Ο ταχυδακτυλουργός του Πολυτεχνείου.

 

nekroi_polytexneiou2

 

Στις 17 Νοεμβρίου του 1973 και ώρα μία το μεσημέρι, μια «μιαρή» φιγούρα  για τα δεδομένα της τότε αθηναϊκής κοινωνίας βρίσκονταν στην συμβολή των οδών Αχαρνών και Χέϋδεν, μαζί με τον 13χρονο γιό του. Αφγανικής καταγωγής, με τούρκικη υπηκοότητα, ταχυδακτυλουργός στο επάγγελμα: αυτά τα χαρακτηριστικά από μόνα τους αρκούσαν για να δεχτεί μια θανάσιμή ριπή στην κοιλιά από το μυδράλιο τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος της Χούντας. Ο Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας, ετών 43, ήταν κάτοικος του Αγίου Παντελεήμονα. Όπως έχουν καταγράφει ως τώρα τα στοιχεία, ο Μπασρί ήταν ο μόνος από τους δεκάδες δολοφονηθέντες του Πολυτεχνείου που μεταφέρθηκε απευθείας στο νεκροτομείο. Ούτε σε Νοσοκομείο, ούτε σε Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, ούτε σε Θεραπευτήριο. Κατευθείαν στο Νεκροτομείο.

 

Μιάμιση δεκαετία αργότερα στο ίδιο σημείο το κτήριο επί των  οδών Αχαρνών και Χέϋδεν καταλαμβάνεται από άγριους νεολαίους, αντιεξουσιαστές και αναρχικούς. Επί δυόμιση περίπου δεκαετίες, η Villa Amalias αποτελεί ένα κοινωνικό ανάχωμα ενάντια στους φυσικούς και πολιτικούς απογόνους της Χούντας και σε κάθε φασισμό, εθνικισμό και ρατσισμό. Η Villa Amalias, αποτέλεσε ένα διαρκή κρυφό φόρο τιμής στον Αφγανό Ταχυδακτυλουργό με το τούρκικο διαβατήριο. Ίσως τυχαία, αλλά αυτό δεν έχει σημασία: η Villa Amalias ήταν εκεί, όπως και ο Αλέξανδρος Μπαρσί Καράκας.

 

Λίγα λόγια για το φοιτητικό κίνημα…

 

Μεγάλες νύχτες, Μικρά πρωινά (Μάης '68)

 

Από τις σελίδες του Παροξυσμού (Φθινόπωρο 2007).

 

Μερικές φορές οι φοιτητές μάχονται ενάντια στην εξουσία. Αυτός όμως ο αγώνας έχει τον χαρακτήρα ενός αγώνα για μια αστική ή πιο «σοσιαλίζουσα» δημοκρατία, δηλαδή του αγώνα για μια σύγχρονη αστική δημοκρατία. Ο αγώνας τους είναι ο αγώνας όλων των πρωτοποριακών αστικών τάξεων. Κατάντησε άλλωστε κοινοτυπία να λέμε πως οι νεαροί αστοί, μέλλοντες δικηγόροι, δικαστές, γιατροί, εγκεκριμένοι έμποροι της κουλτούρας και της επιστήμης, καθάρματα της οικονομίας και της βιομηχανίας, ιερείς-φιλόσοφοι της ιδεολογίας, μπάτσοι-ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι της εξουσίας, νομάρχες, ανώτεροι αστυνομικοί, αρχιτέκτονες των μελλοντικών Σαρσελλων (η λίστα κάθε άλλο παρά είναι εξονυχιστική) δεν μπορούν στο σύνολό τους να συμμαχήσουν με το προλεταριάτο εν όψει της απελευθέρωσης του. Αυτή η απελευθέρωση σημαίνει για δαύτους το χαμό μιας προνομιακής ταξικής κατάστασης. Ο μέσος φοιτητής, μόλις περάσει η ιλαρά  του η ή νεανική του εξέγερση της περιόδου της συνδικαλιστικής του παρθενιάς, θα βιαστεί να τελειώσει τις σπουδές του για να προσχωρήσει ψυχή τε και σώματι στο στρατόπεδο της εξουσίας. Είναι αυτός που θα παγιδευτεί μέσα στα κομφόρ των αντικειμένων και που θα ταμπουρωθεί πίσω απ’ τα διπλώματα και την κουλτούρα της εξουσίας: ο παραδοσιακός μαζικός φοιτητικός συνδικαλισμός, εξ ορισμού, δεν αποβλέπει παρά στην καλυτέρευση της τύχης του φοιτητή, και κατά συνέπεια, στο να του επιτρέψει να φτάσει γρηγορότερα και καλύτερα στην κατάσταση ή στην καριέρα που επιδιώκει λίγο-πολύ ακόμα και στη διάρκεια των «τρελών» χρόνων του.

 

Όπως και να ΄χει το πράγμα, πρέπει να κάνουμε μια οριστική διάκριση μεταξύ των φοιτητών που θα ήταν αναγκαία εκμεταλλευμένοι και αυτών που θα γίνονταν μικροί ή μεγάλοι αστοί, μικροστελέχοι, καλύτερα πληρωμένα από τους εργάτες, αλλά χολωμένα που δεν μπόρεσαν να ανέβουν ψηλότερα στην ιεραρχική κλίμακα. Αυτή η κακοτυχία των μετρίων πλουσίων, αυτό το ολοφάνερο γεγονός ότι η πλειοψηφία των φοιτητών (των αληθινών φοιτητών) δεν θα κατορθώσει να φτάσει την πολυπόθητη αστική κοινωνική θέση, θα μπορούσε να αποδεικνύει ότι ο φοιτητής θα γίνει πραγματικά προλετάριος πασαλειμμένος με ένα μικροαστικό βερνίκι, ν΄ αποδεικνύει ότι είναι από τώρα ένας αισχρά εκμεταλλευμένος προλετάριος εξ αιτίας της ασυνέπειας του καπιταλισμού. Όλα αυτά θα μπορούσαν να μας πείσουν πως ο φοιτητής είναι τώρα και ήταν πάντα ένας ιστορικός σύμμαχος της εργατικής τάξης. Αυτή η αποδεικτική λογική καταλήγει φυσικά στην αναγκαιότητα της καλυτέρευσης της μοίρας του φοιτητή και της τωρινής υπεράσπισης του μελλοντικού επαγγέλματός του. Έτσι βλέπουμε να οργανώνεται, για παράδειγμα, σε μερικά μέρη, μια υπεράσπιση του επαγγέλματος του ψυχολόγου που χρησιμεύει συγχρόνως για δεσμοφύλακας των παραβατών του νόμου, για συμφιλιωτής του εργαζομένου και των συνθηκών εργασίας στη σύγχρονη επιχείρηση, για ευνουχιστής των προδιαθέσεων αμφισβήτησης στους ενδεχόμενους επαναστάτες, για νέος καθοδηγητής της συνείδησης κλπ. Η  μικρή αντίφαση που κάνει την αστική τάξη να διστάζει να επενδύει περισσότερα στο πανεπιστήμιο της, έχει σαν συνέπεια μια επιφανειακή αντίθεση μεταξύ των φοιτητικών συμφερόντων και των συμφερόντων της εξουσίας. Η κατεργαριά των ηλίθιων συνδικαλιστών είναι να εξηγήσουν στην αστική τάξη ποια είναι τα αληθινά της συμφέροντα, τι πρέπει να κάνει για να επιλύσει της αντιφάσεις της. Δεν έχει καμιά σημασία αν αυτοί οι συνδικαλιστές κάνουν μερικές μαλακισμένες αναλύσεις πάνω στα συμφέροντα της μπουρζουαζίας εκείνο που μετράει είναι η έννοια της πρακτικής τους, η συνείδησή τους ότι πρέπει να ανταποκριθούν στις «αληθινές επιθυμίες» της αστικής τάξης. Εάν επιφανειακά τα συμφέροντα των φοιτητών και της εξουσίας αντιφάσκουν, οι συνδικαλιστές αυτοί κάνουν το πάν για να μας αποδείξουν ότι δεν υπάρχει ούτε καν φαινομενική αντίθεση.

 

Πρέπει να έχουμε  περισσότερες φιλοδοξίες, να μην αρκούμαστε σε μερικές αντιδράσεις ούτε στα ψυχία  της υπεράσπισης μιας κατηγορίας φοιτητών. Πρέπει να διαπιστώσουμε ότι το πανεπιστήμιο πέρα από το ρόλο του στον κοινωνικό και τεχνικό καταμερισμό της εργασίας, έχει την αποστολή να διοχετεύει τη σκέψη της εξουσίας. Το περιεχόμενο της ταξικής εκπαίδευσης είναι η κουλτούρα αυτής της τάξης ή όταν είναι «ουδέτερη», η κουλτούρα προς όφελος αυτής της τάξης. Για τον αληθινό φοιτητή το πανεπιστήμιο είναι ο τόπος όπου μυείται στις φόρμουλες και στις ιερές επιστήμες που θα του επιτρέψουν να κυριαρχήσει στην κοινωνία, μαζί με τους ομοίους του, μέσα στα πλαίσια της αστικής τάξης. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι μια μύηση στην κυριαρχία. Η σκέψη της εξουσίας που διδάσκεται στο πανεπιστήμιο και στα κολέγια παίζει αναμφισβήτητα ένα σημαντικό ρόλο στην κοινωνία που αμφισβητούμε.

 

Την ξαναβρίσκουμε να κατευθύνει την καθημερινή ζωή, με τους νόμους και την κάθε είδους ηθική, να οργανώνει και να διαιωνίζει την οικονομική κυριαρχία της αστικής τάξης….

 

Απόσπασμα της πλατφόρμας των επαναστατών «φοιτητών» της Νάντης στην Γαλλία αρχές του 1968, που τιτλοφορήθηκε ειρωνικά: ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΙΑΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΚΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΣΤΗΝ U.N.E.F (Εθνική Φοιτητική Ένωση Γαλλίας).

Ημερολόγια για μια φωτεινή νύχτα και μια “πεφωτισμένη” φυγομαχία.

 

Ένα (ανορθόδοξο) δελτίο τύπου για τα ΜΑΤ της Νομικής, το πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο και τους Ναπολέοντες της ήττας (αναδημοσίευση από την Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής).

 

Είναι πραγματικά τρομερές οι εποχές που ζούμε… Ζούμε πάνω στο μεταίχμιο ανάμεσα σε δύο κόσμους, που για τον πρώτο (αυτόν που μας αφήνει χρόνους) δεν μπορούμε να μιλήσουμε με διαύγεια και αυτόν που μας έρχεται δεν μπορούμε εκ των πραγμάτων να τον ορίσουμε. Ζούμε με λίγα λόγια σε εποχές μετάβασης… Το τι θα έρθει από την άλλη πλευρά του τούνελ καθορίζεται από δεκάδες παράγοντες. Και είναι ακριβώς αυτό που προσπαθεί σήμερα το κράτος να εμπεδώσει. Τους νέους όρους με τους οποίους θα συνδιαλέγεται με την κοινωνία και τα δείγματα γραφής τους είναι μέχρι στιγμής ξεκάθαρα. Η βίαιη επιβολή πάνω σε διευρυνόμενα κοινωνικά κομμάτια, η οικονομική επίθεση και εξαθλίωση που επιβάλει και η οριοθέτηση και στρατιωτικοποίηση κάθε πεδίου ελεύθερης δράσης και δημόσιου χώρου είναι το προεικόνισμα της νέας επιθετικής κρατικής πολιτικής.

 

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αναγνώσουμε και την τακτική που ακολουθείται τους τελευταίους μήνες στο χώρο του πανεπιστημίου. Η επιβολή των διαγραφών, η εγκατάσταση security στις πύλες των πανεπιστημίων, οι φαιδρές τηλεοπτικές εξαγγελίες περί «επιβολής του νόμου και της τάξης» από ακόμη πιο φαιδρούς ανθρώπους (τύπου φορτσάκης), τα συμβούλια ιδρύματος και οι νέες ολιγαρχικές διοικητικές δομές των ιδρυμάτων, οι απολύσεις εργαζομένων και όλες οι σπασμωδικές κινήσεις που βλέπουμε από τη μεριά των κυβερνώντων συμπυκνώνουν την εικόνα ενός νέου πανεπιστημίου, που θα ανταποκρίνεται απόλυτα στον αναδυόμενο κρατικό ολοκληρωτισμό. Αποκορύφωμα όλης αυτής της διαδικασίας ήταν η συμβολικά και ιδεολογικά φορτισμένη απόφαση της νέας πρυτανικής αρχής να κηρύξει λοκ-άουτ κεντρικά κτήρια του ΕΚΠΑ εν όψει των καταλήψεων και της επετείου του Πολυτεχνείου.

 

Από το βράδυ της Τετάρτης (12/11) διμοιρίες ΜΑΤ είχαν αποκλείσει τις εισόδους του κτηρίου της πρυτανείας και της νομικής σχολής, ούτως ώστε να εμποδίσουν την απόφαση του φοιτητικού συλλόγου για κατάληψη της σχολής την Παρασκευή. Στον χορό μπήκαν και οι γνωστοί από παλιά πρυτάνεις της ΑΣΟΕΕ και του ΠΑΜΑΚ που ακολούθησαν αντίστοιχες τακτικές. Ως απάντηση σε αυτήν την προκλητική απόφαση φοιτητές μαζεύτηκαν από το πρωί της Πέμπτης έξω από τη νομική σχολή, αλλά δέχτηκαν κατευθείαν την απρόκλητη επίθεση των ΜΑΤ, η οποία προκάλεσε και δύο βαρύτατους τραυματισμούς φοιτητών, ενώ ταυτόχρονα καλέστηκε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο για το απόγευμα της ίδιας μέρας.

 

Η μαζικότητα και ο παλμός της διαδήλωσης που ακολούθησε υπήρξε μια πολύ ευχάριστη έκπληξη σε σχέση με το σκηνικό των τελευταίων εβδομάδων και έδειχνε την προοπτική μιας αναζωπύρωσης κινητικότητας του φοιτητικού κινήματος, μιας κινητικότητας που, αν δε θέλουμε να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας και τους γύρω μας, απουσιάζει εκκωφαντικά παρά την οξύτητα της εποχής. Μέσα σε ένα αστυνομοκρατούμενο κέντρο η διαδήλωση έδειξε μια αναξιοποίητη δυναμική στο εσωτερικό του φοιτητικού σώματος και διατήρησε τη μαχητικότητά της μέχρι την κατάληξή της στο Πολυτεχνείο. Και όλα αυτά παρά τις γνωστές συνθηματολογίες και τις γραφικότητες των εξίσου γνωστών αριστερών γραφειοκρατιών, που δεν μπορούν να κρύψουν τη λαχτάρα τους να πνίξουν το μέλλον στα νερά του βολικού παρελθόντος.

 

Αυτό ωστόσο που δίνει ξεχωριστή νότα στη βραδιά είναι τα όσα ακολούθησαν από εκεί και ύστερα. Μετά την πορεία ήταν προγραμματισμένο το συντονιστικό των φοιτητικών συλλόγων, το οποίο θα γινόταν μέσα στο Πολυτεχνείο, το οποίο ωστόσο ήταν κλειδωμένο μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης περίφραξης των σχολών του κέντρου. Αφού λοιπόν έφυγε η πρώτη σύγχυση και μετά από αρκετές διαπραγματεύσεις αριστερών συνδικαλιστών με τους φύλακες, πάρθηκε η πρωτοβουλία από ορισμένους/ες φοιτητές/ριες για το αυτονόητο: Να επιβάλλουν δηλαδή τις συλλογικές αποφάσεις ενάντια στη μόνιμη επιθετική αυθαιρεσία της νέας ακαδημαϊκής εξουσίας, σπάζοντας την πόρτα του πολυτεχνείου. Και έτσι έγινε… Στα επόμενα λεπτά υπήρξε σκληρή επίθεση αστυνομικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος των φοιτητών να μπουν μέσα στο πολυτεχνείο, ενώ όσοι δεν πρόλαβαν δέχτηκαν δακρυγόνα και ξυλοδαρμούς…

 

Το διακύβευμα της στιγμής αυτής ήταν το αν αυτό που θα επικρατούσε θα ήταν ο πανικός, η σύγχυση και ο φόβος ή αν θα καταφέρναμε να συντονίσουμε μέσα στο πολυτεχνείο τις δυνάμεις μας, να προστατεύσουμε το δημόσιο χώρο και να δοθεί επιτέλους μία ηχηρή και αξιοπρεπής απάντηση υπό τον ήχο των κρότου-λάμψης και των αστυνομικών ασυρμάτων. Το διακύβευμα αυτό ωστόσο ποτέ δεν τέθηκε, γιατί μέσα σε μισή ώρα πεφωτισμένοι στρατηλάτες του φοιτητικού κινήματος, μεγάλες κεφαλές των ΕΑΑΚ, εκμεταλλευόμενοι την αναμπουμπούλα της στιγμής, κάλεσαν τους φοιτητές σε άτακτη και «συντεταγμένη» αποχώρηση. Όταν μάλιστα τους ζητήθηκε να περιμένουν, να γίνει μια συζήτηση πρώτα και να αποφασιστεί τι ακριβώς πρέπει να γίνει, αυτοί απάντησαν ότι «δεν αναγκάζουμε κανέναν να φύγει, αλλά παίρνουμε τα πανό μας και φεύγουμε».

 

Αναρωτιέται κανείς από πιο σημείο της όλης χυδαιότητας να ξεκινήσει. Από το ύφος ανθρώπων που, επειδή πήραν μια ντουντούκα στα χέρια τους, νομίζουν ότι μπορούν να θεωρούν τα μπλοκ των φοιτητικών συλλόγων ιδιοκτησία τους ή από την ξεκάθαρα κατευναστική και ηττοπαθή λογική που προωθούν οι συγκεκριμένοι αριστεροί χώροι σε κάθε σχεδόν βήμα που τολμάει το φοιτητικό κίνημα. Και όλα αυτά από τους ίδιους ανθρώπους που τραγουδούσαν επί τρεις ώρες ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο μονοτονίας και κοινοτοπίας για «τα Πολυτεχνεία της γενιάς μας».

 

Και εδώ ερχόμαστε σε μία άλλη πλευρά αυτού που λέγαμε στην αρχή: Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά αυτής της μεταβατικής εποχής είναι ότι εκτός από το να αναδιατάσσει το στρατόπεδο των κυρίαρχων, αποκαλύπτει και τις λανθάνουσες τάσεις των φαινομενικά αντίπαλών τους. Το παραδοσιακό μοτίβο κινητοποίησης του αριστερού συνδικαλισμού, που ακολουθούσε το τροπάρι γενική συνέλευση-συλλαλητήρια-εκλογές μοιάζει σήμερα να φτάνει στο πιο οριακό του σημείο. Οι φοιτητικοί σύλλογοι σήμερα, εκτός του ότι πέφτουν στο κενό μέσα στα πλαίσια του νέου καθεστώτος, βιώνουν και μια πρωτοφανή κρίση κοινωνικής νομιμοποίησης, στην οποία οι πρακτικές καπελώματος και καιροσκοπισμού των αριστερών κομματικών γραμμών έχουν συμβάλλει σε πολύ μεγάλο βαθμό. Οι γραφικότητες και τα παιχνίδια νομιμότητας και συνδιαλλαγής με τα θεσμικά όργανα φαίνονται σαν παλιό αστείο στις βίαιες εποχές βαρβαρότητας που ζούμε.

 

Εμείς από την πλευρά μας δε θεωρούμε ότι οι εποχές γεννιούνται από τους κυρίαρχους. Θεωρούμε ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε το δικό μας λόγο σε αυτήν την ασταθή και ρευστή περίοδο. Κανένας πλέον δεν πείθεται (και πολύ άργησε) από τις «πρωτοπορίες» και τις γερασμένες ρητορείες των ΕΑΑΚιτών. Η επαναδιεκδίκηση και η επανανοηματοδότηση του δημόσιου χώρου και χρόνου, η δημιουργία αυτόνομων και οριζόντιων συμμετοχικών συνελεύσεων είναι οι άξονες γύρω από τους οποίους μπορεί να περιστραφεί ένα σύγχρονο και ζωντανό πρόταγμα, μέσα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που πνίγεται από τον κτηνώδη ολοκληρωτισμό και την αστυνομικοποίηση της καθημερινότητας.

 

Το σπάσιμο της πόρτας του πολυτεχνείου και το αυθόρμητο σύνθημα «Αλήτες, λέρες, φοιτητοπατέρες», τη στιγμή της φυγομαχίας σηματοδοτούν μια ρωγμή, η οποία όσο μικρή και ανολοκλήρωτη κι αν έμεινε, κρατά το πάγιο χαρακτηριστικό της: Δεν κλείνει, ούτε συμμαζεύεται εύκολα…

 

ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ,

ΓΙΑ ΕΝΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

 

Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής

14/11/2014