Οι κάμποι της παραχελωίτηδας έχουν την ιδιομορφία να μην είναι εύκολα προσβάσιμοι λόγω της άγριας διάταξης και της μεγάλης έκτασής τους. Το αποτέλεσμα είναι σε αυτούς να υπάρχουν πολλές άγνωστες πτυχές…
Τα τελευταία τρία χρόνια μετανάστες και μετανάστριες από την Βουλγαρία καταφθάνουν στον εύφορο κάμπο των εκβολών του Αχελώου προκειμένου με την εργασία τους (συλλογή της παραγωγής πορτοκαλιών της περιοχής) να καταφέρουν να επιβιώσουν στο τραχύ έδαφος των εκεί αγροτικών περιοχών.
Από τον Αύγουστο έως το Μάρτιο μένουν εκεί μόνιμα με τις οικογένειές τους. Πιο συγκεκριμένα διαμένουν σε έναν οικισμό που βρίσκεται στην περιοχή του δήμου Οινιάδων και ειδικότερα μερικές εκατοντάδες μέτρα από την Κατοχή.
Στους οικισμούς που διαμένουν φυσικά δεν υπάρχει ίχνος υποδομής (συνθήκες υγιεινής, νερό, ηλεκτρικό…) Ζουν σε εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα, σε αντίσκηνα, ενώ αρκετοί μένουν σε έναν πρόχειρο καταυλισμό που έχουν δημιουργήσει σε ερειπωμένο παλιό εργοτάξιο. Συχνά παρουσιάζονται προβλήματα υγείας (που τα αντιμετωπίζουν κυρίως τα παιδιά που υποσιτίζονται) κατά βάση λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος λόγω της αυξημένης υγρασίας, αλλά κυρίως λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης. Αυτοί οι μετανάστες αποτελούν το φτηνό εργατικό δυναμικό της περιοχής, που πραγματικά δουλεύει για ένα κομμάτι ψωμί.
Ο αριθμός αυτών των ανθρώπων, μέχρι σήμερα, υπολογίζεται γύρω στα 200 άτομα, σύμφωνα με τις τοπικές εφημερίδες και κάποιούς κατοίκους. Όμως σε δική μας επίσκεψη στο καταυλισμό στην Κατοχή, πληροφορηθήκαμε από τους ίδιους τους μετανάστες ότι ο οικισμός τους αριθμεί 38 άτομα, κάτι που το διαπιστώσαμε και εμείς.
Οι μετανάστες αυτοί δεν βρέθηκαν από επιλογή εκεί. Αυτοί, όπως και χιλιάδες άλλοι, ήρθαν στον περιφραγμένο με σύνορα και ναρκοθετημένες περιοχές γεωγραφικό χώρο της ελλάδας, με την προοπτική ενός καλύτερου βιοτικού επιπέδου και μιας καλύτερης ζωής. Σίγουρα χωρίς αυταπάτες, μα ίσως με αρκετά όνειρα, σκέψεις και ελπίδες.
Όμως η μητρόπολη, οι πόλεις και τα χωριά της «πρωτεύουσας των Βαλκανίων», δεν αφήνουν ζωτικό χώρο για κανέναν «ξένο» που θέλει ή αναγκάζεται να εισέλθει εντός των συνόρων τους. Στους «ξένους» αναγνωρίζουν στην καλύτερη περίπτωση μόνο την ταυτότητα του εργάτη που θα προσφέρει τα περισσότερα με τα λιγότερα χρήματα χωρίς κανενός είδους περιορισμό, επιβάρυνση ή δέσμευση για τα αφεντικά. Και λέμε «στην καλύτερη περίπτωση» γιατί συνήθως αντιμετωπίζονται ως «άθλιοι» και «μιαροί», φορείς εκνόμων και εγκληματικών πράξεων…
Πέραν τις απαιτήσεις, χωρίς την προσφορά κανενός είδους δικαιωμάτων, οι μετανάστες έχουν να αντιμετωπίσουν και την επιθετικότητα, τους εξευτελισμούς, τις χυδαιότητες, τους καθημερινούς βιασμούς… Έναν ρατσισμό όλων των ειδών και τάσεων, που γεννάται από τους θεσμούς και που προωθείται και αναπαράγεται μέσα από διάφορα κομμάτια της κοινωνίας.
Ο Δήμαρχος Οινιάδων σε δήλωση στην εφημερίδα Πολιτεία (11/11/09) τονίζει ότι «Με προσβάλει ανθρώπινα η εικόνα ανθρώπων που ψάχνουν στους κάδους απορριμμάτων για φαγητό». Με αυτόν τον τρόπο συμπαραδηλώνεται πως το ζήτημα δεν είναι η ζωή αυτών των ανθρώπων, που έχει εκπέσει στη χειρότερη μορφή επιβίωσης από τα ασταμάτητα γρανάζια του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά το πώς θα διατηρηθεί το ανθρώπινο προσωπείο αυτού του κόσμου για μην θίγονται και προσβάλλονται οι εκάστοτε «τοπικοί άρχοντες». Και αυτή η δήλωση αποτελεί έναν ρατσισμό καλοπισμένο με ανθρωπιστικά προσχήματα.
Σε δημοσίευμα της εφημερίδας Παναιτωλική (14/01/10)οι κατοχιανοί καταγγέλλουν: «Δυστυχώς μια έκταση περίπου δέκα στρεμμάτων έχει μετατραπεί σε εστία μόλυνσης, όπου δεν νοείται να ζουν άνθρωποι. Λίγα μέτρα από το σημείο, βρίσκεται και το κεντρικό υδραγωγείο της Κατοχής και ο γύρω χώρος έχει γίνει υπαίθριο αποχωρητήριο. Σε καθημερινή βάση, κυκλοφορούν με τα κακοσυντηρημένα οχήματα τους, αρκετές φορές μεθυσμένοι και είναι θέμα χρόνου να προκληθεί νέο επεισόδιο ή κάποιο δυστύχημα». Σε αυτή την περίπτωση φαίνεται ξεκάθαρα το ζήτημα της υπεράσπισης του ζωτικού χώρου, λες και οι κάμποι της παραχελωίτηδας ανήκουν στους κατοχιανούς. Λες και τα οχήματα των εκεί κατοίκων είναι πάντα καλοσυντηρημένα και αυτοί δεν κυκλοφορούν ποτέ μεθυσμένοι.
Πίσω από το ρατσισμό, οχυρώνεται η έννοια της ιδιοκτησίας. Η αντίληψη της κατοχύρωσης του ζωτικού χώρου συμπορεύεται με μία ιδιαίτερη κουλτούρα «τιμής», που ενίοτε νομιμοποιεί την βία και αντιμετωπίζει τον «άλλο» σαν «εισβολέα» ή «παρείσακτό». Οι μετανάστες και τα παιδία τους αποτελούν το «υποδεέστερο Άλλο», ότι πρέπει για ασκήσεις μίσους και υπεροχής. Ο διάχυτός ρατσισμός είναι αυτός που με την πρώτη αφορμή μετατρέπει και τον πιο φιλήσυχο ιδιοκτήτη σε αδίστακτο και ετοιμοπόλεμο υπερασπιστή του ζωτικού του χώρου. Και τα περιστατικά τέτοιων ρατσιστικών αντιδράσεων δεν είναι και τα μοναδικά στην ευρύτερη περιοχή.
Πρόσφατα, ορισμένοι κάτοικοι του Μεσολογγίου φοβούμενοι μην απωλέσουν την «καθαρότητα» τους, προχωρούν σε καταγγελίες περί μαζικών μεταδημοτεύσεων τσιγγάνων στον δήμο, με χορηγήσεις βεβαιώσεων μονίμου κατοικίας κλπ. Ενδιαφέρουσα υπήρξε και η απάντηση του Δήμου Μεσολογγίου που καταδικάζει το γεγονός και η οποία καταλήγει : «οι θέσεις που διατυπώνουν (σ.σ. οι κάτοικοι που προέβησαν στις καταγγελίες) δεν απέχουν από τις αντίστοιχες των Ναζί…» Δεν είναι τυχαίο πως αυτές οι καταγγελίες εκδηλώθηκαν μερικούς μήνες μετά τις εκλογές, όπου κατά την διάρκεια τους, λειτούργησαν και προεκλογικά γραφεία της φασιστικής Χρυσής Αυγής στη πόλη του Μεσολογγίου.
Επίσης δεν ξεχνάμε και το περιστατικό στο Μεσολόγγι (8/11/09) με τον ξυλοδαρμό τεσσάρων γεωργιανών με λοστούς και καδρόνια από 15 άτομα επειδή ζήτησαν την καταβολή των δεδουλευμένων τους από τον ιδιοκτήτη των χωραφιών στα οποία δούλευαν.Ενώ, στις 17/01/10 βρέθηκε νεκρή 25χρονη μετανάστρια, αγνώστων λοιπών στοιχείων, σε ερημική περιοχή του Λιγοβιτσίου Σκουρτούς – Αστακού Αιτωλοακαρνανίας. Το πτώμα, το οποίο βρίσκονταν σε προχωρημένη αποσύνθεση, το εντόπισαν τυχαία τα σκυλιά κυνηγών της περιοχής. Η ιατροδικαστική εξέταση, δείχνει καθαρά δολοφονική ενέργεια. Όλο αυτό το καιρό κανείς δεν την είχε αναζητήσει. Άλλη μια ανώνυμη νεκρή μετανάστρια με άγνωστη ιστορία…
Αναφορικά με το ζήτημα της Κατοχής και σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα της εφημερίδας (Παναιτωλική 14/01/10) ένας κάτοικος της Κατοχής λέει: «Δεν θέλουμε κάποιοι να μας κατηγορήσουν για ρατσισμό, χρειάζεται έλεγχος», σημειώνει χαρακτηριστικά και ζητά «να δοθούν λύσεις, από τις αρμόδιες υπηρεσίες». Οι «αρμόδιες υπηρεσίες» όμως αυτό που μπορούν να «προσφέρουν» απλόχερα και σε αυτή την περίπτωση είναι απελάσεις, επιχειρήσεις σκούπα, στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκκενώσεις κτηρίων (όπως έγινε στο κτήριο του παλιού εφετείου στην Αθήνα), εμπρησμούς καταυλισμών (όπως έγινε στο καταυλισμό της Πάτρας).
Έτσι αν κάποιος, που πετάει το μπαλάκι στις «αρμόδιες υπηρεσίες» που αποτελούν τα πραιτοριανά σώματα του θεσμιμένου ρατσισμού και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να του «αδειάσουν την γωνία» για να είναι και ο μοναδικός διαχειριστής των κάμπων και των λόφων, δεν είναι ρατσιστής, τότε τι ακριβώς μπορεί να είναι; Όλα τα παραπάνω δείχνουν πως η ξενοφοβία και ο ρατσισμός καλά κρατούν στην ευρύτερη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας, αποτελώντας για άλλη μια φορά αιχμή των κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων. Η σιωπή, η συναίνεση και η ανεκτικότητα οδηγούν συλλήβδην σε έξαρση τέτοιων φαινομένων με αιματηρές, πολλές φορές, συνέπειες.
ΠΟΛΕΜΟ ΣΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
Ιός Αταξίας /Αγρίνιο 18/01/2010
ΥΓ: Κάποιες τοπικές φυλλάδες αναφέρθηκαν στους εν λόγω μετανάστες και μετανάστριες, ως οι «Άθλιοι της Παραχελωίτιδας», προφανώς θέλοντας να κάνουν μια άστοχη αναφορά στον Β. Ουγκό, περνώντας παράλληλα ένα μεταμήνυμα για το υποδεέστερο Άλλο. Άθελα τους ή όχι, πρόβαλλαν πως αυτοί οι άνθρωποι μόνο φιλανθρωπικά μπορούν να προσεγγισθούν. Αλληλέγγυοι και αλληλέγγυες, όμως που επισκέπτονται τον οικισμό τους βλέπουν ανθρώπους, ναι μεν ταλαιπωρημένους, αλλά με καθαρό βλέμμα και αξιοπρεπή συμπεριφορά.
Διόρθωση (28/01/10):
Σε σημείο στο κείμενο αναφέρεται η δολοφονία μια μετανάστριας. Η πληροφορία αυτή προήλθε από ανακοίνωση της αστυνομίας που έκαναν λόγω για «αλλοδαπή» και από μαρτυρίες των κυνηγών που εντόπισαν τυχαία το πτώμα. (οι κυνηγοί θεώρησαν πως το πτώμα ανήκει σε «αφρικανίδα» )
Τελικά όμως το πτώμα ανήκει σε «ελληνίδα» που δούλευε σε μπαρ της ευρύτερης περιοχής. Η γυναίκα ήταν 30χρονών, μητέρα 2 παιδιών.