Η ΠΥΡΑΜΙΔΑ

Στις 20/08/07  πραγματοποιήθηκε εκδήλωση  στον Ανάπλους με προβολή της ταινία μικρού μήκους «Πυραμίδα». Η ταινία, αποτελεί ένα φιλμικό ψυχογραφικό δοκίμια στη βία και τη καταπίεση της πατριαρχικής ελληνικής οικογένειας. Η ταινία παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο χρονικό στιγμιότυπο από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η πρώτη είναι του αυταρχικού πατέρα –αφέντη, ο οποίος εκτελεί χρέη μπάτσου, η δεύτερη είναι της καταπιεσμένης και νευρωτικής μητέρας και η τρίτη του αλλοπρόσαλλου και τοχικοεξαρτημένου γιου, ο οποίος λειτουργεί και καθοδηγητικά ως πρότυπο για το μικρό του αδελφό. Το κοινότυπο μεσημεριανό αυτής της μικροαστικής οικογένειας ολοκληρώνεται με ένα πυροβολισμό….

Μετά το τέλος της ταινίας έγινε τοποθέτηση- εισήγηση ενός από τους δημιουργούς της ταινίας (σκηνοθεσία) και ακολούθησε συζήτηση. Λόγω του κλίματος οι πιο πολλοί από τους 60 περίπου ανθρώπους που συμμετείχαν στη εκδήλωση, τοποθετήθηκαν και πήραν μέρος στη συζήτηση. Η συζήτηση κέντραρε περισσότερο στο θεσμό της οικογένειας άλλα και σε ζητήματα περί τέχνης. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε πως η οικογένεια λειτουργεί ως μόνιμος συντελεστής καταπίεσης και δυστυχίας των ατόμων, πως απότελεί επιτακτικά τη φυσική εξέλιξη των επίλογών (παραβλέποντας το συνολικότερο καταναγκασμό), ότι η «οικογενειακή θαλπωρή» στην ουσία είναι ένα πεδίο μάχης που αναπαράγει ρόλους και πρότυπα και τελικά αφού λειτουργεί βάση συγκεκριμένων δομών, παγιώνει και την επικυριαρχία και των υπόλοιπων θεσμών πάνω στη ζωή των ατόμων.

Όσο αφορά την  τέχνή αναφέρθηκέ πως η τέχνη δεν θα έπρεπε να είναι κάτι αποκομμένο από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, πως το δίπολο «δημιουργός» – «θεατής» και γενικά οι κυρίαρχες θέσεις περί «ειδικών», «ταλέντων» και «αυθεντιών»  περιορίζουν την ελεύθερη  δημιουργική έκφραση και ότι έχει μείνει από αυτήν, την μετατρέπουν σε είδος προς πώληση.

Στη συνέχεια και μετά το πέρας της συζήτησης προβλήθηκε  το Βίντεο συντρόφων «Η Πόλη», το οποίο απότελει μία σημειολογική ανάλυση της κίνησης των ανθρώπων στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο της πόλης.

Οι συντελεστές της «Πυραμίδας» επέλεξαν να συμμετάσχει το φιλμ τους στα διάφορα φεστιβάλ μικρού μήκους που διοργανώνονται από δήμους και άλλούς φορείς σε διάφορες πόλεις (Δράμα, Πάτρα, Αθήνα). Αν και η ταινία απέσπασε αρκετά βραβεία και διακρίσεις, εμείς από την πλευρά μας δεν αναγνωρίζουμε απολύτως τίποτα θετικό σε αυτού του είδους τα φεστιβάλ. Πιστεύουμε πως το μόνο που προσφέρουν είναι διαχωρισμούς, οπισθοδρομήσεις και φυσικά εμπορευματοποίηση. Αναγνωρίζουμε όμως την πρωτοφανής θέληση των συντελεστών να γίνει η πρώτη δημόσια προβολή της ταινίας σε έναν αυτοοργανωμένο χώρο και να μοιραστούμε όλοι μαζί την χαρά της δημιουργίας.

ΜΠΙΛΙ ΕΛΙΟΤ

Η ανάγνωση ενός Φιλμ: Μπίλι Έλιοτ


Η ταινία διαδραματίζεται στο επαρχιακό βρετανικό προάστιο των μέσων της δεκαετίας του 80. Ο Μπίλι Έλιοτ ζει με τον αδελφό του ,τον πατέρα του, που είναι ανθρακωρύχοι και με την γιαγιά του. Ο πατέρας στέλνει το Μπίλι σε μαθήματα μποξ , αλλά αυτός προτιμά το μπαλέτο, φέρνοντας σε ένα εικονικό ρινγκ τους δύο αιώνιους αντιπάλους: την προκατάληψη και την επιθυμία. Παράλληλα μία άγρια απεργία  ανθρακωρύχων  φουντώνει όλο και πολύ. Τελικά παρά τις αρχικές αντιδράσεις του πατέρα και του αδελφού του και με την βοήθεια μίας καθηγήτριας χορού, ο Μπιλι θα καταφέρει τελικά να κάνει πραγματικότητα το μεγάλο του όνειρό και να γίνει χορευτής.


Οι περισσότεροι που βλέπουν τη συγκεκριμένη ταινία συλλήβδην τρέχουν να την εκθειάσουν και να αναγνωρίσουν σε αυτή μόνο το κυρίαρχο στοιχείο της: αυτό της ανυποχώρητης θέλησης για αγώνα. Όμως κάποια βασικά στοιχεία παραβλέπονται:


Α) Οι περισσότερες ταινίες του ξεπουλημένου κινηματογράφου ασχολούνται πολύ συχνά με τους «δύσκολους αγώνες». Οι κοινοτυπία είναι πως πάντα αυτοί οι αγώνες δικαιώνονται. Θα θεωρούσαμε  αληθοφανή αυτόν τον Μπίλι Έλιοτ που δε θα μπορούσε να ξεπεράσει τις δυσκολίες, που τα νεύρα του θα τσακιζόταν, που τελικά ο αγώνας του θα συντρίβονταν στο οδόφραγμα της κοινωνικής νομιμότητας. Εκεί, στην αποτυχία, θα μπορούσαμε να δούμε πόσο δυνατός θα μπορούσε να είναι ο ήρωας της ταινίας. Αντ΄ αυτού τον είδαμε να κατακλύζει τα πάλκό, να εξέχει στους καλλιτεχνικούς κύκλούς, να θριαμβεύει… Ότι συμβαίνει πάντα, δηλαδή, σε όλα τα ωραία παραμύθια.


Β) Ο Μπίλι Έλιοτ δεν ξεχωρίζει σε τίποτα από τους υπόλοιπους νέους που αδιαφορούν για το τι συμβαίνει γύρω τους. Κοιτάει μόνο προς τα μέσα του. Ενώ δίπλα του μαίνεται μία άγρια απεργία, ένας πόλεμος κανονικός, ο Μπίλι είναι απορροφημένος στο κόσμο του και το χορό. Αδιαφορεί, όχι επειδή δεν καταλαβαίνει, αλλά επειδή δεν νοιάζεται. Ο μικρόκοσμος του κυριαρχεί και οι ατομικές του ανάγκες επισκιάζουν τα πάντα


Γ) Στην ταινία ο αδερφός του Μπίλι παρουσιάζεται ως τραμπούκος επειδή είναι ταξικά συνειδητοποιημένος και συμμετέχει δυναμικά σε όλες τις διαδικασίες της απεργίας και του αγώνα, νόμιμες ή μη. Στην ταινία ο αδερφός αποτελεί το κακό στοιχείο, τον χαρακτήρα που διακατέχεται από μία απροσδιόριστη αρνητικότητα.


Δ) Ο πατέρας του Μπίλι, αρχικά παρουσιάζεται ως αντιπαθητική φιγούρα, επειδή δεν καταλαβαίνει  τα καλλιτεχνικά φετίχ του γιου του. Ακολούθως γίνεται συμπαθής όταν εγκαταλείπει την απεργία και επιστρέφει στην δουλεία για να καταφέρει να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του γιου του. Ο θεσμός δηλαδή της οικογένειας προέχει και οι ανάγκες της σηματοδοτούν όλα τα άλλα…


Ε) Ο φίλος του Μπίλι, που κρυφά είναι ερωτευμένος μαζί του, παρουσιάζεται ως αστεία καρικατούρα. Ο Μπίλι, δείχνει πως  απλά τον ανέχεται και όταν του δίνει κάποια σημασία, αυτή είναι  φευγαλέα και απαξιωτική. Με το τέλος της ταινίας η γελοιοποίηση του φίλου του ολοκληρώνεται, ενώ αποτυπώνεται παράλληλα ένα διακριτικό ρατσιστικό σχόλιο.

Η ταινία «Μπίλι Έλιοτ» είναι ένα αναμάσημα από την ανάποδη, ένα ηθικοπλαστικό θέαμα με ελευθεριάζον  περιτύλιγμα. Ο Μπιλι Έλιοτ, ως άτομο,  είναι θλιβερό και κατάπτυστο.

Όπως και όλοι οι καλλιτέχνες….

Η ΕΜΠΟΡΟΠΑΝΗΓΥΡΙΣ ΤΟΥ ΣΕΞ

 

Μία βόλτα στους δρόμους μιας πόλης μας δίνει πιο πολύ την εντύπωση αποχαλινωμένης σεξουαλικότητάς παρά σεξουαλικής καταπίεσης. Κινηματογραφικές αφίσες, διαφημίσεις, προκλητικά ρούχα, εξώφυλλα περιοδικών…. Η σεξουαλικότητα φωλιάζει παντού. Γιατί; Έπαψε μήπως να υπάρχει σεξουαλική καταπίεση; Γιατί ονειρεύεται ο πεινασμένος καρβέλια; Γιατί ο φτωχός θέλει λεφτά; Επειδή δε τους φτάνει αυτό που έχουν. Γιατί ανάβει και ξελογιάζεται τόσο εύκολά ο άνθρωπος του καπιταλισμού; Επειδή ο σεξουαλισμός του είναι πολύ λίγος. Ο φαινομενικός σεξουαλικός πληθωρισμός σκεπάζει μία κατάσταση σεξουαλικής ασιτίας.

Αυτό το βλέπουμε καθαρά από το παράδειγμα της διαφήμισης: Η έκκληση στις συνειδητές και ασυνείδητές σεξουαλικές ανάγκες δεν θα μπορούσε να έχει καμία απήχηση αν οι ανάγκες αυτές ικανοποιούνταν. Το ξελόγιασμά που κάνει η διαφήμιση είναι πάντα ένα σεξουαλικό ξελόγιασμά. Το σπορ αμάξι που το κοσμούν γυναικεία πόδια απευθύνεται πιο πολύ στις αντρικές επιθυμίες για σεξουαλική ικανότητα, παρά στις ανάγκες του για ένα μεταφορικό μέσο. Τι θα γεννούσε τέτοιες επιθυμίες σεξουαλικής ικανοποίησης , αν η ικανοποίηση ήταν κάτι το αυτονόητο;

...

Η διαφήμιση μας αποκαλύπτει ένα σπουδαίο ρόλο που παίζει στην καπιταλιστική κοινωνία η φαινομενική σεξουαλική απελευθέρωση: Η σεξουαλικότητα πρέπει να απελευθερωθεί λιγουλάκι από τα δεσμά της, για να μπορέσει η βιομηχανία να την εκμεταλλευθεί. Αν είχαμε ολοκληρωτική απώθηση και απαγόρευση, κάθε ιδέα σεξουαλικής υφής θα είχε σαν αποτέλεσμα μόνο μία εσωτερική άμυνα εναντίον του. Η σεξουαλικότητα, λοιπόν, πρέπει να επιτρέπεται για να είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί  σαν εμπόρευμα. Πρέπει να επιτρέπεται τόσο, μόνο που να φτάνει για να ασχολούνται οι άνθρωποι μαζί της  και να τρέχουν από το ένα υποκατάστατο στο άλλο. Η εξουσία πάνω στους ανθρώπου μπαίνει και με τη σεξουαλική χειραγώγηση στην ιδιωτική τους ζωή, εξωθώντας τους στο να ασχολούνται συνέχεια με τι καινούργιο θα αγοράσουν και πως θα καλλωπισθούν.

Οι εταιρείες που εμπορεύονται το σεξ βοηθάνε στο να «ελευθερωθεί» η σεξουαλικότητα με τέτοιο τρόπο, που να μπορεί να κάνει κανείς μαζί της μπίζνες.  Με τη ν φαινομενική αυτή απελευθέρωση προσφέρουν στον καπιταλισμό τριπλή υπηρεσία: α) επεκτείνουν την καταναλωτική ικανότητα των ανθρώπων β) συγκαλύπτουν την καταπίεση και γ) διαδίδουν την αυταπάτη μιας ευτυχίας που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πουθενά.

Παράλληλα με αυτή την ολοφάνερη υπομόνευση του έρωτα , το μοντέρνο κύμα του σεξ εξακολουθεί να εμπεριέχει ακόμα απροκάλυπτα στοιχεία της παλιάς καταπίεσης. Ανέπαφα μένουν  ακόμα τόσο ο γάμος και η οικογένεια όσο και η αστική έννοια να μένει κανείς πιστός στο ταίρι του, από τυπολατρία και μόνο.

....

Οι κανόνες ζωής που βάζει αυτό το νέο κύμα σεξουαλικότητάς είναι καταπιεστικοί και αυταρχικοί. Καταπιεστικοί είναι γιατί υπαγορεύουν στο καθένα πως πρέπει να είναι. Οι ιδανικές τους εικόνες μας αναγκάζουν να τις συγκρίνουμε με την ζωής μας. Αυταρχικοί είναι γιατί πίσω τους κρύβεται η κανονιστική δύναμη μιας μοντέρνας αιμοβόρας κοινωνικής οργάνωσης .Όποιος δεν υποτάσσεται , θεωρείται οπισθοδρομικός και ανόητος ή απλά σεμνότυφος.

Η μαζική χειραγώγηση, που παρουσιάζεται με το μανδύα της σεξουαλικής απελευθέρωσης, είναι στην πραγματικότητα απάνθρωπή: Διεγείρει τον άνθρωπό, παραμερίζοντας επιφανειακά μερικά απαγορεύω, για να του αφαιρέσει την ελπίδα προβάλλοντας του άφραστες αναπαραστάσεις, ρόλους και στερεότυπά. Από τότε που υπάρχουν περιοδικά πορνό υπάρχουν τα ψεύτικά στήθη αλλά και τα ανυπόφορα αισθήματα κατωτερότητας. Ακόμα και εκεί δηλαδή, όπου το σύστημα μας προσποιείται το φιλελεύθερο, η μοίρα του κάθε ατόμου δεν παίζει κανένα ρόλο. Η λεγόμενη «απελευθέρωση» δεν είναι τίποτε άλλο από τη γενική κατακρεούργηση της ανθρώπινης ζωής μέσα στη κοινωνία του εμπορεύματος και της αποδοτικότητας. «Ελευθερία» σημαίνει μονάχα ότι οι παλιές μορφές εξουσίας, αντικαταστάθηκαν από νέες πιο εκλεπτυσμένες…

Ντήτερ Ντουμ-1972 (παραλλαγμένο)

ΑΠΕΛΠΙΖΟΜΑΙ…

….απελπίζομαι, μα δε γονατίζω/ όμως, να, μερικές φορές λυγίζω.

Συνταράσσεται το είναι μου/ πάλλεται η καρδιά μου

και ξέρω πως ακόμα είμαι στην αρχή.

Δε με νοιάζει αν θ’ αντέξω/ ξέρω όμως, όπως και να’ χει,

ως το τέλος θα παλέψω.

Για μια ζωή που πίστεψα/ κ’ αγάπησα παράφορα

και για κάμποσα που σ’ εσάς φαινοντ’ αδιάφορα.

Μονάχος μου ή μ’ αλλουνούς/ θα φτερουγίσω για μακριά

γνωρίζοντας πως το πρωί/ θα είναι όλα σκοτεινά.

Μα πάντα θα νυχτώνει και θα χαράζει/ μες των ανθρώπων τις ψυχές /

θα σβήνουν και θ’ ανάβουν οι φωτιές.

Έτσι κάθε μέρα θα κουβαλάει μέσα της την προηγούμενη

και κάθε νύχτα δε θα’ χει τίποτα ν’ αφήσει πίσω της .

Θ’ αλλάξει μόνον ο καιρός, τα πρόσωπα κ’ οι τόποι

πάντα θα ψάχνουμε για νέους τρόπους και για κατάλληλους ανθρώπους.

Φορτωμένα θα έχουμε στις πλάτες μας /ανάγκες, ελπίδες κ’ όνειρα/ μα το καράβι θα κυλά/ αφήνοντας απόνερα.

Μέσα μας θα’ ναι ερημιά μαζί και κοσμοχαλασιά

σε μια ζωή που σφυρίζει/ και πίσω δε γυρίζει.

Μεσισσολοϊ αχολογά μέσα στης πόλης τα στενά/ τα οσφρήζομαι βαδίζοντας στα σκοτεινά.

Θέλω να λύσω τη θηλιά/ που’ χω μέσ’ το μυαλό μου/ μήπως και μάθω τελικά τι είναι δικό μου. Σκέφτομαι πως το μόνο που θα’ θελα τώρα είναι να σταματήσω να σκέφτομαι

όχι για να πάψω να πονάω, άλλα για να μπορέσω

να ξαναγαπήσω κάτι που ν’ αξίζει

και όχι να γυαλίζει

Για τι ότι γυαλίζει σε τυφλώνει και αδρανή σε καθηλώνει.

Γ.