Γράμμα του Αρή Σειρηνίδη , εν όψει της δίκης στις 9/3/11
Στις 9 Μαρτίου 2011 η αστική δικαιοσύνη πρόκειται να κρίνει σε δημόσια διαδικασία την «υπόθεσή» μου. Μια «υπόθεση» που κατασκευάστηκε στα βιολογικά εργαστήρια της ΓΑΔΑ, αλλά δεν ήταν σε καμία περίπτωση προϊόν επιστημονικής φαντασίας.
Ο πολιτικός χαρακτήρας της δίωξής μου μπορεί, νομίζω, να συνοψιστεί σε μια αποστροφή της ανακριτικής πρότασης, με την οποία επιχειρήθηκε η τεκμηρίωση της απόφασης για την προφυλάκισή μου. Αμέσως μετά τη μονότονη προσπάθεια στήριξης του μοναδικού, και αυτού ελάχιστης πραγματικής σημασίας, στοιχείου που η αστυνομία προσκόμισε ως ένδειξη ενοχής – μια χειρουργική μάσκα με το DΝΑ μου-, ο ανακριτής συνεχίζει ως εξής: «Απολογούμενος, άλλωστε, ο κατηγορούμενος, κατά τη δική του φρασεολογία, δηλώνει αναρχικός, δεν κρύβει την ανατρεπτική του δράση, εντάσσει τον εαυτό του στο αναρχικό κίνημα, θεωρεί τον εαυτό του επαναστάτη και επιθυμεί να ανατρέψει αυτόν τον κόσμο, όντας ενταγμένος στον καθημερινό αγώνα ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό».
Η βαρύτητα που προσλαμβάνει ο τροπικός σύνδεσμος «άλλωστε» στη ρητορική της καταγγέλλουσας αρχής είναι εξόχως αποκαλυπτική του περιεχομένου των αποδεικτικών ισχυρισμών. Σημαίνει την αξιοπιστία της προηγηθείσας νομικής επιχειρηματολογίας, η οποία προφανώς αξιολογείται ως ελλιπής και επιστρατεύονται για να την ενισχύσουν και να της προσδώσουν οντότητα και κύρος οι ιδεολογικές μου πεποιθήσεις και επιδιώξεις, ουσιαστικά το πολιτικό μου DΝΑ.
Αν είναι, λοιπόν, κάτι που δίνει υπόσταση στο κατηγορητήριο, αυτό δεν είναι το γενετικό υλικό που ανιχνεύτηκε σε μια από τις διάσπαρτες μάσκες που βρέθηκαν στην περιοχή των Εξαρχείων εξ αιτίας των επεισοδίων των προηγούμενων ημερών, αλλά η πολιτική γενετική μου ύλη, η παρουσία μου σε εκείνη την πλευρά του οδοφράγματος που ορίζει η ταξική μου θέση και συνείδηση, ενάντια στην καπιταλιστική κυριαρχία και την κρατική τρομοκρατία.
Αναπόφευκτα, και το περιεχόμενο της επερχόμενης δίκης στις 9 Μαρτίου καθορίζεται από αυτήν ακριβώς τη σύγκρουση των δύο εχθρικών κόσμων, του κόσμου της κυριαρχίας από τη μια, και της αντίστασης και εξέγερσης από την άλλη. Μια σύγκρουση που στο συγκεκριμένο πεδίο της δίωξής μου αντιπροσωπεύεται από την κατά μέτωπο αντιπαράθεση του πλέον ολοκληρωτικού πυρήνα της αστικής δημοκρατίας, του αστυνομικού-δικαστικού συμπλέγματος, με εμένα και το κίνημα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους.
Εκτός όμως από πολιτική, η επικείμενη δίκη είναι και πιλοτική: στην περίπτωση μου αυτό που κρίνεται κατ’ ουσίαν είναι η δυνατότητα της εξουσίας να εξουδετερώνει τους πολιτικούς της αντιπάλους, κατασκευάζοντας ενόχους με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο τις επιστημονικοφανείς αποφάνσεις των βιολογικών εργαστηρίων της ΓΑΔΑ.
Τα μέχρι τώρα στοιχεία της δίωξης μου είναι λίγο-πολύ γνωστά. Αμέσως μετά την αποτυχημένη απόπειρα της Aσφάλειας και των ηλεκτρονικών και έντυπων γραφιάδων της να επενδύσει τη σύλληψή μου για πλημμεληματικού χαρακτήρα αδίκημα με κατηγορίες που στόχευαν την ηθική μου σπίλωση (αλλά και τη συσκότιση των συνθηκών του βαρύτατου τραυματισμού του αγωνιστή Σίμου Σεϊσίδη), τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει η Αντιτρομοκρατική, ανασύροντας μια ξεχασμένη υπόθεση πυροβολισμού εναντίον κλούβας των ΜΑΤ το καλοκαίρι του 2009 στα Εξάρχεια. Με αποδεικτικό στοιχείο την ταύτιση γενετικού υλικού που ελήφθη παράνομα από το πορτοφόλι μου με το γενετικό υλικό που βρέθηκε σε μια χειρουργική μάσκα που περισυλλέχθηκε στην περιοχή του περιστατικού, εκδίδεται λίγα λεπτά μόνο πριν αφεθώ ελεύθερος ένταλμα σύλληψης και διατάσσεται η προφυλάκισή μου. Μόνο που το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής πέρα από ευφάνταστο ήταν και άκρως ερασιτεχνικό. Πουθενά στη δικογραφία δεν προκύπτει ότι η μάσκα -το μοναδικό υποτιθέμενο πειστήριο– ανήκε στον δράστη των πυροβολισμών, ενώ ο σωματότυπος και τα χαρακτηριστικά του δράστη που περιγράφουν οι αυτόπτες μάρτυρες και οι αστυνομικοί βρίσκονται σε καταφανή αντίθεση με το δικό μου. Όσο για το περίφημο γενετικό υλικό, ποτέ δεν διευκρινίστηκε ο τύπος και το είδος του, ενώ σκοπίμως παρασιωπήθηκε έκθεση του ίδιου του εργαστηρίου της Ασφάλειας -που ενισχύει βασικό υπερασπιστικό μου ισχυρισμό–, σύμφωνα με την οποία στη μάσκα–πειστήριο εντοπίστηκε γενετικό υλικό περισσοτέρων ατόμων.
Υπόσταση στο σενάριο της Αντιτρομοκρατικής σε αναμονή κάποιου «άλλου που δεν ήρθε», όπως ο ίδιος ομολόγησε, ανέλαβε να προσδώσει ο ανακριτής. Με επιλεκτική χρήση των στοιχείων της δικογραφίας και απαράδεκτους δικονομικούς συμψηφισμούς των μαρτυρικών καταθέσεων, ο ανακριτής συνθέτει μια πραγματικότητα προσαρμοσμένη στην αλήθεια της Αντιτρομοκρατικής και θεμελιώνει ως αποδεικτικό ισχυρισμό το μοναδικό στοιχείο του κακοποιημένου δικονομικά και αμφισβητούμενου επιστημονικά DNΑ.
Φαίνεται, όμως, ότι η κατασκευή δεν άφησε ικανοποιημένο τον ανακριτή, που επιστρατεύει τελικά το καθοριστικό επιχείρημα για να δέσει την υπόθεση: την καθ’ ομολογίαν μου, όπως αναφέρει, ανατρεπτική μου θέση και δράση. Η πολιτική μου στράτευση δεν ήταν, βέβαια, άγνωστη στις δικαστικές αρχές που προφανώς δεν περίμεναν την δική μου ομολογία για να τη μάθουν. Αυτό που χρειάζεται όμως ιδιαίτερη προσοχή εδώ, είναι ότι το πολιτικό DNA ενός κατηγορούμενου εμφανίζεται πλέον σε δικαστικά πρακτικά ως ισχυρή ένδειξη ενοχής, κάτι που τουλάχιστον μέχρι πρότινος οι αρχές φρόντιζαν να διατηρούν έξω από την επίσημη ρητορική τους.
Τα περίφημα διαβιβαστικά της κρατικής Ασφάλειας και της Αντιτρομοκρατικής, που αποτέλεσαν για χρόνια τον οδηγό για τις διώξεις και φυλακίσεις δεκάδων αγωνιστών, περιβάλλονται πλέον με νομική ισχύ και μετατρέπονται σε δικαστικό αξίωμα. Στο νέο αντιτρομοκρατικό πλαίσιο που ψήφισε, άλλωστε, πριν από λίγους μήνες η κυβέρνηση του μνημονίου, η δίωξη κατά του φρονήματος έχει γίνει νόμος. Ένα νέο ιδιώνυμο, πλαισιωμένο από έκτακτες δικαστικές-αστυνομικές εξουσίες, βρίσκεται πλέον σε ισχύ και ανοίγει τον δρόμο για μαζικές προγραφές αγωνιστών, πολιτικών χώρων και κινημάτων.
Στη νέα εποχή καταστολής, στον καιρό του ΔΝΤ και του ολοκληρωτικού πολέμου που κεφάλαιο και κράτος έχουν κηρύξει στην κοινωνία, οι διώξεις εναντίον των πολιτικών εχθρών του καθεστώτος δεν μπορούν να γίνουν πια με τις παρωχημένες και δυσκίνητες μεθόδους της ούτως ή άλλως συρρικνωμένης αστικής δημοκρατίας. Την ίδια στιγμή που το ΔΝΤ, η ΕΕ και οι εγχώριοι εκπρόσωποι τους επιβάλλουν καθεστώς καπιταλιστικού οικονομικού ολοκληρωτισμού, την ίδια στιγμή ο μανδύας της δημοκρατίας πέφτει. Τότε οι φάκελοι των κοινωνικών φρονημάτων ανοίγουν και τα αντάξια μετεμφυλιακής χωροφυλακής σενάρια «δένονται» με την αδιάσειστη έρευνα DNA στα εργαστήρια της ΓΑΔΑ. Είναι η στιγμή που η δύσοσμη παράδοση της εγχώριας κρατικής καταστολής συναντά τον ολοκληρωτισμό του μέλλοντος.
Η ανάλυση, λοιπόν, του πολιτικού μου DNA αποκτά πρωταρχική σημασία στην ανάγνωση των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της δίωξής μου. Γιατί αυτό που τελικά στοχοποιεί το κράτος σε αυτή τη δίκη –όπως και στις δίκες άλλων συντρόφων που έρχονται- , πέρα και από τις πράξεις που αποδίδονται είναι το φαντασιακό του αγώνα και της αντίστασης που καθένας/μια από μας αντιπροσωπεύει. Τα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία που ανιχνεύονται στο προσωπικό μου δείγμα, ταυτοποιούνται μέσα στο συλλογικό αποτύπωμα που αφήνουν οι μικρές και μεγάλες στιγμές των κοινωνικών ταξικών αγώνων της τελευταίας εικοσαετίας, συνθέτοντας με χιλιάδες ακόμα μοναδικά ίχνη το μωσαϊκό του επαναστατικού αντικαπιταλιστικού κινήματος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο κάθε πολιτική δίκη και κατά προέκταση κάθε αγώνας αποτελεί και μια εξερεύνηση της ίδιας μας της ιστορίας.
Μια και ο λόγος για ιστορία λοιπόν, το πανηγυρικό «τέλος της Ιστορίας» που στις αρχές της δεκαετίας του 1990 διεκδίκησε για τον εαυτό της η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και φιλοδόξησε να εκφράσει το εγχώριο ιδεολόγημα του εκσυγχρονισμού, ήταν και η αφετηρία συγκρότησης της δικής μου πολιτικής ύλης, αλλιώς, της δικής μου ιστορίας. Οι μαθητικές καταλήψεις του θερμού χειμώνα του ’90-’91, ως εμπειρία οργής, αυτοοργανωμένου αγώνα, σύγκρουσης και νίκης, αποτέλεσαν την κινηματική μήτρα και το σημείο αναφοράς δεκάδων εφήβων από διαφορετικά σημεία της Αθήνας που συναντήθηκαν στους δρόμους του κέντρου. Στο κοινωνικό και πολιτικό εργαστήριο των Εξαρχείων η εφηβική οργή εν-τοπίστηκε, κοινωνικοποιήθηκε και μεταλλάχθηκε σε εξεγερτική κοινωνική και πολιτική δράση, χωρίς όμως να απεμπολήσει την παιγνιώδη της διάσταση: η ορμή, το πείσμα, ο αυτοσχεδιασμός, η συντροφικότητα, η φιλία, η παρέα άφησαν τα δικά τους ανεξίτηλα ίχνη τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο της πολιτικής δράσης. Μιας δράσης, που αν και γεωγραφικά εντοπισμένη, αναζήτησε το νήμα της σύνδεσης –και σε μεγάλο βαθμό το κατάφερε- με όλα σχεδόν τα επεισόδια του εγχώριου και παγκόσμιου ταξικού-κοινωνικού αγώνα. Από το εξεγερτικό εγχείρημα του Πολυτεχνείου του ’95 μέχρι τα οδοφράγματα έξω από τα εξεταστικά κέντρα το καλοκαίρι του ’98 και τις μαθητικές κινητοποιήσεις ενάντια στον νόμο Αρσένη· από τη θερμή υποδοχή του πλανητάρχη τον Νοέμβρη του ’99 και τις διαδηλώσεις ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, μέχρι το κίνημα ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση· από τις τοπικές δράσεις και συνελεύσεις σε γειτονιές μέχρι τις πρακτικές της άμεσης δράσης· από τις συνελεύσεις των πρωτοβάθμιων εργατικών σωματείων μέχρι την αλληλεγγύη στους μετανάστες· από τις φοιτητικές κινητοποιήσεις ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της παιδείας, μέχρι την εξέγερση του Δεκέμβρη 2008. Και βέβαια, ως διαρκής σταθερά που διατρέχει το σύνολο του αγώνα: η αλληλεγγύη στους πολιτικούς κρατούμενους και η ανάδειξη της μνήμης των συντρόφων που έφυγαν κατά τη διάρκειά του.
Αυτό λοιπόν το πολιτικό DNA, το δικό μου και όλων όσοι κοινωνικοποιήθηκαν πολιτικά στα ίδια συμφραζόμενα και εξακολουθούν να ορίζουν τον εαυτό τους μέσα από την πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση, είναι εν τέλει το ουσιαστικό επίδικο σε αυτή τη δίκη.
Η σύλληψή μου συνέπεσε μια μέρα μετά την υπαγωγή της χώρας στο ΔΝΤ και την ανακοίνωση από τον πρωθυπουργό των πρώτων μέτρων άγριας λιτότητας. Στην τελετή παράδοσης των τελευταίων εργασιακών δικαιωμάτων στο κεφάλαιο, ο λόγος περί «τέλους εποχής» και «αλλαγής σελίδας» ακούστηκε φιλάρεσκος ξανά. Ας προσέχουν, όμως, οι κυρίαρχοι. Ένα άλλο «τέλος της Ιστορίας», είκοσι χρόνια πριν, στάθηκε για πολλούς η αφετηρία της διάβασης από την περιοχή της εφηβικής οργής στην ανατρεπτική πολιτική δράση. Μέσα από την επίπονη διαδικασία αυτογνωσίας, αυτοκριτικής και ωρίμανσης που συνοδεύει την κάθε καινούργια και σωρευμένη αγωνιστική εμπειρία, το νέο «τέλος εποχής» είναι η αρχή νέων επεισοδίων αγώνα, πολιτικά και μαχητικά αναβαθμισμένων όσο και η τωρινή εκρηκτική αντικειμενική συνθήκη.
Άρης Σειρηνίδης
πολιτικός κρατούμενος
Α΄ πτέρυγα φυλακών Κορυδαλλού
10.02.2011