(Αρχίζει η ανάπλαση της παλιας λαχαναγοράς αγρινίου, κάτι που δεν μπορεί να αποφευχθει μιας και η κοινωνική συναίνεση εύκολα αποσπάται για τέτοια θέματα.
Σε λίγο όμως, όλοι θα περπατάμε πιο γρήγορα, σε μια πόλη ξένη.
Παρακάτω, παραθέτουμε κείμενο για την παλια λαχαναγορα απο παλιοτερο τευχος του εντύπου.)
Ένα κτίριο μιλάει
Είμαι η παλαιά λαχαναγορά και σας χαιρετώ. Γεννήθηκα – χτίστηκα- για να είμαι ακριβής το 1936 και από τότε είμαι μόνιμη κάτοικος Αγρινίου…Έχω ζήσει πολλά. Ευτυχώς μέχρι τώρα έχω ζήσει και πολλά χρόνια. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται… Και επειδή η καιροί είναι χαλεποί και αύριο- μακριά από εμάς – μπορεί να μη ζω.. και για να ακριβολογήσω και πάλι …μπορεί να έχω γκρεμιστεί …ή να με έχουν γκρεμίσει… θα ήθελα να πω την ιστορία μου.
Γενικά στη ζωή μου έχω περάσει από πολλές φάσεις… Ξέρεις τώρα… Και εμείς τα κτήρια αποκτάμε ζωή μέσα από τη ζωή αυτών που μας κατοικούν ή που μας χρησιμοποιούν… Γιατί ως γνωστό, τα ντουβάρια από μόνα τους δεν έχουν καμία απολύτως αξία.
Πέρασα από πολλές φάσεις λοιπόν. Η πρώτη μου φάση ήταν όταν με χτίζανε … Πότε δε ξέχασα την κραυγή από τον χτίστη που έπεσε από την στέγη μου. Ποτέ δε θα ξεχάσω τον πόνο που ένοιωσε και ένοιωσα και εγώ. Από τότε και μέχρι που πέθανε περπατούσε στραβά…Μετά, και αφού ήμουν έτοιμη, για πολλά χρόνια αποτέλεσα χώρο στέγασης των εμπορικών δραστηριοτήτων των ψαράδων και των μανάβηδων. Αυτό έγινε μέχρι το 90 περίπου. Και για να σας πω την αλήθεια, αυτή ήταν και η καλύτερη περίοδο της ζωής μου.
Καταρχήν δε ξεχάσω ποτέ τις μυρωδιές. Λένε πως τα ψάρια μυρίζουν άσχημα… Λάθος. Αν εντοπίσει κάποιος τη θάλασσα και το αλάτι στη μυρωδιά τους θα καταλάβει… Και τα πορτοκάλια, τα λεμόνια, τα μανταρίνια… Δυνατές μυρωδιές … Μυρωδιές που τώρα σπάνια τις συναντάς .. Ξεφλούδιζες ένα μανταρίνι και μοσχοβόλαγε ο τόπος… Σταφύλια, καρπούζια, πεπόνια, κεράσια… Άλλο πράγμα.
Αλλά και οι συμπεριφορές των ανθρώπων ήταν πολύ διαφορετικές από τις σημερινές .Σήμερα, δεν ξέρω, οι άνθρωποι είναι γυαλισμένοι, ψυχροί και αγέρωχοι. Τότε ήταν αλλιώς. Πιο έξω καρδιά; Ποιο χαρούμενοι; Μήπως ήταν απλά περισσότερο ο εαυτός τους; Ωστόσο τα προβλήματα ήταν πολλά αλλά τους έβλεπες χαιρόντουσαν με τα απλά, τα καθημερινά. Το αεράκι που φυσάει, η μυρωδιά του χώματος μετά τη βροχή, η ζωντανή γεύση από ένα καλογινωμένο φρούτο και άλλα τέτοια που θεωρούνται και καλά ποιητικά..…
Και οι σχέσεις ήταν διαφορετικές.. Είχαν πολύ ένταση και αλήθεια. Ο κυρ Νίκος ο Χοντρός δε δίστασε να μείνει ολοτσιτσιδος σε καμιά 10αριά ανθρώπους μόνο και μόνο για να ζυγιστεί στη πλάστιγγα, να αποδείξει ότι ήταν ένα κιλό ελαφρύτερος για να κερδίσει ένα στοίχημα της πλάκας. Δεν το κέρδισε όμως. «Τσάμπα το στριπτίζ μωρέ Νικόλα» του είπαν μετά τα φιλαράκια του . Ενώ ο κυρ Τάσος έσπασε ένα-ένα όλα τα καρπούζια του για να ξεπλύνει την υποτιθέμενη προσβολή όταν του παραπονέθηκαν ότι είχε δώσει άγουρα καρπούζια. Αυτό ήταν έκφραση! Ως λαχαναγορά τότε δεν αποτελούσα σημείο μιας απλής εμπορικής συνδιαλλαγής. Αποτελούσα ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς της πόλης … Όλοι οι παλιοί αγρινιώτες εργάτες και αγρότες είχαν περάσει από μένα. Κάθε μαγαζάκι είχε και απέξω και μερικά τελάρα ή στην καλύτερη κανα κουτσό τραπεζάκι για να κάθονται για παρέα οι φίλοι και οι οχτροί. Αλλά και οι τσαμπουκάδες ήταν και πιο έντονοι τότε. Πολύ πιο έντονοι. Αλλά τι να κάνουμε , έτσι είναι η ζωή. Εξάλλου καλύτερα τσαμπουκάς παρά υποκρισία και μορφωμένες ρουφιανιές. Βέβαια και τότε υπήρχαν μπάτσοι και χαφιέδες όμως ούτε και τότε ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί.
Λίγο πριν το 90 και μετά τα πράγματα τα είδα να αλλάζουν. Ήρθαν και τα πολυκαταστήματα. Το κέντρο του Αγρινίου άρχισε να γίνεται ασφυκτικό. Τα κτίρια όλα ήταν ανήσυχα. Όταν συζητούσαμε μεταξύ μας όλο στη καταστροφή πήγαινε ο νους μας. Κάτι θα άλλαζε αλλά τι ακριβώς θα ήταν αυτό δε ξέραμε… Μάθαμε αργότερα το όνομά του: Ανάπλαση.
Το 90 έπαψα να είμαι λαχαναγορά και μετονομάστηκα σε ¨παλιά λαχαναγορά¨. Είπαν πως ένα τέτοιο κτίριο με τέτοια δραστηριότητα δεν μπορούσε να παραμείνει ενεργό στο κέντρο του Αγρινίου. Οι αθηναϊκές καταβολές θα ήταν αναπόφευκτες και η πόλη μου θα έπρεπε να φωταγωγηθεί. Τότε έπεσα σε κατάθλιψη και ακολούθησε μία απελπιστική περίοδος. Τα παλιά σπίτια που ήμασταν φίλοι και μιλούσαμε, ξαφνικά εξαφανίστηκαν. Στη θέση τους ξεφύτρωσαν μοντέρνες πολυκατοικίες. Οι σχέσεις μου με αυτές ήταν μόνο εχθρικές. Όπως επίσης και με τα σουπερ μαρκετ, τα κλαμπ, τα σχολεία, το Δημαρχείο και άλλα πολλά κτήρια. Γιατί οι άνθρωποι δεν ορίζουν αυτά τα κτίρια όπως θα έπρεπε, αλλά τα κτίρια αυτά είναι που ορίζουν τους ανθρώπους. Γιατί είπαμε ότι οι άνθρωποι είναι που πρέπει να δίνουν ζωή στα κτίρια. Για εκείνη την περίοδο λοιπόν μόνο σκοτεινές ιστορίες έχω να διηγηθώ… Ιστορίες και αστικούς μύθους που αραχνιάζουν πάντα κάθε είδους εγκαταλελειμμένα κτίρια: Σκυφτοί άνθρωποι, κατεστραμμένες ψυχές, πνεύματα και στοιχειά, ηρωίνη. Άστα να πάνε…
Και εκεί που νόμιζα κάπου το 98 πως όλα τελείωσαν και ευχόμουν να’ ρθει καμιά μπουλντόζα μπας και πάρει τέλος αυτή η παλιοκατάσταση, σκάνε κάτι τύποι ψιλοφρικιά και έτσι και μέσα σε λίγες μέρες χωρίς να πάρω γραμμή γέμισα με μουσικές και ανθρώπους ωραίους με περίεργα κουρέματα, ζωγραφιστά μπλουζάκια και παντελόνια, μποτάκια και παραμάνες αλλά κυρίως γέμισα με ιδέες και σκέψεις που δεν περιστρέφονταν γύρω από καβάτζες και λεφτά. Και αυτό μου άρεσε. Τους τύπους δεν τους είχα ξαναδεί ποτέ πριν . Έμαθα όμως για αυτούς: ήταν πανκ και αναρχικοί και προέρχονταν από ένα σπίτι που το είχαν βαπτίσει « Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Αγρινίου» . Μετά από αυτό κάθε λίγο και λιγάκι έρχονταν αυτοί οι τύποι και όχι μόνο αυτοί αλλά και πολύ άλλοι, με στόλιζαν με πανό, με ζωγράφιζαν με σπρέι, με γέμιζαν με μουσική, κουβέντες και εικόνες. Μετά ήρθαν άλλοι με νέες ιδέες, άλλη ομιλία, άλλη μουσική, άλλες εικόνες. Και τελικά μπορώ να πω ότι ως ένα σημαντικό σημείο κατάφεραν το σκοπό τους: έγινα σημείο αναφοράς πάλι στη πόλη η τοπική κοινωνία ξανάνοιωσε την παρουσία μου… Πολύ όμως είχα στραβώσει όταν κάποιοι τύποι προερχόμενοι από ένα άλλο κτήριο που δεν πολύ γουστάρω, τη Πανεπιστημιακή Σχολή, ήρθαν και έκαναν συναυλία με είσοδο. Και μαζί με εμένα είχαν στραβώσει και άλλοι πολλοί.. Mα δεν καταλαβαίνω! Τόσες δεκαετίες μπαινοβγαίνει οποίος θέλει και όποτε θέλει και ήρθαν κάποιοι έξυπνοι να βγάλουν λεφτά από μένα. Ευτυχώς δε ξανάγινε…
Τα χρόνια πέρασαν, τα κτίρια άλλαξαν, άλλαξα και εγώ. Αν και πια δεν είμαι το σημείο αναφοράς που ήμουν, δεν ξεχάστηκα. Συνεχίζω να υπάρχω και είμαι χαρούμενη γιατί δίπλα από μένα, στο παλιό στάδιο της ΓΕΑ, έγινε μία πλατεία, μαύρο χάλι. Ή μάλλον άσπρο χάλι. Μία κάτασπρη μαρμαρένια πλατειά με μπετό και όλο ψύχρα, είναι τώρα ο νέος μου συγκάτοικος. Όχι δεν τρελάθηκα. Μπορεί η δεσποινίς πλατεία να μη μου αρέσει, άλλα μου αρέσει όλος ο κόσμος που σκάει εκεί. Πιτσιρικάδες με σκέιτ κάνουν φιγούρες όλη μέρα και το βράδυ γκαφιτάδες καταθέτουν την τέχνη τους. Από άσπρη η πλατεία έχει γίνει πολύχρωμος καμβάς ανεμελιάς. Μιας ανεμελιάς όχι αφασίας, μα ανεμελιά με τσαμπουκά. Και αυτό φάνηκε στη εκδήλωση που έκάναν κάποιοι από τους θαμώνες της πλατείας, που χωρίς καμία άδεια στήσανε τα όργανα και χωρίς να τους ενοχλήσει κανείς έκαναν αυτό που θέλανε. Και φυσικά-τι παράληψη!- το πανό που πάντα κοσμεί το παράπλευρο τοίχωμα μου.
Εντάξει όπως και να το κάνουμε καλά είναι και τώρα… Αλλά μου λείπουν και οι παλιές καταστάσεις. Από τον κυρ Νικόλα το Χοντρό μέχρι και άλλους που ενώ ήταν ανέμελοι και δυναμικοί, ξαφνικά έφυγαν και άλλαξαν. Βέβαια ο κυρ Νικόλας έμεινε μέχρι τέλους ρεμάλι και μάγκας. Aλλά οι άλλοι; Γιατί ρε παιδιά τέτοια αλλαγή; Σε ένα κόσμο ετοιμόρροπο, δεν υπάρχουν καβάτζες. Γιατί να τα παραδώσετε τα όπλα; Κάτι ξέρω εγώ που τα λέω. Παρατηρώ και αν και ποτέ δεν επεμβαίνω, ξέρω, έχω δει, έχω μάθει. Επικοινωνώ με όλα τα κτίρια και καταλαβαίνω. Καταστολή δεν είναι ο μπάτσος μόνο… Καταστολή είναι και οι ψεύτικες αναπνοές, ο ψεύτικος βηματισμός, η ψεύτικη ζωή.
Και τελικά, όλοι αυτοί που έμειναν για πάντα νέοι, κοροΐδα ήτανε;
όσοι έχουν ζήσει τη λαχαναγορά στις μέρες που έσφυζε απο ζωή το παραπάνω κείμενο του παροξυσμου σιγουρα θα τους συγκινήσει και θα τους φέρει στο μυαλό αξέχαστες αληθινές στιγμές…αλλά και όσοι δεν προλάβανε αυτό το κτήριο που φιλοξένησε μια άλλη πλευρα ανθρώπων του αγρινίου,που θέλανε να εκφραστούν,να αντιδράσουν,να πουν τη γνώμη τους,να προτίνουν,έξω απο μαγαζιά,μακριά απο σπόνσορες και εξουσιαστικές διαδικασίες…σίγουρα αυτό το κείμενο-ιστορία του παροξυσμου για την παλια λαχαναγορα που θα μπορούσε να ήταν και σαν παραμύθι(ευτυχως δεν ήταν…το ζήσαμε) θα τους βάλεί για τα καλά στο νόημα για το τι εστί παλιά λαχαναγορά…τώρα απλά περιμένουμε να δούμε τη λαχαναγορά με το νέο της ντύσιμο, και αγωνιούμε αν θα μας αναγνωρισει και θα μας κλείσει το μάτι με το που θα περάσουμε απο μπροστά της…..
polu wraio keimeno..