ΚΑΛΑ ΨΩΝΙΑ…ΨΩΝΙΑ!

Τετάρτη βράδυ. H πόλη έρημη από νωρίς. μιας και τα μαγαζιά είναι κλειστά, αφού η ζωή εδώ εξαρτάται από το αν τα εμπορικά καταστήματα είναι ανοιχτά ή κλειστά. Μάλλον για αυτό θέλουν και το ελεύθερο ωράριο… Καλό πάνε να κάνουν δηλαδή οι άνθρωποι. Θέλουν να δώσουν ζωή στις πόλεις αφού οι άνθρωποι ζούνε για να καταναλώνουν εμπορεύματα. Τέλος πάντων πάει αλλού το θέμα τώρα ενώ εγώ θέλω να γράψω κάτι άλλο…

Πριν πάω σπίτι είπα να κάνω μια βόλτα από το κέντρο της πόλης χαζεύοντας τους άδειους δρόμους και τα κλειστά μαγαζιά. Περπατούσα στη Παπαστράτου και καθώς οι σκέψεις μου μπερδεύονταν με τις ματιές που έπεφταν στις μισοσκότεινες βιτρίνες με τον trendy “εξοπλισμό” και τις “προσιτές” τιμές, το βλέμμα μου έπεσε σε ένα διαφημιστικό πλακάτ μιας βιτρίνας bsb.  Και τότε ξαφνικά σταμάτησαν οι σκέψεις μου και εγώ, πλησίασα για να δω καλύτερα αυτό που διάβασα στα πεταχτά:

ΑΜΟΛΗΣΤΕ ΤΗ ΣΚΥΛΑ ΠΟΥ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΨΩΝΙΑ ΣΤΑ BSB ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΣΤΕ!

Για λίγα δευτερόλεπτα έμεινα. Το διάβασα το ξαναδιάβασα. Όχι δεν έκανα λάθος.

Που μπορεί να φτάσει το μυαλό ενός διαφημιστή… Πως το life style ξεφτιλίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, πως το life style μοιράζει χειροπέδες στους  ανθρώπους ξεφτιλίζοντας σχέσεις, καταστάσεις, ζωές . Αυτό που μόλις είδα σκέφτηκα ότι μπορεί να μην είναι τίποτα, να είναι κάτι απλό, σε σχέση με άλλα  παρόμοια και πιο ακραία. Κι όμως αυτό πουλάει. Αυτό πουλάει και ο κόσμος  αυτό αγοράζει Το αγοράζει και γουστάρει. Έστριψα και την έκανα αμέσως από εκεί. Ξενέρωσα με όλη την life style ξεφτίλα που μας πλασάρουν όμορφα και ωραία και εμείς τη δεχόμαστε όμορφα και ωραία. Αλλά τι γκρινιάζω; Τι περίμενα να δω στις βιτρίνες; Εκτός από σκουπίδια; Περπατούσα με τα μάτια μου να αποφεύγουν τις βιτρίνες. Δεν ήθελα να δω άλλα διαφημιστικά παραληρήματα γεμίζοντας το μυαλό μου με βλακείες. Σκεφτόμουν την ατάκα που έλεγε στο τέλος ….΄΄και κερδίστε!΄΄ και έμεινα με την απορία. Δηλαδή τι θα κερδίσουν αν αμολήσουν τη σκύλα που κρύβουν μέσα τους; Κανά φίμωτρο ή κανά λουρί;

ΚΑΛΑ ΨΩΝΙΑ…….ΨΩΝΙΑ!!!

ΕΙΚΟΝΕΣ ΣΤΟ ΠΑΤΟ ΤΟΥ ΒΑΡΕΛΙΟΥ

 

Το πρόβλημα με την ηθική της εργασίας είναι πως αναπαράγεται όχι μόνο από τα αφεντικά αλλά και από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Είναι μάλλον κάτι που έχει ποτίσει βαθιά την ύπαρξη των ατόμων που κινούνται στο κέντρο ή στη περιφέρεια του κοινωνικού ιστού του συγχρονου κόσμου..

Γιατί μόνον έτσι δικαιολογείται η εξουσιαστική στάση ενός παλιού εργαζομένου σε έναν νεοπροσληφθέντα συνάδελφού του. Μόνον έτσι εξηγείται ότι οι δυναμικές απεργίες έχουν τοποθετηθεί στις βιτρίνες του μουσειακού οπλοστασίου των εργατών.

Τελικά, τι ακριβώς κάνει η εργατική τάξη;

Ο κατά πολλούς και κομματικούς, φορέας της επανάστασής;

Το πάλαι ποτέ επαναστατικό υποκείμενο;

Προφανώς κάνει αυτό που κάνει και το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας: κάθεται στα αυγά της. Ή, όταν δεν κάθεται στα αυγά της, αναζητεί τρόπους να ανέβει με κάθε κόστος στις υψηλότερές θέσεις της κοινωνικής ιεραρχίας. Γιατί νομίζει πως αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να της συμβεί.

Μια πολεμική βέβαια κατά της κοινωνίας συνολικά, θα ήταν παραπλανητική και άστοχή, μιας και υπάρχει ένα κομμάτι της οποίας, έχει συνείδηση της κοινωνικής πραγματικότητάς. Και μέσα σε αυτό το κομμάτι υπάρχουν οργανωμένες κινήσεις ανθρώπων που επιτειθονται με τα μέσα που επιλέγουν σε αυτά που αυτές  νοηματοδοτούν ότι δημιουργούν τα προβλήματα σε αυτό το κόσμο. Αυτό δε σημαίνει όμως πως η κοινωνία συνολικά δεν προάγει και αναπαραγάγει με υπέρμετρη αφέλεια όλες αυτές τις δομές που επιβάλλουν τα συμφέροντα των από πάνω…

Το πρόβλημα είναι συνολικό. και έγκειται στο γεγονός ότι η κοινωνία πέρα από τάξεις είναι χωρισμένη και σε μικρά ατομικά κομμάτια. Και τα μικρά αυτά κομμάτια είναι έγκλειστα σε μικρά κελιά ιδιώτευσης. Ο κάθε άνθρωπος μένει μόνος του να συμμετάσχει στην καθημερινή εμπειρία της φθοράς της βιωμένης ζωής.

Γιατί πολύ απλά φοβάται… Φοβάται το αφεντικό του, φοβάται τους μπάτσους, τους τρομοκράτες, τους αλβανούς, τους ισλαμιστές, τον τύπο από την δουλειά που θα του πει να κατέβει σε απεργία. Φοβάται τον εκάστοτε κατασκευασμένο εχθρό. Επίσης φοβάται το τι θα πει ο κόσμος.

Έτσι ο ίδιος λεηλατεί το κομμάτι της ζωής του που δεν έχουν προλάβει άλλοι να το λεηλατήσουν

Ο καθένας μόνος του λοιπόν και η κοινωνία κατατεμαχισμένη σε ολοένα και περισσότερες διαχωρισμένες σφαίρες.

Επικοινωνία;

Φυσικά και υπάρχει. Μόνο που η επικοινωνία και οι σύγχρονες κοινωνικές σχέσεις είναι διαμεσολαβημένες από εικόνες. Και όχι μόνο: ολόκληρη η κοινωνική δραστηριότητα πλαισιώνεται και αιχμαλωτίζεται από εικόνες.

Εικόνα όμως δεν είναι μόνο αυτή της τηλεόρασης, που ούτως ή άλλως παρουσιάζει τον κόσμο όπως τον θέλουν. Εικόνες είναι οι ρόλοι και τα στερεότυπα και όλες οι συμπεριφορές που προκύπτουν.

Σχολείο-(σπουδές)-δουλειά-οικογένεια είναι η πιο ομαλή πορεία. Οτιδήποτε άλλο είναι εκτροχιασμός. Μέσα από αυτή τη διαδικασία – η οποία είναι αιτία και αποτέλεσμα- οι εικόνες καταλήγουν να αποκτήσουν πραγματική υπόσταση και να αποτελέσουν το κύριο λόγο μιας επιβαλλόμενης συμπεριφοράς.

Η εικόνα του ευτυχισμένης οικογένειας που απολαμβάνει χωρίς γκρίνιές την βόλτα με το καινούριο αυτοκίνητο, είναι χιλιάδες φορές πιο βάναυση από το χτύπημα του γκλόπ του μπάτσου.

Η εικόνα του ανέμελου όμορφου νέου που απολαμβάνει τις νέες τεχνολογίες του κινητού του παρέα με την εξίσου όμορφη και ανέμελη φιλενάδα του είναι αυτή που ξεσκίζει τις ψυχές των αληθινών νέων και τους οδηγεί συλλήβδην σε κάθε λογής συμβάσεις και ψευδοεπιλογές.

Η εικόνα του τρέχω-και-δε-φτάνω μοντέρνου καριερίστα που ασχολείται επιτυχώς με την ανοικοδόμηση του μελλοντικού προσωπικού και οικογενειακού του παραδείσου είναι αυτό που τρελαίνει το 15% του ενήλικου πληθυσμού με κρίσεις άγχους και πανικό.

Η εικόνα είναι το νέο όπλο επιβολής. Ο μοντέρνος τρόπος διαχείρισης των κοινωνικών εντάσεων. Το νέο μέσο καταστολής των ανυπότακτων. Είναι αυτό που καλλιεργεί το έδαφος για να ριζώσει πιο καλά η ταξική ειρήνη.

Ουσιαστικά όμως, το πρόβλημα δεν είναι ούτε οι εικόνες ούτε η αναπαράσταση τους αυτές καθ αυτές., αλλά η κοινωνία που έχει ανάγκη αυτές τις εικόνες.

Για αυτό και οι εργάτες κάθονται στα αυγά τους. Γιατί έχουν πεισθεί ότι αυτό είναι το καλύτερο που μπορούν να κάνουν για τους εαυτούς τους…

Επιπλέον, όταν δεν κάθονται στα αυγά τους , προσπαθούν από το πάτο του βαρελιού στο οποίο βρίσκονται, να αποκτήσουν μία καλύτερη θέση στην ιεράρχηση του πάτου. Γιατί όπως φαίνεται και ο πάτος του βαρελιού έχει αποκτήσει διαστρωμάτωση.

Έτσι , λοιπόν, οι εικόνες κοροϊδεύουν, παραπλανούν, χειραγωγούν, διαφθείρουν. Και οι εκμεταλλευόμενοι και καταπιεζόμενοι δεν μπορούν ούτε να εκφραστούν, ούτε να δράσουν. Πάντως εάν αποκτούσαν πραγματικά τη θέληση και τη δυνατότητα, τότε το καπιταλιστικό σύστημα θα εξαφανιζόταν αμέσως, όπως ένας κακός εφιάλτης.

Το ερώτημα όμως παραμένει: Τώρα τι κάνουμε;

Η απάντηση σίγουρα δεν μπορεί να δοθεί από καμία ιδεολογία. Γιατί οι ιδεολογίες και οι έτοιμες λύσεις το μόνο που έχουν προσφέρει μέχρι σήμερα είναι σκοπιμότητες και τζάμπα αίμα.

Ωστόσο η Ιστορία και η κατανόηση της έχει πολλά να προτείνει. Και η εμπειρία από την κατάκτηση της καθημερινής μας ζωής ακόμη περισσότερα.

ΣΚΟΝΙΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ

Η πόλη είναι κίτρινη. Μια πόλη φτιαγμένη από άμμο. Άμμος καυτή παντού. Ο αέρας πηχτός, ζεστός. Ράγες από τρένα, ξεχασμένα, που κάποτε κυλούσαν. Μέσα στις ράγες κείτονται ψόφια περιστέρια. Μια γρια που σέρνει ένα γαϊδούρι κουτσό. Η εικόνα της τρέμει από την καυτή ατμόσφαιρα. Μια γυναίκα έγκυος, πάνω σε μια βεράντα. Η κοιλιά της είναι διάφανη και φαίνεται το έμβρυο. Έχει δόντια, και παρακολουθεί τα πάντα με μάτια άγρια. Η γυναίκα κρατάει μια πετονιά και ψαρεύει. Κάτω από την βεράντα είναι ένας βούρκος, ένα έλος πρασινοκίτρινο. Από κει βγάζει ψάρια μεγάλα,   ίσα μ’αυτην, έχουν χέρια και πόδια και ουρλιάζουν με ανθρώπινη φωνή. Τα πετάει με δύναμη και σκάνε με πάταγο το ένα πάνω στο άλλο, στο μάρμαρο της βεράντας. Σπαρταράνε εκεί για ώρα, ώσπου δεν κινούνται πια. Το έμβρυο μέσα της, γελάει χαιρέκακα. Μια παιδική χαρά μουσείο. Ένα λούνα πάρκ μισοθαμμένο στην άμμο.

Ο κυβερνήτης της πόλης βγαίνει να μιλήσει. Ανεβαίνει σε μια εξέδρα που έγινε γι’αυτό το σκοπό. Ξανθά, θαμπά, μακριά, μαλλιά, επιβλητική φωνή, μάτια σκληρά. Στο χέρι του κρατάει ένα μαστίγιο, μακρύ, χιλιόμετρα. Με μια κίνηση του, μπορεί να πάρει το κεφάλι κάποιου, στην άλλη άκρη της πόλης. Εκθειάζει τα καλά αυτής της πόλης και φτύνει υποσχέσεις στα σκονισμένα πρόσωπα των ανθρώπων, μα κανείς δεν τολμά να φέρει αντίρρηση. Δεν τολμά να σκεφτεί καν. Διαβάζει τη σκέψη κι αλίμονο σ’ αυτόν που δεν τον συμπαθεί. Κινδυνεύουν οι πάντες από το μαστίγιο του. Ακόμα και εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να νιώσεις το μαστίγιο στο λαιμό σου.

Οι άνθρωποι σκύβουν το κεφάλι και θάβουν σε βαθιές σήραγγες της ψυχής τους κάθε αντιδραστική σκέψη κι αρνητικό συναίσθημα.

Όταν μετά από καιρό, θελήσουν να τα βρουν, δεν θα υπάρχουν πια. Έχουν χαθεί. Μαζί κι η ψυχή τους. Όμως τους αρκεί, που το κεφάλι στέκεται ακόμα στους ωμούς τους.

ΑΝΝΑ

“…”

Τα ρολόγια σημαίνουν

τις χαμένες ώρες

όμως κανείς δεν τα πιστεύει.

Στα ατελείωτα σήματα κινδύνου που έστειλα

και δεν μου έχει κανείς ανταποκριθεί.

Όμως μία μέρα

θα καταλάβω

πως έφτασα μέχρι εδώ.

Έγιναν όλα πολύ γρήγορα.

Οι φίλοι μου σκόρπισαν,

άλλοι χάθηκαν στον πόλεμο.

Οι παντρεμένοι

γερνάνε πλάι σε ανθρώπους ξένους.

Καμιά φορά τα απογεύματα

σηκώνεται αγέρας.

Χτυπούν σαν τύψεις

τα παραθυρόφυλλά.

Για ποιο ωραίο σφάλμα άραγε;

Και η παιδικότητα

ένα ουράνιο σχόλιο

στο αίνιγμα να υπάρχουμε

 

Τ. Λειβαδίτης