ΚΑΠΟΙΑ ΜΕΡΑ…

 
Κάποια μέρα θα γίνω χαμαιλέοντας.
 
Κάποια μέρα τα χρώματα των ρούχων μου
θα δίνουν τη χροιά των αισθημάτων μου.
 
Λευκό, όταν η αγνότητα μου με γυμνώνει.
Κίτρινο, όταν το μίσος μου φτάνει στα όρια του.
Κόκκινο, όταν το αίμα μου είναι πιο ορμητικό από τις επιθυμίες μου.
Μαύρο, όταν η μοναξιά μου είναι πιο κρύα από το θάνατο.
 
Και άλλες μέρες, με μωβ, πράσινο, μπορντό, μπλε, το καθένα στη μοναξιά του και το καθένα σε συνδυασμό με τα άλλα, σαν ένα τεράστιο παγώνι, σαν ένας κλόουν για να διασκεδάζουν οι περαστικοί.
 
Κάποια μέρα θα γίνω αηδόνι.
 
Κάποια μέρα θα γίνω κοράκι.
 
Κάποια μέρα θα εκφράζω τα αισθήματα μου με νότες.
 
Κάποια μέρα θα εκφράζω τα αισθήματα μου κραυγές.
 
Ντο αγνότητας, λα μίσους, φα ορμής, μι μοναξιάς.
 
Και άλλες μέρες, με ρε, σολ, σι με υφέσεις και διέσεις,
η κάθε μέρα στη μοναξιά της και η κάθε μια σε συνδυασμό με τις άλλες, 
σαν ένα τεράστιο πεντάγραμμο, στο οποίο οι νότες τις έχει τοποθετήσει ένα μικρό παιδί,
σαν ένα ζητιάνο με ακορντεόν που χλευάζουν οι περαστικοί για την ασυνέχεια της μουσικής του.
 

Κραχ

%

 

Ένας τόπος γίνεται κομμάτια

και όλοι προσπαθούν να υπολογίσουν

την νέα τάξη.

 

Μονάχα η μνήμη της καρδιάς

που αγάπησε

δεν θα μπορέσει ποτέ

να αποσιωπήσει τον πόνο.

 

Μέχρι ο πόνος αυτός

να διεκδικήσει αναπόφευκτα

το μερίδιο του.

enaetsi.wordpress.com

Το Δώρο

 

Θαρρώντας πως αυτή ήταν ένα δώρο

άρχισαν νωρίς – νωρίς να την καλλωπίζουν.

 

Της γυάλισαν το χαμόγελο

της χαμήλωσαν τα μάτια

την έκαναν να ‘χει  τ’ αυτιά της στο τηλέφωνο.

Της σγούρυναν τα μαλλιά και της ίσιωσαν τα δόντια.

Της δίδαξαν να θάβει τις επιθυμίες της.

Της γλύκαναν τη φωνή και την ανάγκασαν κόβοντάς της

τα φτερά να λέει πάντα «ναι».

 

«Αυτό το κουτί έχει το όνομα μου επάνω»,

είπε ο άνδρας, «είναι για μένα».

 

Κανείς δεν ξαφνιάστηκε.

 

Όσο  αυτοί αντάλλασαν φιλιά

και ‘κάναν τα στραβά μάτια,

αυτός το πήρε σπίτι του.

Το έβαλε ψηλά σ’ ένα τραπέζι,

 απ’ όπου οι φίλοι του μπορούσαν να το περιεργαστούν.

«Χόρεψε, χόρεψε πιο γρήγορα», της έλεγαν.

Ο άνδρας βυθίστηκε μέσα της

και χάραξε την στάμπα του πιο βαθιά.

 

Αργότερα,

την έβαλε σ’ ένα χειρουργικό κρεβάτι,

λέγοντας «σπρώξε, σπρώξε πιο δυνατά»,

λέγοντάς της

«αυτό ακριβώς που ήθελα, μου έκανες ένα γιο».

 

Carole Oles, Το Δώρο