Κονσομανσιόν

 

 

Η παραπάνω επιγραφή, βρίσκεται στην είσοδο του μπαρ «2000» στο κέντρο του Αγρίνιου. Το μαγαζί αυτό, όταν άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90,  θεωρούσε προφανώς πως θα καινοτομούσε στο κατεστημένο της διασκέδασης του τότε Αγρινίου, την οποία μάλιστα θα την «διακτίνιζε έτη φωτός μπροστά». Κάτι τέτοιο, όπως θυμόμαστε, έγραφε το ασπρόμαυρο διαφημιστικό φυλλάδιο το οποίο με κάποιο τρόπο διακινούνταν και στο χώρο κάποιων λυκείων του Αγρινίου. Ενδεχομένως, το φυλλάδιο αυτό να απευθύνονταν στους καθηγητές, ίσως και στους «μάγκες» μαθητές των τελευταίων τάξεων του Λυκείου.

 

Η παρουσία του, πλέον, θεωρείται ένα με το περιβάλλον της πόλης, σημείο αναφοράς για το πώς θα βρεις κάποιο δρόμο ή κατάστημα πλησίον του. Το «2000», σίγουρα, δεν ξεφεύγει από την κρίση και έτσι και αυτό αναγκάζεται να προσαρμόσει τις τιμές του, κατανοώντας σίγουρα πως οι πελάτες του ανήκουν σε αυτές τις τάξεις που κυρίως πλήττονται από την καπιταλιστική κρίση. Έτσι μειώθηκαν οι τιμές και έγιναν αυτές που φαίνονται στην φωτογραφία. Όπως έγινε κατανοητό το «2000» είναι ένα από μπαρ με «κονσομασιόν» του Αγρινίου.

 

Ο όρος «κονσομασιόν» στα γαλλικά σημαίνει κατανάλωση. Οι γυναίκες, που απασχολούνται σε αυτό τον τομέα ονομάζονται «κονσοματρίς». Τα μαγαζιά αυτά αποτελούν μια πτυχή του κυκλώματος της γυναικείας εκμετάλλευσης. Άνθισαν, στην κυρίως επαρχία, στη δεκαετία του ’80 και του ’90. Λειτουργούν συμφωνά με δυο βασικούς παράγοντες, το χρήμα και την αντρική επιθυμία «Έπρεπε να ’βλεπες τους βλάχους με τα τρακτέρ να μαζεύονται και να περιμένουν απέξω να ανοίξει το μαγαζί, σα διαδήλωση», διαβάσαμε κάπου…

 

Στα μαγαζιά αυτά, όπου δήθεν «βρίσκουν μια συντροφιά οι μοναχικοί άντρες», γίνεται μια μεγάλη δουλειά εις βάρος των γυναικών που δουλεύουν εκεί. Τα φιλελεύθερα επιχειρήματα περί «κοινωνικού έργου» που παράγουν οι γυναίκες, μεταφράζονται απλά σε χρήμα. Και τελικά όλα καταλήγουν στην πιο φρικαλέα εκδοχή τέτοιου τύπου σεξουαλικής «προόδου», που δεν είναι άλλη από την καταναγκαστική πορνεία. Οι περισσότερες γυναίκες δεν βρίσκονται από επιλογή εκεί, εξαναγκάζονται είτε με την άμεση βία κάποιου νταβατζή και του οικογενειακού τους περιγύρου, ή με την έμμεση βία της οικονομικής ανέχειας. Γυναίκες, που πρέπει να είναι προκλητικά ντυμένες, έντονα βαμμένες, καλοχτενισμένες, που πρέπει να μιλήσουν με τους πελάτες, να τους ακούσουν, να τους κάνουν να χορέψουν και να νιώσουν «άρχοντες», «γλεντζέδες», ερωτικοί και επιθυμητοί «άντρακλες», που πρέπει να συμπεριφέρονται στον άνδρα-πελάτη ως «ανώτερό» και να συμμορφώνονται με τις επιθυμίες τους.

 

Γυναίκες, που αρκετές φορές βρίσκονται φυλακισμένες και απομονωμένες από τα αφεντικά τους για μην τους το σκάσουν. Γυναίκες, που δεν είναι θηράματα μόνο των νταβάδων και των ανδρών-πελατών που τις χρησιμοποιούν, αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που βρίσκονται στο έλεος κάθε μπάτσου που περιπολεί. Μετανάστριες, που έρχονται από το εξωτερικό εξαπατημένες πως τάχα θα δουλέψουν σε κάποια δουλεία που καμία σχέση δεν έχει με αυτό που τελικά αντιμετωπίζουν όταν καταφθάνουν στην ελληνική επικράτεια. Καθεστώς φόβου, απάτης, εκβιασμών και εξαναγκασμών. Βιασμοί, εξευτελισμοί, ξυλοδαρμοί και «χαρακώματα». Είναι γεγονός πως η νύχτα σε αυτούς τους χώρους είναι μεγάλη και πολύ σκοτεινή. Και ότι γίνεται εκεί, ελάχιστες φορές, βγαίνει στο φως της μέρας.

 

 

 

 

Σεξισμός, ομοφοβία, ρατσισμός: τρία σε ένα

 

«Τι σόι άντρας είναι αυτός που χτυπά μια γυναίκα;». «Είναι γυναίκα η Κανέλη;» Όταν ο αντρισμός, η θηλυπρέπεια και τα πουσταριά προσκαλούν τον φασισμό σε τσάι.

[ του Δημήτρη Αγγελίδη, αναδημοσίευση από το περιοδικό 10%]

 

 

(…)

Και μόνο το επεισόδιο του τηλεοπτικού ξυλοδαρμού της Κανέλη από τον Κασιδιάρη φτάνει για να μας δείξει πώς χρησιμοποιούνται σήμερα η σεξουαλικότητα και το φύλο για να διαχωρίσουν το κοινωνικό σώμα και να επιβάλουν αποκλεισμούς στο πολιτικό και στο οικονομικό πεδίο. Οι συζητήσεις που ακολούθησαν το επεισόδιο επικεντρώθηκαν σε δύο ερωτήματα: «τι σόι άντρας είναι αυτός που χτυπά μια γυναίκα;» και «είναι γυναίκα η Κανέλη;».

 

Όσο τα κέρδη του παγκόσμιου κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται και η πίτα συρρικνώνεται για τους πολλούς, πρέπει να συρρικνωθεί το κοινωνικό σώμα που διεκδικεί μερίδιο.

 

Το πρώτο ερώτημα, παρά τον αποτροπιασμό που εκφράζει για τον ξυλοδαρμό, αναπαράγει τον ορισμό της γυναίκας ως ασθενούς φύλου και ερμηνεύει το επεισόδιο σαν μια εξαίρεση, σαν μια ατυχή και στιγμιαία παραβίαση των κανόνων του ιπποτικού σαβουάρ βιβρ. Και όμως, ο άντρας που χτυπά γυναίκες (όπως και οποιονδήποτε θεωρεί ο άντρας πως αμφισβητεί την κυριαρχία του) δεν είναι εξαίρεση, αλλά ο ίδιος ο κανόνας της μάτσο αρρενωπότητας. Το κρίσιμο σημείο που ξεχωρίζει τον αληθινό άντρα είναι η δυνατότητα που έχει να καταφεύγει στη βία. Μας το δείχνουν οι λαϊκές φράσεις που συμπυκνώνουν τη μυθολογία του αντρισμού: ο άντρας ο πολλά βαρύς, ο άντρας που γαμάει και δέρνει. Στο σύμπαν της ετεροκανονικότητας, ο άντρας, σαν το κράτος, έχει το μονοπώλιο της βίας. Γι'αυτό και από το επεισόδιο του τηλεοπτικού ξυλοδαρμού ο Κασιδιάρης βγήκε αναβαπτισμένος στην κολυμπήθρα του αντρισμού. Αν ο άντρας φαίνεται στις πράξεις κι όχι στα λόγια, ο Κασιδιάρης έδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως είναι άντρας. Απέκτησε έτσι εχέγγυα αξιοπιστίας που του επέτρεψαν να ισχυριστεί με πειστικότητα, για το ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται, πως είναι ικανός να αλλάξει την Ελλάδα, όπως έλεγε στις διαφημίσεις της Χρυσής Αυγής που βγήκαν στον αέρα αμέσως μετά το επεισόδιο.

 

Το δεύτερο ερώτημα ξεκαθαρίζει τα πράγματα και από την αντίστροφη πλευρά, αυτήν του θύματος του επεισοδίου. Μια γυναίκα δεν θεωρείται γυναίκα (και άρα τοποθετείται στο περιθώριο των αναγνωρίσιμων φύλων, στην επικράτεια του αλλόκοτου) όταν δεν επιτελεί τον αποδεκτό έμφυλο ρόλο της, είτε επειδή τα βάζει στα ίσα με τους άντρες στο προπύργιο του αντρισμού, την πολιτική, είτε επειδή θεωρείται λεσβία, εξ ορισμού απαξιωμένη και απόβλητη. Μας το λέει ξεκάθαρα το χρυσαυγίτικο σύνθημα εκείνων των ημερών «ρίξε Ηλία ξύλο στη λεσβία». Να λοιπόν που το ερώτημα «δεν είμαι 'γώ γυναίκα;» που απηύθυνε η μαύρη σκλάβα και αγωνίστρια Sojourner Truth στο συνέδριο για τα γυναικεία δικαιώματα στο Οχάιο το 1851 επανέρχεται σήμερα επιτακτικά στην Ελλάδα της κρίσης, κι ας μην το ρώτησε η ίδια η Κανέλη. Το γεγονός ότι, αντιθέτως, η ίδια αποσιώπησε την έμφυλη και σεξουαλική διάσταση του χτυπήματος και μάλιστα, τη στιγμή που νόμιζε ότι δεν έγραφαν οι κάμερες, χαρακτήρισε «πουσταριά» τους Χρυσαυγίτες, δείχνει πώς το φύλο και η σεξουαλικότητα περνούν στον πολιτικό λόγο, είτε μέσα από όσα λέγονται γι'αυτά, είτε μέσα από όσα δεν λέγονται και αποσιωπούνται.

 

Στο σύμπαν της ετεροκανονικότητας, ο άντρας, σαν το κράτος, έχει το μονοπώλιο της βίας.

 

Ας μη γελιόμαστε. Στη σημερινή κατά μέτωπο ταξική επίθεση, ο έμφυλος και σεξουαλικός διαχωρισμός του κοινωνικού σώματος εντείνεται, όπως εντείνονται και άλλοι διαχωρισμοί, που τοποθετούν τα ανθρώπινα σώματα στη ζώνη του αλλόκοτου, της αβίωτης ζωής, της επισφάλειας. Οι μη άντρες, οι μη ετεροφυλόφιλοι, οι μη γηγενείς, οι μη κατέχοντες, οι μη υγιείς, οι μη αρτιμελείς, οι άστεγοι, τοποθετούνται σήμερα με δριμύτητα στην απέναντι όχθη, σε ένα είδος Σπιναλόγκας, εκεί που τους ενέταξε εξαρχής η νεωτερικότητα, έστω κι αν κάποια στιγμή κατάφεραν να διεκδικήσουν το πέρασμά τους στην πλευρά του κανονικού.

 

Στην απέναντι όχθη, οι ζωές των ανθρώπων δεν έχουν σημασία ο θάνατός τους δεν πενθείται. Τι άλλο είναι τα διαμελισμένα σώματα των αλλοδαπών που έχουν βρεθεί σε κάδους απορριμάτων της Αττικής, χωρίς κανείς να τα αναζητήσει, να τα μνημονεύσει, να τα πενθήσει, να εξεγερθεί γι' αυτά, να ερευνήσει τις συνθήκες του θανάτου τους, εκτός ίσως από κάποια επίμονη δημοσιογράφο με ειδικές ευαισθησίες; Τι άλλο είναι τα διαπομπευμένα και φυλακισμένα σώματα των τοξικοεξαρτημένων και οροθετικών ιερόδουλων, σώματα για τα οποία παύει αίφνης να ισχύει το περίφημο αξιακό και δικαιικό οπλοστάσιο της νεωτερικότητας; Τι άλλο είναι τα σκορπισμένα στο πεζοδρόμιο σώματα των επαιτών και των εθισμένων στην πρέζα και στη σίσα, τα σώματα των σκηνιτών Τσιγγάνων που μεγαλώνουν τα παιδιά τους δίπλα στα ποντίκια, τα σώματα των μεταναστών που τρέχουν πανικόβλητοι και πανικόβλητες να ξεφύγουν από τη γροθιά και το μαχαίρι Ελλήνων; Σ'αυτά τα σώματα βλέπουμε τα αποτελέσματα χρόνων συστηματικών διαχωρισμών και απαξίωσης.

 

Ο στόχος είναι πια εμφανής, αν δεν θέλουμε να εθελοτυφλούμε. Όσο τα κέρδη του παγκόσμιου κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται και η πίτα συρρικνώνεται για τους πολλούς, πρέπει να συρρικνωθεί το κοινωνικό σώμα που διεκδικεί μερίδιο. Τα ολοένα και λιγότερα ψίχουλα που αφήνει η ιδιοποίηση της εργασίας από το κεφάλαιο δεν φτάνουν πια η επιβίωση κάποιων περνά μέσα από το θάνατο άλλων. Ας μην ξεχνάμε ότι η εξόντωση των Εβραίων συνοδεύτηκε από τη λεηλασία των περιουσιών τους προς όφελος άλλων. Στόχος λοιπόν είναι να μείνουν όσο το δυνατόν περισσότερα στρώματα του πληθυσμού οριακά εκτός της νομής του πλούτου, να εξασφαλίζουν τόσα μόνο όσα είναι απαραίτητο για να αναπαράγεται η φτηνή τους εργατική δύναμη κι αν δεν μπορούν πια ούτε αυτό, να η έξοδος: απέλαση, εγκλεισμός, θάνατος. Σ'αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε την πρόσφατη συζήτηση για την επιβάρυνση του συστήματος υγείας και της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από τους μετανάστες, την προ των πυλών συρρίκνωση των επιδομάτων αναπηρίας ώστε να δίνονται μόνο σ' όσους βρίσκονται στο όριο της επιβίωσης, αλλά και τις συνεχιζόμενες διακρίσεις στην αγορά εργασίας σε βάρος των διαφορετικών.

 

Στρατηγικός στόχος για να επιτευχθεί ο αποκλεισμός είναι αφενός να περάσει ως φυσικός και αυτονόητος, κάτι που επιτυγχάνεται κατεξοχήν με τα τερτίπια της γλώσσας (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ίδιο το ερώτημα «είναι γυναίκα η Κανέλη;» και ο τρόπος με τον οποίο μιλάμε για ολόκληρες κοινωνικές ομάδες: «οι πούστηδες», «οι γύφτοι», «τα πρεζάκια», «οι πουτάνες», «οι άπλυτοι», «οι άρρωστοι», «οι Πάκι», «οι κωλοαλβανοί»), και αφετέρου να καμφθεί κάθε απόπειρα οργάνωσης των θιγόμενων σε ομάδες συλλογικής διεκδίκησης των συμφερόντων τους. Ο φασισμός είναι το τελευταίο ανάχωμα του καπιταλισμού ενάντια στις κινήσεις αποσταθεροποίησής του.

 

 

(…)

Στο όνομα του έθνους, της σεξουαλικότητας, του φύλου, της υγείας, της αρτιμέλειας, της τάξης, το σύστημα εξουσίας εντείνει σήμερα την τακτική των διαιρέσεων που εφάρμοζε ανέκαθεν, προκειμένου να βασιλεύει και να πολλαπλασιάζει τα κέρδη του. Απέναντι σ'αυτή την ιδιότυπη αριθμητική του φασισμού, το μόνο που μας μένει είναι να απαντήσουμε με πρόσθεση: να ενώσουμε τη φωνή μας και τα σώματά μας όλοι όσοι και όσες βρισκόμαστε, ή κινδυνεύουμε να βρεθούμε, στην απένταντι όχθη. Και να οργανώσουμε, όλοι και όλες μαζί, ένα σχέδιο που πρώτο στρατηγικό στόχο θα έχει την ήττα του φασισμού, πριν να είναι πολύ αργά, και δεύτερο τη δημιουργία εκείνων των κοινωνικών συνθηκών που θα νοηματοδοτούν αλλιώς τα σώματα και τη ζωή μας, ως σώματα και ζωές με σημασία.


Αγρίνιο, 1926: Ο ΑΙΜΑΤΗΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

 

 

( Η κηδεία των Θεμιστοκλή Καρανικόλα και Βασιλικής Γεωργαντζέλη.

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στην συμβολή των οδών  Παπαστράτου, Μπότσαρη και Σουλίου. )

 

 

Το 1926 η κατακόρυφη άνοδος του συναλλάγματος, είχε άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στο καπνεμπόριο. Έτσι οι καπνεργάτες κινητοποιούνται και απαιτούν ανάλογη αύξηση στα πενιχρά τους μεροκάματα. Οι καπνέμποροι αρνούνται κατηγορηματικά και έτσι οι καπνεργάτες κήρυξαν απεργία το Σάββατο 31 Ιουλίου 1926.

 

Οι μέρες περνούσαν, οι δύο πλευρές έμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το Σωματείο, μετά από 8 ημέρες απεργίας χωρίς καμία πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, βρέθηκε μπροστά σε δίλημμα: Αν συνέχιζε την απεργία, θα άρχιζε η διαρροή, αφού οι ανάγκες εκατοντάδων οικογενειών ήταν πιεστικές. Αν αποφάσιζε την μαχητική παρουσία με δυναμικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η σύγκρουση με την Χωροφυλακή θα ήταν αναπόφευκτη.

 

Αποφασίζουν το δεύτερο και ζητούν άδεια για να συγκεντρωθούν οι απεργοί την Δευτέρα, 9 Αυγούστου, στην πλατεία της Αγοράς, (Πλατεία Στράτου, σημερινή Πλατεία Ειρήνης) εκεί όπου γίνονταν όλες οι πολιτικές εκδηλώσεις. Οι αρχές αρνούνται και τους χορηγούν άδεια για την συγκέντρωσή τους στο χώρο της Αγίας Σωτήρας (το σημερινό Πάρκο), που τότε θεωρούνταν εκτός της πόλης. Πράγματι από το πρωί της Κυριακής 8 Αυγούστου, οι απεργοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στον χώρο της Αγίας Σωτήρας, με μαύρες σημαίες πάνω στις οποίες έγραφαν: «Δικαία απαίτησις, ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία»

 

Γύρω στις 8 το πρωί είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 8000 απεργούς. Οι αρχές είχαν τοποθετήσει ισχυρή δύναμη Χωροφυλακής στην «καμπή» της οδού Αγρινίου-Αμφιλοχίας, καθώς και μία δύναμη Ευζώνων, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι. Μετά από τους λόγους που εκφωνήθηκαν, η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι απεργοί σκορπίστηκαν άλλοι προς τον προσφυγικό συνοικισμό Αγ. Κωνσταντίνου και άλλοι προς την πόλη. Η ομάδα που κατευθύνθηκε προς την πόλη, ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο ταγματάρχης Ζαμπετάκης που ήταν επικεφαλής, τους προέτρεψε να κατέβουν προς την πόλη ανά δύο άτομα. Οι απεργοί διαβεβαίωσαν τον Ζαμπετάκη ότι η συγκέντρωσή τους είχε διαλυθεί, αλλά αρνήθηκαν να χωριστούν σε ομάδες των δύο.

 

Ακολουθεί συμπλοκή και η διαταγή του ταγματάρχη να πυροβολήσουν στον αέρα ήταν η αφορμή να επιτεθούν με πέτρες μερικές εργάτριες στην δύναμη της χωροφυλακής. Οι σφαίρες που μέχρι τότε έπεφταν στον αέρα, γύρισαν προς τους απεργούς. Μία σφαίρα βρίσκει στο κεφάλι τον νεαρό, σχεδόν παιδί, Θεμιστοκλή Καρανικόλα, που, σύμφωνα με μαρτυρίες, βρέθηκε τυχαία στο χώρο του επεισοδίου. Μία άλλη σφαίρα τραυματίζει θανάσιμα την έγκυο καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, που ξεψύχησε λίγο αργότερα. Ήταν 29 ετών και είχε ήδη δύο παιδιά, τον Γεράσιμο 9 ετών και την Παρασκευή 5 ετών. Ο εργάτης Δ. Τσαμπάς τραυματίζεται σοβαρά στο μπράτσο, που ακρωτηριάστηκε. Το νέο διαδίδεται στο Αγρίνιο γρήγορα και η κηδεία της Βασιλικής Γεωργαντζέλη και του Θεμιστοκλή Καρανικόλα, γίνεται στον Άγιο Δημήτριο παίρνοντας μορφή διαδήλωσης.

 

Σημείωση 1:

Η απεργία συνεχίστηκε για σαράντα μέρες ακόμη. Το Μάιο του ΄29 ξαναγίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις καπνεργατών με αιτήματα σχετικά με το ταμείο ασφάλισης. Το Σεπτέμβριο του ΄29 ξεκινά απεργία, ενώ τον Οκτώβριο γίνονται αιματηρά επεισόδια. Η χωροφυλακή μπαίνει στην αυλή του κτιρίου όπου βρίσκονταν η εργατική λέσχη (πλ. Σουλίου)  για να απαγορεύσει τη συνεδρίαση της διοίκησης του Σωματείου καπνεργατών. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τραυματίζονται σοβαρά 2 χωροφύλακες από πυροβολισμούς (ο επικεφαλής χωροφυλακής Δημητρόπουλος) και τρεις καπνεργάτες ελαφρά. Ακολούθησαν συλλήψεις. Το σωματείο των καπνεργατών διασπάστηκε το 1930 με σχεδόν καθολική συμμετοχή.

 

Σημείωση 2:

Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιάννη Καρύτσα «Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό» (εκδόσεις Άρδην) στην κινητοποίηση του ’26 οι αρχειομαρξιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή μαζί με άλλους εργάτες και εργάτριες. Μετά τον Αιματηρό Αύγουστο πολλοί αρχειομαρξιστές κυνηγήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με συνέπεια να αναγκαστούν να καταφύγουν στην Αθήνα.