την πόλη μας. Στο χώρο που τόσο χρόνια εσωκλείεται από την πέτρινη μάντρα, που οι δημοτικές αρχές θέλουν να ρίξουν, έχει δημιουργηθεί εδώ και 80 περίπου χρόνια ένα οικοσύστημα. Αυτό το οικοσύστημα περιλαμβάνει δέντρα ( κάποια από αυτά μεγάλης ηλικίας και ύψους), ποώδη βλάστηση αλλά και πανίδα, όπως τα σκιουράκια που οι επισκέπτες μπορούν να βρουν σε αυτό. Το οικοσύστημα αυτό δημιουργήθηκε μέσα στο χρόνο και έχει πάρει τη σημερινή του μορφή.

 

Οι παρεμβάσεις, που σχεδιάζονται να γίνουν με την ανάπλαση, αποτελούν μια πολύ βίαιη παρέμβαση σε αυτό το οικοσύστημα βάζοντας σε κίνδυνο τη βιωσιμότητά του. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις όπως η άνοδος θερμοκρασίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες δε θα περιοριστούν μόνο στη γύρω περιοχή από το πάρκο αλλά θα επηρεάσουν όλη την πόλη αφού το πάρκο αποτελεί πηγή δροσισμού και είναι ο μοναδικός πνεύμονα πρασίνου και οξυγόνου της πόλης.

 

Από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε η «ανάπλαση», οι δημοτικές αρχές επέλεξαν την συσκότιση μη δημοσιεύοντας τα τοπογραφικά και τη μακέτα. Μετά από τόσο καιρό μαθαίνουμε ότι το έργο απαλλάχτηκε περιβαλλοντικής μελέτης ,κάτι που δε ξέρουμε πόσο νόμιμο είναι. Ακόμα οι δημοτικές αρχές εξαφάνισαν από τα τοπογραφικά σχέδια γύρω στα 921 δέντρα ( πάνω από τα μισά που υπάρχουν) με στόχο την παράνομη υλοτομία τους. Ενώ ακόμα μας υπόσχονται 32 στρέμματα γκαζόν που δεν προσφέρει τίποτα στο μικροκλίμα της περιοχής αλλά αντιθέτως χρειάζεται αρκετή ποσότητα νερού.

 

Η οικονομία τη αγοράς θέλει να αποικίσει τα πάντα. Οι δημόσιοι χώροι πρέπει να εμπορευματοποιηθούν για να διατηρηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου. Η ανάπλαση του Πάρκου δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι φυσική προέκταση τη αντίληψης που θέλει τους δημόσιους χώρους αποστειρωμένους και παραδομένους στις προσταγές της κερδοφορίας. Με την εν λόγω ανάπλαση δεν θα ανοίγει το πάρκο στην πόλη. Αντίθετα το αστικό τοπίο και η τσιμεντοποίηση εισβάλουν στο χώρο του Πάρκου. Τη στιγμή που τα πάντα γύρω μας καταρρέουν, επιχειρείται η καταστροφή ενός χώρου συνάντησης, ξεκούρασης, και αναψυχής για την τοπική κοινωνία της πόλης. Ενός χώρου, που εδώ και έναν αιώνα περίπου, αποτελεί το μεγάλο πνεύμονα της πόλης, που εκτός από περιβαλλοντολογική αξία, έχει και εξαίσια κοινωνική, ιστορική και πολιτισμική βαρύτητα.

 

Όμως το Πάρκο, ως δημόσιος χώρος, είναι και τόπος λήψης αποφάσεων για την τοπική κοινωνία. Όλοι και όλες έχουμε ευθύνη για την εξέλιξη και το μέλλον του, εδώ και τώρα. Εμείς οι κάτοικοι του Αγρινίου είναι η ώρα να θέσουμε τους όρους του αγώνα ενάντια στη λεηλασία του πάρκου. Μέσω τις ανοιχτής συνέλευσης με συλλογικές και ισότιμες διαδικασίες καλούμε όλους τους Αγρινιώτες να κάνουμε πραγματικότητα την ενεργή συμμετοχή στα δημόσια θέματα της πόλης. Σκοπός μας είναι η αναζωογόνηση του Πάρκου και η αποτροπή της λεηλασίας του.

 

Ανοιχτή συνέλευση για την προστασία και την αναζωογόνηση του Δημοτικού πάρκου

 

ΥΓ1: H συνέλευση πραγματοποιείται κάθε απόγευμα στις 7 μμ στο πάνω μέρος του πάρκου (λιμνούλα).

 

ΥΓ2: Στο σχέδιο 1 φαίνεται το πώς είναι ακριβώς το πάρκο σήμερα. Γεμάτο βλάστηση. Στο σχέδιο 2 είναι το τοπογραφικό του δήμου για το πώς θα γίνει το πάρκο μετά την ανάπλαση που «επιχειρείται». Οι χώροι με το πράσινο χρώμα προορίζονται για γκαζόν και τα δέντρα που θα παραμείνουν είναι μόνο οι κύκλοι που βλέπετε στο σχέδιο. Η καταστροφή είναι εμφανής. Τσιμέντο, σίδερα, μάρμαρο, πορσελάνη, χάλυβας και γκαζόν είναι τα υλικά της ανάπλασης. Ούτε το 1/5 των δέντρων δε θα παραμείνει.

 

1

(σχέδιο 1)

2

(σχέδιο 2)

 

Τα μνημεία του ’26 και μια διαχρονική συνέχεια

 

To παρακάτω κείμενο καθώς και οι φωτογραφίες (οι οποίες είναι πιο παλιές) δημοσιεύτηκαν ως σχόλια στην αναδημοσίευση του κειμένου «Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ» του Παροξυσμού στο Athens Indymedia.

 

 

(Για μεγέθυνση κάντε κλικ πάνω στην φωτογραφία)

 

·         Το καινούριο (2009) και πιο πίσω το παλιότερο (κάπου στις αρχές των ‘80ς) μνημείο της Εξέγερσης των Καπνεργατών, στην είσοδο του Δημοτικού Πάρκου της Πόλης. Στη διαδρομή της καθόδου των απεργών, από την «αγια Σωτήρα», στο κέντρο του πάρκου, προς τα, τότε, όρια του Αγρινίου και τη ζώνη της αιματηρής καταστολής.

 

·         Το «παλιό», τουλάχιστο, μνημείο από την εποχή της τοποθέτησής του, λίγα μέτρα πιο μπροστά αν θυμάμαι καλά, αλλά σχεδόν «αόρατο», πολύ «ταπεινό» και χωμένο στις βραγιές του πάρκου, ΒΑΝΔΑΛΙΣΤΗΚΕ επανειλημμένα από νεοναζί οι οποίοι ΔΕΝ είναι καινούριο φρούτο στην Πόλη. Οι πολλαπλοί καθαρισμοί του από αγκυλωτούς σταυρούς, στοχάδια και «συναφή» προφανώς συντέλεσαν στο να είναι πια μισοσβησμένη η γραφή και τα ονόματα των Αγωνιστών στη μαρμάρινη πλάκα.

 

·         Τόσο φανερό, ότι πριν «μονοπωλήσουν» (σιγά μη!….) ως στόχοι του ναζιστικού μίσους οι «ξένοι» εργάτες, όταν «ξένοι» δεν υπήρχαν, για τους φορείς του, όπως και αν «παρουσιάστηκαν» μεταπολιτευτικά (και…) στο Αγρίνιο, «νέα θέσις», ΕΝΕΚ, «Εθνική Παράταξις», «Κόμμα προδευτικών (Μαρκεζίνη)», «ΕΠΕΝ- ν. ΕΠΕΝ», «Χ.Α.» κλπ. ο Εχθρός του  ήταν , είναι και θα είναι η Εργατική Τάξη, οι Κοινωνικοί Αγώνες, οι «Αναρχοκομμουνισταί»….

 

Ως προς το 1926, μια παρατήρηση:

 

·         Εντυπωσιακή (;..) ιστορικά, η χρήση των «ευζώνων», δηλαδή τακτικού στρατού, αξιωματικών και παιδιών που υπηρετούσαν τη θητεία τους, εποχής από το στρατόπεδο του κοντινού Μεσολογγίου , παράλληλα με τους «νομιμοποιημένους» μπάτσους εναντίον του «εσωτερικού εχθρού», των Καπνεργατών. Τα όπλα των φαντάρων εναντίον των Αδερφών, Γονιών, Φίλων, Γειτόνων τους!…  Παράλληλα, η δημιουργία από τους αστούς μεγαλοκαπνέμπορες εποχής, τρομοκρατικού μηχανισμού , από λούμπεν στοιχεία, κατά των Εργατικών Αγώνων και η φυσικότατη συνέχειά τους…. Σημαντικά τους τμήματα, «εργάστηκαν» λίγα χρόνια μετά για λογαριασμό της δικτατορίας Μεταξά, στο δοσιλογισμό για τους κατακτητές ναζί, στην εμφυλιακή και μετεμφυλιακή τρομοκρατία …και ως τις φαιές δικές μας μέρες και «εθνικιστικά» μορφώματα…

 

·         Το Αγρίνιο ΔΕΝ ξεχνά και μια από τις απαντήσεις του, στη «λεωφόρο ‘εθνικής ενότητας’» το καλοκαίρι δείχνει την Οδό!…

 

 

(Πίσω από το καινούργιο μνημείο, διαγράφεται "ταπεινό"

και σχεδόν αόρατο το παλιότερο μνημείο)

Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

 

 

( Η κηδεία των Θεμιστοκλή Καρανικόλα και Βασιλικής Γεωργαντζέλη.

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στην συμβολή των οδών  Παπαστράτου, Μπότσαρη και Σουλίου. )

 

 

Το 1926 η κατακόρυφη άνοδος του συναλλάγματος, είχε άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στο καπνεμπόριο. Έτσι οι καπνεργάτες κινητοποιούνται και απαιτούν ανάλογη αύξηση στα πενιχρά τους μεροκάματα. Οι καπνέμποροι αρνούνται κατηγορηματικά και έτσι οι καπνεργάτες κήρυξαν απεργία το Σάββατο 31 Ιουλίου 1926.

 

Οι μέρες περνούσαν, οι δύο πλευρές έμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το Σωματείο, μετά από 8 ημέρες απεργίας χωρίς καμία πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, βρέθηκε μπροστά σε δίλημμα: Αν συνέχιζε την απεργία, θα άρχιζε η διαρροή, αφού οι ανάγκες εκατοντάδων οικογενειών ήταν πιεστικές. Αν αποφάσιζε την μαχητική παρουσία με δυναμικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η σύγκρουση με την Χωροφυλακή θα ήταν αναπόφευκτη.

 

Αποφασίζουν το δεύτερο και ζητούν άδεια για να συγκεντρωθούν οι απεργοί την Δευτέρα, 9 Αυγούστου, στην πλατεία της Αγοράς, (Πλατεία Στράτου, σημερινή Πλατεία Ειρήνης) εκεί όπου γίνονταν όλες οι πολιτικές εκδηλώσεις. Οι αρχές αρνούνται και τους χορηγούν άδεια για την συγκέντρωσή τους στο χώρο της Αγίας Σωτήρας (το σημερινό Πάρκο), που τότε θεωρούνταν εκτός της πόλης. Πράγματι από το πρωί της Κυριακής 8 Αυγούστου, οι απεργοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στον χώρο της Αγίας Σωτήρας, με μαύρες σημαίες πάνω στις οποίες έγραφαν: «Δικαία απαίτησις, ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία»

 

Γύρω στις 8 το πρωί είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 8000 απεργούς. Οι αρχές είχαν τοποθετήσει ισχυρή δύναμη Χωροφυλακής στην «καμπή» της οδού Αγρινίου-Αμφιλοχίας, καθώς και μία δύναμη Ευζώνων, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι. Μετά από τους λόγους που εκφωνήθηκαν, η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι απεργοί σκορπίστηκαν άλλοι προς τον προσφυγικό συνοικισμό Αγ. Κωνσταντίνου και άλλοι προς την πόλη. Η ομάδα που κατευθύνθηκε προς την πόλη, ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο ταγματάρχης Ζαμπετάκης που ήταν επικεφαλής, τους προέτρεψε να κατέβουν προς την πόλη ανά δύο άτομα. Οι απεργοί διαβεβαίωσαν τον Ζαμπετάκη ότι η συγκέντρωσή τους είχε διαλυθεί, αλλά αρνήθηκαν να χωριστούν σε ομάδες των δύο.

 

Ακολουθεί συμπλοκή και η διαταγή του ταγματάρχη να πυροβολήσουν στον αέρα ήταν η αφορμή να επιτεθούν με πέτρες μερικές εργάτριες στην δύναμη της χωροφυλακής. Οι σφαίρες που μέχρι τότε έπεφταν στον αέρα, γύρισαν προς τους απεργούς. Μία σφαίρα βρίσκει στο κεφάλι τον νεαρό, σχεδόν παιδί, Θεμιστοκλή Καρανικόλα, που, σύμφωνα με μαρτυρίες, βρέθηκε τυχαία στο χώρο του επεισοδίου. Μία άλλη σφαίρα τραυματίζει θανάσιμα την έγκυο καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, που ξεψύχησε λίγο αργότερα. Ήταν 29 ετών και είχε ήδη δύο παιδιά, τον Γεράσιμο 9 ετών και την Παρασκευή 5 ετών. Ο εργάτης Δ. Τσαμπάς τραυματίζεται σοβαρά στο μπράτσο, που ακρωτηριάστηκε. Το νέο διαδίδεται στο Αγρίνιο γρήγορα και η κηδεία της Βασιλικής Γεωργαντζέλη και του Θεμιστοκλή Καρανικόλα, γίνεται στον Άγιο Δημήτριο παίρνοντας μορφή διαδήλωσης.

 

Σημείωση 1:

Η απεργία συνεχίστηκε για σαράντα μέρες ακόμη. Το Μάιο του ΄29 ξαναγίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις καπνεργατών με αιτήματα σχετικά με το ταμείο ασφάλισης. Το Σεπτέμβριο του ΄29 ξεκινά απεργία, ενώ τον Οκτώβριο γίνονται αιματηρά επεισόδια. Η χωροφυλακή μπαίνει στην αυλή του κτιρίου όπου βρίσκονταν η εργατική λέσχη (πλ. Σουλίου)  για να απαγορεύσει τη συνεδρίαση της διοίκησης του Σωματείου καπνεργατών. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τραυματίζονται σοβαρά 2 χωροφύλακες από πυροβολισμούς (ο επικεφαλής χωροφυλακής Δημητρόπουλος) και τρεις καπνεργάτες ελαφρά. Ακολούθησαν συλλήψεις. Το σωματείο των καπνεργατών διασπάστηκε το 1930 με σχεδόν καθολική συμμετοχή.

 

Σημείωση 2:

Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιάννη Καρύτσα «Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό» (εκδόσεις Άρδην) στην κινητοποίηση του ’26 οι αρχειομαρξιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή μαζί με άλλους εργάτες και εργάτριες. Μετά τον Αιματηρό Αύγουστο πολλοί αρχειομαρξιστές κυνηγήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με συνέπεια να αναγκαστούν να καταφύγουν στην Αθήνα. 

Καιρός να εφεύρουμε νέα «χαγιάτια»…

 

 

 

 

«…Αχ! Αυτό το πατόφυλλο!

Πόσο σκύψιμο, πόσο γδάρσιμο απ’ το χώμα!

Κι ύστερα το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο χέρι. Είχε μια έντονη μυρωδιά το πρωί με τη δροσιά αυτό το πικρό λουλούδι του καπνού, που έφερνε ναυτία σε εμάς τα παιδιά.»

(Απόσπασμα από εργασία μαθητών του Γενικού Λυκείου της Κατούνας Αγρινίου, δημοσιευμένη στο βιβλίο «Καπνός, Πηγή πλούτου και πόνου για την Αιτωλοακαρνανία»)

 

Και αφού μάζευαν τον καπνό από τα καπνοχώραφα, τον έβαζαν στα τσόλια ή τις καλάθες, τον κουβαλούσαν στις πλάτες τους ή με καρότσι και τον άδειαζαν στο χαγιάτι. Τα χαγιάτια, ως ημιυπαίθριοι χώροι με σκέπαστρο,  ήταν οι κύριοι χώροι αρμαθιάσματος του καπνού. Στην μέση, υπήρχε ο σωρός με τα καπνόφυλλα και γύρω-γύρω και καθισμένοι κάτω βρίσκονταν ο κόσμος που τον αρμάθιαζε με τις βελόνες φύλλο-φύλλο. Στη συνέχεια, έπαιρναν τις αρμάθες και μία-μία τις άπλωναν στις λιάστρες. Με απλωμένα πανιά προστάτευαν τις αρμάθες από την βροχή και με τα νάιλον μετέτρεπαν τις λιάστρες σε φούρνους για να ξεραθεί συντομότερα ο καπνός. Μετά από μέρες και νωρίς το πρωί, όπου ο καπνός θα ’ταν μαλακός από την δροσιά και δεν θα τρίβονταν, φτιάχναν τα βαντάκια, τα κρεμούσαν γύρω-γύρω στο σπίτι για να τα φτιάξουν αργότερα δέματα.

 

Όλη η οικογένεια καθόταν από το πρωί έως το βράδυ και αρμάθιαζε. Έρχονταν όμως και άλλοι. Φίλοι, συγγενείς, γείτονες… Έστω και για λίγη ώρα, να αρμαθιάσουν καμία αρμάθα, να παροτρύνουν για κανένα διαλειμματάκι («κατσό»), να μάθουν κανά κουτσομπολιό. Υπήρχε σίγουρα και ένα τρανζίστοράκι που έπαιζε αδιαλείπτως τις τελευταίες 80s ή 90s κυκλοφορίες (φρενογκάζ η μουσική), με διακοπές για χρονογραφήματα, ειδήσεις και αφιερώσεις για «τα παιδία που αρμαθιάζουν». Γύρω απ’ το χαγιάτι, τα μικρά παιδιά έκαναν σχέδια στο πάτωμα με τα κοτσάνια, τα λίγο μεγαλύτερα ψευτοβοηθούσαν. Μερικά άλλα χασομέραγαν ή κυνήγαγαν κότες…

 

Στο χαγιάτι κανένας δεν μπορούσε να κρυφτεί και τίποτα δεν έμενε κρυφό. Ο καθένας έλεγε τα προβλήματα του, εξομολογούταν τα πάθη του, καλαμπούριζε, σχολίαζε, ζητούσε υποστήριξη… Και όλα αυτά με καταβρώμικα χέρια από την κόλλα των καπνόφυλλων, με δάκτυλα γεμάτα κοψίματα απ’ τις βελόνες αρμαθιάσματος, με πατούσες σκληρές από το ξυπόλυτο περπάτημα. Δύσκολη δουλειά η παραγωγή καπνού. Δύσκολη και ανθυγιεινή.

 

Τα χαγιάτια, όμως, έχουν μείνει στην θύμηση ως χώροι συνάντησης και επικοινωνίας για την τοπική κοινωνία του Αγρινίου. Ως κοινοί τόποι επαφής. Τα αγροτόσπιτα μπορεί να είχαν μικρή ή και μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, το εσωτερικό τους όμως δεν έμοιαζε με τον σημερινό «ιερό» ιδιωτικό χώρο.

 

 

Σαφώς και τότε ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Και φαγωμάρα υπήρχε και ρουφιανιά και πατριαρχική δομή και φυλετικός καταμερισμός της εργασίας και όλες οι μορφές κοινωνικής παθογένειας που υπάρχουν και σήμερα. Εντούτοις, τότε η κοινωνία είχε περισσότερα κοινά, υπήρχε περισσότερη ζεστασιά, περισσότερο πάθος. Και πολύ περισσότερα λερωμένα χέρια από την χειρονακτική δουλειά. Το τελευταίο είναι και το πιο σημαντικό. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 τα λερωμένα ντόπια χέρια όλο και πιο πολύ λιγόστευαν. Όλο κι περισσότεροι αλβανοί εργάτες δούλευαν στα καπνά, όλο και περισσότεροι ντόπιοι κάθονταν κάτω από τον ίσκιο και επέβλεπαν. Σε λίγα χρόνια, εγγράφτηκε στην μνήμη όλων ότι τελειώσαμε με την βρώμα του καπνού.


Και ενώ κάθε καλοκαίρι το κέντρο το Αγρινίου ήταν σκέτη έρημος (οι δημόσιοι υπάλληλοι έφευγαν για διακοπές, οι αγρότες δούλευαν), σιγά-σιγά τα ουζερί, τα καφενεία και οι καφετέριες άρχισαν να δουλεύουν και κατά την θερινή περίοδο. Λογικό, αφού οι αλβανοί δούλευαν στα χωράφια των ντόπιων. Οι αγρότες, όμως, χαλάρωσαν πολύ. Ξεχάσανε τους αγώνες των αγροτών και των καπνεργατών ενάντια στην εκμετάλλευση που γινόταν εις βάρος τους από τους καπνέμπορους και καπνοβιομηχάνους. Ξέχασαν την εξέγερση των καπνοπαραγωγών Ξηρομέρου και Βάλτου το ’62, τις απεργίες και τον αιματηρό Αύγουστο του ’26. Ξέχασαν και τους νεκρούς τους από αυτές τις μάχες. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, άφησαν να φύγει η παραγωγή από την πόλη, με αντάλλαγμα ένα ποσοστό επιδοτήσεων για κάποια χρόνια. Ξεπούλημα δηλαδή. Όσοι θέλησαν να αντισταθούν σε αυτή την απόφαση, τραμπουκίστηκαν από την πλειοψηφία.

 

Τα χωράφια παρατήθηκαν στην μοίρα τους, οι νέοι έφυγαν για πολυετείς σπουδές και οι δρόμοι του κέντρου παρέμειναν γεμάτοι με κόσμο και το καλοκαίρι. Κυρίως, όμως, τα χέρια έμειναν καθαρά και οι σκληρές πατούσες μαλάκωσαν. Άτυχη συγκυρία! Αυτήν την περίοδο, τελειώνουν οι αγροτικές επιδοτήσεις. Τώρα τα χέρια πρέπει να ξαναλερωθούν. Και όχι απαραίτητα σε αγρινιώτικα χωράφια. Μπορεί και κάπου έξω από τα σύνορα.

 

Όσο για τους αλβανούς εργάτες «που τα κονόμησαν και κάνανε περιουσίες» όπως ξεστομίζουν με τόση χαιρεκακία μερικοί, να πούμε ότι φρόντισαν να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά. Υποθέτουμε, πως η κρίση στην Ελλάδα για κάποιους από αυτούς, φαινόταν αναμενόμενη. Σίγουρα, θα ξέρουν κάτι περισσότερο όλοι αυτοί που πέρασαν νύχτα τα σύνορα με τις σφαίρες να σφυρίζουν γύρω τους…

 

Τα μνημεία του ’26 και μια διαχρονική συνέχεια

 

To παρακάτω κείμενο καθώς και οι φωτογραφίες δημοσιεύτηκαν ως σχόλια στην αναδημοσίευση του κειμένου «Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ» του Παροξυσμού στο Athens Indymedia.

 

 

(Για μεγέθυνση κάντε κλικ πάνω στην φωτογραφία)

 

·         Το καινούριο (2009) και πιο πίσω το παλιότερο (κάπου στις αρχές των ‘80ς) μνημείο της Εξέγερσης των Καπνεργατών, στην είσοδο του Δημοτικού Πάρκου της Πόλης. Στη διαδρομή της καθόδου των απεργών, από την «αγια Σωτήρα», στο κέντρο του πάρκου, προς τα, τότε, όρια του Αγρινίου και τη ζώνη της αιματηρής καταστολής.

 

·         Το «παλιό», τουλάχιστο, μνημείο από την εποχή της τοποθέτησής του, λίγα μέτρα πιο μπροστά αν θυμάμαι καλά, αλλά σχεδόν «αόρατο», πολύ «ταπεινό» και χωμένο στις βραγιές του πάρκου, ΒΑΝΔΑΛΙΣΤΗΚΕ επανειλημμένα από νεοναζί οι οποίοι ΔΕΝ είναι καινούριο φρούτο στην Πόλη. Οι πολλαπλοί καθαρισμοί του από αγκυλωτούς σταυρούς, στοχάδια και «συναφή» προφανώς συντέλεσαν στο να είναι πια μισοσβησμένη η γραφή και τα ονόματα των Αγωνιστών στη μαρμάρινη πλάκα.

 

·         Τόσο φανερό, ότι πριν «μονοπωλήσουν» (σιγά μη!….) ως στόχοι του ναζιστικού μίσους οι «ξένοι» εργάτες, όταν «ξένοι» δεν υπήρχαν, για τους φορείς του, όπως και αν «παρουσιάστηκαν» μεταπολιτευτικά (και…) στο Αγρίνιο, «νέα θέσις», ΕΝΕΚ, «Εθνική Παράταξις», «Κόμμα προδευτικών (Μαρκεζίνη)», «ΕΠΕΝ- ν. ΕΠΕΝ», «Χ.Α.» κλπ. ο Εχθρός του  ήταν , είναι και θα είναι η Εργατική Τάξη, οι Κοινωνικοί Αγώνες, οι «Αναρχοκομμουνισταί»….

 

Ως προς το 1926, πια- παρατήρηση:

 

·         Εντυπωσιακή (;..) ιστορικά, η χρήση των «ευζώνων», δηλαδή τακτικού στρατού, αξιωματικών και παιδιών που υπηρετούσαν τη θητεία τους, εποχής από το στρατόπεδο του κοντινού Μεσολογγίου , παράλληλα με τους «νομιμοποιημένους» μπάτσους εναντίον του «εσωτερικού εχθρού», των Καπνεργατών. Τα όπλα των φαντάρων εναντίον των Αδερφών, Γονιών, Φίλων, Γειτόνων τους!…  Παράλληλα, η δημιουργία από τους αστούς μεγαλοκαπνέμπορες εποχής, τρομοκρατικού μηχανισμού , από λούμπεν στοιχεία, κατά των Εργατικών Αγώνων και η φυσικότατη συνέχειά τους…. Σημαντικά τους τμήματα, «εργάστηκαν» λίγα χρόνια μετά για λογαριασμό της δικτατορίας Μεταξά, στο δοσιλογισμό για τους κατακτητές ναζί, στην εμφυλιακή και μετεμφυλιακή τρομοκρατία …και ως τις φαιές δικές μας μέρες και «εθνικιστικά» μορφώματα…

 

·         Το Αγρίνιο ΔΕΝ ξεχνά και μια από τις απαντήσεις του, στη «λεωφόρο ‘εθνικής ενότητας’» το καλοκαίρι δείχνει την Οδό!…

 

 

(Πίσω από το καινούργιο μνημείο, διαγράφεται "ταπεινό"

και σχεδόν αόρατο το παλιότερο μνημείο)

Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

 

 

( Η κηδεία των Θεμιστοκλή Καρανικόλα και Βασιλικής Γεωργαντζέλη.

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στην συμβολή των οδών  Παπαστράτου, Μπότσαρη και Σουλίου. )

 

 

Το 1926 η κατακόρυφη άνοδος του συναλλάγματος, είχε άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στο καπνεμπόριο. Έτσι οι καπνεργάτες κινητοποιούνται και απαιτούν ανάλογη αύξηση στα πενιχρά τους μεροκάματα. Οι καπνέμποροι αρνούνται κατηγορηματικά και έτσι οι καπνεργάτες κήρυξαν απεργία το Σάββατο 31 Ιουλίου 1926.

 

Οι μέρες περνούσαν, οι δύο πλευρές έμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το Σωματείο, μετά από 8 ημέρες απεργίας χωρίς καμία πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, βρέθηκε μπροστά σε δίλημμα: Αν συνέχιζε την απεργία, θα άρχιζε η διαρροή, αφού οι ανάγκες εκατοντάδων οικογενειών ήταν πιεστικές. Αν αποφάσιζε την μαχητική παρουσία με δυναμικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η σύγκρουση με την Χωροφυλακή θα ήταν αναπόφευκτη.

 

Αποφασίζουν το δεύτερο και ζητούν άδεια για να συγκεντρωθούν οι απεργοί την Δευτέρα, 9 Αυγούστου, στην πλατεία της Αγοράς, (Πλατεία Στράτου, σημερινή Πλατεία Ειρήνης) εκεί όπου γίνονταν όλες οι πολιτικές εκδηλώσεις. Οι αρχές αρνούνται και τους χορηγούν άδεια για την συγκέντρωσή τους στο χώρο της Αγίας Σωτήρας (το σημερινό Πάρκο), που τότε θεωρούνταν εκτός της πόλης. Πράγματι από το πρωί της Κυριακής 8 Αυγούστου, οι απεργοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στον χώρο της Αγίας Σωτήρας, με μαύρες σημαίες πάνω στις οποίες έγραφαν: «Δικαία απαίτησις, ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία»

 

Γύρω στις 8 το πρωί είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 8000 απεργούς. Οι αρχές είχαν τοποθετήσει ισχυρή δύναμη Χωροφυλακής στην «καμπή» της οδού Αγρινίου-Αμφιλοχίας, καθώς και μία δύναμη Ευζώνων, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι. Μετά από τους λόγους που εκφωνήθηκαν, η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι απεργοί σκορπίστηκαν άλλοι προς τον προσφυγικό συνοικισμό Αγ. Κωνσταντίνου και άλλοι προς την πόλη. Η ομάδα που κατευθύνθηκε προς την πόλη, ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο ταγματάρχης Ζαμπετάκης που ήταν επικεφαλής, τους προέτρεψε να κατέβουν προς την πόλη ανά δύο άτομα. Οι απεργοί διαβεβαίωσαν τον Ζαμπετάκη ότι η συγκέντρωσή τους είχε διαλυθεί, αλλά αρνήθηκαν να χωριστούν σε ομάδες των δύο.

 

Ακολουθεί συμπλοκή και η διαταγή του ταγματάρχη να πυροβολήσουν στον αέρα ήταν η αφορμή να επιτεθούν με πέτρες μερικές εργάτριες στην δύναμη της χωροφυλακής. Οι σφαίρες που μέχρι τότε έπεφταν στον αέρα, γύρισαν προς τους απεργούς. Μία σφαίρα βρίσκει στο κεφάλι τον νεαρό, σχεδόν παιδί, Θεμιστοκλή Καρανικόλα, που, σύμφωνα με μαρτυρίες, βρέθηκε τυχαία στο χώρο του επεισοδίου. Μία άλλη σφαίρα τραυματίζει θανάσιμα την έγκυο καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, που ξεψύχησε λίγο αργότερα. Ήταν 29 ετών και είχε ήδη δύο παιδιά, τον Γεράσιμο 9 ετών και την Παρασκευή 5 ετών. Ο εργάτης Δ. Τσαμπάς τραυματίζεται σοβαρά στο μπράτσο, που ακρωτηριάστηκε. Το νέο διαδίδεται στο Αγρίνιο γρήγορα και η κηδεία της Βασιλικής Γεωργαντζέλη και του Θεμιστοκλή Καρανικόλα, γίνεται στον Άγιο Δημήτριο παίρνοντας μορφή διαδήλωσης.

 

Σημείωση 1:

Η απεργία συνεχίστηκε για σαράντα μέρες ακόμη. Το Μάιο του ΄29 ξαναγίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις καπνεργατών με αιτήματα σχετικά με το ταμείο ασφάλισης. Το Σεπτέμβριο του ΄29 ξεκινά απεργία, ενώ τον Οκτώβριο γίνονται αιματηρά επεισόδια. Η χωροφυλακή μπαίνει στην αυλή του κτιρίου όπου βρίσκονταν η εργατική λέσχη (πλ. Σουλίου)  για να απαγορεύσει τη συνεδρίαση της διοίκησης του Σωματείου καπνεργατών. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τραυματίζονται σοβαρά 2 χωροφύλακες από πυροβολισμούς (ο επικεφαλής χωροφυλακής Δημητρόπουλος) και τρεις καπνεργάτες ελαφρά. Ακολούθησαν συλλήψεις. Το σωματείο των καπνεργατών διασπάστηκε το 1930 με σχεδόν καθολική συμμετοχή.

 

Σημείωση 2:

Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιάννη Καρύτσα «Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό» (εκδόσεις Άρδην) στην κινητοποίηση του ’26 οι αρχειομαρξιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή μαζί με άλλους εργάτες και εργάτριες. Μετά τον Αιματηρό Αύγουστο πολλοί αρχειομαρξιστές κυνηγήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με συνέπεια να αναγκαστούν να καταφύγουν στην Αθήνα.