Τι έγινε;

 

 

 

Τι έγινε; Πόσες ώρες χρειάζονται για να γίνει μια πληροφορία γεγονός. Τόσες όσες χρειάζεται ο καθένας, για να χωρέσει το γεγονός σε κάποιο σημείο του κορμιού του. Συνήθως ενυπάρχουν μικρά, διάσπαρτα κομμάτια στο σβέρκο, στα μάτια, στην καρδιά , στα γόνατα,  στο στομάχι, ώσπου όλα μαζί συναντιούνται και συνθέτουν το γεγονός. Αργεί να ολοκληρωθεί γιατί το εμποδίζει η άρνηση ενός βαθύτερου ενστίκτου αναπροσαρμογής της πραγματικότητας. Αυτή είναι η πραγματική δυσκολία, όταν αντιμετωπίζεις κάτι που ξαφνικά αλλάζει τα δεδομένα. Μερικές φορές, όσο πιο κοντά είσαι στο να υποδεχτείς το γεγονός, τόσο πιο έντονα είναι τα σημάδια της πάλης μεταξύ του πριν και του μετά. Ξέρεις ότι, είναι απλά μια αντίδραση στη δράση, μα συμβαίνει τόσο ακούσια σαν μέρος ενός προσχεδιασμένου τελετουργικού.

 

 

   Όσο εσύ κάθεσαι σε ένα τραπέζι παρέα με έναν φίλο απολαμβάνοντας καφέ, τσιγάρο και μια συζήτηση περί ανθρωπίνων ψυχισμών και των ασχολιών τους, κάποιος χωρίς καμιά προειδοποίηση χάνει τη ζωή του. Περνάς ξυστά απ’ την πληροφορία, μα αποστρέφεις το βλέμμα σε μια προσπάθεια να μην σχηματιστεί το παραμικρό γεγονός μέσα σου.

 

 

Εξάλλου είμαστε πια τόσο εξοικειωμένοι με παρόμοιες εικόνες, που δεν χρειάζεται παρά ένα γνέσιμο δυσαρέσκειας, για να αρχειοθετήσεις ένα ακόμη άσχημο περιστατικό στο μπαφιασμένο χρονοντούλαπο. Ώσπου το γεγονός σε βρίσκει.

 

Είτε θες είτε όχι, ζητά το μερίδιο του στο σχηματισμό της νέας αλήθειας. Αδιαφορεί για το πόσο έτοιμος είσαι. Το γεγονός έχει συμβεί και δεν μπορεί να σε περιμένει.

           

  Τι έγινε; Ανέμενες να συμβεί όχι με κάποια βεβαιότητα αλλά με ένα αμυδρό ζωγραφιστό χαμόγελο φυλαγμένο για την περίσταση. Και τώρα είσαι εδώ και δεν μένει παρά αυτό το παρόν σε σχηματισμό και αέναη εξέλιξη. Κι όμως έχεις ήδη σηκώσει το επόμενο πόδι. Θυμάμαι, όσο μπορώ. Ολοένα και πιο πολύ γίνεται και ξανά γίνεται. Δεν μπορείς ποτέ να  προετοιμάζεσαι για κάτι τόσο όμορφο.

 

 Τι έγινε; Όσα γινόταν πάντα Η αλήθεια και το ψέμα. Όλα και τίποτα. Ομόκεντροι κύκλοι που μεγαλώνουν ως τον αφανισμό τους. Ζητάς βοήθεια μα πάντα κάποιος θα αργεί και κάποιος θα στέκεται σε μια σπείρα που ξεμακραίνει.

 

 

Η αλήθεια και το ψέμα, ο έρωτας και η αποξένωση, τα σημάδια του πολέμου και κάμποσο λίπος από τον καιρό της ειρήνης.

 

Παρακμάζουσες κοινωνίες σε νάρκη χειμερία, σαν λαμπιόνια τα μάτια ανοιγοκλείνουν στις επιθυμίες και σβήνουν.

 

Το πίσω μέρος του κεφαλιού μου είναι μουδιασμένο. Η σοφία δεν χαρίζεται. Πρέπει να μάθεις να υπομένεις και να επιμένεις.

 

Ποτέ  δεν θα γίνει ολοκληρωτικά/ τι χαρά.

 

Στίγμες από την πόλη

Από την εισαγωγή του τελευταίου τεύχους του παροξυσμού

 

Το δόγμα της ασφάλειας θωρακίζει τα σύνορα των κρατών με το βέλτιστο τρόπο: ένας φόβος διασπείρεται μέσα στην πόλη. Το μέσα της παγίωσης του δόγματος ασφάλειας ποικίλουν: από την εντατικοποίηση των θεσμών της εξουσίας και την τεχνολογική ενίσχυση τους, μέχρι το κοινωνικό κλισέ « βρε, εσύ να κοιτάς την δουλειά σου! ». Το « ησυχία, τάξη και –αλλά πάντα-ανασφάλεια », οι σκιές του φόβου, τα ψέματα  για προοπτικές καριέρας (από τας αφεντικά), για ένα καλύτερο αύριο (από την εξουσία) για μια ονειρική –μετά θάνατον- ζωή (από τους παπάδες) οδηγούν στο νέκρωμα τη συνείδησης και στην συνολική κοινωνική καθυπόταξη.

 

 

 

Μέσα στο θόλο του, το Αγρίνιο μεγαλώνει, μα οι ζωές μας ακόμα μικραίνουν στους ολοκαίνουργιους πεζοδρόμους, τις μεγάλες βιτρίνες, τις μαρμαρωμένες πλατείες, τα αμέτρητα διασκεδαστήρια, τους μπάτσους και το μέγαρό τους, τους δημοτόμπαστους και τις ψευτομαγκίες τους. Μέσα στο σκότωμα του χρόνου της καθημερινότητας, τους καταναγκασμούς των θεσμών, την εκμετάλλευση της μισθωτής σκλαβιάς, το τέλμα της ανεργίας, την ασφυκτική αγκαλιά της οικογένειας και των παραδόσεων, την κατανάλωση εντυπώσεων, την επανάληψη του « σημασία έχει να περνάς εσύ καλά »… η επιθυμία ξεχνάει τελικά την ίδια την ύπαρξη της.

 

 

Το Αγρίνιο μεγαλώνει, αλλάζει, μα κάποια πράγματα παραμένουν ίδια. Η οικογενειακή εστία κατέχει την εξέχουσα θέση σε μια ζωή που πνίγεται. Οι καφετερίες πάντα γεμάτες με κόσμο που περιμένουν το μάνα εξ’ ουρανού: « ένα διορισμό, ένα καλό γάμο, να πιάσω την καλή, βρε αδελφέ! ». Οι εργαζόμενοι ( που απαρνούνται τον προσδιορισμό «εργάτες» ) μένουν ψιλό-ευχαριστημένοι με τα 450ευρώ και «δεν ασχολούνται με συνδικαλισμούς και τέτοια περίεργα». Όσοι είχαν την τύχη να ακολουθήσουν τις δουλειές των γονιών τους, χαιρετάνε από μακριά όλο νευρώσεις. Ενώ στα καταφύγια της κατάχρησης επικρατεί συνωστισμός. Οι μαθητές μαζεύονται μετά από το σκόρπισμα των πρώτων τάξεων του λυκείου, για να βιδωθούν επί μια σεζόν στα θρανία για να φύγουν αυτήν «την κωλοπόλη». Οι περισσότεροι φοιτητές κάνουν επίδειξη ανανέωσης, κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα, αποδεικνύοντας, πως οι μάνατζερ των διαφημιστικών γραφείων ξέρουν καλά να στοχεύουν σε νέα target groups. Και η κτελ του Αγρινίου έφτιαξε μέγαρο έξω από την πόλη, για να εξυπηρετήσει την ανάγκη και την επιθυμία φυγής που διαρκώς αυξάνεται…

 

 

 

 

Και έξω από αυτήν την επιβαλλόμενη αποξένωση της πόλης γυρνοβολούν οι αιώνιοι μιαροί: μετανάστες, απόκληροι, μειονότητες, αποκλίνοντες…

 

 

 Και τα ζητήματα επιστρέφουν ξανά -ανάμεσα στα άλλα- και στο ζήτημα της ιδιοκτησίας. Οι ήσυχοι, φιλόνομοι δημοκρατικοί πολίτες, μετατρέπονται σε θεριά ανήμερα, όταν εισέλθει κάποιός στην σφαίρα επιρροής τους, στην μικρή ή μεγάλη ιδιοκτησία τους. Το είδαμε αυτό πολλές φορές να επιβεβαιώνεται και στην ευρύτερη περιοχή. Από τις δολοφονίες αλβανών στη δεκαετία του 90, τη δολοφονία των 5 κυνηγών στα Καλύβια  Αγρινίου στις  26/11/2006 , την κράτηση 23 προσφύγων στο Α.Τ. Αγρινίου χωρίς λόγο και αιτία, τις πρόσφατες ρατσιστικές καταγγελίες στο δήμο Μεσολογγίου εις βάρος τσιγγάνων που θέλουν να μεταδημοτεύσουν και που τάχα έτσι θα μολύνουν το αίμα της Ιεράς Πόλης, τον ξυλοδαρμό 4 μεταναστών από την Γεωργία στις 8/11/09 στο Μεσολόγγι, τον αποκλεισμό των μεταναστών στην Κατοχή, τα ντου της αστυνομίας σε καταυλισμούς στην Ηγουμενίτσα…

 

 

Ο φασισμός, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία περνάνε από την άμυνα στην επίθεση. Έτσι για να εκτονωθεί κάπου η χρόνια εκμετάλλευση και καταπίεση των υπηκόων. Μετά την άγρια κοινωνική έκρηξη του Δεκέμβρη, η κοινωνία στρέφεται στο συντηρητισμό, την εσωστρέφεια και τελικά στο καρκίνωμα του ρατσισμού, αφού πια η καταναλωτική τάση της αγοραίας εκτόνωσης παίρνει την κάτω βόλτα, λόγω της επίπλαστης κρίσης που διατυμπανίζουν αφεντικά.  Και που θα εκτονωθεί; Σαφώς σε αυτούς που είναι στην πιο μειονεκτική θέση. Όπως και στο γήπεδο, που οι ασυνείδητοι οπαδοί αντίπαλων ομάδων τσακίζουν ο ένας το κεφάλι του άλλου, για να ξεδώσουν και να συντηρήσουν το επίπλαστο κύρος τους, αλλά την Δευτέρα πάλι στις προγραμματισμένες συμβάσεις με σκυμμένο το κεφάλι. ¨Έτσι και οι πολίτες, καταδικασμένοι, ζουν εγκάθειρκτοι με αιώνιες αλυσίδες σε αμετακίνητους δυνάστες.Όμως δεν μένουμε μόνο εκεί, γιατί τότε θα είχαμε ξεπεράσειακόμα και τα όρια της μεμψιμοιρίας.

 

 

Είχαμε πει και παλιότερα πως «εμείς επιμένουμε πως όλα θα αποκτήσουν πραγματικό νόημα στις ζωές μας, όταν οργανώσουμε και συλλογικοποιήσουμε  τις αρνήσεις μας, πορευμένοι στα μονοπάτια της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας».  Και όσο περνούν τα χρόνια, αυτή η θέση επανεφευρίσκεται μέσα από νέες οπτικές γωνίες και πτυχές της ζωής. Ξαναεπιστρέφει σε νέες καταστάσεις, ακόμη πιο σίγουρη και δυνατή, εφοδιασμένη με καινούργιες εμπειρίες, απομπλεκόμενη από κάθε ιδεολογία. 

 

 

Όμως τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο, για αυτό και αυτή η πορεία δεν μπορεί να έχει τελειωμό…

Quiz για …γερούς λύτες.

 

 

 Είναι ψωνισμένοι. Έχουν άγριο βλέμμα και το παίζουν νταήδες. Όλοι τους βρίζουν και τους αποκαλούν «βύσματα». Κόβουν κάθε μέρα κλίσεις και κάνουν συνεχώς παρατηρήσεις στους οδηγούς.  Επίσης στραβοκοιτάνε τους μετανάστες και όποιον δεν τους αρέσει η φάτσα του.

 

Ποιοι είναι;

Σωστά!

Οι δημοτόμπατσοι!

 

 

Κοιτάνε περίεργα; Τους κοιτάμε και εμείς.

Τσαμπουκαλεύονται; Δε μασάμε…

Η πόλη μπαίνει σε γυάλα; Δεν ψαρώνουμε!

 

Ενάντια σε κάθε είδους εξουσία και σε κάθε κοινωνική τους συμμαχία

Ο ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ, Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ

 

Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε για το Παροξυσμό από τον αναρχικό σύντροφο Φίλιππα Κυρίτση. Σε αυτό το κείμενο, ο Φίλιππας, παρουσιάζοντας τις προσωπικές του σκέψεις και θέσεις, καταπιάνεται με την «επικαιρότητα» της διαχρονικής «οικονομικής κρίσης», η οποία καταδεικνύεται ως επίπλαστη. Αναλύοντας το ζήτημα, γίνονται αναφορές στη βία της ελληνορθόδοξής εκκλησίας και την άμεση συσχέτισή της με τον κυρίαρχο λαϊκισμό, την σχέση αριστερών κομματιών με τον εθνικισμό, καθώς επίσης και στο Συναγερμό του στρατάρχη Παπάγου, για να καταλήξει, πως η κρίση αποτελεί τέχνασμα προς εθνική ομοψυχία.

Ακολούθως, γίνεται τεκμηριωμένη αναφορά στο μεγάλο ζήτημα της καταναγκαστικής πορνείας, που ανθεί ακόμα και κατά την διάρκεια των «μεγάλων κρίσεων», ενώ  ο λαϊκισμός, ως όπλο χειραγώγησης των κυριάρχων, βρίσκει και συνεργούς και άλλους, όπως ΜΜΕ, πανεπιστημιακούς, «ανθρώπους του πνεύματος», ακόμα και καλλιτέχνες όπως ο Στέλιος Καζαντζίδης.

Στο κείμενο αυτό, γίνεται μια αιχμηρή κριτική στις κατευθύνσεις της εργατικής – μικροαστικής τάξης, ως (ψευδό)συνόλου, χωρίς όμως να απαξιώνονται οι ταξικοί αγώνες και οι κατακτήσεις τους. Για να εξαχθούν τα προσφερόμενα συμπεράσματα, δεν θα πρέπει το κείμενο να διαβαστεί αποσπασματικά, διότι ενδεχομένως θα χαθεί η προοπτική του. Τέλος, οι σημειώσεις έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

 

Για να διαβάσετε το κείμενο πατήστε εδώ.