Για την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης.

 

occypy 2

 

[ από το 14ο τεύχος του Παροξυσμού ]

Occupy Wall Street και το κίνημα των «Αγανακτισμένων».

Μετά τη λεγόμενη «φούσκα των ακινήτων» και την κατάρρευση μεγάλων τραπεζικών ομίλων, εκατομμύρια πολίτες στις ΗΠΑ είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει κατακόρυφα, έχασαν τα σπίτια και τις δουλειές τους και στερήθηκαν την πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Έτσι αρχές φθινοπώρου του 2011 χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωναν καθημερινά με ειρηνικό τρόπο ενάντια στην φτώχεια, την ανεργία και τα μέτρα λιτότητας. Εκεί, λοιπόν, ξεκίνησε το κίνημα Occupy Wall Street. Το κεντρικό τους σύνθημα «Είμαστε το 99 τοις εκατό», αποτελεί αναφορά στο 1% των πλουσιότερων Αμερικανών που κατέχει το 40% του εθνικού πλούτου των ΗΠΑ. Το κίνημα Occupy Wall Street μοιάζει με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» στον ελλαδικό χώρο, όπου χιλιάδες άνθρωποι άρχισαν να βγαίνουν στις πλατείες τον Μάιο του 2011, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και σημεία αναφοράς.

 

Η αποδοχή του καπιταλισμού ως μοναδικού τρόπου οργάνωσης από κομμάτι της εργατικής τάξης.

 

«Είμαστε το 99%». Είναι το κεντρικό και ίσως το πιο «πιασάρικο» σύνθημα του κινήματος του Occupy Wall Street. Κατά πόσο, όμως, αυτό το «99%» έχει κοινές επιδιώξεις; Σίγουρα έχει πολύ λιγότερες από το υπόλοιπο «1%» που ξέρει ακριβώς τι θέλει και πως να το πάρει, δηλαδή να αντλήσει -με την βία- όσο δυνατόν περισσότερο κέρδος μέσα από την εκμετάλλευση της εργασίας μας. Όμως, η πλειοψηφία του Occupy, όπως και το κίνημα των «Αγανακτισμένων» διαδήλωναν ειρηνικά κατά της κρίσης. Ωστόσο αυτό αρκεί; Και κατά πόσο αυτό είναι «πιασάρικο» για την οργάνωση και την όξυνση των κοινωνικών –ταξικών αγώνων;

 

Κάθε επίκληση στην δημοκρατία είναι παντελώς ανώφελη γιατί αυτές τις μέρες το κεφάλαιο δεν έχει την πολυτέλεια να μοιράζει ψίχουλα στις «λαϊκές μάζες». Από αυτήν την άποψη, δεν είχε άδικο η Μάργκαρετ Θάτσερ όταν δήλωνε ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική», φυσικά για τον καπιταλισμό. Για εμάς τους «από τα κάτω», η «εναλλακτική» ή πιο απλά η ελπίδα, βρίσκεται μέσα στις σχέσεις που προκύπτουν ανάμεσά μας, όταν αυτές δε διαποτίζονται από την εξουσία και δεν διαμεσαλαβούνται από το χρήμα.  Οι σχέσεις, λοιπόν, είναι το ζητούμενο. Οι σχέσεις, οι ιδέες που τις προτάσσουν και οι δομές που τις στηρίζουν.  Θα μας έφτανε να φύγει το «1%» που απαιτεί το κίνημα Occupy, ή τα «λαμόγια οι πολιτικοί» που σιχτιρίζουν οι αγανακτισμένοι; Και αν έφευγαν μετά τί; Θα ήμασταν ευτυχισμένοι; Αν αύριο, για κάποιο λόγο, κατέρρεε ο καπιταλισμός μήπως τότε θα επικρατούσε μια αγριότητα διαφορετικής μορφής; Η διαδικτυακή κομμουνιστική επιθεώρηση InsurgentNotes.com αναφέρει για το Occupy:  

 

«Έτσι ανάμεσα στους μυριάδες στόχους που προσέλκυσαν τα πυρά του κινήματος, ο “καπιταλισμός” ήταν σαν ένα ακόμη αντικείμενο στη λίστα με τα ψώνια του σούπερ-μάρκετ. Η ελάχιστη κατανόηση του τι είναι καπιταλισμός (και τι θα σήμαινε η πραγματική κατάργησή του) οδήγησε σε μια πληθώρα λαϊκίστικων συνθημάτων από το “καταργήστε το κρατικό τραπεζικό σύστημα” μέχρι το “φορολογήστε τους πλούσιους”».

 

Το ζήτημα λοιπόν είναι: ποιοί και ποιές είμαστε, τι θέλουμε και τι δεν θέλουμε.

 

* [ Παρακάτω, όταν αναφερόμαστε στην «εργατική τάξη» εννοούμε τους διανοητικούς και χειρονακτικούς εργάτες, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, τους ανέργους, τους πρώην εργάτες (συνταξιούχους), τις άμισθες εργάτριες (νοικοκυρές), τους μελλοντικούς εργάτες (μαθητές, φοιτητές) και τους εργάτες της γης.]

 

Πόσοι και πόσες από το σύνολο της εργατικής τάξης δεν κάθονται κάθε μέρα με τις ώρες μπροστά στον υπολογιστή ή την τηλεόραση, δεν κατηγορούν τους ρομά ότι υποβαθμίζουν τον τόπο, δεν βρίζουν τους μετανάστες και τους προτρέπουν να γυρίσουν «από κει που ήρθαν», δεν πάνε εκκλησία κάθε Κυριακή με τα καλά τους, δεν δίνουν αποβολές στους μαθητές τους, δεν εκμεταλλεύονται τους συναδέλφους τους, δεν ξυλοφορτώνουν την γυναίκα τους, δεν είναι θαμώνες σε κωλόμπαρα και μπουρδέλα;    

 

Δεν αρκεί μόνο να ξεσηκωθεί ο κόσμος, να διαμαρτυρηθεί αλλά να ανοίξει τα μάτια του και να δει κατάματα την πραγματικότητα του, να εξεγερθεί και να ανυψωθεί η συνειδητότητά του. Ο κόσμος πάντα αντιδρά. Ωστόσο, σημασία έχει ο δρόμος που επιλέγει ο καθένας και η καθεμία να διαβεί. Θα γίνει μέλος κάποιας επιτροπής κατοίκων που θα διώχνει τους μετανάστες από την γειτονία του; Θα πουλάει πρέζα και θα εκπορνεύει την κόρη του; Θα γίνει μέλος κάποιου κόμματος και θα εναποθέσει εκεί όλες του τις ελπίδες; Θα συμμετέχει σε λαϊκιστικά και φασιστικά κινήματα; Ή μήπως περιμένουμε πως όλοι θα συνεισφέρουμε στην οικοδόμηση μιας ειρηνικής και ελεύθερης κοινωνίας;

 

Η βάση των  κοινωνικών σχέσεων μέσα στον καπιταλισμό είναι τέτοια που κλείνει τα ματιά στους ανθρώπους μπροστά στην ίδια την πραγματικότητα. Όσο και αν το ψάξει κανείς θεωρητικά, αυτή η αποδοχή του καπιταλισμού από μεγάλο κομμάτι του κόσμου της εργασίας, δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε μεγάλο μέρος στην δύναμη της συνήθειας. Μια συνήθεια που ωθεί μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, όχι μόνο να υποτάσσεται στον υπάρχον σύστημα. αλλά και να το αναπαράγει. Μία συνήθεια, ένας σιωπηλός καταναγκασμός, που προκύπτει από την αποξένωση, το φετιχισμό του εμπορεύματος και το διαμεσολαβητικό ρόλο του κράτους. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά.

 

Αποξένωση και φετιχισμός του εμπορεύματος.

 

Η αποξένωση (ή αλλιώς αλλοτρίωση) έχει στον πυρήνα της έννοιας της την λέξη «απομάκρυνση». Όταν γίνεται λόγος για αποξένωση, αυτό σημαίνει πως κάτι που μας ανήκει μετατρέπεται σε κάτι ξένο, αλλότριο και εχθρικό προς εμάς. Για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε κάτι ξένο και εχθρικό προς εμάς, σημαίνει πως πάνω στην πράξη της παραγωγής είμαστε αποξενωμένοι από τον ίδιο μας τον εαυτό.  Με λίγα λόγια ως εργάτες, χειρονακτικοί ή διανοητικοί, είμαστε αποξενωμένοι από τα μέσα παραγωγής, από τα προϊόντα που παράγουμε ή τις υπηρεσίες που παρέχουμε, από την εργασία την ίδια. Η αποξένωση μας από την ίδια μας την δραστηριότητα, είναι αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό: οι ίδιοι παράγουμε ενεργά την αποξένωση από τον εαυτό μας. Τελικά η αποξένωση είναι η παραγωγή του σακατέματός μας, η στέρηση από τον εαυτό μας της ίδια μας της ανθρωπιάς: ο καθένας μας αποξενώνεται από τους άλλους και όλοι είμαστε αποξενωμένοι από την ίδια την ανθρώπινη ουσία.

 

Την παραπάνω έννοια της αποξένωσης μπορούμε να την συναντήσουμε σε όλες τις ανελεύθερες περιόδους της ανθρωπότητας. Στον καπιταλισμό, με την εμπορευματική παραγωγή, η έννοια της αποξένωσης διευρύνεται: εδώ τα εμπορεύματα επισκιάζουν τις σχέσεις μας, κυριαρχούν σε αυτές και τελικά τα εμπορεύματα (τα πράγματα) κυριαρχούν πάνω μας και εμείς υποτασσόμαστε σε αυτά. Αποτέλεσμα; Αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη μας από τη σκοπιά του εμπορεύματος (πραγμοποίηση). Κάποια στιγμή τα εμπορεύματα αποκτούν την δική τους ζωή, αποκτούν χαρακτηριστικά που δεν οφείλονται σε αυτά τα ίδια, κάτι που μας κάνει να τα λατρεύουμε. Και αυτό ισχύει για το σύνολο των πραγμάτων από την στιγμή που αποκτούν την ιδιότητα του εμπορεύματος. Μόλις κάποιο αντικείμενο προσλάβει τον χαρακτήρα του εμπορεύματος «γεννοβόλα φαντασιοπληξίες, πιο θαυμαστές ακόμα και αν άρχιζε να χορεύει στα καλά καθούμενα». Αυτή η ιδιότητα, εκφράζει τον φετιχισμό των εμπορευμάτων, δηλαδή να αντιμετωπίζουμε αυτό που «φαίνεται» και όχι την «ουσία». Ο φετιχισμός δεν περιορίζεται μόνο στην παραγωγή αλλά επεκτείνεται ίσως ακόμα με μεγαλύτερη ένταση και στο πεδίο της κατανάλωσης με την μορφή της λατρείας στα καταναλωτικά αγαθά. Άλλωστε, αυτή η κυριαρχία του «Φαίνεσθαι» απέναντι στο «Είναι», που χαρακτηρίζει της καπιταλιστικές κοινωνίες, αποτελεί συνέπεια αυτής τη λατρείας.

 

Όλα τα παραπάνω σηματοδοτούν την στρέβλωση της πραγματικότητας, την απόκρυψη του πραγματικού της χαρακτήρα και οδηγούν στην απανθρωποποίηση το σύνολο της κοινωνίας, πλήττοντας και το 1% και το 99%, με την εργατική τάξη να βρίσκεται στην –ας πούμε- «προνομιούχα» θέση να μπορεί να αντιληφτεί αυτού του είδους την αποξένωση σαν καθημερινή δυστυχία ή μιζέρια, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι συλλαμβάνει άμεσα και αυθόρμητα την αποξένωση. Η πώληση της εργατικής δύναμης σαν εμπόρευμα, η καταναγκαστική εργασία, η άμισθη εργασία, η σύγχρονη δουλεία, η ένταξη στο αυστηρό καταμερισμό εργασίας, γενικότερα η σπατάλη της ζωής για την επιβίωση, και όλες οι λειτουργίες της καθημερινής ζωής που εντάσσονται στο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, βιώνονται σαν φυσικά φαινόμενα, σαν λογικά γεγονότα, δίχως να γίνεται αισθητή η απουσία της «ουσίας του ανθρώπου».

 

Παράλληλα, όλες οι ψευδαισθήσεις και τα «θαύματα» των ειδώλων των εμπορευμάτων, οδηγεί τους εκμεταλλευόμενους να απομαγευτούν από μαγεία του φυσικού και ζωικού βασιλείου και στη συνέχεια να μαγευτούν από τον φανταχτερό κόσμο των εμπορευμάτων. Ας δούμε, για παράδειγμα, πως τα tablets και οι λειτουργίες τους μαγεύουν τους χρήστες τους και πως τους αποκόβουν από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται. Η απόδοση στα εμπορεύματα μιας αυθύπαρκτης αξίας που δεν συνδέεται με την ανθρώπινη εργασία (πχ που, πως και ποιοι έφτιαξαν τα tablets), έχει ως συνέπεια να κρύβεται ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των καπιταλιστικών σχέσεων και συνεπώς να μην διαφαίνεται ως λύση η προοπτική της ανατροπής τους. Έτσι λοιπόν είμαστε εδώ, ο καθένας χώρια και απομακρυσμένος από τον ίδιο του τον εαυτό, με τα εμπορεύματα να μεσολαβούν ανάμεσα μας και τον καπιταλισμό να μας κάνει κουμάντο.

 

Ο διαμεσολαβητικός ρόλος του κράτους.

 

Οι κοινωνικές σχέσεις μεσολαβούνται από το κράτος, που έρχεται να επικυρώσει την κυριαρχία του κεφαλαίου στις ζωές μας. Μέσα στη στρέβλωση και τον κατακερματισμό που επικρατεί στην κοινωνία, το κράτος παρουσιάζεται σαν ένα ενοποιητικό στοιχείο απέναντι σε μια κοινωνία απομονωμένων ατόμων, μοναδικού εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης. Στη συνείδηση της κοινωνίας μόνο το κράτος μπορεί να ασκήσει ορισμένες λειτουργίες αναγκαίες για την ύπαρξη της κοινωνικής ζωής. Το κράτος είναι ταξικό όργανο, άλλα παρουσιάζεται σαν δήθεν ουδέτερο στοιχείο, αποκρύπτοντας την πραγματική του υπηρεσία: την διασφάλιση της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των εκφραστών του πάνω στις ζωές μας. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα σε περιόδους κρίσης, σαν κι αυτή που διανύουμε. Όταν το κεφάλαιο κινδυνεύει το κράτος, αποσύρεται από τις κοινωνικές του λειτουργίες, συρρικνώνει τις κοινωνικές παροχές και το κενό που ανοίγεται έρχεται να το καλύψει το κεφάλαιο με τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Όσο για το εκλογικό δικαίωμα, διαμορφώνει μια ψευδαίσθηση ισότητας και ελευθερίας, που συσκοτίζει τον ταξικό του χαρακτήρα.

 

Το Κράτος λοιπόν, δεν βρίσκεται κάπου μακριά και αόριστα, δεν είναι ένας σκοτεινός καλά φυλασσόμενος πύργος σε ένα βουνό, που μια Μεγάλη Νύχτα μπορούμε εύκολα να το γκρεμίσουμε. Όχι, το Κράτος βρίσκεται συνέχεια δίπλα μας, μας ακολουθεί σε κάθε δραστηριότητα, μεσολαβεί στις κοινωνικές σχέσεις. Από την στιγμή που γεννιόμαστε, δηλωνόμαστε στο Ληξιαρχείο και εκεί μπαίνει η σφραγίδα του κράτους πάνω μας. Για να αναγνωριστεί η σχέση δυο ανθρώπων θα πρέπει να μπει η σφραγίδα του κράτους μέσω της διαδικασίας του γάμου. Μεταξύ εργαζόμενου και αφεντικού, μπαίνει η σφραγίδα του κράτους όπου και επισημοποιεί την εκμετάλλευση. Μεταξύ εμπόρου και αγοραστή υπάρχει η σφραγίδα του κράτους. Το ίδιο και μεταξύ δασκάλου και μαθητή, γονέα και παιδιού, αγρότη και γης, οδηγού και αυτοκίνητου, υπαλλήλου και μισθού, γείτονα και γειτόνισσας, κατοίκου και σπιτιού…. Και όμως αυτό που προσδιορίζει τις κοινωνικές σχέσεις κρύβεται πίσω από το κράτος: είναι η υποταγή της κάθε μας δραστηριότητας στις επιταγές των εμπορευμάτων και ότι σε ότι συσχετίζεται με αυτά (άξια, χρήμα, κέρδος, εκμετάλλευση). Και έτσι το θέμα ξαναπάει στις σχέσεις…

 

Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας και η αλληλεγγύη ως βάση της επανάστασης.

 

Στην αρχή του κειμένου φέραμε ως παράδειγμα το κίνημα Occupy, το οποίο πάρα τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του που αναφέραμε, ανέδειξε και κάτι άλλο: μια δημιουργικότητα σε σχέση με την οικοδόμηση νέων κοινωνικών σχέσεων και νέων περιεχομένων. Σε αντιστοιχία στον ελλαδικό χώρο, μετά το κίνημα των πλατειών, κάποιοι αγώνες άνοιξαν κοινωνικά με τις συνελεύσεις γειτονιών και τις πρωτοβουλίες κατοίκων σε πολλές πόλεις, δίνοντας δυνατότητες νέων ανοιχτών τρόπων οργάνωσης και την ύφανση νέων κοινωνικών σχέσεων.  Και πόσα ακόμα θα μπορούσαν να ειπωθούν διεθνώς για την Αραβική Άνοιξη, τους σκληρούς εργατικούς αγώνες στην Ασία, τα φοιτητικά κινήματα στη Χιλή, τον Καναδά, τις ταραχές στην Ισπανία και τη Μ. Βρετανία.

 

Η ζωή πέρα (ή ενάντια) από τον καπιταλισμό φυτρώνει όταν το χρήμα, αυτό το απόλυτο εμπόρευμα των εμπορευμάτων, παραμερίζεται για να μιλήσει η κοινότητα. Και όχι κάπου ξεκομμένα, αλλά μέσα από την εμπειρία του κοινού αγώνα, στην ανάπτυξη ανθρώπινων σχέσεων που διαφέρουν ποιοτικά από τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στο καπιταλισμό. Καθημερινά υπάρχουν ενδείξεις, ότι για όσους και όσες συμμετέχουν σε κοινωνικούς αγώνες, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα του αγώνα δεν είναι η ικανοποίηση των άμεσων αιτημάτων, αλλά η ανάπτυξη μιας κοινότητας που χαρακτηρίζεται από την αντίθεσή της στις καθημερινές καπιταλιστικές μορφές κοινωνικών σχέσεων.

 

Ο καπιταλισμός δεν επιφέρει μόνο φυσική εξαθλίωση στους ανθρώπους, αλλά, επιπλέον   βάζει τα εμπορεύματα –τα πράγματα- πιο ψηλά από τον άνθρωπο, διαλύοντας τις κοινωνικές σχέσεις και ενσωματώνοντας την εργατική τάξη. Αν αυτό όμως το κατάφερνε ολοκληρωτικά δεν θα βρίσκονταν τώρα σε κρίση. Συνεπώς κάτι ενυπάρχει μέσα στην καπιταλιστική μηχανή που την μπλοκάρει. Υπάρχει και μια βάση για μια διαφορετική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, η οποία δεν στηρίζεται στον καπιταλισμό, αλλά στη κοινωνική συνεργασία, την κοινοκτημοσύνη, την αλληλεγγύη, την αλληλοβοήθεια… Αυτή η βάση ακολουθεί την ανθρωπότητα σε όλα τα στάδια της εξέλιξης της. Είναι πανταχού παρούσα -άλλοτε ισχυρή και άλλοτε αδύναμη- και είναι αυτή που έρχεται σε αντίθεση με την καπιταλιστική μορφή οργάνωσης. Είναι αυτές οι κρυμμένες, αφανείς υλικές συνθήκες μέσα από τις οποίες μπορούμε να σπάσουμε τις καπιταλιστικές σχέσεις και να πάρει σάρκα και οστά η αταξική κοινωνία, χωρίς να στηριζόμαστε στην κατάληψη κανενός κράτους ή καμίας εξουσίας. Διότι

 

«αν στην κοινωνία έτσι όπως είναι σήμερα δεν βρίσκαμε κρυμμένους τους υλικούς όρους παραγωγής και τις αντίστοιχες ανταλλακτικές σχέσεις που αποτελούν την προϋπόθεση για μια αταξική κοινωνία, τότε όλες οι απόπειρες για ανατροπή θα ήταν δονκιχωτισμός» (Μαρξ, Κ. 1858. Grundrisse. Στοχαστής. T.  Ά.Σελ.111).

 

Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας, οι δομές αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης που αυτές παράγουν, μεταφέρουν την επανάσταση από ένα απροσδιόριστο μέλλον στο εδώ και τώρα. Η σημερινή συγκύρια της κρίσης αποτελεί μια πρόκληση για την κοινωνική χειραφέτηση και μια καλή ευκαιρία για να αναδυθούν κοινωνικές σχέσεις σε μια διαφορετική βάση χωρίς εξουσία και χρήμα. Με τις ενεργές και αποφασιστικές κοινότητες αγώνα να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση.

 

Μέσα στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που επεκτείνεται και βαθαίνει να ανοίξουμε τον δρόμο για μια αταξική κοινωνία ελευθερίας, ισότητας, αλληλοβοήθειας και κοινοκτημοσύνης.

 

Να ανοίξουμε τον δρόμο μέχρι τον κομμουνισμό και την αναρχία.

 

image0323

Για τα σχολικά συσσίτια του Ιδρύματος «Στ. Νιάρχος» και το ταξίδι μια παλιάς ιστορίας…

 

Το τυποποιημένο σακουλάκι περιέχει μια πίτα και ένα μήλο. Έρχεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή σε μερικές δεκάδες σχολεία της χώρας. «Το Ίδρυμα του Νιάρχου πραγματικά νοιάζεται για τους νέους της χώρας μας, που αυτήν την περίοδο δοκιμάζονται. Ο Νιάρχος είναι αυτοδημιούργητος και ξέρει τι σημαίνει πείνα. Η βοήθεια του μέσω του Προγράμματος Σίτισης είναι ανάσα για τους μαθητές του σχολείου που υποσιτίζονται» κηρύσσει περιχαρής η φιλόλογος προς τους μαθητές του Λυκείου που εκείνη την στιγμή περιεργάζονται αμήχανοι το σακουλάκι τους. Πίσω της ο υπεύθυνος του κυλικείο της ρίχνει φθονερές ματιές καθώς βάζει σε σειρά τις απούλητες τυρόπιτες.

 

Είναι πάντοτε η παλιά ιστορία του «αγαθού φιλόπονου και εγκρατούς εργάτη» που έγινε πλούσιος και του άθλιου χασομέρη που σπατάλησε όλα του τα υπάρχοντα στο γλέντι και για τιμωρία υποχρεώθηκε αυτός και τα παιδιά του και τα παιδιά των παιδιών του, να καταπονούνται στον αιώνα τον άπαντα δουλεύοντας για τους «ενάρετους» Νιάρχους και τους απογόνους τους. Μια ιστορία, που σαν παραμύθι, ταξιδεύει από αιώνα σε αιώνα. Όπως ταξιδεύουν και οι απόγονοι του Νιάρχου με τις θαλαμηγούς τους. Στο κατάστρωμα οι απόγονοι των «ενάρετων» χαίρονται τα δώρα της ζωής. Στα αμπάρια κρυμμένοι τριτοκοσμικοί κατασκευάζουν τα πιο ονειρεμένα γεύματα, που οι ίδιοι απαγορεύεται να δοκιμάσουν. Απαγορεύεται ακόμα και να αντικρίσουν το φως του ηλίου, ανεβαίνοντας στο κατάστρωμα. Ζουν σαν τα ποντίκια για βδομάδες, μήνες, για όσο χρειαστεί. Και οι από πάνω απόγονοι του Νιάρχου ταξιδεύουν, με ένα μοναδικό τρόπο που μόνο τα μέλη του διεθνούς jet set στερεώματος γνωρίζουν. Ταξιδεύουν, μα το μυαλό τους είναι καρφωμένο στα θησαυροφυλάκιά τους. Διάσπαρτα σε κάθε γωνία του πλανήτη θησαυροφυλάκια τεράστιας χωρητικότητας αναδεύουν ένα παχύρευστο χυλό κιτρινωπής απόχρωσης. Κάθε μόριο του χυλού έχει βγει από τους πόρους του δικού μας σώματος. Εκεί βρίσκονται συμπιεσμένες ώρες εργασίας που αθροίζουν χιλιετίες, μαζί με τσακισμένες αρθρώσεις, σακατεμένα μυαλά, διερρηγμένα στομάχια, γαστρικά υγρά, νευρώνες, λαμαρίνες, καουτσούκ, μικροτσίπ, κυβικά χιλιόμετρα πετρελαίου…

 

Το Ίδρυμα ΣΤ. ΝΙΑΡΧΟΣ ισχυρίζεται πως «αγωνίζεται για μια πιο ανθρώπινη κοινωνία» και μας πετάει ένα κόκαλο. Αυτοί οι «ενάρετοι» που αρπάζουν κάθε μέρα το ψωμί από το τραπέζι μας τώρα εμφανίζονται ως σωτήρες μας. Και η παλιά ιστορία του «αγαθού φιλόπονου και εγκρατούς εργάτη» που έγινε πλούσιος, περιπλέκεται ακόμα πιο πολύ…

 

12/03/2014

έντυπο δρόμου Παροξυσμός

 

«Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε.»

 

Λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου, στο προθάλαμο του Προεδρικού Μεγάρου ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς πλησιάζει τον Υπουργό Υγείας και του ψιθυρίζει μειδιάζοντας: «Αυτό το 25άρι ευρώ για την εισαγωγή στα νοσοκομεία ισχύει και για τους αλλοδαπούς ή μόνο για τους Έλληνες;». Ο Γεωργιάδης σοβαρότατος του άπαντα, καθώς φτιάχνει την γραβάτα του: «Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε».

 

Ο Σαμαράς δεν μπορεί να ασχολείται με τέτοια ζήτημα μικρής σημασίας. Ίπταται πάνω από αυτά. Τώρα κάνει Κεντρική Ευρωπαϊκή Πολιτική. Το όνομα του θα μείνει στην ιστορία. Για τις βρώμικες δουλειές έχει αφήσει ελεύθερο να αλωνίζει το  μαντρόσκυλο του, τον Γεωργιάδη. Αυτός τα κανονίζει αυτά. Αυτός έχει αναλάβει κάθε φορά να του απαντά: «Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε.» Έλληνες και μετανάστες. Ναι, το αποκάλυψε ο Γεωργιάδης: είμαστε όλοι μετανάστες. Δεν είναι πια σύνθημα στο τοίχο. Ισχύει. Μοιραζόμαστε όλοι το ίδιο μέλλον.  

 

Το ίδιο λένε και οι πεντακάθαροι εορταστικοί δρόμοι της πρωτεύουσας. Πεντακάθαροι από κάθε σκουπίδι, ανθρώπινο ή μη. Βλέποντας τα τεράστια γράμματα  που κοσμούν την πλατεία Ομονοίας όλοι, ντόπιοι και μετανάστες, μπορούν να συλλαβίσουν την ίδια λέξη: «ΑΘΗΝΑ». Ο σιωπηρός καταναγκασμός και η κρυμμένη εκμετάλλευση του προηγούμενου καιρού, έχουν δώσει την θέση τους στην αγριότητα μιας ληστείας και στην βαρβαρότητα ενός φονικού, αντίστοιχα. Με την διάφορα ότι τώρα «Ισχύει για όλους, κύριε πρόεδρε.» Και ισχύει με την ακρίβεια ενός επιστήμονα. Οι βιαστικοί ας περιμένουν, θα έρθει και για αυτούς η σειρά.

 

Βρισκόμαστε λίγο μετά την κόψη. Στο σημείο όπου η έπαρση της εξουσίας είναι αναντίστοιχη της κοινωνικής της νομιμοποίησης. Χαρακτηριστικό καταρρέουσας δύναμης. Που για να επιβιώσει κάνει τα πάντα. Υποδύεται όλους τους παλιούς ρόλους. Αποικιοκράτες, Δουλέμποροι, Ιεροεξεταστές, Μαφιόζοι, Γκάνγκστερ περνούν μπροστά από τα μάτια μας και πάνω από τις ζωές μας. Και γιατί να μην επιστρατεύσουν τον Ρομποκοπ, τον Μπάτμαν και τον Τζόκερ; Και αν χρειαστεί στο φινάλε μπορεί να βοηθήσει και ο Σπάιντερ – Μαν ως φιλικός γείτονας…

 

Ωστόσο η Ιστορία γράφεται και από μας. Το να μείνουμε όρθιοι και όρθιες, παραμένει ζήτημα συλλογικής οργάνωσης και προσωπικής ευθύνης. Όποιος περιμένει τον φιλικό Σπάιντερ-Μαν να τον σώσει την πάτησε. Γιατί ο αγαπητός Σπάιντυ στο τέλος κάνει πάντα ό,τι του λένε οι μπάτσοι…

 

Παροξυσμός, Αγρίνιο, 06/01/14

Πρωταρχική Συσσώρευση και Στρατηγική της Έντασης

 

w02_commons_03

του Σπύρου Μαρκέτου

"Στα πέντε χρόνια που κύλησαν από την εξέγερση του Δεκέμβρη, η χώρα άλλαξε όψη. Η κρίση του καπιταλισμού, αγγίζοντας κάθε όψη της ζωής, έχει πλέον αποσταθεροποιήσει το πολιτικό σύστημα. Είναι φανερό τώρα πια ότι οι μέρες που ζούμε δεν είναι συνηθισμένες, αλλά αυτή η διαπίστωση συνήθως δεν έχει ένα θεωρητικό πλαίσιο που θα τήν έκανε κομμάτι μιας ευρύτερης εικόνας, ώστε να βγάζει νόημα. Έτσι, δύσκολα αξιοποιείται πρακτικά. Αυτό έχει να κάνει και με τους φόβους μας. Από το πώς διαβάζουμε την καθημερινότητα και τις αλλαγές γύρω μας εξαρτάται το τι κάνουμε και τι στόχους βάζουμε, αλλά συχνά ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή, ακριβώς επειδή θέλουμε πάση θυσία ν’ αποφύγουμε κάποιες ενοχλητικές σκέψεις και πρακτικά συμπεράσματα, αρνούμαστε πεισματικά να διαβάσουμε αυτά που η πραγματικότητα γράφει μπροστά μας με τεράστια γράμματα. Για παράδειγμα, επειδή δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε, αρνούμαστε και να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει επιστροφή στη ζωή που είχαμε πριν από την κρίση, ζωή διόλου τέλεια έτσι και αλλιώς."

 

Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο ακολουθήστε το παρακάτω σύνδεσμο:

Πρωταρχική Συσσώρευση και Στρατηγική της Έντασης