Το Δώρο

 

Θαρρώντας πως αυτή ήταν ένα δώρο

άρχισαν νωρίς – νωρίς να την καλλωπίζουν.

 

Της γυάλισαν το χαμόγελο

της χαμήλωσαν τα μάτια

την έκαναν να ‘χει  τ’ αυτιά της στο τηλέφωνο.

Της σγούρυναν τα μαλλιά και της ίσιωσαν τα δόντια.

Της δίδαξαν να θάβει τις επιθυμίες της.

Της γλύκαναν τη φωνή και την ανάγκασαν κόβοντάς της

τα φτερά να λέει πάντα «ναι».

 

«Αυτό το κουτί έχει το όνομα μου επάνω»,

είπε ο άνδρας, «είναι για μένα».

 

Κανείς δεν ξαφνιάστηκε.

 

Όσο  αυτοί αντάλλασαν φιλιά

και ‘κάναν τα στραβά μάτια,

αυτός το πήρε σπίτι του.

Το έβαλε ψηλά σ’ ένα τραπέζι,

 απ’ όπου οι φίλοι του μπορούσαν να το περιεργαστούν.

«Χόρεψε, χόρεψε πιο γρήγορα», της έλεγαν.

Ο άνδρας βυθίστηκε μέσα της

και χάραξε την στάμπα του πιο βαθιά.

 

Αργότερα,

την έβαλε σ’ ένα χειρουργικό κρεβάτι,

λέγοντας «σπρώξε, σπρώξε πιο δυνατά»,

λέγοντάς της

«αυτό ακριβώς που ήθελα, μου έκανες ένα γιο».

 

Carole Oles, Το Δώρο

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *